Ο Μητσοτάκης δεν θέλει να την πάθει με “ανασχηματισμό Κίμωνα Κουλούρη”
Διαβάζεται σε 5'Την παγίδα στην οποία έπεσαν ο Σαμαράς το 2014 και ο Σημίτης το 2003 επιχειρεί να αποφύγει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης και δε βιάζεται για τον ανασχηματισμό, που θεωρείται πάντως από όλους στη ΝΔ αναπόφευκτος.
- 12 Ιουνίου 2024 07:00
Παράταση στην αγωνία υπουργών, βουλευτών και… πολιτικών συντακτών που περιμένουν τον ανασχηματισμό μετά τις ευρωεκλογές έδωσε χθες τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι το υπουργικό συμβούλιο θα συνεδριάσει την Παρασκευή με την τρέχουσα σύνθεση του. Αλλά δεν απέκλεισε αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, κάθε άλλο. Ως εκ τούτου έχει δημιουργηθεί το εξής παράδοξο: Οι υπουργοί θα λάβουν οδηγίες στη συνεδρίαση της Παρασκευής αλλά μπορεί να μην είναι στη θέση τους από Τρίτη. Ανασχηματισμός τη Δευτέρα αποκλείεται σημειωτέον διότι ο κ. Μητσοτάκης θα βρίσκεται Βρυξέλλες.
Γιατί όμως ο κ. Μητσοτάκης ανέβαλε προσωρινά τον ανασχηματισμό; Μία ερμηνεία είναι ότι δεν θέλει να φανεί πως κινείται υπό την πίεση του εκλογικού αποτελέσματος. Ειδικά εάν αυτή τη φορά – και για πρώτη φορά από την πρώτη του εκλογική νίκη το 2019 – ο πρωθυπουργός θα προβεί όντως σε σαρωτικό ανασχηματισμό.
Αν πιστέψει κανείς τις φημολογίες στο γαλάζιο παρασκήνιο, μόνο τον… Πίνατ δεν θα ανασχηματίσει ο πρωθυπουργός. Μένει βέβαια να φανεί στην πράξη. Ενώ οι αλλαγές προσώπων ως γνωστόν εάν δεν συνοδεύονται και από αλλαγές πολιτικών κινδυνεύουν να αποδειχθούν μία επικοινωνιακή φούσκα.
Αλλαγές πολιτικής όμως προς ποια κατεύθυνση; Ο κ. Μητσοτάκης θέλησε να αποφύγει τη συζήτηση περί δεξιάς στροφής ή ανοίγματος στο κέντρο. Ενώ παραδέχθηκε πως ορισμένα ζητήματα κόστισαν στη Νέα Δημοκρατία, αλλά δεν έδωσε και στίγμα δραστικής αλλαγής κατεύθυνσης. Μάλλον στίγμα επιτάχυνσης των φερόμενων ως “μεταρρυθμίσεων”, με διορθωτικές κινήσεις.
Εάν λοιπόν δυσαρεστημένοι δεξιοί περίμεναν ο πρωθυπουργός μετά το μούδιασμα των ευρωεκλογών να έκοβε απότομα το τιμόνι δεξιά ή έστω προς τη λαϊκή δεξιά, μάλλον θα απογοητευθούν. Ο Μητσοτάκης όμως φαίνεται πως θεωρεί ότι μπορεί να κερδίσει ξανά το 2027 ως… Μητσοτάκης και όχι ως κάποιος άλλος. Ή απλά δεν θέλει να την πάθει όπως ο Αντώνης Σαμαράς το 2014 ή ο Κώστας Σημίτης το 2003.
Μετά τις ευρωεκλογές του 2014, την πρώτη κάλπη στην οποία πήρε κεφάλι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αντώνης Σαμαράς είχε προβεί σε ένα δραστικό ανασχηματισμό ενισχύοντας εν μέσω μνημονίων την παρουσία της λαϊκής δεξιάς πτέρυγας. Ένα από τα πρόσωπα εκείνου του ανασχηματισμού ήταν ο Γεράσιμος Γιακουμάτος, που είχε τοποθετηθεί υφυπουργός Ανάπτυξης.
Το πρόβλημα ήταν πως η μεν λαϊκή δεξιά πρόθυμη, η δε μνημονιακή πραγματικότητα ασθενής. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση Σαμαρά (και Βενιζέλου) δεν μπορούσε να εκπληρώσει προσδοκίες που ο ανασχηματισμός δημιούργησε. Η συνέχεια είναι γνωστή. Όπως υπενθύμισε χθες καυστικά η Ντόρα Μπακογιάννη.
Αντίστοιχα, το 2003 ο Κώστας Σημίτης είχε προχωρήσει σε ανασχηματισμό, περιορισμένο μεν, αλλά με κινήσεις όπως η τοποθέτηση του Κίμωνα Κουλούρη επίσης στη θέση του υφυπουργού Ανάπτυξης. Για την ιστορία στον ίδιο ανασχηματισμό, ο Γιώργος Φλωρίδης, σήμερα υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, είχε αντικαταστήσει τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη σήμερα υπουργό Προστασίας του Πολίτη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, ως υπουργός Δημόσιας Τάξης (τότε) στην κυβέρνηση Σημίτη…
Ίσως βέβαια το λάθος του Σημίτη σε εκείνον τον ανασχηματισμό ήταν η απομάκρυνση του Κώστα Λαλιώτη από τη θέση του γραμματέα της ΚΕ του ΠΑΣΟΚ, παρότι είχε σώσει την παρτίδα τελευταία στιγμή στις εκλογές του 2000. Ίσως ο wannabe εκσυγχρονιστής Σημίτης να επιχείρησε να βάλει μία δόση “παλιό ΠΑΣΟΚ ορθόδοξο” στην κυβέρνηση του που είχε αρχίσει να φθείρεται (αν και ο “όρος” αυτός δεν υπήρχε τότε) και δεν του βγήκε. Ίσως το πραγματικό πρόβλημα να ήταν πως μετά την μετάβαση στο ευρώ τον Ιανουάριο- Φεβρουάριο του 2002 κανείς από την κυβέρνηση Σημίτη δεν είχε φροντίσει να μαζέψει την αγορά, οι τιμές εκτοξεύθηκαν και οι πολίτες βρέθηκαν ξαφνικά με πολύ λιγότερα χρήματα στην τσέπη τους.
Όπως και να έχει, ο Κίμων Κουλούρης δεν άλλαξε τη φθίνουσα πορεία της κυβέρνησης Σημίτη και ας έτρεχε στις λαϊκές να “ελέγξει” τις τιμές. Έτσι όταν ο “κύριος καθηγητής” διαπίστωσε ότι θα έχανε τις εκλογές από τον Κώστα Καραμανλή, πέταξε το δαχτυλίδι στο Γιώργο Παπανδρέου και έφυγε άρον άρον να διασώσει τον εκσυγχρονιστικό του μύθο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δε φαίνεται να έχει διάθεση να δώσει δαχτυλίδι. Αν και θα το ήθελαν πολλοί και πολλές (για να μην υιοθετούμε σεξιστικό λόγο) στο υπουργικό συμβούλιο. Ο πρωθυπουργός έχει αποδείξει, ακόμη και όταν ως αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον υποτιμούσαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι έχει υπομονή και επιμονή, έως εμμονή θα έλεγαν κάποιοι μερικές φορές.
Οι ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου ήταν η πρώτη κάλπη που δεν “του βγήκε” από το 2016 και μετά. Φαίνεται πως πιστεύει ότι η κυβέρνηση δεν έχει μπει σε μη αναστρέψιμη πορεία φθοράς και πως ο χρόνος μέχρι το 2027 (εφόσον διεξαχθούν όντως στο τέλος της τετραετίας οι εθνικές εκλογές) του αρκεί για να γυρίσει πάλι το παιχνίδι. Βέβαια, για να γυρίσει το παιχνίδι πρέπει να κάνει όντως αλλαγές και ριζικές. Και να έχει και λίγο την τύχη με το μέρος του, όπως όταν ο κορονοϊός και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οδήγησαν την ΕΕ σε χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων για πρώτη φορά.
Η ιστορία θα δείξει εάν θα το καταφέρει. Πάντως επί του παρόντος, ο πολυτιμότερος σύμμαχος του Μητσοτάκη παραμένει ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη.