Οι κινηματογράφοι αδειάζουν, τα θέατρα γεμίζουν…

Οι κινηματογράφοι αδειάζουν, τα θέατρα γεμίζουν…
pexels

Το πολιτιστικό τοπίο μετά την πανδημία άλλαξε άρδην. Οι κινηματογραφικές αίθουσες "ψάχνουν" το κοινό τους, ενώ οι θεατρικές γεμίζουν με κοινό κατά πολύ νεότερο....

Χειμερινές κινηματογραφικές αίθουσες άδειες. Θεατρικές γεμάτες. Ο κινηματογράφος και το θέατρο ήταν ανέκαθεν στην κουλτούρα του Έλληνα με τον πρώτο να έχει την πρωτοκαθεδρία στις προτιμήσεις κυρίως του κοινού.

Τι άλλαξε όμως στο κινηματογραφικό τοπίο και ενώ τα θερινά σινεμά είναι γεμάτα, τα χειμερινά χτυπάνε… μύγες; Καταρχάς τα θερινά συνδυάζονται με τον ξάστερο ουρανό, τη βραδινή δροσιά, με ένα παγωμένο ποτό ή αναψυκτικό και αποτελούν μία ολοκληρωμένη έξοδο.

Τον χειμώνα, οι ψηφιακές πλατφόρμες κρατούν μία μεγάλη σινεφίλ μερίδα του κοινού στο σπίτι του. Εκεί, από τον καναπέ του σαλονιου του και έναντι ενός ελαχίστου αντιτίμου βλέπει ταινίες της αρεσκείας του στις απείρων ιντσών πια τηλεοράσεις του. Και αναφέρω το ελάχιστο αντίτιμο, γιατί το εισιτήριο για μία ταινία κυμαίνεται στα 8 με εννέα ευρώ, όσο δηλαδή η μηνιαία συνδρομή μιας πλατφόρμας. Αν σε αυτά συνυπολογίσεις κάποιο σνακ ή ποτό που θα βάλεις μέσα στην αίθουσα, ο κινηματογραφικός προϋπολογισμός σου εκτινάσσεται στα 15-18 ευρώ εν μέσω ενεργειακής κρίσης.

Και κάπως έτσι, η μετά κόβιντ και in the middle #me too εποχή στον Πολιτισμό βρίσκει τα θέατρα γεμάτα και το αθηναϊκό κοινό με νέα ήθη και έθιμα. Γι΄αυτό και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηριζουν πως το τοπίο του θεάτρου αλλάζει.

Κάνω sold out, άρα υπάρχω;

Το θέατρο διάγει την εποχή των sold out παραστάσεων. Αρκεί να κάνει κανείς μία διαδικτυακή βόλτα στα social media των ηθοποιών και των θεάτρων και θα δει άπειρες αναρτήσεις που διαφημίζουν τα sold out τους. Και ναι, δεκάδες είναι παραστάσεις που σημειώνουν μεγάλη επιτυχία παρά τον θεατρικό πληθωρισμό της Αθήνας που δείχνει να παραμένει σταθερός, αλλά πλέον αυτό τείνει να αποτελέσει αυτοσκοπό και απόδειξη της καλλιτεχνικής ύπαρξής των καλλιτεχνών. Κάνω sold out, άρα υπάρχω; Κάνω sold out, άρα το πολιτιστικό προϊόν που παράγω είναι άρτιο και καθ’ ‘ολα ποιοτικό; Το sold out είναι τελικά αυτό που ορίζει και την καλλιτεχνική αξία μίας παράστασης;

Αφήνω ανοιχτά τα ερωτήματα αυτά, καθώς σκοπός του άρθρου αυτού είναι η ποσοτική κι όχι η ποιοτική ανάλυση του νέου θεατρικού τοπίου και η κατά το δυνατόν χαρτογράφηση του θεατρικού κοινού.

Σε όλη αυτή τη θεατρική κοσμοσυρροή σίγουρα συνέβαλε και η αναγέννηση της τηλεοπτικης μυθοπλασίας. Δεν είναι τυχαίο πως ανάρπαστες γίνονται παραστάσεις που συγκεντρώνουν τηλεοπτικούς αστέρες σειρών όπως οι “Άγριες Μέλισσες”, ο “Σασμός” ή το “Αυτή η Νύχτα μένει”. Αυτό έγινε ιδιαίτερα αισθητό στη μέτρια “Αντιγόνη” που σκηνοθέτησε ο Τσέζαρις Γκραουζίνις με πρωταγωνιστές τον Βασίλη Μπισμπίκη και την Έλλη Τρίγγου που ανέβηκε το καλοκαίρι που μας πέρασε σημειώνοντας ακόμη και επιδαύριο sold out.

Τα έργα που κάνουν θραύση…

Τα “κλασικά” ονόματα του ελληνικού θεάτρου που έχουν με τα χρόνια κερδίσει την εμπιστοσύνη του κοινού παραμένουν σταθερός πόλος έλξης του. Σκηνοθέτες όπως ο Σταμάτης Φασουλής, ο Γιάννης Χουβαρδάς, ο Δημήτρης Τάρλοου, ο Γιάννης Κακλέας – και νεώτεροι όπως ο Δημήτρης Καραντζάς-, ηθοποιοί όπως η Ελένη Ράντου, ο Δημήτρης Καταλειφός, ο Γιάννης Μπέζος, η Μαρία Ναυπλιώτου, ο Άρης Σερβετάλης, αλλά και κλασικοί συγγραφείς όπως ο Ίψεν, ο Τσέχωφ κι ο Μολιέρος παραμένουν σταθερά πρώτα στις προτιμήσεις του.

Το κοινό δείχνει επίσης πως συνεχίζει να προτιμά τα feelgood έργα και τις κωμωδίες (ακόμη και τα stand up comedy shows όπου γίνεται το αδιαχώρητο), αλλά και πώς είναι ανοιχτό ακόμη και σε νέες προτάσεις και πρόσωπα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι “Παίκτες” του Γιώργου Κουτλή και ο “Αναρχικός” με τον Πάνο Βλάχο, παραστάσεις που έγιναν πολύ γρήγορα talk of the town και αγκαλιάστηκαν θερμά σημειώνοντας ανέλπιστη επιτυχία, αλλά και το νεόκοπο έργο του Τάσου Ιορδανίδη “Θέλω να σου κρατάω το χέρι” που επίσης γεμίζει το θέατρο Άλφα σε κάθε του παράσταση.

Υψηλά στις προτιμήσεις του παραμένει και ο νεοελληνικός ρεαλισμός: πέρα από το οικονομίδικο “Σπιρτόκουτοπου έγινε μιούζικαλ στη Στέγη, επιτυχία σημειώνουν παραστάσεις που βασίζονται σε νέα ελληνικά έργα, όπως ο νεοαφιχθείς “Κωλόκαιρος” του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου στο θέατρο Τζένη Καρέζη, τα “170 τετραγωνικά” του Γιωργή Τσουρή που παίζονται για τέταρτη σεζόν στο θέατρο Ιλίσια, αλλά και τα έργα του Γιάννη Τσίρου που ανεβαίνουν πλέον πολύ συχνά (βλ. “Αξύριστα πηγούνια” στο Μικρό Χορν, “Τα Μάτια Τέσσερα” στο Ιλίσια Βολανάκης).

Ο κορονοϊός κατέβασε τον μέσο όρο…

Αν θα έπρεπε να βρούμε κάτι θετικό και αισιόδοξο μέσα σε όλη αυτή την περιπέτεια της πανδημίας, αυτό σίγουρα θα ήταν το γεγονός πως κατέβηκε κατά πολύ ο ηλικιακός μέσος όρος του κοινού στις θεατρικές αίθουσες. Ο κορονοϊός και η γρίπη φαίνεται πως ακόμη φοβίζει τους μεγαλύτερους ανθρώπους που δύσκολα θα επιλέξουν να βρεθούν σε έναν κλειστό ψυχαγωγικό χώρο και ευτυχώς τη θέση τους δείχνουν να καταλαμβάνουν νέοι άνθρωποι 28- 30 και άνω.

Τώρα το γιατί οι νέοι πήραν τη θέση τους είναι ένα μεγάλο ερώτημα που κανείς, ακόμη και υπεύθυνος των μεγάλων, αλλά και κρατικών θεατρικών σκηνών, δεν μπορεί να απαντήσει με απόλυτη σαφήνεια. Γιατί και κωμωδίες υπήρχαν πάντα και κλασικά έργα και εξαιρετικές παραστάσεις.

Είναι ο κορονοϊός που κάτι άλλαξε μέσα μας και μας έκανε να αποζητούμε κάτι πιο ουσιαστικό; Είναι η νέα γενιά του θεάτρου που προκάλεσε όλη αυτή τη μετατόπιση και καλλιτέχνες, όπως ο Γιώργος Κουτλής, ο Γιώργος Μπινιάρης, η Λένα Κιτσοπούλου, ο Ανέστης Αζάς, ο Γιάννης Νιάρρος, ο Πάνος Βλάχος, ο Γιώργος Παπαγεωργίου που έπιασαν τον παλμό των νέων και με κάποιον τρόπο κατάφεραν και μίλησαν στην ψυχή τους; Είναι το γεγονός πως πλέον δε βγαίνουν κινηματογραφικά αριστουργήματα και αυτό σε συνδυασμό με τις ψηφιακές πλατφόρμες κάνει την πλάστιγγα να γέρνει προς το θέατρο;

Γεγονός πάντως είναι πως το θεατρικό τοπίο αλλάζει και η “φάση” όπως μεταφέρεται στα θέατρα μάλιστα εξαιρετικά δυναμικά. Το στοίχημα είναι εδώ και τα ίδια τα θέατρα και οι θεατρικοί παραγωγοί να κρατήσουν τις ισορροπίες και θα συντηρήσουν το κοινό αυτό στους κόλπους τους.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα