Σκουπίζοντας στην Αθήνα
Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του NEWS 247) για τις επιχειρήσεις "σκούπα" και το μεταναστευτικό, που εν μέσω κραυγών, παραμένει άλυτο
- 10 Αυγούστου 2012 10:30
Όπως σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα έτσι και στο μεταναστευτικό, η συζήτηση στην Ελλάδα διεξάγεται με κραυγές, ψίθυρους και… θεατρικές παραστάσεις.
Για να λυθεί όμως ένα πρόβλημα πρέπει όχι μόνο να αναγνωρισθεί ως τέτοιο και κυρίως να αναγνωρισθεί στις πραγματικές του διαστάσεις, αλλά και να υπάρχει πραγματική βούληση από όσους ασκούν την εξουσία.
Όποτε ανοίγει αυτή η συζήτηση, συνήθως μετά από μια εγκληματική ενέργεια ή από μια επιχείρηση «σκούπα» για τα μάτια του κόσμου, ακολουθεί μια ανούσια σύγκρουση φανατικών, χωρίς προτάσεις, χωρίς ιδέες και φυσικά χωρίς ειλικρίνεια. Οι μεν παίρνουν το ρόλο των υπερασπιστών και οι δε το ρόλο του διώκτη.
Η επιχειρηματολογία γνωστή. Από τη μια έχουμε τους υπερασπιστές, που μιλάνε για την χρόνια εκμετάλλευση των μεταναστών από τους Έλληνες, για τα χαμηλά μεροκάματα για τα έργα στους Ολυμπιακούς Αγώνες και για το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα οι μετανάστες κάνουν δουλειές που οι Έλληνες αρνούνται να κάνουν, φροντίζοντας πχ ηλικιωμένους.
Από την άλλη, όσοι υποστηρίζουν ότι για τα δεινά της χώρας φταίνε οι λαθρομετανάστες, μιλάνε για την αύξηση της σκληρής εγκληματικότητας, για την εικόνα του κέντρου, για τις θέσεις εργασίας και για την οικονομική ζημία που προκαλεί η λαθρομετανάστευση σε μια οικονομία ετοιμοθάνατη.
Τα επιχειρήματα της ατέρμονης διαμάχης είναι γνωστά, ωστόσο το μεταναστευτικό πρόβλημα δεν μας ήρθε από τον ουρανό, ούτε πρόκειται για μια κατάρα που απλώς έπεσε στην Ελλάδα για να την καταστρέψει.
50 κυρίες σε ένα δυάρι
Ας ξεκινήσουμε με μια βασική παραδοχή, την οποία όποιος την κάνει, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως «δεξιός» ή «ακροδεξιός».
Αν βάζαμε σε ένα δυάρι, 50 κυρίες επί των τιμών και τις κλειδώναμε, σε 10 μέρες θα είχαν φάει τα φορέματά τους, θα έζεχναν και θα είχαν σκοτωθεί μεταξύ τους.
Το ότι η Ελλάδα φιλοξενεί περισσότερους μετανάστες (εξαθλιωμένους και κυνηγημένους) απ’ ό, τι αντέχει και κυρίως στο κέντρο της, είναι γεγονός. Όποιος δεν το παραδέχεται, μπορεί να βλέπει ήσυχος τα ποσοστά της ακροδεξιάς να ανεβαίνουν.
Βασική αιτία είναι ο συνδυασμός της γεωγραφικής θέσης της χώρας μας, με το κατάπτυστο Δουβλίνο ΙΙ και την εικόνα που δίνουμε ως ξέφραγο αμπέλι.
Δεν είναι δυνατόν μια χώρα, στην οποία μπαίνουν 100 μετανάστες την ημέρα παράνομα και σύμφωνα με τα στοιχεία της Frontex, 9 στους 10 μετανάστες που εισέρχονται παράνομα στην Ευρώπη, εισέρχονται μέσω της Ελλάδας, να υποχρεώνεται να εφαρμόζει το Δουβλίνο ΙΙ.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό Δουβλίνο-ΙΙ ένας μετανάστης δικαιούται να ζητήσει άσυλο στην Ευρωπαϊκή χώρα στην οποία θα εισέλθει την πρώτη φορά. Μετανάστες οι οποίοι εισέρχονται στην Ελλάδα και κατόπιν μεταβαίνουν σε άλλη χώρα για να αιτηθούν άσυλο θα πρέπει σύμφωνα με τον κανονισμό, να επιστρέφονται πίσω στην Ελλάδα.
Με τους ρυθμούς παροχής ασύλου που υπάρχουν στη χώρα μας, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί χιλιάδες μετανάστες, χωρίς να είναι εγκληματίες, υποχρεώνονται να ζουν σε καθεστώς ημιπαρανομίας στη χώρα.
Η επαναδιαπραγμάτευση αυτού του νομικού κειμένου, θα μπορούσε να τεθεί αυτά τα τρία χρόνια, ως αντίβαρο για τις σκληρές θυσίες του ελληνικού λαού και με δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία δεν αντέχει τη φιλοξενία τόσων μεταναστών. Δεν τέθηκε γιατί πιθανότατα οι κυβερνήσεις είχαν σοβαρότερες ασχολίες, όπως το να μας παραδώσουν στο ΔΝΤ, άνευ όρων.
Συνένοχοι με μεγάλες τσέπες
Να πάμε τώρα σε μια άλλη πτυχή του προβλήματος, που αφορά στη συνενοχή ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας.
Πόσοι από μας έχουν απασχολήσει μετανάστες παράνομα; Πόσοι έχουν νοικιάσει σπίτι σε 30-40 μετανάστες, θησαυρίζοντας και αδιαφορώντας για τις συνθήκες υγιεινής;
Ποιοι θα κερδίσουν αργότερα από την υποβάθμιση του κέντρου της Αθήνας, που συνεπάγεται και πτώση των τιμών στα ακίνητα;
Δεν είναι εφικτό το κράτος να σταματήσει τις στρατιές των απελπισμένων, που μπαίνουν στη χώρα μας, προσπαθώντας να γλυτώσουν από τη φτώχεια ή το θάνατο. Ο καθένας μας το ίδιο θα έκανε.
Είναι όμως εφικτό να γίνει η Ελλάδα μη ελκυστικός προορισμός και αυτό δεν θα γίνει με πολυβόλα στα σύνορα ή με τη βύθιση σκαφών, όπως ονειρεύονται οι ναζιστές και όσοι παπαγαλίζουν την ελληνική ιστορία, χωρίς να σέβονται την ουσία της και τα διδάγματά της.
Αυτό θα γίνει αν το κράτος στραφεί ενάντια σε όσους συμπατριώτες μας, προσφέρουν στέγη και εργασία σε μετανάστες χωρίς νόμιμα έγγραφα, όχι φυσικά από αλληλεγγύη, αλλά για να εξοικονομήσουν χρήματα.
Οι «σκούπες» στην Αθήνα, συνοδεία κάμερας και εφόσον ξέρουμε και τους αριθμούς του μεταναστευτικού προβλήματος, δεν θα ωφελήσουν πουθενά.
Αν γίνονται για να χρυσωθεί το χάπι των νέων μέτρων που έρχονται, θα το διαπιστώσουμε πολύ σύντομα. Μέχρι τότε, όσοι αγοράζουν προϊόντα μαϊμού, στοιβάζουν τους μετανάστες σε τρύπες στο κέντρο ή τους βάζουν να εργάζονται όλη μέρα για ένα κομμάτι ψωμί, θα πρέπει να κάνουν λίγη υπομονή.
* Ο Μάνος Χωριανόπουλος είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από τον Μάιο του 2007 βρίσκεται στην 24 Μedia και είναι Senior Editor του News247.gr.