Ντιμπέιτ και δυσπιστίες

Διαβάζεται σε 3'
Αμερικανοί ψηφοφόροι παρακολουθούν το debate των υποψηφίων Χάρις και Τραμπ για τις προεδρικές εκλογές
Αμερικανοί ψηφοφόροι παρακολουθούν το debate των υποψηφίων Χάρις και Τραμπ για τις προεδρικές εκλογές (AP Photo/Eric Gay)

Αν μετά τα ντιμπέϊτ οι δημοσκοπήσεις κάνουν άλματα, κάτι δεν πάει καλά για το πολιτικό σύστημα.

Από χρόνια οι τηλεοπτικές μονομαχίες των Αμερικάνων υποψήφιων προέδρων, καλοστημένες και συγκρουσιακές, προβάλλονται και σχολιάζονται παντού, είτε χαλαρά και με ποπ κορν, είτε με άγχος και φανατισμό. Οι ατάκες, οι αμηχανίες, τα λάθη γίνονται παράγοντες  αυριανής πολιτικής έκβασης. Φυσικό ότι επηρεάζουν εκλογείς. Γνωστό ότι έξυπνα μηχανήματα σήμερα μπορούν να  καταγράφουν αντιδράσεις και να τροφοδοτούν επιτελείς. Το ντιμπέϊτ Τζ. Μπάιντεν – Ντ. Τραμπ τον Ιούνιο είχε φανεί καθοριστικό  για την απόφαση του πρώτου να αποσυρθεί. Πριν δυο μέρες η Κάμαλα Χάρις κέρδισε πόντους σε βάρος του αντιπάλου της.

Η επικοινωνιακή εικόνα ανταγωνίζεται την πραγματικότητα και μπορεί να τη διαμορφώνει. Ως εδώ, ίσως θα ταίριαζε η ειρωνεία «πες μας κάτι που δεν ξέρουμε». Αυτό που ξεχνιέται όμως την ώρα του σχηματισμού γνώμης είναι οι πραγματικές συνέπειες της επιλογής ψήφου, έστω λόγω μιας ατάκας ή ενός λάθους. Η δημοκρατία θέλει να επιλέγονται οι ασκούντες πολιτική εξουσία από όλους τους επηρεαζόμενους κατά την άσκησή της, δηλαδή από όλο το λαό ενός κράτους. Θέλει τους πολιτικούς εντολοδόχους και υπόλογους, πρέπει να γνωρίζει όχι μόνο την ευφράδεια και το στυλ τους, αλλά τις ουσιαστικές δεσμεύσεις και υποδομές τους. Με δυο λόγια: Αν μετά τα ντιμπέϊτ οι δημοσκοπήσεις κάνουν άλματα, κάτι δεν πάει καλά για το πολιτικό σύστημα.

Στην περίπτωση των ΗΠΑ μάλιστα τα πράγματα βαραίνουν και έξω από τα σύνορά τους. Πραγματικά, θυμούνται πολλοί ότι μια βασική διαφορά των Δημοκρατικών με τους Ρεπουμπλικάνους είναι ότι οι Δημοκρατικοί είναι περισσότερο διεθνιστές, ενώ οι δεύτεροι πιο εθνικιστές. Δεν πρόκειται για νέο φαινόμενο, ήδη στη δεκαετία του 1970 ο αμερικάνικης προέλευσης διεθνισμός κυρίως υπό την αιγίδα των Δημοκρατικών είχε αποκτήσει συγκεκριμένο πρόσωπο: Ιδρύθηκε τότε και μακροημέρευσε η Τριμερής Επιτροπή*, μια μη κυβερνητική αλλά πανίσχυρη οργάνωση για τη σύσφιξη σχέσεων Βόρειας Αμερικής, Δυτικής Ευρώπης και Ιαπωνίας. Πρωτεργάτες οι D. Rockfeller, Z. Brzezinski, και ο τότε Πρόεδρος Jimmy Carter, για όσους αγνοούν ή έχουν ξεχάσει θυμίζει τα στοιχειώδη η πολύτιμη Wikipedia. Όσο για τους Ρεπουμπλικάνους, εστιάζουν στο εσωτερικό των ΗΠΑ, προτάσσουν θέματα όπως το μεταναστευτικό, οι αμβλώσεις, η αστυνόμευση, οι άδειες οπλοφορίας και παραγνωρίζουν την αντιδημοκρατική εκτροπή των οπαδών του Τραμπ.

Ακόμη κι αν  μια πανίσχυρη στρατιωτική – πολεμική μηχανή πάντα θα παράγει θύματα, η λογική «τί Πλαστήρας τί Παπάγος» είναι αβάσιμη, αφού η κάλπη συγκαθορίζει ποια θα είναι αυτά: Θα ωφελήσει η διπολική ψήφος με την υπερίσχυση του ενός ή του άλλου κόμματος συγκριτικά την Ρωσία ή την Ουκρανία, το Ισραήλ ή τους αντιμαχόμενους στη Μέση Ανατολή; Θα ευνοηθεί από την εξέλιξη η Ευρώπη; Η Τουρκία; Η μετατόπιση του κέντρου βάρους των κριτηρίων της πολιτικής διαμάχης από το κοινωνικοοικονομικό  υπέδαφος προς το προφίλ και τα ηγετικά προσόντα, άλλους ευνοεί (τους διαχειριστές των προφίλ)  κι άλλους απειλεί (τους πολλούς και ευάλωτους).

Μεταξύ άλλων, επομένως, παρακολουθώντας τα επικοινωνιακά επεισόδια, χρειαζόμαστε ένα σταθερό έδαφος πολιτικών γνώσεων και δυσπιστία.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

*Trilateral Commission, ιδρύθηκε τον Ιούλιο 1973, είχε αρχηγεία στην Ουάσινγκτον, στο Παρίσι και στο Τόκυο.

 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα