Ο ναρκισσισμός των μικρών πολιτικών διαφορών
Διαβάζεται σε 2'Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ βιώνουν, ίσως εντονότερα από οποιαδήποτε άλλη παράταξη του ελληνικού κοινοβουλίου, τις αρνητικές επιπτώσεις του δικού τους ιδιότυπου συλλογικού ναρκισσισμού.
- 07 Ιουλίου 2024 07:23
Φαίνεται παράδοξο αλλά συμβαίνει να τα βάζουμε συχνά με εκείνους που μας μοιάζουν περισσότερο. Ο Φρόυντ το είχε πρώτος ονομάσει “ναρκισσισμό των μικρών διαφορών”, αναφερόμενος στον ψυχολογικό μηχανισμό που επιτρέπει στα άτομα και στις ομάδες να ενισχύουν την αίσθηση της μοναδικότητάς τους.
Είναι σαφές ότι το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ βιώνουν, ίσως εντονότερα από οποιαδήποτε άλλη παράταξη του ελληνικού κοινοβουλίου, τις αρνητικές επιπτώσεις του δικού τους ιδιότυπου συλλογικού ναρκισσισμού, επιμένοντας να μας υπενθυμίζουν τη σκοτεινή πλευρά της κομματικής τους ταυτότητας.
Και αυτό αποτελεί πρόβλημα. Για δύο λόγους.
Αφενός υποδηλώνει την απροθυμία των ηγεσιών τους να αναγνωρίσουν και να διαχειριστούν αποτελεσματικά την ποικιλομορφία τόσο των συρρικνωμένων κομματικών τους βάσεων όσο και ευρύτερα της κοινωνίας.
Αφετέρου επιμένουν να επικοινωνούν –χωρίς να πείθουν– μια επιλεκτική αφήγηση της πολιτικής τους υπεροχής, επικαλούμενα είτε τη χαρισματική, νέα και φρέσκια ηγεσία τους (στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ) είτε το ειδικό βάρος της πολιτικής τους ιστορίας (στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ).
Σκάβοντας συμβολικά χαρακώματα και σηκώνοντας επικοινωνιακά λάβαρα πολέμου, τα δύο κόμματα φαίνεται πως επιλέγουν να υιοθετήσουν ακριβώς αυτά που κατακρίνουν στη Νέα Δημοκρατία· την αλαζονεία της εξουσίας και την απουσία ενσυναίσθησης για τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας.
Την Παρασκευή, συμπληρώθηκαν εννέα χρόνια από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015. Στο διάστημα πριν αλλά και μετά από το σημαδιακό αυτό γεγονός, η ελληνική κοινωνία δοκίμασε και δοκιμάστηκε σε επίπονες ασκήσεις συλλογικού ναρκισσισμού.
Όπως φάνηκε, όμως, από τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωεκλογών, η μεγάλη αγωνία των πολλών και ιδιαίτερα των νέων σήμερα ίσως αφορά πολύ λιγότερο το πώς βλέπουν οι Γερμανοί την Ελλάδα, και περισσότερο το τι μπορεί να αλλάξει για να ταυτιστούν οι ίδιοι με τη χώρα και τους συμπολίτες τους και να νιώσουν επιτέλους ικανοποίηση από τη συνειδητή επιλογή τους να ζήσουν στην Ελλάδα.
Ακόμα και αν δεν ομολογείται ρητά, η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη να επαναδιαμορφώσει την εθνική της ταυτότητα σε νέες, υγιείς βάσεις.
Ελπίζω αυτοί που θα την εμπνεύσουν να το πράξει να αποφύγουν να χρησιμοποιήσουν το εύκολο αλλά καταστροφικό δέλεαρ του “εθνικoναρκισσισμού”.