Τα εμβόλια από μόνα τους δεν έδωσαν ποτέ τη λύση

Τα εμβόλια από μόνα τους δεν έδωσαν ποτέ τη λύση
Εμβόλια για covid George Vitsaras / SOOC

Ακριβά τεστ, ελάχιστα μέτρα στήριξης, εργαλειοποίηση της επιστήμης, πολιτική αμοραλισμού με πρωτοβάθμια εξαθλιωμένη. Η Ελλάδα προχωρά στο '22 αγνοώντας βασικά ζητήματα κοινωνικής υφής.

Να το αποσαφηνίσω εξ αρχής γιατί οι καιροί είναι περίεργοι. Είμαι από εκείνους που νόσησαν από τη covid-19, έκαναν και τις τρεις δόσεις (οι δύο πρώτες μάλιστα AstraZeneca παρά την αρχική ανασφάλεια λόγω των κυβερνητικών παλινωδιών σχετικά με το σκεύασμα) και αναμένω στωικά να έρθει η ώρα για τη τέταρτη δόση.

Στο μεσοδιάστημα έχω διαβάσει ουκ ολίγα επιστημονικά papers για τον κορονοϊό, και παρά το γεγονός πως λογίζομαι ως πλήρως εμβολιασμένος, αφενός συνεχίζω να πιστεύω στην επιστήμη, αφετέρου αγχώνομαι μην κολλήσω ξανά, όχι τόσο για τις συνέπειες που θα είχε αυτό πάνω μου, όσο για να μην μεταδώσω τον ιό στα οικεία μου πρόσωπα.

Παράλληλα λοιπόν, συνεχίζω να τηρώ τα μέτρα προστασίας, με χρήση μάσκας, με τη δέουσα αποστασιοποίηση, με επιλογή “κοινωνικών κύκλων”, με μίνι καραντίνα εντός των εορτών πριν τα οικογενειακά τραπέζια και πάει λέγοντας.

Στην ίδια κατηγορία με εμένα είναι πολλοί εκεί έξω. Οι περισσότεροι για την ακρίβεια. Στον αντίποδα όμως, υπάρχουν και εκείνοι που σοκαρίστηκαν από την υψηλή μεταδοτικότητα της Όμικρον, παρότι τη βλέπαμε να φτάνει. Άνθρωποι που παρότι έκαναν τις τρεις δόσεις νόσησαν, ήπια στη συντριπτικότατη πλειοψηφία τους, ωστόσο απόρησαν γιατί δε “δουλεύει” το περιβόητο τείχος ανοσίας.

Εν προκειμένω όμως, το κύριο πρόβλημα είναι πως ανάμεσα σε όσους εξεπλάγησαν για το νέο κύμα πανδημίας, είναι και η ίδια η κυβέρνηση. Δεν είναι τυχαίο πως λίγες ημέρες πριν, ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας, μιλώντας σε τηλεοπτική συνέντευξή του, διατύπωνε δημοσίως πως αμφέβαλλε πως θα έχουμε ξανά ραγδαία ημερήσια αύξηση των κρουσμάτων, ενώ ειρωνευόταν την αντιπολίτευση εντός της Βουλής για το ίδιο θέμα.

Δεν είναι τυχαίο πως παρότι τα νέα για την Όμικρον κυκλοφορούν διεθνώς εδώ και ένα μήνα, οι αρχές του τόπου καθησύχαζαν τη κοινή γνώμη πως είναι (για ακόμη μια φορά) απόλυτα προετοιμασμένες, και προχώρησαν σε νέα μέτρα– ημίμετρα, με χαρακτηριστική καθυστέρηση, την ώρα που άλλα ευρωπαϊκά κράτη φρόντιζαν να λάβουν γενναίες αποφάσεις πριν την περίοδο των γιορτών.

Φυσικά, μιλάμε για μια χρεοκοπημένη χώρα με χρεοκοπημένη πολιτική.

Μια χώρα που πλήττεται ακόμη από την οικονομική κρίση και διοικείται από μια ακραία καπιταλιστική διακυβέρνηση, που βασικό της μέλημα είναι η στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου με κάθε τρόπο, και η διατήρηση της βαριάς βιομηχανίας (βλέπε τουρισμός) σε ζωντανούς ρυθμούς με όποιο κόστος. Άλλωστε, παρότι τα ημίμετρα θίγουν εκ νέου τους ελεύθερους επαγγελματίες, την εστίαση και τους καταστηματάρχες, δυστυχώς συνοδεύονται από ελάχιστα μέτρα στήριξης, τα οποία συζητήθηκαν -για άλλη μια φορά- κατόπιν τεράστιας κοινωνικής πίεσης. Επιπρόσθετα, δεν υπήρξε περαιτέρω παροχή δωρεάν PCR τεστ, ιδίως για όσους παρουσιάζουν συμπτώματα.

Το κόστος στον πολίτη

Η παρούσα κυβέρνηση όχι μόνο δείχνει να χάνεται μέσα στη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία της, αλλά παράλληλα αγνοεί άλλα διεθνή παραδείγματα, αλλά και την ιστορία καθεαυτή. Είναι πλέον σαφές πως το σύνθημα περί “επιχείρηση Ελευθερίας” αποσκοπούσε στο λιγότερο οικονομικό κόστος. Αν δεν ίσχυε αυτό, η υποχρεωτικότητα θα συνοδευόταν με δωρεάν παροχές, όπως τεστ προς όλους στη λογική που κινούνται τα περισσότερα κράτη της ΕΕ, για να περιοριστεί η διασπορά στο μέγιστο βαθμό.

Τα εμβόλια έγιναν πανάκεια, οι πολίτες χωρίστηκαν σε εμβολιασμένους και μη, με μέτρα σταδιακής αποστέρησης ελευθεριών βάσει διεθνών προτύπων, χωρίς όμως να υπάρξει καμία παράλληλη στήριξη (με τα δύσκολα της νέας κρίσης να είναι μπροστά μας), καμία κοινωνική πρόνοια με ουσιαστική ενίσχυση του ΕΣΥ και της πρωτοβάθμιας υγείας, και κυρίως, χωρίς να γίνει σωστή ενημέρωση για το τι σημαίνει να εμβολιαστεί κανείς.

Εξ αρχής έχει δοθεί λάθος μήνυμα σχετικά με τα εμβόλια. Στο επίκεντρο θα έπρεπε να είναι η αποφυγή της βαριάς νόσησης και της long covid (όπως και επιβεβαιώνεται στη πράξη) και όχι η περιβόητη “ελευθερία” που μπάζει από παντού και θα μπάζει, μέχρι να ελεγχθεί η πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να γίνει κάτι τέτοιο έστω και τώρα, μιας και συζητάμε για διεύρυνση της υποχρεωτικότητας σε νεότερες ηλικίες. Δεν είναι μόνο ζήτημα πειθούς, είναι πρωτίστως ζήτημα ορθολογισμού για να μην έχουμε πάλι εκτοξεύσεις κρουσμάτων με μεγάλο μέρος του πληθυσμού να παραμένει έκθετο στις βαριές νοσηλείες, όντας δηλαδή ανεμβολίαστοι. Εκτός αν παραδεχθούμε κυνικά, πως δεν ενδιαφερόμαστε για αυτούς.

Ιστορικά, το περιβόητο εμβόλιο για τη γρίπη ήρθε το 1940, ωστόσο οι τότε χειρισμοί θα έπρεπε να ήταν μάθημα για το σήμερα, για την εγχώρια πολιτική, αλλά και εκείνη που ακολουθεί η ΕΕ συνολικά.

Πριν από έναν αιώνα, κατά τη διάρκεια της επιδημίας γρίπης του 1918, οι προσπάθειες ιατρικών ερευνητών να ανακαλύψουν, να δοκιμάσουν και να αναπτύξουν ένα εμβόλιο γρίπης δεν απέφεραν αποτελεσματική θεραπεία και πρόληψη. Το 1918 λοιπόν, οι αρχές έκαναν συστάσεις για τη χρήση του εμβολίου ως επιπρόσθετο όπλο ενάντια στη πανδημία, αλλά όχι ως το μοναδικό.

Σήμερα φυσικά, η πρόοδος της επιστήμης επέτρεψε την κυκλοφορία σκευασμάτων που βγήκαν από το πειραματικό χρονικό τους στάδιο πολύ γρήγορα, ενώ η mRNA τεχνολογία περιόρισε τις παρενέργειες στο ελάχιστο. Οι αρνητές υπήρχαν και υπάρχουν, και εν πολλοίς στους μη εμβολιασμένους ανά τον πλανήτη οφείλονται οι μεταλλάξεις, ωστόσο το πρόβλημα εστιάζεται, όπως είπαμε και παραπάνω, αλλού:

Η πίεση από το κοινό για παράδοση ενός εμβολίου πρέπει να αντιμετωπίζεται με μια προσπάθεια εκπαίδευσής του σχετικά με τα βήματα που απαιτούνται για την ασφαλή και αποτελεσματική διανομή του, και φυσικά με τη δίκαιη διανομή του προς όλα τα κράτη της υφηλίου. Το 1918 υπήρξε μια τέτοια καμπάνια ευαισθητοποίησης, καθώς το εμβόλιο εξ αρχής δεν θεωρήθηκε “μαγική λύση”. Εν έτει 2021, και δε σε κράτη που εργαλειοποιούν την επιστήμη για να γλιτώσουν χρήμα όπως η Ελλάδα, μια τέτοια καμπάνια φάνταζε και φαντάζει περιττή.

Αντί επιλόγου

Στην έκθεση “Plagues and the Paradox of Progress”, ο Thomas J. Bollyky του Georgetown University, υποστηρίζει άλλωστε πως τα εμβόλια δεν αποτελούν τη μόνη λύση και έτσι, δεν πρέπει να αποτελούν και τη μόνη κληρονομιά.

Πανδημίες όπως η χολέρα και ο κίτρινος πυρετός που έπλητταν πόλεις στις ΗΠΑ κάθε 10 ή 15 χρόνια εξαφανίστηκαν αργά, όχι λόγω εμβολιασμού, αλλά μέσω επενδύσεων στις υποδομές και την υγεία.

Όταν ξέσπασε η πανδημία του Covid-19, μερικές χώρες υπέφεραν άσχημα κατά τους πρώτους μήνες εν μέρει επειδή τα συστήματα δημόσιας υγείας τους ήταν πιεσμένα, όπως αναφέρει ο ίδιος στο κείμενό του. Ανάμεσα σε αυτές τις χώρες, και η δική μας.

Ο ΠΟΥ από την άλλη βρισκόταν επίσης σε δύσκολη θέση, γιατί εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από φιλανθρωπικούς οργανισμούς και τον ιδιωτικό τομέα για να καλύψει ένα έλλειμμα χρηματοδότησης που θα έπρεπε να καλύπτεται από τα κράτη – μέλη.

Οι πανδημίες καταφέρνουν να εκθέτουν τα κενά των επενδύσεων σε υποδομές υγείας απαιτώντας από τις κυβερνήσεις να κάνουν σαρωτικές αλλαγές ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν θα επιστρέψουν εκεί από όπου ξεκίνησαν όλα, αναφέρει ο Bollyky, που αποτελεί και ανώτερο συνεργάτη του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων της Ουάσιγκτον.

“Το ερώτημα είναι, θα δούμε τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που έφεραν το τέλος των προηγούμενων πανδημιών;”, αναρωτιέται.

Και στη περίπτωση κρατών όπως η Ελλάδα, η απάντηση είναι ιδιαιτέρως δυσοίωνη.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα