Οι Κόνιτσες, η ανοχή και οι φαρισαίοι
Βυθισμένο στην αυταρέσκεια της πόλωσης και αφιονισμένο από την ανάγκη να καταστρέψει την δήθεν "ηγεμονία της Αριστεράς" ένα ισχυρό πολιτικομιντιακό σύστημα υποβαθμίζει την έκταση του φασιστικού φαινομένου.
- 21 Μαρτίου 2019 11:19
Η σχεδόν τυποποιημένη αντίδραση κομμάτων και φορέων για την έξαρση ρατσιστικής βίας των ημερών καταλήγει πάντοτε στο γνωστό ” …με λύπη και αποτροπιασμό καταδικάζουμε απερίφραστα…”.
Η Κόνιτσα, τα Βίλια, ο Γέρακας, η Σάμος και τα “υπόλοιπα” που σχεδιάζονται, ή “αυθορμήτως” θα εκδηλωθούν στο προσεχές μας μέλλον (οι πληροφορίες κάνουν λόγο για δράση και στις παρελάσεις της 25ης Μαρτίου), αντέχουν σε μια τέτοια “τυποποίηση”; Κλείνουμε τους “λογαριασμούς” μας ως κοινωνία και ως Πολιτεία με “αποτροπιασμούς” και “απερίφραστες καταδίκες”;
‘Η μήπως νομίζουμε πως πληρώνουμε τα επίχειρα με αυτόν τον γραφικό φαρισαϊσμό; Δυστυχώς, όχι. Εάν αντιπαρατάξεις τον γενναιόψυχο φούρναρη της Κω, ή τις γυναίκες της Λέσβου, ακόμα και τον πρόωρα χαμένο “ήρωα” λιμενικό Κυριάκο Παπαδόπουλο, δεν ξεμπλέκεις με τις αιτίες του φαινομένου. Δεν είναι, φυσικά, μόνο δικός μας αυτός ο φαρισαϊσμός. Μικρό μέρος της γενικότερης ευρωπαϊκής υποκρισίας είναι. Μιας υποκρισίας που θεωρεί πως εκπληρώνει το χρέος της αναστέλλοντας τη συμμετοχή του Fidesz του Βίκτορ Όρμπαν στο ΕΛΚ και επισείοντας τον κίνδυνο της πλημμυρίδας της ακροδεξιάς και του ακραίου λαϊκισμού στις επικείμενες ευρωεκλογές.
“Να εξοντώσουμε τον λαϊκισμό και τον ρατσισμό”, ζήτησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και έχει δίκιο. Το κλειδί είναι στην επιλογή του ρήματος. Όχι απλώς “να αντιμετωπίσουμε” αλλά “να εξοντώσουμε”. Πως εξοντώνουν η Ευρώπη και κάθε κοινωνία ξεχωριστά το δηλητήριο του ρατσισμού και του λαϊκισμού; Ας δούμε το φαινόμενο και το πρόβλημα στα καθ’ ημάς. Πρώτο δείγμα του φαρισαϊσμού μερίδας της κοινωνίας μας αλλά και τμήματος του πολιτικού μας συστήματος είναι το γεγονός ότι αβίαστα εκπέμπεται η αιτιολόγηση πως “ όλα αυτά γεννήθηκαν στις πλατείες των αγανακτισμένων και στις παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου του 2011″.
Προφανώς υπήρξε έκπληξη, αιφνιδιασμός και εν τέλει ανοχή έναντι εκείνων των πρώτων φαινομένων. Η απάντηση, ωστόσο, οδηγείται σε έναν εξαιρετικά επικίνδυνο συμψηφισμό που χρησιμοποιείται ως “επιχείρημα” των μεν εναντίον των δε. Η αφελής και ανόητη “επιχειρηματολογία” προσπαθεί να εξηγήσει (;) που και πως ξεκίνησε το φαινόμενο και όχι γιατί ξεκίνησε. Παραβλέπει, δηλαδή, πως εκτροφείο της ακροδεξιάς ήταν η ίδια η βία της οικονομικής κρίσης ως επισώρευση στην απαξίωση και τη διαφθορά της πολιτικής. Και για την αντιμετώπιση αυτού του “υποστρώματος” ακραίας συντηρητικοποίησης της κοινωνίας ελάχιστα έγιναν έκτοτε.
Για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, εάν το παλαιό πολιτικό σύστημα (Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ) δημιούργησε αυτό το “υπόστρωμα” και εξέθρεψε το φαινόμενο, η Αριστερά, από την πλευρά της, δεν στάθηκε δυνατό να το τσακίσει. Διότι, δεν εξαλείφθηκαν, ακόμα, οι πραγματικές αιτίες που το δημιούργησαν και σχετίζονται με την οικονομία, τις ανισότητες και την περιθωριοποίηση. Αναμφίβολα, το προσφυγικό και το “Μακεδονικό” ήρθαν – σωρευτικά- να …αποενοχοποιήσουν στο συλλογικό υποσυνείδητο τις εκφάνσεις ακροδεξιού εξτρεμισμού, ξενοφοβίας, και ρατσιστικής βίας.
Όταν κλείνει κανείς μάτια και αυτιά στις περιθωριακές ομάδες που με τις ελληνικούρες και την αμορφωσιά τους αποκαλούν “προδότη” κάθε πολιτικό που τάχθηκε υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών, ταϊζει το θηρίο αντί να το εξοντώνει. Θα επέμβουν, πάλι, οι “φωνές του συμψηφισμού”: “μα, το ίδιο δεν έκαναν και οι άλλοι όταν έπεφταν γιαούρτια εναντίον του τάδε ή του δείνα;”.
Απάντηση: ακόμα κι αν έγιναν λάθη -και έγιναν-, ακόμα κι αν το πολιτικό σύστημα ολιγώρησε όταν χρυσαυγίτες προπηλάκιζαν τον Κουμουτσάκο και χτυπούσαν τον Χατζηδάκη, πρέπει να οδηγηθούμε στον παραλογισμό της “ισοπαλίας” όταν βιαιοπραγούν στον Μπουτάρη ή κάνουν παρελάσεις τα τάγματα εφόδου και σπέρνουν τρόμο σε ασυνόδευτα προσφυγόπουλα στην Κόνιτσα, ή όταν διώχνουν ως “μιάσματα” από τα σχολεία τα παιδιά στη Σάμο;
Βυθισμένο στην αυταρέσκεια της πόλωσης και αφιονισμένο από την ανάγκη να καταστρέψει την δήθεν “ηγεμονία της Αριστεράς” και να εξοστρακίσει δια βίου τον Τσίπρα, ένα ισχυρό πολιτικομιντιακό σύστημα υποβαθμίζει την έκταση του φαινομένου. Και, κυρίως, υποβαθμίζει τις ευθύνες της κοινωνίας.
Διότι με αυτό τον τρόπο “νομιμοποιούνται” οι χαχόλοι και “γραφικοποιούνται” οι κάφροι, ενώ στην πραγματικότητα όλοι αυτοί φλερτάρουν συνειδητά ή ασυνείδητα με την ιδέα μιας τιμωρητικής ακροδεξιάς που αυτοδικεί εκεί όπου θεωρεί πως δεν παρεμβαίνει το κράτος για να διατηρήσει την “καθαρότητα” του έθνους.
Για όλα αυτά, οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Στις ευρωεκλογές του 2009 η Χρυσή Αυγή συγκέντρωσε ποσοστό 0,46% και την ψήφισαν 23.566 άνθρωποι. Πολιτικά ανύπαρκτη και περιθωριακή. Στις ευρωεκλογές του 2014, αναδείχθηκε τρίτο κόμμα με ποσοστό 8,93% και την ψήφισαν 536.913 πολίτες. Είχαν προηγηθεί οι δύο αναμετρήσεις του 2012, στις οποίες είχε συγκεντρώσει 6,68% και 6,92%.
Τι μεσολάβησε μεταξύ 2009 και 2014 το γνωρίζουμε. Δύο μνημόνια, φτωχοποίηση και μια τεράστια εθνική υποχώρηση που μετέτρεψε την Ελλάδα σε αποδιοπομπαίο τράγο της Ευρώπης. Έκτοτε, το νεοναζιστικό μόρφωμα κινήθηκε περίπου στα ίδια ποσοστά, τόσο στις δύο αναμετρήσεις του 2015 (6,28% και 6,99%), όσο και στις δημοσκοπήσεις. Όμως, το προσφυγικό και η Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και επιπλέον η καταιγίδα της ακροδεξιάς, της ισλαμοφοβίας και του δεξιού λαϊκισμού σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ενισχύουν, αναμφίβολα, το ακροδεξιό “υπόστρωμα”. Όλα θα κριθούν στις ευρωεκλογές του Μαϊου και στις εθνικές εκλογές όποτε διεξαχθούν.
Υπάρχει, όμως, μια “ποιοτική” διαφορά που πρέπει να προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Το πρόβλημα του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας δεν είναι, πλέον, μόνο οι περίπου 450.000 πολίτες που ψηφίζουν την Χρυσή Αυγή, παρά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τις αποκαλύψεις για την αντιδημοκρατική και παραστρατιωτική δομή της οργάνωσης.
Δεν είναι, δηλαδή, μόνο στους πολίτες που ψηφίζουν τις σβάστικες αλλά και σε όλους εκείνους -και φοβάμαι πως είναι πολλοί- που τις ανέχονται. Που τις θεωρούν μια “γραφική” πινελιά και μια “εξωτική” περιοχή του πολιτικού φάσματος.
Η Κόνιτσα, για παράδειγμα, δεν είναι μόνο το τάγμα εφόδου που με ρόπαλα επιτέθηκε στα προσφυγόπουλα. Είναι και εκείνη η Κόνιτσα -και κάθε Κόνιτσα- που δεν αντιδρά επαρκώς και δυναμικά απέναντι στον εκφασισμό. Που δεν έσπευσε (ελπίζω να διαψευσθούν αυτές οι διαπιστώσεις άμεσα) συντονισμένα να στείλει το δικό της μήνυμα πως οι γειτονιές της δεν μπορούν να γίνονται πεδία δοκιμών του χρυσαυγιτισμού.
Όπως και η Θεσσαλονίκη, το Κιλκίς, η Βέροια δεν είναι οι ελάχιστοι περιθωριακοί και αλλόφρονες ακροδεξιοί που βρίζουν “προδότη” κάθε υπερασπιστή των Πρεσπών. Μακράν ημών οι γενικεύσεις και οι αντιστροφές. Θα περίμενε, όμως, κανείς να δει σημαντική μερίδα της κοινωνίας να αντιδρά σε όλα αυτά. Αιθεροβάμων; Ίσως.
Όμως, είτε το θελουν κάποιοι, είτε όχι, στην ανοχή κρύβεται η συνενοχή. Και ο φασισμός στη σιωπή όσων δεν αντιδρούν θεριεύει. Αυτό εκμεταλλεύεται η Χρυσή Αυγή, έτσι νομίζουν ότι “δικαιώνονται” όσοι την ψηφίζουν και, επιπλέον, αυτό τρομάζει ακόμα και τους νουνεχείς των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου και δεν υψώνουν τη φωνή τους απέναντι στον εκφασισμό.