Ο Καρέτσας, οι μπέμπηδες του Γιοβάνοβιτς και το μοντέλο της Αλβανίας
Διαβάζεται σε 6'
Η εθνική Ελλάδας βγάζει ελπίδα, φρεσκάδα και ομορφιά. Το μοντέλο της Αλβανίας και οι προοπτικές για το δικό μας μέλλον.
- 24 Μαρτίου 2025 15:30
Στις 2 Ιανουαρίου 2023, η Αλβανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου ανακοίνωσε ότι κατέληξε σε συμφωνία με τον Σιλβίνιο για να είναι ο νέος προπονητής της Εθνικής. Ο νέος, τότε, προπονητής της γειτονικής χώρας είχε μεγάλα πλάνα για την τακτική ανάπτυξη της ομάδας του, όμως δεν είχε παίχτες για να τα υποστηρίξει.
Ωστόσο, στο προπονητικό team της εθνικής Αλβανίας, οι αναλυτές δούλευαν ήδη εντατικά από το 2017, με επικεφαλής τον Αλάρικο Ρόσι, τη δουλειά του οποίου ανέδειξαν μεταξύ άλλων η Marca και η Telegraph.
Πρακτικά, ο Ιταλός Αλάρικο Ρόσι δημιούργησε έναν αλγόριθμο για να ανακαλύψει τα ταλέντα με αλβανική καταγωγή που βρίσκονταν διάσπαρτα σε όλο τον πλανήτη. Στο EURO του 2024 όπου αγωνίστηκε η Αλβανία μετά τη συμμετοχή της το 2016, 18 από τους 26 παίχτες της γεννήθηκαν εκτός της χώρας, καθιστώντας την τον πιο πολυπολιτισμικό εκπρόσωπο στο τουρνουά. Πίσω από την επιλογή του ρόστερ, ήταν ο Ρόσι.
Ο Ρόσι δούλεψε με τη βοήθεια του AI εντοπίζοντας πάνω από 800 ποδοσφαιριστές αλβανικής καταγωγής από 48 διαφορετικά πρωταθλήματα. Ο αλγόριθμος βρήκε τους παίκτες που θα μπορούσαν να παίξουν για τη χώρα βάσει καταγωγής, αναλύοντας παράλληλα κριτήρια όπως: σωματικότητα, τεχνική, τακτική, ανάλογα με την ομάδα και το επίπεδο του πρωταθλήματος. Για παράδειγμα, ανακάλυψε τον Ivan Balliu όταν έπαιζε για τη γαλλική Metz. Στην προηγούμενη διοργάνωση, δέκα από τους παίχτες του Σιλβίνιο είχαν καριέρα στη Serie A.
Να σημειωθεί πως ο πληθυσμός της Αλβανίας είναι περίπου τρία εκατομμύρια εντός των συνόρων, αλλά εκτός συνόρων ζουν έως και εννέα εκατομμύρια Αλβανοί. Η πρόκληση λοιπόν για τον Ρόσι ήταν να βρει έναν τρόπο να αξιοποιήσει αυτή τη διασπορά. Κρίσιμο ρόλο στην αναζήτηση ταλέντων έπαιξε και ο Pablo Zabaleta που εντόπισε τον Jasir Asani. Ο Armando Broja της Chelsea, ήταν ακόμη ένα τέτοιο παράδειγμα.
Ο μέσος όρος ηλικίας της εθνικής Αλβανίας στο EURO 2024 ήταν 27.3 έτη, ενώ η πιο νεανική ομάδα ήταν αυτή της Τσεχίας και της Τουρκίας με μ.ο. ηλικιών 25.5 και 25.8, ενώ η Βρετανία ερχόταν στην τρίτη θέση με 26.1 έτη.
Στον χθεσινό αγώνα της εθνικής μας ομάδας απέναντι στη Σκωτία, ο μ.ο. ηλικίας της ομάδας που κατέβασε ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς, ήταν 22.7 έτη. Συγκεκριμένα, στην ενδεκάδα της εθνικής μας βρέθηκαν οι Τζολάκης (22), Γιαννούλης (29), Κουλιεράκης (21), Μαυροπάνος (27), Βαγιαννίδης (23), Ζαφείρης (22), Μουζακίτης (18), Καρέτσας (17), Τζόλης (23), Κωνσταντέλιας (22) και Παυλίδης (26). Οκτώ από τους 11 παίκτες που επέλεξε ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς στο αρχικό σχήμα ήταν κάτω των 24 ετών.
Και το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό.
Από τη μια, τόπος στα νιάτα λοιπόν. Από την άλλη, “άνοιγμα” των φτερών μας και ματιές στους Έλληνες που όχι μόνο αγωνίζονται σε “ξένα” πρωταθλήματα, αλλά είναι και ομογενείς. Συγκεκριμένα, από τους 28 διεθνείς που έχουν κληθεί στην τρέχουσα σεζόν, οι 16 αγωνίζονται στο εξωτερικό. Παραδείγματα όπως του Χρήστου Ζαφείρη και του Κωνσταντίνου Καρέτσα, δείχνουν επίσης το πού πρέπει να επενδύσει η ΕΠΟ και το σκάουτίνγκ της.
Σε σύγκριση δε με την πρακτική της Αλβανίας, η εγχώρια λειτουργία δείχνει να βασίζεται πολύ περισσότερο στις νέες ηλικίες, ενώ ομοιάζει στο ότι εντοπίζει αθλητές που έχουν “ανδρωθεί” ποδοσφαιρικά ή έχουν χτίσει γερές εμπειρίες, εκτός Ελλάδας.
Αυτή η “διεθνής” κουλτούρα είναι σαφέστατα ευχή, αλλά αναδεικνύει και μια μεγάλη παθογένεια. Ευχή γιατί συμβάλλει στη δημιουργία ενός άκρος ανταγωνιστικού συνόλου που θα εργαστεί ως ομάδα με “Ο” κεφαλαίο υπό τις οδηγίες του Ιβάν Γιοβάνοβιτς, από την άλλη φέρνει στο φως την ένδεια των εσωτερικών μας, πεπραγμένων.
Δυστυχώς οι παίχτες μας δεν αναδείχθηκαν από κάποιο ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο της ομοσπονδίας ή μέσα από τη συνολική δουλειά των ελληνικών συλλόγων. Σε ό,τι αφορά τις ακαδημίες από τις οποίες προέρχονται, οι πέντε από τους 11, σχεδόν η μισή ενδεκάδα δηλαδή που ξεκίνησε εναντίον της Σκωτίας, είναι αποτέλεσμα μόνο δύο, αυτών του ΠΑΟΚ και του Ολυμπιακού. Κατ’ αντιστοιχία, ο “κορμός” της Εθνικής του 2004, προερχόταν από τον Παναθηναϊκό και την Παιανία που στην πορεία των ετών απαξιώθηκε.
Από εκεί και πέρα ο Παυλίδης, Καρέτσας και Ζαφείρης, έμαθαν μπάλα στα “ξένα”, ο Μαυροπάνος πέρασε από τις ακαδημίες του Απόλλωνα αλλά δεν έπαιξε ποτέ στην πρώτη ομάδα του συλλόγου, ενώ ο μόνος που εκπροσωπεί τις άλλοτε “κραταιές” του ΠΑΟ, είναι ο Βαγιαννίδης.
Τι σημαίνουν αυτά; Από τη μια το “μοντέλο” εντοπισμού ταλέντων της διασποράς, προφανώς και μπορεί να κάνει τη διαφορά. Από την άλλη, οι ακαδημίες της χώρας πλην εξαιρέσεων βρίσκονται σε πτώση, δεν τροφοδοτούν τους συλλόγους με “νέο αίμα”, και κατ’ επέκταση το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα.
Σε αντίθεση με την εθνική Αλβανίας, η νέα ομάδα του Γιοβάνοβιτς έχει “πνευμόνια” για πολλά ακόμη έτη, μοιάζει σαν να χτίσαμε “σώμα” για μια δεκαετία.
Μετά όμως, τι; Θα έχουμε μια φουρνιά “πυροτέχνημα” και θα ποντάρουμε στο σκάουτινγκ εκτός των συνόρων – που είναι απόλυτα θεμιτό – ή θα επενδύσουμε και στην ανάπτυξη εντός των δικών μας ορίων;
Αν αυτά τα δύο δεν γίνουν παράλληλα δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Όχι μόνο σε επίπεδο εθνικής και διαχρονικότητας επιτυχιών, αλλά κυρίως, σε ζήτημα νοοτροπίας. Γιατί όπως απέδειξαν τα “φοβερά μωρά” του Γιοβάνοβιτς, τα νιάτα αγαπούν το παιχνίδι, το χαίρονται, το απολαμβάνουν και όταν αγωνίζονται για την εθνική, το ζουν μακριά από την τοξικότητα της κερκίδας. Κι όταν προέρχονται και από τα “σπάργανα” των συλλόγων τους και παίρνουν ευκαιρίες, αγαπούν και διαφορετικά τη φανέλα που τιμούν και τους τιμάει. Οι Μουζακίτης και Κωστούλας είναι τα “ζωντανά” παραδείγματα, όπως και ο Βαγιαννίδης και ο Κωνσταντέλιας.
Άρα το επιμύθιο είναι ένα: Να κρατήσουμε τα νέα ταλέντα στη χώρα μας επενδύοντας στις ακαδημίες ως συνολικό μοντέλο διαχείρισης, να πάρουν αυτά τα παιδιά ευκαιρίες να αγωνιστούν με φανέλες βασικού, και παράλληλα να έχουμε στο “ραντάρ” μας τα ελληνόπουλα που διψούν να φιλήσουν το εθνόσημο, όπως ο Καρέτσας. Μόνο έτσι θα βρούμε μια διάρκεια που αποτελεί και το μεγάλο “αγκάθι” από το “έπος” του 2004, και μετά. Η δε “πολυσυλλογικότητα” της γαλανόλευκης, μόνο υγεία αποπνέει.
Κατά τα λοιπά, εν προκειμένω το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κάτσουμε στην άκρη και να απολαύσουμε αυτά τα παιδιά. Και να ευχηθούμε πως το ταβάνι τους θα είναι αυτό που μόνο οι ίδιοι μπορούν να ορίσουν.
Γιατί όπως λέει και ο Dani Rojas στο Ted Lasso, πάνω απ’ όλα Football is life.