Νίκος Μπίστης: Επαρκής άμυνα και διάλογος ή ατελεύτητη κούρσα εξοπλισμών;
Ο Νίκος Μπίστης, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ, γράφει για την ελληνογαλλική συμφωνία και για έναν φαύλο κύκλο που περιλαμβάνει ελάχιστο διάλογο και πολλές "αγορές του αιώνα".
- 04 Οκτωβρίου 2021 06:39
Όταν ο Γκορμπατσόφ συνειδητοποίησε ότι η Σοβιετική Ένωση πέραν των άλλων λόγων καταρρέει και από τον εξοπλιστικό ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ, μίλησε για την ανάγκη επαρκούς άμυνας. Ήταν όμως πολύ αργά.
Αν η Σοβιετική Ένωση ως υπερδύναμη ήταν υποχρεωμένη σε τεράστιους εξοπλισμούς, για χώρες όπως η Ελλάδα η επαρκής άμυνα θα έπρεπε να αποτελεί αυτονόητη επιλογή.
Η υπεροπλία, ακόμα και η ισοδυναμία απέναντι στην Τουρκία δεν είναι εφικτή για πολλούς λόγους. Άλλα είναι τα «όπλα» μας , κυρίως πολιτικά και διπλωματικά. Το ερώτημα για την αμυντική επάρκεια επανέρχεται κάθε φορά- όπως τώρα- που έχουμε νέους εξοπλισμούς , πάντοτε συνοδεία της επίκλησης του τουρκικού κινδύνου. Το πρόβλημα με τους εξοπλισμούς δεν είναι μόνο ότι κατά κανόνα και όχι μόνο στην χώρα μας συνδέονται με αδιαφανείς διαδικασίες και σκάνδαλα.
Είναι η ασάφεια και ελαστικότητα που τους συνοδεύει ως προς το που τοποθετείται ο πήχυς της επάρκειας. Και κυρίως αν η άμυνα και κατ’ επέκταση οι αναγκαίοι εξοπλισμοί αποτελούν μέρος μιας εθνικής στρατηγικής επίλυσης των διαφορών μας με την Τουρκία με διάλογο, διαπραγμάτευση και τελικά, αν αυτή η οδός δεν τελεσφορήσει, με προσφυγή στην Χάγη. Αν δεν αποτελούν υποστήριγμα αυτής της στρατηγικής αλλά αυτονομημένο ουσιαστικά παράγοντα, τότε ό,τι και να ισχυρίζεται η κυβέρνηση, η χώρα οδηγείται σε αλλεπάλληλες κούρσες εξοπλισμών και αγορές του αιώνα.
Επιβεβαιώνεται έτσι ο Χένρι Κίσσιγκερ στην διαπίστωση «όταν δεν λύνεις προβλήματα, αγοράζεις όπλα».
Για να αγοράσεις όπλα δεν αρκούν οι πάντοτε θετικές εισηγήσεις των στρατιωτικών(με την επιρροή που ασκούν επάνω τους οι πολεμικές βιομηχανίες), χρειάζεται και μία κοινή γνώμη πεισμένη οτι η άμυνα δεν συνοδεύει την διπλωματία αλλά προηγείται αυτής αν δεν την υποκαθιστά.
Όσο η κυβέρνηση και γενικότερα οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας δεν παίρνουν πρωτοβουλίες διαλόγου και δρομολόγησης ενός οδικού χάρτη προς την Χάγη, η ελληνική κοινή γνώμη θα φτάνει στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι παρά το υπέρογκο χρέος και τις πιεστικές κοινωνικές και αναπτυξιακές προτεραιότητες της χώρας, παρα ταύτα οι υπερεξοπλισμοί αποτελούν μονόδρομο.
Τα ΜΜΕ ανακαλύπτοντας συνεχώς «μια νέα τουρκική πρόκληση», στοιβάζοντας υπαρκτές και ανύπαρκτες τουρκικές απειλές και μεγεθύνοντας τες, συμβάλλουν σε ένα κλίμα ανησυχίας και ανοχής προς μια καινούργια κούρσα εξοπλισμών. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Δείτε την αλυσίδα. Δεν φτάνει ο εκσυγχρονισμός των F 16, αγοράζουμε 18 αεροπλάνα Rafale με το αιτιολογικό ότι είναι απαραίτητα στον βαθμό που δεν θα αγοράσουμε φρεγάτες, στην συνέχεια αγοράζουμε φρεγάτες , παράλληλα για τις ανάγκες μας μέχρι την κατασκευή τους, αγοράζουμε κορβέτες και 6 επιπλέον Rafale ως bonus για να επισφραγιστεί η ελληνογαλλική συμφωνία, ενώ σειρά παίρνουν οι Αμερικανοί με τα F 35. Και ουκ έστιν τέλος γιατί η Τουρκία θα προχωρήσει σε νέες αγορές και ούτω καθεξής.
Παράλληλα στέλνουμε συστοιχία Patriot και στρατιωτικό προσωπικό στην Σαουδική Αραβία που έχει εμπλακεί σε βρώμικο πόλεμο στην Υεμένη στο πλαίσιο της μακρόχρονης σύγκρουσης σουνιτών και σιιτών. Ο δε υπουργός Άμυνας κος Παναγιωτόπουλος έφτασε στο σημείο να δηλώνει ότι «Ελλάδα και Σαουδική Αραβία συνδέονται με δεσμούς ισχυρής φιλίας, έχουν κοινές ανησυχίες για τις παρούσες γεωστρατηγικές προκλήσεις αλλά και κοινό όραμα για το μέλλον». Ευτυχώς που δεν είπε οτι έχουμε την ίδια αντίληψη για την θέση της γυναίκας στον σύγχρονο κόσμο.
Είναι φανερό ότι τα πάντα μαζί και η ελληνογαλλική αμυντική Συμφωνία υποτάσσονται σε μια πολιτική αντιμετώπισης της Τουρκίας με τρόπο αδιέξοδο. Αποκτά δε αυτή η Συμφωνία μαζί με άλλες κινήσεις πχ της διαμόρφωσης αξόνων φαντασιακές διαστάσεις στην κοινή γνώμη ,η οποία ωθείται να πιστέψει ότι στο πλαίσιο της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής έχουμε εξασφαλίσει την στρατιωτική προστασία της Γαλλίας. Φοβάμαι ότι είναι πιο πιθανό να δούμε Έλληνες φαντάρους στην ζώνη Σαχέλ – υποχρέωση που αναλάβαμε με την Συμφωνία ως μη οφείλαμε γιατί βρίσκεται μακράν της γαλλικής επικράτειας- παρά τον γαλλικό στόλο να εμπλέκεται στο Αιγαίο.
Και σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει περίπτωση να δεσμευτεί η Γαλλία – και οιοσδήποτε άλλος – οτι θα ενεργήσει πέραν των 6 μιλίων που είναι τα χωρικά μας ύδατα για την υπεράσπιση μη ανακηρυγμένων ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας.
Πέραν, δηλαδή, της εθνικής κυριαρχίας σε στεριά, θάλασσα και αέρα, αυτό που στη συμφωνία ορίζεται ως επικράτεια. Επίσης η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης δεν προσθέτει τίποτε στην ήδη ισχύουσα αντίστοιχη ρήτρα της Συνθήκης της Λισαβώνας για την Ευρωπαϊκή Ένωση (άρθρο 42, §7). Η τελευταία θεσπίζει την υποχρέωση όλων των κρατών μελών να παράσχουν τέτοια συνδρομή «με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους». Δηλαδή και στρατιωτικά. Άρα, άνθρακες ο θησαυρός; Όχι, η αμυντική Συμφωνία με την Γαλλία, ενισχύει πολιτικά σε ένα βαθμό την χώρα μας. Δεν της λύνει όμως τα προβλήματα, δεν την απαλλάσσει από την βασική της υποχρέωση να επιλύσει με ειρηνικό τρόπο και διάλογο τα προβλήματα που έχει με τον δύσκολο γείτονα.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η Συμφωνία αυτή εντάσσεται στην αντίληψη περί «στρατηγικής αυτονομίας» της Ευρώπης, μετά τις επιπτώσεις του AUKUS. Είμαι πολύ επιφυλακτικός σε μια τέτοια ανάγνωση. Η σιωπή των ΗΠΑ μάλλον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήσαν εν γνώσει της Συμφωνίας και έχοντας εξασφαλίσει την πώληση πυρηνικών υποβρυχίων στην Αυστραλία, έδωσαν ένα κομμάτι της πολύ μικρότερης ελληνικής πίτας στην Γαλλία.
Εξάλλου, την παρουσία των ΗΠΑ στην Ελλάδα εξασφαλίζουν οι Συμφωνίες που η κυβέρνηση της ΝΔ θέλει να ανανεώσει για μια πενταετία αν όχι επ αόριστον. Η ελληνική κυβέρνηση περίπου επαίρεται ως δεδομένος πιστός συμμαχος των ΗΠΑ , δημιουργεί νέους δεσμούς με το Ισραήλ και με αντιδραστικά – πλην φιλικά με την Αμερική – καθεστώτα στην Μέση Ανατολή.
Επίσης να μην ξεχνάμε ότι η Γαλλία έχει μια βαριά αποικιακή παράδοση που την ανανέωσε με την δήλωση περί Μεσογείου ως mare nostrum. Οι οπαδοί του «Ελλάς Γαλλία Συμμαχία» ας έχουν υπόψη τους την συνολική εικόνα και όχι μόνο την αντιτουρκική στάση του Προέδρου Μακρόν, που γίνεται και για εσωτερικούς λόγους πιεζόμενος από την αντιμουσουλμανική υστερία της Λεπέν.
*Ο Νίκος Μπίστης είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία.