Ο ριζοσπαστισμός είναι ο νέος ρεαλισμός…
Προς ποιες κατευθύνσεις θα πρέπει να γίνουν αλλαγές εάν το σύστημα παγκοσμίως επιθυμεί να αναπαραχθεί με όρους βιώσιμους για τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας.
- 17 Αυγούστου 2021 12:42
Είναι ολοφάνερο πλέον ότι το σύστημα παγκοσμίως βρίσκεται σε μία φάση έντονης ανασύνθεσης και μεγάλων αλλαγών. Δεν μπορεί κανείς φυσικά να ισχυριστεί ότι ο καπιταλισμός τελειώνει ή πνέει τα λοίσθια, ωστόσο έχει γίνει σαφές ότι για να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονία του θα πρέπει να αλλάξει και να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που εν πολλοίς ο ίδιος δημιούργησε.
Το επίδικο είναι προς ποια κατεύθυνση θα γίνουν οι αλλαγές έτσι, ώστε ο καπιταλισμός του 21ου αιώνα να παραμείνει βιώσιμος και ακμαίος. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Αυτά που κάποτε φάνταζαν ουτοπίες και χλευάζονταν από τους γκουρού του νεοφιλελευθερισμού ως όνειρα θερινής νυκτός αποτελούν πλέον άμεσες προτεραιότητες.
1ον: Το πράσινο αποτύπωμα. Μετά από σχεδόν δύο αιώνες υπερεκμετάλλευσης των πρώτων υλών του πλανήτη και απίστευτης μόλυνσης του περιβάλλοντος έφτασε η ώρα του λογαριασμού. Η κλιματική αλλαγή, το διαπιστώσαμε με οδυνηρό τρόπο στην Ελλάδα, είναι εδώ, έχει χτυπήσει την πόρτα και ετοιμάζεται να μπει στα σπίτια μας. Η προσέγγιση για την αντιμετώπισή της πρέπει να έχει ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, ουσιαστικά μιλάμε για μία τελείως διαφορετική λογική στην ανάπτυξη, την ενέργεια και τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον.
Το νυν κατεστημένο πιστεύει ότι με light πράσινες πολιτικές και την προώθηση της ηλεκτροκίνησης έχει “καθαρίσει” με τις υποχρεώσεις του για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Γελιέται, φυσικά. Το να γεμίσουμε τις επόμενες δεκαετίες τον πλανήτη με ηλεκτρικά οχήματα δεν συνιστά πειστική απάντηση στο πρόβλημα, ούτε καταργεί τις αιτίες που το δημιούργησε. Οι μπαταρίες των ηλεκτρονικών οχημάτων, άλλωστε, χρειάζονται πρώτες ύλες για να κατασκευαστούν, ενώ η φύλαξή τους από τη στιγμή που γίνονται ανενεργές αποτελούν πολύ μεγάλο πονοκέφαλο. Άρα, η προώθηση της ηλεκτροκίνησης δεν φτάνει.
Αυτό που χρειάζεται είναι μία συνολική πολιτική αντιμετώπισης του προβλήματος, επαρκής εκμετάλλευση των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή, χρήση πράσινης ενέργειας από τις μεγάλες βιομηχανίες και μία διαφορετική κουλτούρα κατανάλωσης από τους πολίτες, οι οποίοι πάντως παραμένουν ο τελευταίος κρίκος της αλυσίδας που καλείται να προσφέρει λύσεις. Τουτέστιν με τη χρήση οικολογικής σακούλας και χάρτινου καλαμακίου, άντε και της ανακύκλωσης ο πλανήτης δεν σώζεται, αν η παραγωγή δεν αλλάξει τις μεθόδους της. Ούτε αποκτούμε εθνική πράσινη πολιτική, όταν “χαρίζουμε” μικρά ελληνικά νησιά σε πολυεθνικές του αυτοκινήτου για την προώθηση των νέων ηλεκτρικών μοντέλων της.
2ον εργασία: Το έχουμε γράψει πολλές φορές, ας το κάνουμε άλλη μία. Ο σύγχρονος εργαζόμενος μπορεί να είναι αρκούντως παραγωγικός, ακόμα και αν δουλεύει έξι ώρες την ημέρα ή 35 την εβδομάδα ή και ακόμα λιγότερο. Η τεχνολογία χαρίζει όλα εκείνα τα απαραίτητα εργαλεία έτσι, ώστε η εργασία να χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένη ποιότητα χωρίς να χρειάζεται να δουλεύει κάποιος ώρες επί ωρών. Η μείωση του εργατικού ωραρίου οδηγεί σε οικονομία στην ενέργεια, ενώ την ίδια ώρα μειώνει το άγχος και το εργασιακό στρες, κάτι που με τη σειρά του έχει θετικό αντίκτυπο στα συστήματα υγείας των χωρών.
Το άλλοτε ριζοσπαστικό αίτημα για τη μείωση των ωρών εργασίας σε πολλούς από τους τομείς της παραγωγής και των υπηρεσίων έχει μετατραπεί σε απολύτως ρεαλιστικό και εφικτό. Ήδη, άλλωστε, εφαρμόζεται σε χώρες όπως η Νέα Ζηλανδία, η Ισπανία, η Σουηδία και η Ιαπωνία με αξιόλογα αποτελέσματα.
3ον δημόσια εκπαίδευση: Επανέρχεται με ορμητικό τρόπο το αίτημα για δωρεάν ποιοτική εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες. Ειδικά τα τελευταία τριάντα χρόνια, αλλά και πιο πριν το σύστημα επιτέθηκε στη δημόσια εκπαίδευση όπως την ξέραμε στην Ευρώπη και θέλησε να επηρεάσει αυτό που αποκαλούμε κοινωνική κινητικότητα, τη δυνατότητα δηλαδή των παιδιών της μεσαίας και της χαμηλής τάξης να σπουδάσουν και να ανελιχθούν κοινωνικά. Οι σπουδές, περισσότερο στις ΗΠΑ και λιγότερο στην Ευρώπη, έχουν εξελιχθεί σε ένα πολύ μεγάλο οικονομικό βραχνά για τη μέση οικογένεια, που δαπανά πολύ μεγάλα ποσά για να μορφώνει τα νέα μέλη της. Στις ΗΠΑ, δε, το κάνει παίρνοντας δάνεια, γεγονός που έχει εκτοξεύσει το συνολικό ποσό που οφείλεται στις τράπεζες για φοιτητικά δάνεια στα ύψη.
Την ίδια ώρα η ελίτ δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα σε αυτό το κομμάτι. Τα μέλη της, το αξίζουν ή όχι, σπουδάζουν στα καλύτερα πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης, αποκτούν τους σχετικούς τίτλους σπουδών και συνεχίζουν να διαιωνίζουν την κοινωνική τους κυριαρχία. Το γεγονός αυτό όμως μεγαλώνει τις ανισότητες, όχι μόνο τις οικονομικές, αλλά και τις κοινωνικές με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους κινδύνους σταθερότητας του συστήματος.
Ο Τζο Μπάιντεν, σκεπτόμενος έξυπνα, πήρε πρωτοβουλίες έτσι, ώστε αυτό το χάντικαπ να μειωθεί. Χρηματοδοτεί γενναία το δημόσιο σχολείο, αλλά και τα δημόσια κολλέγια και επιχειρεί να δώσει χείρα βοηθείας στις οικογένειες που χρωστούν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια στα φοιτητικά δάνεια. Θέλει, κοντολογίς, να διευκολύνει την κοινωνική κινητικότητα και να δώσει ευκαιρίες υψηλού επιπέδου σπουδών σε όλους ή τουλάχιστον στους περισσότερους. Αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει και η Ευρώπη στην οποία, επίσης, παρατηρείται έντονα το φαινόμενο της οικονομικής ανισότητας που εδράζεται και στο εκπαιδευτικό χάντικαπ.
Όλα τα παραπάνω έχουν λοιδορηθεί κατά καιρούς από τις δεξαμενές σκέψεις των ελίτ ανά τον κόσμο, αλλά και από το κυρίαρχο πολιτικό αφήγημα. Πλέον όμως αποτελούν αναγκαιότητες, αν το σύστημα επιθυμεί να αναπαραχθεί με όρους βιώσιμους για τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας. Σε διαφορετική περίπτωση θα εισέλθουμε στο πεδίο εκείνο που ο μεγάλος Ιταλός θεωρητικός του σοσιαλισμού Αντόνιο Γκράμσι είχε περιγράψει ως κατάσταση κατά την οποία “το παλιό πεθαίνει και το νέο παλεύει να γεννηθεί”. Η ιστορία έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι από τέτοιου είδους ωδίνες τα πάντα είναι πιθανά.
Για την Ελλάδα, τέλος, όσα γράφτηκαν ισχύουν στον απόλυτο βαθμό, ιδιαίτερα από τη στιγμή που στο τιμόνι της χώρας βρίσκεται μία κυβέρνηση για την οποία φαίνεται ότι η παγκόσμια εξέλιξη σταμάτησε με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989…