Τι σημαίνει “υπερασπίζομαι τα δικαιώματα” σήμερα;
Διαβάζεται σε 6'Η υπόθεση των δικαιωμάτων, όπως κάθε πολιτική υπόθεση, απαιτεί πρωτίστως προτεραιότητες και ένταση λόγου ανάλογη του περιεχομένου του.
- 27 Μαΐου 2024 06:41
Το 1953, την εποχή της «καχεκτικής δημοκρατίας», όταν το διαβόητο παρασύνταγμα βασίλευε, μια ομάδα σπουδαίων νομικών της φιλελεύθερης-σοσιαλιστικής παράδοσης που δεν ευδοκίμησε στην Ελλάδα λόγω του Εμφυλίου (Αλέξανδρος Σβώλος, Στράτης Σωμερίτης, Αγνή Ρουσοπούλου και άλλοι) ίδρυσαν την Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Την ίδια χρονιά, ο βασιλιάς Παύλος επικυρώνει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του Ανθρώπου, κάτι που μάλλον ερμηνεύει την επιφύλαξη με την οποία οι διαπρεπείς εκείνοι νομικοί αντιμετώπισαν την εισαγωγή της Σύμβασης στην ελληνική έννομη τάξη.
Η Ένωση ήταν από τα πρώτα σωματεία που διέλυσε η χούντα το 1967 ενώ οι πρωταγωνιστές της, και κυρίως ο Φαίδων Βεγλερής, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην περίφημη «Ελληνική υπόθεση» του Συμβουλίου της Ευρώπης που οδήγησε την Ελλάδα των συνταγματαρχών εκτός του οργανισμού το 1969. Το 1974, η Ένωση ιδρύθηκε εκ νέου και έκτοτε, στο μισό αιώνα της Μεταπολίτευσης, διάγει τον δεύτερο και μακρότερο βίο της. Αν στον πρώτο βίο της Ένωσης – τον μετεμφυλιακό– ένα τέτοιο σωματείο ήταν παρόν για τα αυτονόητα ενός φιλελεύθερου-δημοκρατικού πολιτεύματος που ήταν αποτελούσαν δομικά ζητούμενα (καθώς κράτος δικαίου στην Ελλάδα δεν υπήρχε), ο δεύτερος βίος της Ένωσης συμπίπτει χρονικά με την περίοδο που δημοκρατία και κράτος δικαίου στην Ελλάδα υπάρχουν όχι μόνο κατ’ όνομα.
Με το Σύνταγμα του 1975, η Ελλάδα επέστρεψε στην οικογένεια των «πολιτισμένων Ευρωπαϊκών εθνών».
Πώς τα πάει όμως στις μέρες μας, όπου «η δημοκρατία δεν φαίνεται να είναι η φυσική κατάληξη της ιστορίας» (Μαζάουερ), η καλή αυτή οικογένεια με τα δικαιώματα των ανθρώπων; Και τι γίνεται στα του οίκου μας;
Νομίζω ότι η συνδρομή μιας σειράς από συγκυρίες μακράς διάρκειας έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου αυτά που κάποτε θεωρούσαμε κεκτημένα είναι πλέον ζητούμενα. Οι λόγοι διάβρωσης αυτού του δικαιοπολιτικού κεκτημένου εγγυήσεων είναι οι εξής:
Πρώτον, ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας μετά την 11η Σεπτεμβρίου που έχει τινάξει τις φιλελεύθερης εγγυήσεις του ποινικού δικαίου στον αέρα. Πλέον, το να ανατινάζεις ένα οικοδομικό τετράγωνο για να καταδιώξεις έναν τρομοκράτη είναι πολύ πιο ανεκτό από όσο ήταν πριν 25 χρόνια. Αυτή η νόσος που σαρκαστικά ονομάζω «ισραηλίτιδα» αφορά όλο τον κόσμο πλέον ενώ η ξεδιάντροπη ανοχή ως και συνέργεια με τις σφαγές που διαπράττει το Ισραήλ στη Γάζα είναι στίγμα ανεξίτηλο.
Δεύτερον, η διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού σε όλον τον αναπτυγμένο κόσμο έχει θέσει εκ ποδών το κεκτημένο της Συνθήκης της Γενεύης αλλά και των πολιτικών ένταξης των μετακινούμενων πληθυσμών. Λόγω γεωγραφίας, η Ελλάδα είναι στην πλώρη των παραβιάσεων. Το ναυάγιο της Πύλου με τους 600 περίπου νεκρούς πέρσι τέτοιον καιρό είναι το ηθικό ναυάγιο του πολιτισμού μας. Προσφάτως, η ΕΕ παρουσίασε το νέο σύμφωνο μετανάστευσης, ένα τεράστιο δαιδαλώδες νομικό κείμενο που επί της ουσίας δεν ασχολείται με μετανάστευση αλλά με τον έλεγχο της και μόνο. Η λέξη «ένταξη» που κάποτε κυριαρχούσε στα ευρωπαϊκά κείμενα για τη μετανάστευση πλέον σπανίζει.
Τρίτον, η άνοδος της Άκρας Δεξιάς, που οδηγεί τα mainstream πολιτικά κόμματα της Δεξιάς και κεντροδεξιάς, αλλά ακόμα και της κεντροαριστεράς οικογένειας να υιοθετούν τις βασικές παραδοχές της προκειμένου να αποτρέψουν τη διείσδυσή της στο εκλογικό τους ακροατήριο. Αυτή η δυσώδης πρακτική εισάγει την Άκρα Δεξιά από το περιθώριο στο σαλόνι των ευρωπαϊκών θεσμών. Ογδόντα χρόνια μετά το τέλος του ναζισμού, η ακτινοβολία του αντιφασιστικού συμβολαίου που τυπικά ή ατύπως συνομολογήθηκε την επαύριον του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τρεμοσβήνει. Η μνήμη νερουλιάζει. Ο φασισμός, όχι ως πολιτικός εξωγήινος, αλλά ως οικογενειακό δηλητήριο, καραδοκεί. Πλέον οι δημοκρατίες δεν εκτρέπονται με πραξικοπήματα, αλλά παρεκτρέπονται τόσο συστηματικά ώστε η εξοικείωση με αυτές τις πρακτικές έρχεται αργά και ασυναίσθητα.
Σε αυτή τη ζοφερή συγκυρία, βλέπω τους ακόλουθους κινδύνους στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων:
Α. Την εξοικείωση με το κακό που οδηγεί στην ηθική του ανοχή ή και δικαιολόγηση. Αυτό παθαίνει κανείς όταν αντιμετωπίζει με συγκατάβαση την αναγκαιότητα πρακτικών συστηματικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Να καταπολεμηθεί η τρομοκρατία», «να αποτραπεί η μετανάστευση», να «προστατευθεί η εθνική ασφάλεια» και άλλοι (πιθανώς συζητήσιμοι) στόχοι επιστρατεύονται συστηματικά πλέον ώστε να εθιστούμε τις παραβιάσεις. Αλήθεια, θα μας φαινόταν κανονικό το 1975, μόλις είχαν κλείσει τα ξερονήσια ως τόποι εξορίας, να βάζουμε μετανάστες σε «κλειστές δομές» στους ίδιους τόπους που είχαμε κάποτε τους κομμουνιστές;
Β. Ο δεύτερος κίνδυνος είναι ο ακριβώς αντίθετος του πρώτου: επειδή όντως τα πράγματα δεν πάνε καλά και οι αφορμές για διαμαρτυρίες είναι πολλές, να ολισθήσουμε στην κατάσταση μιας διαρκούς καταγγελίας, της οποίας η ένταση είναι διαρκώς υψηλή. Τόσο μονίμως υψηλή που δεν κάνει διακρίσεις. Έτσι την πατάμε όπως ο «ψεύτης βοσκός». Δίνοντας διαρκείς συναγερμούς, τελικά όταν έρχεται μια οριακή στιγμή που όντως πρέπει το αλάρμ να χτυπήσει, πλέον ουδείς μας ακούει. Έτσι και οι αληθινοί μας ισχυρισμοί δεν πιστεύονται ενώ ένας βερμπαλισμός γεμάτος υπερβολές είναι και πραγματολογικά λάθος. Ακούγαμε διαρκώς στα χρόνια της κρίσης τέτοιους βερμπαλισμούς περί χούντας και άλλα συναφή, τα οποία, πέραν του κακού που δημιουργούν στη δημόσια σφαίρα, απλώς δεν ισχύουν.
Για τον λόγο αυτόν, η υπόθεση των δικαιωμάτων, όπως κάθε πολιτική υπόθεση, απαιτεί πρωτίστως προτεραιότητες και ένταση λόγου ανάλογη του περιεχομένου του. Η μόνιμη φωνασκία από τους «συνήθεις υπόπτους» δεν βοηθά, αλλά υποβαθμίζει την αξιοπιστία του χώρου μας.
Ειδικά για την Ελλάδα, η συσσώρευση των διαδοχικών κρίσεων (οικονομική, υγειονομική, γεωπολιτική, ενεργειακή) έχει οδηγήσει και σε μια κρίση αξιοπιστίας των θεσμών. Οικείο αυτό. Προσοχή: οι θεσμοί άντεξαν μεν στην ελληνική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας ωστόσο δεν βγήκαν άφθαρτοι. Η δυσπιστία απέναντί τους έχει ως αποτέλεσμα οι κυβερνήσεις –κατεξοχήν η σημερινή– να λειτουργούν με μια πρωτοφανή αλαζονεία χωρίς καμία αίσθηση (αυτό)περιορισμού και χωρίς θεσμικά αντίβαρα τα οποία ατροφούν. Στους πολίτες, από τη δική τους πλευρά ενισχύεται η ούτως ή άλλως ισχυρή πεποίθηση, ότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων προφανώς εντείνει αυτήν την πεποίθηση, κυρίως στους πιο ματαιωμένους.
Έτσι, οι προσπάθειες συγκάλυψης των κακών κειμένων αφήνει τη συνωμοσιολογία να οργιάζει ενώ η ατιμωρησία των ισχυρών τροφοδοτεί ένα ποινικό λαϊκισμό που οδηγεί σε ανθρωποφαγία.
Όλα αυτά ονομάζονται εκφασισμός. Γι’ αυτό να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά.
Το «Keep your eyes open» είναι σύνθημα της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (FIDH) στην οποία ανήκει η Ελληνική Ένωση. Από το 2003 ως το 2011, ο συγγραφέας υπήρξε πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το 2016 ως το 2019 εκλέχθηκε Πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το διεθνές δίκτυο στο οποίο ανήκει η Ένωση. Το κείμενο είναι η εισήγηση στο συνέδριο της Ένωσης «Τα δικαιώματα σήμερα: τα κενά & οι προκλήσεις στην προστασία τους» που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την 25η Μαΐου 2024.