Νίκη, κατάρρευση και αιτίες: Η “δεξιά” στροφή ήταν κανονική, οι “αριστερές” έφερναν ζαλάδα…
Η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση και ο κρίσιμος ρόλος των αντιπολιτευόμενων κομμάτων. Τι θα πρέπει να αποφύγουν για να μην παγιωθεί το μοντέλο του "1,5 κόμματος".
- 23 Ιουνίου 2023 06:15
Το 2019 έκλεισε η υπερδεκαετής περίοδος πολιτικής και οικονομικής ανωμαλίας, στην οποία κυριάρχησαν η χρεοκοπία, τα μνημόνια και η αναστάτωση του πολιτικού σκηνικού. Αλλά έκλεισε με ένα εκ πρώτης όψεως «παράδοξο» αποτέλεσμα: κέρδισε το κόμμα που έφερε τη χρεοκοπία (ΝΔ) και ηττήθηκε το κόμμα που συνέβαλε στην έξοδο από αυτήν (ΣΥΡΙΖΑ). Όχι και τόσο παράδοξο βέβαια, αν συνυπολογίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβερνητικό κόμμα (2015-2019), έχασε την «αθωότητά» του και κατατάχθηκε κι αυτός στα μνημονιακά κόμματα.
Η συνέχεια (2019-2023) ήταν ακόμα χειρότερη για τον ΣΥΡΙΖΑ και αυτό οφείλεται σε δύο αλληλένδετες αιτίες. Πρώτον, στην καταιγίδα οικονομικών παροχών της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που δεν αντιλήφθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και, δεύτερον, σε δικές του ολιγωρίες και λάθη, ορισμένα τραγικά. Το αποτέλεσμα της 21 Μαίου ήταν συνδυασμός αυτών των δύο. Η νίκη της ΝΔ ήταν προδιαγεγραμμένη, η χαώδης διαφορά της από τον ΣΥΡΙΖΑ όχι.
Η πρώτη και βασική αιτία της νίκης της ΝΔ ήταν η οικονομική απλοχεριά. Πρώτα η πανδημία και μετά η ακρίβεια «υποχρέωσαν» την κυβέρνησή της να ανοίξει τα κρατικά ταμεία και να φανεί γαλαντόμα σε πλήθος κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων. Με αυξήσεις μισθών και συντάξεων, με επιδόματα, με τα περίφημα pass μοίρασε ζεστό χρήμα σε εκατομμύρια ψηφοφόρους και αυτό εξαργυρώθηκε στην κάλπη της 21 Μαίου. Επιβεβαιώθηκε ο κανόνας που λέει ότι μια κυβέρνηση η οποία μοιράζει 50 και πλέον δισεκατομμύρια θα ανανεώσει τη θητεία της.
Ετσι, η «δεξιά στροφή» του εκλογικού σώματος ήρθε φυσιολογικά, ήταν «κανονική». Μετά από μια δεκαετία οικονομικής μιζέριας, επιβεβαιώθηκε το διαχρονικό αξίωμα «η τσέπη κρίνει τις εκλογές». Στον αντίλογο, που προτάσσει το «κύμα ακρίβειας», η απάντηση είναι ότι εν μέρει αντιμετωπίστηκε με τις παροχές και, σε κάθε περίπτωση, δεν πρόλαβε να πλήξει την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Θα δούμε στη δεύτερη θητεία της τι θα συμβεί.
Απέναντι σ’ αυτήν την πραγματικότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ αντέτασσε διαρκώς το αφήγημα της «νεοφιλελεύθερης πολιτικής». Το οποίο, όμως δεν ήταν καθόλου πειστικό. Διότι μια κυβέρνηση που μοιράζει 50 δισεκατομμύρια είναι οτιδήποτε άλλο από νεοφιλελεύθερη. Και αυτό φάνηκε από την πρωτοφανή ενίσχυση των ποσοστών της ΝΔ σε παραδοσιακά λαϊκές περιοχές.
Αυτή, λοιπόν, η αιτία εξηγεί τη νίκη της ΝΔ. Η οποία -το ξαναλέμε- ήταν προδιαγεγραμμένη. Δεν εξηγεί, όμως, την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και τη διαφορά των 20 μονάδων. Γι’ αυτήν φταίνε οι δικές του διαχρονικές παλινωδίες και τα λάθη και ορισμένα οδυνηρά αυτογκόλ στο παρά πέντε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύθηκε μέσα σε πλήθος αντιφάσεων. Σταχυολογούμε πρόχειρα:
- Επέλεξε την επαγγελία της «προοδευτικής κυβέρνησης», την οποία θα έφερνε η απλή αναλογική. Αλλά το εκλογικό σώμα δεν μπορούσε να καταλάβει πώς θα γινόταν αυτό όταν όλα τα μικρότερα γύριζαν την πλάτη. Έτσι, εξ αντικειμένου ενισχυόταν η «σταθερότητα της αυτοδυναμίας», που εξέπεμπε η ΝΔ. Και γιατί φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι τα μικρότερα κόμματα; Διότι ο Αλέξης Τσίπρας, πριν επιλέξει ως κεντρικό του αφήγημα την «προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας», δεν φρόντισε να διερευνήσει εγκαίρως τις προθέσεις των άλλων κομμάτων, ώστε να γνωρίζει το «ναι» ή το «όχι» τους και να μην κυνηγάει φαντάσματα. Διότι αυτή η «κυβέρνηση συνεργασίας» ήταν εξαρχής ένα φάντασμα. Και το λάθος αυτό του ΣΥΡΙΖΑ δεν γίνεται πιο ελαφρύ από τα σημερινά κλαψουρίσματα , για παράδειγμα του Κουτσούμπα, που λέει εκ των υστέρων ότι η ενισχυμένη αναλογική κλέβει έδρες από το ΚΚΕ, ενώ δεν είχε κάν ψηφίσει την απλή αναλογική.
- Ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε-και σωστά- να στρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ «δεξιότερα», δηλαδή προς την Κεντροαριστερά, όπου(θεωρητικά) κινούνται πολυπληθή στρώματα ψηφοφόρων, τα οποία διεκδικούσαν και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Όμως, άλλες επιλογές, που έκανε ταυτόχρονα ο Τσίπρας, έθεσαν υπό αμφισβήτηση αυτή τη «στροφή». Για παράδειγμα, ήταν ανεξήγητα τα μπρος πίσω με τον Παύλο Πολάκη, πρόσωπο που απωθεί αυτούς τους ψηφοφόρους. Επίσης, η ένταξη στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ υποψηφίων με δεξιές καταβολές έστελνε αρνητικό σήμα σ’ αυτούς τους-κατά τεκμήριο-αντιΣΥΡΙΖΑ ψηφοφόρους.
- Η προ τα έξω εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφωνόταν από πρόσωπα «παλιά» ή φθαρμένα ή εκτεθειμένα , τα οποία ο Τσίπρας απέφυγε να αποσύρει. Το έκανε εν μέρει μετά τις εκλογές, παρουσιάζοντας τη νέα εκλογική και επικοινωνιακή ομάδα, αλλά ήταν αργά, η ζημιά είχε γίνει.
- Γκάφες και αυτογκόλ της τελευταίας στιγμής συνέβαλαν στη διεύρυνση της διαφοράς και οδήγησαν στο σχεδόν υπαρξιακό ποσοστό του 20%.
Τα περισσότερα από αυτά είναι λίγο – πολύ γνωστά. Γιατί τα υπενθυμίζουμε την παραμονή των εκλογών; Διότι έχουν σημασία για το «μετά». Το αποτέλεσμα της Κυριακής έχει σχεδόν προεξοφληθεί. Η ΝΔ θα ανανεώσει την κυβερνητική θητεία της. Αυτό που δεν πρέπει να συμβεί είναι η αντιπολίτευση, η οποία θα είναι αποδυναμωμένη, να γίνει σκορποχώρι. Και γι’ αυτό έχουν μεν ευθύνη όλα τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, αλλά την πρωταρχική ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο Τσίπρας.
Από τη Δευτέρα, αν το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής δεν σημάνει κάτι πιο καταστροφικό από εκείνο της 21 Μαίου, θα χρειαστεί να συνειδητοποιήσουν τι συνέβη και να αλλάξουν. Αλλιώς θα πάθουν αυτό που έχει πει ο Αμερικανός προπονητής του μπάσκετ Τζον Γούντεν: «Η αποτυχία δεν είναι θανάσιμη, αλλά η αποτυχία να αλλάξεις μπορεί να είναι»…