Παγιδευμένοι στο ψευδοδίπολο
Διαβάζεται σε 4'
Η διάκριση μεταξύ “συστημικών” και “αντισυστημικών” λειτουργεί ως εργαλείο αποπροσανατολισμού, αποδυναμώνοντας τη δημοκρατία.
- 20 Μαρτίου 2025 15:44
Η τραγωδία των Τεμπών έφερε ξανά την ελληνική κοινωνία αντιμέτωπη με το αγαπημένο της πολιτικό δίπολο: συστημικοί εναντίον αντισυστημικών.
Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι αυτή η διάκριση δεν είναι μόνο απλοϊκή, αλλά και επικίνδυνα παραπλανητική.
Ιστορικά, η ταξινόμηση πολιτικών δυνάμεων ως συστημικών ή αντισυστημικών έχει βαθιές ρίζες στην πολιτική κουλτούρα της Ελλάδας. Ήδη από τη μεταπολίτευση, κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου υιοθετούσαν αντισυστημική ρητορική, ενώ ταυτόχρονα εδραιώνονταν στους ίδιους τους μηχανισμούς εξουσίας. Αυτή η παράδοση, που συνδυάζει την επαναστατική ρητορεία με τον πολιτικό καιροσκοπισμό, καθιστά θολά τα όρια της διάκρισης.
Η ελληνική εμπειρία αντανακλά διεθνείς τάσεις. Τα παραδείγματα των Podemos στην Ισπανία, του Κινήματος Πέντε Αστέρων στην Ιταλία και του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα δείχνουν ότι οι αντισυστημικές δυνάμεις μπορεί αρχικά να συναρπάσουν τους πολίτες, αλλά όταν έρθει η ώρα της διακυβέρνησης, συχνά χάνουν την αξιοπιστία τους.
Οι λαϊκιστικές εκστρατείες που στηρίζονται σε διπολικά σχήματα, όπως «ο λαός εναντίον της ολιγαρχίας» ή «οι καθαροί εναντίον των διεφθαρμένων», καταλήγουν συνήθως σε απογοήτευση, καθώς οι ίδιες οι δομές του συστήματος αφομοιώνουν την επαναστατική τους δυναμική. Ακόμη και στις ΗΠΑ, ο Τραμπ απέδειξε ότι οι αντισυστημικές υποσχέσεις, όπως το «στράγγισμα του βάλτου», μπορεί τελικά να ενισχύσουν τη διαφθορά που υποτίθεται πως πολεμούν.
Στην Ελλάδα, η πολιτική ελίτ και κάποια από τα ΜΜΕ αξιοποιούν στρατηγικά αυτή τη διάκριση. Οι θεσμικοί παράγοντες χαρακτηρίζουν σχεδόν αυτοματοποιημένα κάθε διαφωνία ως επικίνδυνο λαϊκισμό, απονομιμοποιώντας έτσι δικαιολογημένες δημοκρατικές διεκδικήσεις.
Μετά τα Τέμπη, για παράδειγμα, αρθρογράφοι, δημοσιογράφοι και γενικότερα μεγάλα ΜΜΕ παρουσίασαν τις λαϊκές κινητοποιήσεις ως δυνητικά επικίνδυνες και πιθανότατα χειραγωγήσιμες από “αντισυστημικές” δυνάμεις, υπερασπιζόμενα εμμέσως το status quo. Από την άλλη, ένα μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης τείνει να παρουσιάζει κάθε κυβερνητική αποτυχία ως απόδειξη της σήψης του “συστήματος”, οδηγώντας σε μια ισοπεδωτική δαιμονοποίηση των θεσμών.
Θεωρητικά, αυτή η διχοτόμηση αντανακλά βαθύτερες πολιτικές συγκρούσεις, όπως αυτές που περιέγραψε ο Ερνέστο Λακλάου με την έννοια του “πολιτικού μετώπου”, όπου η κοινωνία διασπάται σε ανταγωνιστικά στρατόπεδα – “ο λαός εναντίον της ελίτ”. Ωστόσο, η Σαντάλ Μουφ προειδοποιεί ότι αν τα δημοκρατικά αιτήματα δεν ενσωματωθούν αποτελεσματικά, οι απογοητευμένοι πολίτες μπορεί να καταφύγουν σε ακραίες πολιτικές εκφράσεις.
Η επίμονη πόλωση στην Ελλάδα γύρω από το απλουστευτικό κατά τη γνώμη μου δίπολο συστημικών-αντισυστημικών καθιστά επιτακτική την ανάγκη να ξεπεραστεί αυτός ο μανιχαϊστικός τρόπος σκέψης, καθώς η “εξάντληση” της δημοκρατίας υπονομεύει τους ίδιους τους θεσμούς της.
Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι η προβεβλημένη διάκριση μεταξύ συστημικών και αντισυστημικών θα έχει σοβαρές επιπτώσεις για τη δημοκρατία (και) στη χώρα μας. Η υπερβολική πόλωση διαβρώνει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, αποδυναμώνει βάσιμες κοινωνικές διεκδικήσεις και οδηγεί είτε σε πολιτική αδιαφορία είτε σε ριζοσπαστικοποίηση.
Το παράδειγμα των Τεμπών δείχνει πόσο αναγκαίο είναι ένας πολιτικός λόγος “από κάτω” που ανταποκρίνεται ουσιαστικά στα αιτήματα λογοδοσίας των “από πάνω”, χωρίς να μετατρέπει κάθε κριτική και δυσπιστία σε υπαρξιακή απειλή.
Η λύση δεν βρίσκεται στην τυφλή αποδοχή ή απόρριψη της “συστημικότητας” αλλά στην αλλαγή του πλαισίου του δημόσιου διαλόγου. Αντί να αναπαράγουμε το ψευδοδίπολο “συστημικό-αντισυστημικό”, η συζήτηση μπορεί να στραφεί γύρω από πραγματικά διλήμματα: λογοδοσία ή ατιμωρησία, διαφάνεια ή διαφθορά, συμπεριληπτική διακυβέρνηση ή νεποτισμός.
Η υπέρβαση της σημερινής πόλωσης απαιτεί θεσμική ανανέωση, ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών, αυστηρότερη αντιμετώπιση της διαφθοράς και πραγματική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και των ΜΜΕ.
Αν η ελληνική κοινωνία θέλει να ανακάμψει από διαρκείς κρίσεις, όπως αυτή των Τεμπών, οι πολιτικοί αλλά τα ΜΜΕ πρέπει να εγκαταλείψουν το αποπροσανατολιστικό δίπολο που παραλύει τις μεταρρυθμίσεις. Η πρόοδος δεν απαιτεί απλουστευτικές, τυποποιημένες ταμπέλες, αλλά βαθύτερο διάλογο, θεσμική λογοδοσία και μια συλλογική δέσμευση για δημοκρατική ανανέωση.