Κυβέρνηση συνεργασίας: Λύση ή παγίδα και για ποιον;

Κυβέρνηση συνεργασίας: Λύση ή παγίδα και για ποιον;
Κυριάκος Μητσοτάκης - Αλέξης Τσίπρας (Αρχείο) EUROKINISSI / ΜΠΟΛΑΡΗ ΤΑΤΙΑΝΑ

Ο Γιώργος Καρελιάς γράφει για τους πληττόμενους ψηφοφόρους και το "αίνιγμα" μιας κυβέρνησης συνεργασίας.

Όποτε κι αν γίνουν οι εκλογές, ένα ερώτημα θα πλανιέται μέχρι την ώρα που θα ανοίξουν οι κάλπες και θα γνωρίζουμε τα πρώτα αποτελέσματα: τι είδους κυβέρνηση θα έχουμε, αν έχουμε, την επομένη;

Η απάντηση δεν είναι καθόλου αυτονόητη, όπως ήταν το 2019 με την αυτοδυναμία της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η μέχρι πρότινος βεβαιότητα ότι αυτό θα επαναληφθεί έχει υποχωρήσει, αν δεν έχει κιόλας καταρρεύσει. Διαφορετικά, γιατί ο πρωθυπουργός να προκαλέσει τέτοια αναστάτωση, πρώτα στο κόμμα του, με την-αυτονόητη, κατά τα άλλα- δήλωση περί κυβερνήσεων συνεργασίας;

Αν δεν συμβεί κάτι που θα σταματήσει τον καλπασμό των τιμών στην ενέργεια και στα σούπερ μάρκετ, η εξέλιξη μοιάζει προδιαγεγραμμένη: η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να ελέγξει τίποτα, οι επιδοτήσεις θα μοιάζουν με ασπιρίνη σε βαριά λοίμωξη και οι πληττόμενοι ψηφοφόροι θα αντιδράσουν όταν θα πάνε στις κάλπες. Αν ο πρωθυπουργός και οι συν αυτώ ποντάρουν στο δίλημμα «σταθερότητα ή περιπέτεια», όπου «σταθερότητα» ίσον κυβέρνηση πάλι της ΝΔ με κάποιον συνεταίρο, μπορεί να ξυπνήσουν απότομα.

Διότι στο πρόσφατο παρελθόν οι ψηφοφόροι έχουν δείξει ότι δεν διστάζουν να επιλέξουν «περιπέτεια»(2015), αφού είδαν ότι η «σταθερότητα»(2010-2014) έφερε πρωτοφανείς ανατροπές στις ζωές τους. Το 2019 έδωσαν στη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη αυτοδυναμία, για να επαναφέρει τη χώρα στην «κανονικότητα». Όμως, ό,τι ζούμε τα τελευταία δύο χρόνια μόνο κανονικότητα δεν είναι, ανεξάρτητα από τις αιτίες. Η πανδημία και η ακρίβεια ήταν (είναι) «εισαγόμενες», αλλά κάποιος τις διαχειρίζεται. Και τη διαχείριση αυτή, εμφανώς αποτυχημένη, κάπου θα τη χρεώσουν. Το κάνουν ήδη στις, κατά τα άλλα, ευνοϊκές δημοσκοπήσεις.

Επανερχόμαστε στο βασικό ερώτημα: τι είδους κυβέρνηση θα έχουμε μετά τις προσεχείς εκλογές, αφού το πιο αδύναμο σενάριο είναι η αυτοδυναμία;

Ο κ. Μητσοτάκης, προφανέστατα, θα προτιμούσε να συνεργαστεί με το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, μετά τις δεύτερες εκλογές. Αλλά ο κ. Ανδρουλάκης δεν πετάει καθόλου τη σκούφια του για μια τέτοια συνεργασία, αφού είναι νωπές οι επιπτώσεις στο κόμμα του από τη συνεργασία με τη ΝΔ την περίοδο 2012-2014. Όμως, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι μπορεί να συμφωνήσει, ο κ. Μητσοτάκης δεν θα έχει να κάνει με ένα κόμμα του 8% (αν τέτοιο είναι το ποσοστό, δεν θα δεχθεί καμιά συνεργασία), αλλά με ένα κόμμα με διψήφιο ποσοστό, που θα διεκδικεί σημαντικό ρόλο στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής. Πώς θα «παντρευτούν» αυτά, όταν ο κ. Ανδρουλάκης προτάσσει το σχηματισμό «σοσιαλδημοκρατικής» κυβέρνησης και εκνευρίζει αρκετούς στη ΝΔ;

Μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να μην προτιμά συνεργασία με κάποιο μικρό κόμμα, που θα κινείται στα δεξιά της ΝΔ, για να μη χάσει το «κεντρώο» λούστρο, με το οποίο φτιασιδώθηκε τα τελευταία χρόνια. Όμως, αυτή (θα) είναι η πιο ορθο-λογική λύση: η συνεργασία όμορων κομμάτων. Το διδάσκει και το παρελθόν.

Η συνεργασία Δεξιάς-Αριστεράς (1989-1993) άφησε πρόσκαιρα οφέλη μόνο στη ΝΔ του πατρός Μητσοτάκη. Η συνεργασία ΝΔ-ΠΑΣΟΚ (2012-2014) παραλίγο να εξαφανίσει το ΠΑΣΟΚ από τον πολιτικό χάρτη. Και η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (2015-2019) έχει αφήσει ανεξίτηλα αρνητικό στίγμα για το κόμμα της Αριστεράς.

Το ερώτημα αν υπάρχει πεδίο για συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ δεν επιδέχεται μόνο μια απάντηση. Πρόκειται, ασφαλώς, για όμορα κόμματα. Ο κ. Ανδρουλάκης μιλάει για «σοσιαλδημοκρατική» και ο κ. Τσίπρας για «προοδευτική» κυβέρνηση. Δεν απέχουν και πολύ ή μάλλον σχεδόν καθόλου. Τους χωρίζει η σκληρή αντιπαλότητα(των κομμάτων, όχι προσωπική) του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά αυτό δεν αποτελεί σοβαρό εμπόδιο, αν πρόκειται να κυβερνηθεί η χώρα. Στο ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ υπάρχουν δυνάμεις που βγάζουν σπυριά και στο άκουσμα της λέξης «συνεργασία» με τον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, ούτε αυτό αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο.

Το μοναδικό εμπόδιο μπορεί να προέλθει από το εκλογικό αποτέλεσμα. Για να μπορεί να γίνει μια τέτοια συνεργασία πρέπει «να βγαίνουν τα κουκιά», κατά το κοινώς λεγόμενον. Δηλαδή το άθροισμα των βουλευτικών εδρών των δύο κομμάτων να είναι κοντά στο 151. Και αυτό μπορεί να γίνει είτε με αυξημένα ποσοστά και των δύο αυτών κομμάτων είτε με σημαντική πτώση της ΝΔ, ώστε να δυσκολευθεί η προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να βρει συνεταίρο.

Για να μπορέσει η πολιτική ζωή να επανέλθει σε μια κανονικότητα(χωρίς εισαγωγικά), πρέπει το εκλογικό σώμα να έχει καθαρές τις θέσεις των τριών κύριων πολιτικών δυνάμεων(ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ). Με στόχο το πρωί της Δευτέρας μετά τις εκλογές να μην υπάρχει αδιέξοδο και η χώρα να κυβερνηθεί.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα