Αλέξη Τσίπρα, οι ηγέτες φαίνονται στις ήττες
Οι ηττημένοι των εκλογών, δεν εξαφανίζονται παρά μόνο εάν οι ίδιοι διολισθήσουν στην αποστρατεία και την παραίτηση
- 30 Μαΐου 2019 11:05
Το σοκ των 9,5 μονάδων είναι αναμφίβολα πολύ ισχυρό. Και είναι τόσο ισχυρό για λόγους που αναλύθηκαν αρκετά αυτές τις πρώτες (μετεκλογικές) ημέρες, αν και έως ένα βαθμό λογικά κρύβονται κάτω από το χαλί ενόψει της “μάχης ζωής ή θανάτου” που καλείται να δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ στις 7 Ιουλίου. Η Ν.Δ, για παράδειγμα, απέφυγε την αποτίμηση της ήττας του Ιανουαρίου του 2015 για πολλούς μήνες.
Θέλει χρόνο και πάνω απ΄ όλα τόλμη να παραδεχθούν και να ιεραρχήσουν τα κυβερνητικά στελέχη τα σφάλματα που έγιναν στα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησης. Κάποιοι θα προτάσσουν τον Πολάκη και το ύφος της εξουσίας, άλλοι την υπερφορολόγηση και την περιθωριοποίηση της “μεσαίας τάξης”, και άλλοι θα αναδεικνύουν τη “νιρβάνα” του κομματικού μηχανισμού και των βουλευτών που απέτυχαν να αντιληφθούν τις διαθέσεις της κοινωνίας και τη νέα σύνθεση του εκλογικού σώματος που πόρρω απέχει από το αντιμνημονιακό κλίμα πριν το 2015. Αλλά και το αδιαμφισβήτητο γεγονός της μεγάλης παραπλάνησης(και των ευθυνών συγκεκριμένων συνεργατών του πρωθυπουργού), ακόμα και λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες, ότι “το παιχνίδι παίζεται”.
Είναι όλα μαζί (και άλλα) και το καθένα ξεχωριστά.
Όλα τα παραπάνω βαραίνουν ακόμα περισσότερο επειδή είχε δημιουργηθεί η εντύπωση πως “ο Τσίπρας δεν χάνει”. Και επειδή σχεδόν όλες τις πολιτικές μάχες μέχρι την περασμένη Κυριακή τις έδωσε μόνος (θα θυμώσουν ορισμένοι αλλά, δυστυχώς, έτσι είναι), είναι λογικό η ψυχολογία να κατακρημνίζεται. Από τον Μάϊο του 2012 ο Αλέξης Τσίπρας έδωσε επτά εκλογικές μάχες. Κέρδισε τις έξι και έχασε την τελευταία. Αλλά η πολιτική είναι πολύ σκληρή. Αυτό που αναδεικνύεται τούτη την ώρα είναι αυτή η τελευταία και βαριά ήττα.
Το ζήτημα για τον πρωθυπουργό, για τον ΣΥΡΙΖΑ, και εν γένει τον χώρο της κεντροαριστεράς είναι, τώρα, τι θα συμβεί στις 7 Ιουλίου και ακόμα περισσότερο πως θα διαμορφωθούν οι συσχετισμοί μετά από τις επόμενες εκλογές και, πιθανότατα, σε αρκετά μεγάλο βάθος πολιτικού χρόνου.
Παραδοχή πρώτη: Όσοι τολμούν να σκεφτούν οποιοδήποτε άλλο αφήγημα χωρίς τον Τσίπρα πλανώνται πλάνη οικτρά. Με τα σημερινά δεδομένα και όσα μπορεί να προβλέψει κανείς στο ορατό μέλλον ο Αλέξης Τσίπρας είναι αναντικατάστατος -ακόμα κι αν τα πολιτικά νεκροταφεία είναι, όπως λέγεται, γεμάτα από τέτοιους. ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον Τσίπρα θα είναι (ξανά) ένας ΣΥΡΙΖΑ του 4%.
Παραδοχή δεύτερη: Στόχος του κυβερνώντος κόμματος στις προσεχείς εκλογές δεν πρέπει να είναι μόνο η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συρρίκνωση της διαφοράς από τη Ν.Δ ή η αποφυγή της αυτοδυναμίας της Ν.Δ (κάτι που είναι πολύ δύσκολο έως ίσως απίθανο) αλλά, κυρίως, η συγκρότηση (μετεκλογικά) ενός ισχυρού αντιπολιτευτικού πόλου με την ευρύτερη δυνατή κοινωνική και πολιτική εκπροσώπηση.
Η ήττα της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές δεν πρέπει να γίνει “στρατηγική ήττα”. Αυτό θα συμβεί εάν το κυβερνών κόμμα προσέλθει στις κάλπες της 7ης Ιουλίου ως φοβισμένος και διαλυμένος στρατός, με υπουργούς και βουλευτές που θα έχουν “κατεβάσει τα μολύβια” και θα κρύβονται. Οι ηγεσίες και τα κόμματα εξουσίας κρίνονται στις ήττες και όχι στις προελάσεις έναντι υποδεέστερων δυνάμεων. Καθένας διαλέγει το “Βατερλώ” ή το “Αούστερλιτς” που του ταιριάζει.
Παραδοχή τρίτη: Παρότι το αφήγημα περί “ηγεμονίας της Αριστεράς” (το οποίο φέρει την υπογραφή των Άδωνι Γεωργιάδη, Μάκη Βορίδη και άλλων) δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένας “φουσκωμένος” κίνδυνος για λόγους δεξιάς συσπείρωσης, τώρα υπάρχουν πιθανότητες να επιβεβαιωθεί αντίστροφα. Η αυτοδυναμία της Ν.Δ με μεγάλη διαφορά έναντι ενός παραιτημένου και παράλυτου ΣΥΡΙΖΑ ίσως επιφέρει την “ηγεμονία της Δεξιάς”. Κάποιοι θα δικαιούνται να ισχυριστούν πως “η πρώτη φορά Αριστερά” ήταν, ή πρέπει να είναι και “τελευταία φορά Αριστερά”, με ότι κάτι τέτοιο συνεπάγεται για την ανατροπή συσχετισμών και σταθερών σημείων αναφοράς στα μεταπολιτευτικά πολιτικά χρονικά. Η 7η Ιουλίου είναι πιθανό να επικαθορίσει τάσεις, ρεύματα και συσχετισμούς για πολλά χρόνια.
Εν κατακλείδι, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε κάνει καμιά συμφωνία με την Ιστορία να είναι εσαεί πρωθυπουργός. Εάν ήρθε η ώρα να χάσει (εξαιτίας απίστευτων σφαλμάτων που πρέπει να αναλυθούν ένα προς ένα και να αναταχθούν -στο βαθμό του εφικτού- οι συνέπειές τους) θα χάσει. Έτσι συμβαίνει στις δημοκρατίες. Οι ηττημένοι των εκλογών, όμως, δεν εξαφανίζονται παρά μόνο εάν οι ίδιοι διολισθήσουν στην αποστρατεία και την παραίτηση. Γι ‘ αυτό και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας πρέπει να αντιληφθεί πως οφείλει πολλά λιγότερα στο κόμμα του απ΄ ότι στις ανάγκες ισορροπίας και ευστάθειας του πολιτικού συστήματος. Εκτός από τα λάθη, άλλωστε, υπάρχουν και μεγάλες επιτυχίες και ένας απολογισμός με θετικό πρόσημο.