Ο Light, η χλεύη του παλιού και η λατρεία του νέου
Διαβάζεται σε 6'O γνωστός τράπερ Light “ισοπέδωσε” τον Τσιτσάνη, τον Βαμβακάρη και την ελληνική μουσική των περασμένων δεκαετιών, γιατί “ποιος τα τραγουδάει το 2023;”. Όταν η αλαζονεία συναντά την άγνοια.
- 01 Νοεμβρίου 2023 16:26
“Είναι τραγούδι “απολίθωμα”. Δεν ξέρω καν τι σημαίνει η λέξη “Ντερμπεντέρισσα”. Την άλλη φορά να την βάλουμε να πει σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο κάτι απαρχαιωμένο. Είναι 2023, αδερφέ, δεν μπορούσαμε να βάλουμε πιο random τραγούδι. Ποιος τραγουδάει αυτό το τραγούδι το 2023;“.
Αυτή ήταν η αντίδραση του γνωστού τράπερ Light, όταν, στο πλαίσιο του talent show “Fame Story”, όπου κατέχει τη θέση του κριτή, μία από τις διαγωνιζόμενες ερμήνευσε στη σκηνή το λαϊκο-ρεμπέτικο τραγούδι “Ντερμπεντέρισσα” που της ανατέθηκε.
Έξαλλος, τα “έβαλε” με τους υπεύθυνους της ανάθεσης του τραγουδιού, ενώ ειρωνεύτηκε όσους προσπάθησαν να τον πείσουν πως “είναι οι ρίζες μας” και ότι πρέπει “να σεβόμαστε το παρελθόν”. Σε άλλο σημείο χλεύασε και τη μουσική των Active Member, φωνάζοντας: “Γιατί να ακούω Active Member στα 28 μου; Έχω κάποιο πρόβλημα; Παίρνω ψυχοφάρμακα;”.
Δείτε από το 6ο λεπτό και μετά:
Όταν η αλαζονεία συναντά την άγνοια
Τα αλαζονικά, ασεβή και απαράδεκτα σχόλιά του, προκάλεσαν, μάλιστα, ένα “beef” με τον Ανδρέα Μικρούτσικο, καθώς ο παρουσιαστής ξέσπασε εναντίον του, χαρακτηρίζοντάς τον “άσχετο” και “ανύπαρκτο”, ενώ δήλωσε πως δεν έχει την απαραίτητη μουσική παιδεία για να κρίνει μεγάλους συνθέτες και τραγουδοποιούς της χώρας μας, που έχουν γράψει αριστουργήματα, τα οποία είναι διαχρονικά.
Ο Light από την μεριά του απάντησε στον Ανδρέα Μικρούτσικο καταφεύγοντας στο ageism (ηλικιακός ρατσισμός), αφού δήλωσε πως ο παρουσιαστής και “κάτι φίλοι του από το ΚΑΠΗ, θα έρθουν με τα πι και τις μαγκούρες στο επόμενό μου live”.
Το θέμα, εδώ, δεν είναι η νέα κόντρα που “αναδύθηκε” στον χώρο της showbiz. Αλλά η στάση του Light, ενός νέου καλλιτέχνη, ο οποίος ακολουθείται πιστά από χιλιάδες έφηβους στη χώρα μας, τους οποίους επηρεάζει θέλοντας και μη, απέναντι στο παλιό ελληνικό τραγούδι.
Και, κυρίως, η άγνοιά του. Γιατί όλη η κριτική που (νομίζει ότι) άσκησε ο Light, βασίστηκε σε κάτι που ουσιαστικά δεν γνωρίζει. Μα το παραδέχτηκε άλλωστε, και δεν ήταν η πρώτη φορά. Σε κάθε τραγούδι που ανήκει στο παρελθόν, εξομολογείται ότι δεν το έχει ακούσει ποτέ. Πώς, τότε, επιχειρείς (για να μην πούμε τολμάς) να “κριτικάρεις” κάτι, για το οποίο δεν ξέρεις καν τα βασικά;
Αρχικά, ο Light θα πρέπει να ενημερωθεί πως “Ντερμπεντέρισσα” σημαίνει η ντρόμπρα γυναίκα, η λεβέντισσα, η μάγκισσα. Έπειτα, καλό θα ήταν να μάθει πως πρόκειται για ένα εμβληματικό τραγούδι της δεκαετίας του ’50, των Βασίλη Τσιτσάνη, Μάρκου Βαμβακάρη, Στέλλας Χασκίλ, που ερμήνευσαν, επίσης, μεγάλες κυρίες του ελληνικού τραγουδιού, όπως η Σωτηρία Μπέλλου και η Μαρινέλλα.
Στη συνέχεια, θα ήταν χρήσιμο να αναρωτηθεί εάν ο ίδιος θα υπήρχε στο μουσικό στερέωμα, χωρίς τους προκάτοχούς του. Στη δική του περίπτωση, ίσως να αντιστοιχεί ως “παρελθόν”, η μουσική των Active Member, που – είτε μας αρέσει είτε όχι – έγραψαν τη δική τους ιστορία στην ελληνική hip-hop. Γιατί, τι νομίζει ο Light ότι είναι η τραπ; Ένα είδος που “ξεφύτρωσε” μόνο του από το πουθενά; Μια πρωτότυπη και πρωτοποριακή κατηγορία μουσικής που αποτελεί την ανακάλυψη της δεκαετίας;
Όλα και όλοι πατάνε πάνω στα προηγούμενα, επηρεάζονται, εμπνέονται και δημιουργούν τα δικά τους καλλιτεχνήματα, διαγράφοντας αντίστοιχα τη δική τους πορεία.
Η εφήμερη τραπ και η διαχρονικότητα του Τσιτσάνη
Ο Light, λοιπόν, αφού “ισοπέδωσε” διαχρονικά τραγούδια που άντεξαν στην πάροδο των χρόνων (αυτό κάτι σημαίνει από μόνο του) και σπουδαίους καλλιτέχνες που όμοιούς τους ίσως να μην ξαναδεί η χώρα μας, δήλωσε πως οι νέοι τραγουδιστές θα πρέπει να ερμηνεύουν pop ή λαϊκό και να είναι “σταρ”. “Να είναι οι σταρ του 2024” είπε χαρακτηριστικά. Λογικά, εντάσσει και τον εαυτό του σε αυτή την κατηγορία.
Μόνο που το “νέο”, αν κρίνουμε από τη δική του μουσική, δεν έχει να προσφέρει τίποτα στον σύγχρονο πολιτισμό – και πουθενά. Τόσο η τραπ γενικότερα, όσο και ο Light ο ίδιος, μέσα από τα τραγούδια τους προτάσσουν το χρήμα, τις “γκόμενες” και τα ναρκωτικά. Το τρίπτυχο της “επιτυχίας” που νομίζουν ότι έχουν και που πείθουν τα 16χρονα να κυνηγήσουν στη ζωή τους.
Η τραπ στηρίζεται σε μια απόλυτα σεξιστική κουλτούρα, στην οποία η γυναίκα είναι ένα αντικείμενο ή ένα κομμάτι κρέας, στα βρισίδια, στην “μάτσο αντρίλα” και στην πεποίθηση πως αν έχεις λεφτά, “σνιφάρεις”, έχεις κάνα όπλο, τρέχεις με το αμάξι σου και λύνεις τις διαφορές σου με το “ξύλο”, τότε κερδίζεις τον σεβασμό. Αν αφήσουμε εκτός το νοηματικό κομμάτι και δούμε τα τραγούδια του είδους καθαρά καλλιτεχνικά, τότε έχουμε μια μιξαρισμένη φωνή στο autotune, μια επαναλαμβανόμενη ηλεκτρονική μελωδία απ’ το λάπτοπ και στίχους όπως οι εξής:
“Έμαθα πολλά απ’ τη νύχτα /Αλήθεια, μέσα από πολλά ξενύχτια
Καλά κορίτσια / Δεν θα πίστευες αν σου έλεγα πως
Έχουν βίτσια / Να τρώνε μπάτσους και να καταπίνουν”.
Δεν λέω, βαθυστόχαστοι και ποιητικοί. Όσο οι “Συννεφιασμένη Κυριακή, μοιάζεις με την καρδιά μου” και “Τα ματόκλαδά σου λάμπουν βρε, σαν τα λούλουδα του κάμπου”. Λογικά, σε 5 χρόνια από τώρα θα θυμόμαστε αυτούς του Light και όχι του Τσιτσάνη.
Πρέπει να πεθάνει το παλιό, για να “γεννηθεί” το καινούργιο;
Η δημιουργικότητα, οι εμπνεύσεις και τα νέα είναι πάντοτε καλοδεχούμενα και χρειάζονται, τα έχουμε ανάγκη. Η μουσική, φυσικά, και εξελίσσεται. Δεν είμαστε παρελθοντολάγνοι, ούτε και έχουμε “τυπολατρικές απόψεις” (όπως τις χαρακτήρισε ο Light).
Άλλωστε, το “παλιό” και το “νέο” μπορούν να συνυπάρξουν, είτε χώρια είτε μαζί. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα νέων καλλιτεχνών που, τα τελευταία χρόνια, “έσκυψαν” με αγάπη και σεβασμό πάνω από τραγούδια-ύμνους, και προσπάθησαν να τα διασκευάσουν και να τα φέρουν στο σήμερα, με αντίληψη, πάντα, της ευθύνης που έχουν οι ίδιοι και της ιστορικότητας των τραγουδιών αυτών.
Ο Vassilikos έφτιαξε έναν ολόκληρο δίσκο (“Sunday Cloudy Sunday”, 2013) με διασκευές τραγουδιών του Βασίλη Τσιτσάνη, οι Imam Baildi “μεταποίησαν”, επίσης, Βασίλη Τσιτσάνη, αλλά και Μανώλη Χιώτη, η Μαρίνα Σάττι έφερε στο σήμερα τις παραδοσιακές “Κούπες”, οι Gadjo Dilo διασκεύασαν Δημήτρη Γκόγκο, ο Παύλος Παυλίδης έκανε δικό του τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Και τα παραδείγματα δεν έχουν τελειωμό.
Δεν σημαίνει πως επειδή έχουν περάσει 50, 60 ή 70 χρόνια από τότε που γράφτηκαν ορισμένα τραγούδια, θα πρέπει να σταματήσουμε να τα ακούμε ή να τα τραγουδάμε ή να τα επεξεργαζόμαστε. Αυτά είναι η μουσική κληρονομιά μας, είναι ο πολιτισμός για τον οποίον υπερηφανευόμαστε σε κάθε ευκαιρία, είναι το παρελθόν μας που – αν θέλουμε – μπορούμε να το κάνουμε και μέλλον μας.
Τα τραγούδια αυτά και οι δημιουργοί τους μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Άντεξαν στον χρόνο, επειδή, όντως, είχαν κάτι να επιδείξουν: μελωδία, στίχο, συναίσθημα. Κάποιες φορές, όλα μαζί. Εξάλλου, γράφτηκαν από ενδιαφέρουσες προσωπικότητες, με ισχυρά βιώματα και μια ζωή γεμάτη ιστορίες. Όλη η ζωή του Light είναι ένα απόγευμα Τετάρτης του Τσιτσάνη, που είναι κλειστά τα μαγαζιά.