Ο Κώστας Σημίτης και η αμφίθυμη κληρονομιά ενός πολιτικού ηγέτη
Διαβάζεται σε 6'Η αμφιθυμία που χαρακτηρίζει τον δημόσιο διάλογο σχετικά με τη διακυβέρνηση της χώρας υπό τον Κώστα Σημίτη και πώς θα την κατανοήσουμε
- 08 Ιανουαρίου 2025 07:32
Πρόσφατη μελέτη του Nicolas Baumard και των συνεργατών του στο ENS Paris, η οποία δημοσιεύθηκε στο Behavioral and Brain Sciences, υποστηρίζει ότι οι ιστορικοί μύθοι δεν είναι απλώς ρομαντικές αφηγήσεις ή «υπερβολές» του παρελθόντος. Αντίθετα, λειτουργούν ως «πολιτισμικές τεχνολογίες» που εξελίσσονται για να βοηθούν επιμέρους κοινωνικές ομάδες ή ευρύτερες συμμαχίες να συσπειρωθούν γύρω από συγκεκριμένους στόχους. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, οι μύθοι δεν αποτελούν στατικές αποτυπώσεις μιας περασμένης εποχής· μεταλλάσσονται για να εξυπηρετήσουν τις τρέχουσες πολιτικές και κοινωνικές ανάγκες ενός πληθυσμού.
Αυτή η οπτική προσφέρει ένα χρήσιμο πλαίσιο για να κατανοήσουμε καλύτερα την αμφιθυμία που χαρακτηρίζει σήμερα τον δημόσιο διάλογο σχετικά με τη διακυβέρνηση της χώρας υπό τον εκλιπόντα πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη. Στην περίπτωσή του, ο εκσυγχρονισμός και η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη αναδείχθηκαν σε πυλώνες ενός ενωτικού αφηγήματος, ενισχύοντας την εικόνα μιας χώρας που «επιστρέφει στη φυσική της θέση» στον ευρωπαϊκό πυρήνα.
Οι ιστορικοί μύθοι ως «συνεκτικά εργαλεία»
Σύμφωνα με τη θεωρία του Baumard και των συνεργατών του, οι ιστορικοί μύθοι λειτουργούν ως «συνεκτικά εργαλεία»: συνθέτουν ή συντηρούν μια αφήγηση η οποία διευκολύνει τον συντονισμό ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων προς έναν κοινό στόχο. Αυτό το σκεπτικό εξηγεί γιατί, κατά την περίοδο Σημίτη, η ευρωπαϊκή ένταξη εκλαμβανόταν όχι μόνο ως αναπόφευκτη αλλά και ως «εθνικά επιβεβλημένη».
Η μεταπολιτευτική μνήμη της Ελλάδας ενσωματώθηκε σε έναν μύθο «μοντέρνου έθνους» που διεκδικεί τη θέση του στην καρδιά της Ευρώπης. Η διακυβέρνηση Σημίτη αναβάθμισε αυτή την ήδη υπάρχουσα εθνική αφήγηση, προσδίδοντάς της το κύρος του εκσυγχρονισμού και της «ευρωπαϊκής κανονικότητας».
Έτσι, διαφορετικές πτέρυγες της ελληνικής κοινωνίας –πολιτικές ελίτ, οικονομικοί παράγοντες, ακόμα και ορισμένοι συνδικαλιστικοί κύκλοι– συντονίστηκαν γύρω από τη ρητορική και την πρακτική της ευρωπαϊκής ένταξης. Σε ένα πρώτο στάδιο, αυτό έδωσε την εικόνα μιας ευρείας συναίνεσης, βασισμένης στην προσδοκία ότι η στρατηγική αυτή θα ενίσχυε διεθνώς την ελληνική οικονομία και θα αναβάθμιζε το κύρος της χώρας.
Ο μύθος του εκσυγχρονισμού και τα όρια της συνοχής
Οι ιστορικοί μύθοι αποδεικνύονται αποτελεσματικοί στην ενοποίηση όσο καταφέρνουν να περιορίσουν την εσωτερική διαφωνία. Στην πράξη, όμως, όταν προκύπτει ένα σοβαρό εξωτερικό ή εσωτερικό σοκ –όπως η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που έπληξε καίρια την Ελλάδα– οι ίδιες δομές που αρχικά προσέφεραν συνοχή μπορούν, τελικά, να επιταχύνουν τον κατακερματισμό του κοινωνικού δεσμού.
Όσα προηγουμένως θεωρούνταν αναγκαία για τη «συλλογική επιβίωση» καταλήγουν να εκλαμβάνονται ως «εργαλεία υποταγής» στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Σημίτης προσωποποίησε, θετικά ή αρνητικά, τον εκσυγχρονιστικό μύθο. Εφόσον είχε παρουσιαστεί ως «εγγυητής» ενός εθνικού πεπρωμένου, η κοινή γνώμη ήταν εύκολο να του χρεώσει τη συνολική ευθύνη όταν η πραγμάτωση αυτού του «πεπρωμένου» απέτυχε ή αποδείχθηκε ασθενής.
Σύμφωνα με την προσέγγιση του Baumard και των συνεργατών του, οι ιστορικοί μύθοι συχνά εμφανίζουν αμφιθυμικά στοιχεία. Ενώ διευκολύνουν τη συσπείρωση και εμπνέουν υψηλούς στόχους, είναι εξίσου πιθανό να προκαλέσουν βαθιές συγκρούσεις όταν έρθουν αντιμέτωποι με τη σύνθετη πραγματικότητα. Το παράδειγμα της «χρυσής περιόδου» εισόδου στο ευρώ επιβεβαιώνει ότι η τότε ευφορία μπορούσε να μετατραπεί γρήγορα σε απογοήτευση, μόλις αποκαλύφθηκαν τα δομικά προβλήματα που είχαν μείνει στο σκοτάδι.
Η αμφιθυμία απέναντι στην ηγετική μορφή
Σε επίπεδο πολιτικής προσωποποίησης, ο Κώστας Σημίτης ενσάρκωσε (κατά πολλούς) τον ρόλο του «άχρωμου αλλά σοβαρού τεχνοκράτη» που θα έλυνε διαχρονικά αδιέξοδα μέσα από ευρωπαϊκές θεσμικές συνταγές. Αυτή η «ηρωοποίηση» υπήρξε βραχύβια, διότι όταν οι συνθήκες κατέρρευσαν, ήταν πολύ πιο εύκολο η κοινωνία να αναζητήσει έναν «αποδιοπομπαίο τράγο» στο πρόσωπό του.
Μετά την κρίση, τα θετικά στοιχεία της διακυβέρνησης Σημίτη αμφισβητήθηκαν υπό το βάρος της οικονομικής κατάρρευσης. Σε αυτό συνέτεινε το ότι οι αντιτιθέμενες φωνές της εποχής –οι οποίες είχαν κρούσει τον κώδωνα κινδύνου για τα υψηλά επίπεδα δανεισμού και την απουσία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων– είχαν παραγκωνιστεί μέσα στο κλίμα ευφορίας. Η εξέλιξη αυτή ανέδειξε και τα «σαθρά θεμέλια» του εκσυγχρονιστικού μύθου.
Αφενός, η κυρίαρχη αφήγηση έθεσε φιλόδοξους στόχους (π.χ. είσοδος στο ευρώ), κινητοποιώντας την ελληνική κοινωνία. Αφετέρου, η απλοποίηση σύνθετων οικονομικών και κοινωνικών μετασχηματισμών σε ένα «εθνικό πεπρωμένο» δημιούργησε τους όρους για μια ραγδαία αποδόμηση, όταν αποκαλύφθηκε το πραγματικό μέγεθος των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών προβλημάτων.
Προς μια πιο σύνθετη και συμπεριληπτική οπτική
Η θεωρία περί «πολιτισμικών τεχνολογιών» υποδεικνύει ότι ο διττός ρόλος των μύθων –ενωτικός και διαβρωτικός ταυτόχρονα– αποτελεί στοιχείο της φύσης τους ως εργαλείων «συμμαχικής στρατολόγησης». Τί σημαίνει αυτό για τις πολιτικές προσωπικότητες σαν τον Κώστα Σημίτη, που συνεχίζουν να απασχολούν τόσο έντονα τον δημόσιο διάλογο;
Για να αποφευχθεί μια επανάληψη της ιστορίας, με αρχική υπεραισιοδοξία και έπειτα ισοπεδωτική απογοήτευση, απαιτούνται θεσμικοί μηχανισμοί διαβούλευσης, διαφάνειας και ελέγχου. Μόνο τότε μπορούν διαφορετικές φωνές να εκφραστούν εγκαίρως, προτού μετατραπεί ο εκάστοτε μύθος σε «ιερό δόγμα». Η προώθηση παράλληλων ή εναλλακτικών αφηγήσεων –όπως ένας πλουραλιστικός διάλογος για την ευρωπαϊκή ένταξη ή τη διαχείριση της εθνικής ταυτότητας– ενισχύει την ανθεκτικότητα της δημόσιας σφαίρας σε ενδεχόμενες κρίσεις εμπιστοσύνης.
Ένα πολυεπίπεδο βλέμμα στην περίοδο Σημίτη σημαίνει ότι τον αντιμετωπίζουμε όχι ως μονοδιάστατο «σωτήρα» ούτε ως τον αποκλειστικό υπαίτιο για την κρίση που ξέσπασε αργότερα. Αντιθέτως, τον βλέπουμε ως ηγέτη που εφάρμοσε ένα σύνολο πολιτικών, προϊόν συγκεκριμένων διεθνών τάσεων και εσωτερικών συσχετισμών. Ενσωματώνοντας στο συλλογικό αφήγημα και τις θετικές και τις αρνητικές όψεις της διακυβέρνησής του, δεν ακυρώνουμε τις ωφέλιμες πλευρές της ευρωπαϊκής ενσωμάτωσης αλλά, ταυτόχρονα, δεν αγνοούμε τα δομικά ελλείμματα και τις κοινωνικές ανισότητες που αγνοήθηκαν.
Η αμφιθυμία ως στοιχείο ωριμότητας
Η αμφιθυμία απέναντι σε ηγετικές μορφές όπως ο Κώστας Σημίτης δεν συνιστά απλώς μια «ανθρώπινη ανακολουθία» ή μια τυχαία αντίφαση. Είναι έμφυτη στις λειτουργίες των ιστορικών μύθων, που ενώ ενοποιούν προσωρινά κοινωνίες γύρω από υψηλούς στόχους, μπορούν να καταρρεύσουν εντυπωσιακά όταν η πραγματικότητα αποδεικνύεται πιο περίπλοκη από το επιλεγμένο αφήγημα. Σε αυτή την πολωτική διεργασία, το ηγετικό πρόσωπο μετατρέπεται αναπόφευκτα σε σύμβολο των επιτυχιών αλλά και των αποτυχιών της εποχής του.
Τελικά, το παράδειγμα Σημίτη φανερώνει πόσο στενά συνυφαίνονται οι προσωπικές ηγετικές ιστορίες με τους βαθύτερους «εθνικούς μύθους» μιας κοινωνίας. Η αναγνώριση τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών όψεων μιας κληρονομιάς δεν αποτελεί σημάδι αδυναμίας· είναι μια ένδειξη ωριμότητας που μας καλεί σε μια πιο συμπεριληπτική και απαιτητική αναθεώρηση του παρελθόντος. Όπως προτείνει ο Nicolas Baumard και οι συνεργάτες του, μια τέτοια διαδικασία αναμόχλευσης αφηγημάτων αποτελεί κλειδί για να ενισχύσουμε το πολιτισμικό μας «ρεπερτόριο», ώστε οι μελλοντικοί μας μύθοι να αντέξουν στις διαρκώς μεταβαλλόμενες πραγματικότητες του 21ου αιώνα.