Θα κάνετε τίποτα για τις γυναικοκτονίες;
Διαβάζεται σε 4'Όταν δολοφονείται μια γυναίκα επειδή είναι γυναίκα, όχι μόνο δεν έχουμε καλλιέργεια ηθικού πανικού για την εγκληματικότητα, αλλά μια έμμεση προσπάθεια απάλειψης της κοινωνικής και πολιτικής διάστασης του εγκλήματος.
- 10 Ιανουαρίου 2024 06:30
Η σύγχρονη Δεξιά είναι ταυτισμένη με τον ηθικό πανικό για την εγκληματικότητα. Κάθε έγκλημα που προκαλεί αίσθηση, δίνει την αφορμή στις συντηρητικές δυνάμεις να διεκτραγωδούν την “ανομία”, να ξιφουλκούν εναντίον της σωφρονιστικής επιείκειας (πραγματικής ή κατά φαντασία) και να κραυγάζουν για την αυστηροποίηση του ποινικού πλαισίου. Στην Ελλάδα ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετέτρεψε σε σημαία του την “ασφάλεια” υποσχόμενος την πάταξη του εγκλήματος. Καθώς τα χρόνια περνούν, η υλοποίηση της υπόσχεσης αναβάλλεται για ένα απροσδιόριστο μέλλον.
Για την ακρίβεια, τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη στο πεδίο της εγκληματικότητας συνιστούν ένα τεράστιο φιάσκο: οι αιματηρές συγκρούσεις των μαφιών τείνουν να γίνουν στοιχείο της καθημερινότητας, η οπαδική βία έχει ξεπεράσει κάθε όριο, το έγκλημα των “λευκών κολάρων” είναι ανεξέλεγκτο. Είναι ενδεικτικό ότι ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη αποπέμφθηκε πριν συμπληρώσει εξάμηνο στη θέση του για να αντικατασταθεί από τον Χρυσοχοΐδη ο οποίος με τη σειρά του είχε αποπεμφθεί από την ίδια θέση πριν δύο χρόνια.
Παρά την παταγώδη αποτυχία της αντιεγκληματικής πολιτικής της, η κυβέρνηση με τον νέο Ποινικό Κώδικα επιμένει στο γνωστό τροπάρι της αυστηροποίησης των τιμωριών. Τι και αν η κατάργηση του νόμου Παρασκευόπουλου ουδόλως συνέβαλε στη μείωση του εγκλήματος…
Η εξαίρεση
Ωστόσο, υπάρχει ένα έγκλημα του οποίου η τέλεση δεν προκαλεί την ιερή αγανάκτηση του συντηρητικού μπλοκ. Όταν δολοφονείται μια γυναίκα επειδή είναι γυναίκα, δεν ακούμε ούτε ιερεμιάδες για την ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα ούτε και κραυγές για κρεμάλες στους δολοφόνους. Αντιθέτως, στις γυναικοκτονίες ακούμε είτε χαρακτηρισμούς που ρίχνουν τον δράστη στα μαλακά όπως αυτό το αδιανόητο περί “εγκλήματος πάθους” είτε εξηγήσεις από κυβερνητικούς αξιωματούχους για ποιο λόγο δεν χρειάζεται να αναγνωριστεί θεσμικά η γυναικοκτονία. Όταν δολοφονείται μια γυναίκα επειδή είναι γυναίκα, όχι μόνο δεν έχουμε καλλιέργεια ηθικού πανικού για την εγκληματικότητα, αλλά μια έμμεση προσπάθεια απάλειψης της κοινωνικής και πολιτικής διάστασης του εγκλήματος.
Ακόμα χειρότερο είναι ότι η αστυνομία και η κυβέρνηση δεν κάνουν τίποτε για αντιμετωπιστεί με αυτό το ειδεχθές έγκλημα. Ούτε καν μπαίνουν στο κόπο να πουν ότι θα κάνουν κάτι για να προστατεύσουν τις ζωές των γυναικών.
Μέτρα τώρα
Θα ήταν δημαγωγική ευκολία και λαϊκισμός να ισχυριζόταν κανείς ότι μπορεί να εξαλειφθούν οι γυναικοκτονίες από τη μια μέρα στην άλλη. Μπορούν όμως να ληφθούν άμεσα μέτρα για να περιοριστούν.
Πρώτο και κύριο και κύριο είναι η θεσμική αναγνώριση της γυνακοκτονίας ως εγκλήματος. Η έγκριτη ποινικολόγος Ιωάννα Στεντούμη εξηγεί γιατί πρέπει να συμβεί αυτό: “Ο όρος γυναικοκτονία δεν αναιρεί, ούτε αντιτίθεται στον όρο ανθρωποκτονία. Προκύπτει στο σήμερα ως επιτακτική ανάγκη, σχηματοποιεί και ονοματίζει κάτι που πλέον θα αντιμετωπίζεται ως τέτοιο, από την αστυνομία, τις δικαστικές αρχές, τους ενόρκους, το κοινωνικό σύνολο. Η σωστή αποτύπωση και ο σαφής χαρακτηρισμός του βοηθάει να γίνει ‘ορατό’ το πρόβλημα, να βρεθούν οι αιτίες που το γεννούν και η ιδιαιτερότητά του, ώστε να πάρουμε και τα σωστά μέτρα αντιμετώπισης και εξάλειψής του”. Η Στεντούμη συμπληρώνει: “Φυσικά η ποινική τυποποίηση του αδικήματος δεν είναι αφ’ εαυτής επαρκές εργαλείο για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, τα αίτια της οποίας ανάγονται στις έμφυλες διακρίσεις που διατρέχουν οριζόντια όλο το κοινωνικό σύνολο. Είναι ωστόσο ένα πρώτο βήμα καταπολέμησης του φαινομένου”.
Η στάση της αστυνομίας
Πέρα από την αναγνώριση της γυναικοκτονίας, είναι επείγον να αλλάξει η στάση της αστυνομίας. Οι αστυνομικοί υποτιμούν τη σημασία της βίας κατά των γυναικών, όχι μόνο ως εγκλήματος αυτού καθαυτού, αλλά και ως εφαλτηρίου για τη γυναικοκτονία. Οι γυναίκες που κακοποιούνται, δεν προστατεύονται από την αστυνομία, η οποία συνήθως επεμβαίνει αφού έχει συντελεστεί το αδιανόητο. Η δε καταγγελία της κακοποίησης πολλές φορές οδηγεί στην εκ νέου θυματοποίηση του θύματος, αφού η διαδικασία της προανάκρισης μπορεί να είναι τραυματική.
Αλλά δεν φτάνει η κινητοποίηση της αστυνομίας. Αν δεν υπάρχει ένα ευρύ πανελλαδικό δίκτυο δομών στήριξης και φιλοξενίας, οι γυναίκες δύσκολα θα δραπετεύουν από τα περιβάλλοντας της κακοποίησης στα οποία ευδοκιμούν οι γυναικοκτονίες. Χωρίς πραγματική στήριξη από την Πολιτεία, οι γυναίκες (πόσο μάλλον όταν έχουν παιδιά) δεν μπορούν να χαράξουν μια νέα αυτόνομη και ασφαλή πορεία στη ζωή τους.
Η εμπειρία από άλλες ευρωπαϊκές χώρες δείχνει ότι με την κινητοποίηση της αστυνομίας και την ενίσχυση των κοινωνικών δομών μπορούν να σωθούν ζωές. Αυτά είναι απλά μέτρα, απολύτως ρεαλιστικά και χωρίς ιδιαίτερο κόστος. Μπορούν να ληφθούν εδώ και τώρα. Αρκεί βέβαια να υπάρχει το ενδιαφέρον και η πολιτική βούληση -που τώρα δεν υπάρχουν.