Το μεγάλο διακύβευμα
Η επιπόλαιη αντίληψη ότι "η Τουρκία φωνάζει αλλά δεν το εννοεί" και οι τρεις λόγοι που ενισχύουν την αντίθετη άποψη, την ώρα που η χώρα φαίνεται να πηγαίνει σε εκλογές το φθινόπωρο.
- 24 Ιουνίου 2022 06:41
Κατά πάσα πιθανότητα οι εκλογές θα γίνουν το ερχόμενο φθινόπωρο, επειδή η κυβέρνηση κρίνει ότι τότε μεγιστοποιείται το όφελος της οικονομίας από μια καλή τουριστική περίοδο ενώ παραμένει ακόμα μικρό το πολιτικό κόστος από τις επερχόμενες δοκιμασίες του χειμώνα – με πρώτη την εξάπλωση της ακρίβειας και τις ενδεχόμενες κοινωνικές εκρήξεις που ήδη έχουν αρχίσει να εμφανίζονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η πολιτική αντιπαράθεση των κομμάτων θα είναι πολωτική και θα γίνει ακόμα περισσότερο τέτοια αν οι πρώτες εκλογές δεν οδηγήσουν σε βιώσιμη κυβέρνηση αλλά χρειαστεί να πάμε σε επαναληπτικές με πιο ενισχυμένο εκλογικό σύστημα. Και όπως συμβαίνει συνήθως, σε πολωτικές καταστάσεις κυριαρχούν τα ελάσσονα και πιο τετριμμένα θέματα στα οποία εύκολα ο κάθε μικρός και μεγάλος κομματικός παράγοντας μπορεί να διατυπώνει ψευτο-θεωρίες και να επινοεί στρατηγικές της πλάκας.
Τα πιο σημαντικά ζητήματα που θα επηρεάσουν την χώρα στον μακρύ χρόνο μπαίνουν στο περιθώριο, γιατί απαιτούν πιο συγκροτημένες αναλύσεις που θα ακούγονται αταίριαστες με το καταγγελτικό πανδαιμόνιο, αλλά και πιο νηφάλιες ακόμη και συναινετικές προσεγγίσεις που είναι ακατάλληλες για το προεκλογικό ξεσάλωμα.
Σε άλλες περιόδους ένα τέτοιο τοξικό κλίμα θα ήταν μεν ζημιογόνο για την αποτελεσματικότητα του πολιτικού συστήματος και ίσως τροφοδοτούσε τους θεσμούς με ισχυρές δόσεις εμπάθειας και ρεβανσισμού, αλλά δεν θα δημιουργούσε περαιτέρω απειλές εις βάρος της χώρας. Κάτι τέτοιο όμως σήμερα δεν ισχύει, διότι έχει εισβάλει στην πολιτική και κοινωνική μας ζωή ο παράγοντας της τουρκικής απειλής με μία ένταση πρωτοφανή και επαναλαμβανόμενη. Βεβαίως και στο παρελθόν υπήρξαν περίοδοι όξυνσης και απειλών, αλλά είτε σύντομα ξεφούσκωναν είτε έβρισκαν αντιστάσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας και αποσύρονταν από την άμεση προτεραιότητα της εκάστοτε κυβέρνησης. Έτσι διαμορφώθηκε σταδιακά και στην Ελλάδα μια επιπόλαιη αντίληψη ότι «η Τουρκία φωνάζει αλλά δεν το εννοεί» και κατά συνέπεια δεν χρειάζεται να ξεσηκωνόμαστε για κάτι που θα υποχωρήσει μόνο του.
Όμως πιστεύω ότι τους τελευταίους μήνες έχουν σημειωθεί ουσιώδεις μετατοπίσεις στην δομή, την σοβαρότητα και την ισχύ των τουρκικών απειλών εναντίον της Ελλάδας. Ενδεικτικά θα αναφέρω τρεις λόγους που ενισχύουν αυτή την άποψη και δείχνουν την εκ βάθρων αλλαγή παιγνίου που έχει συντελεστεί:
Πρώτη ένδειξη είναι το ασίγαστο των απειλών σε όλα τα μέτωπα (από τα νησιά και τις γεωτρήσεις έως την Κύπρο), σε συνδυασμό με μία ακατάσχετη χυδαιότητα με την οποία εκφέρονται – κάθε μέρα και πιο προσβλητική. Δεν έχουμε δηλαδή να κάνουμε απλώς με μία διπλωματική κινητικότητα της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας, αλλά με μία οργανωμένη ανάφλεξη των ενστίκτων μίσους των πιο καθυστερημένων τμημάτων της Τουρκικής κοινωνίας. Ένα μίσος που καλλιεργείται τόσο φανατικά, κάποια στιγμή θερίζεται, γίνεται ανεξέλεγκτο και επιβάλει κινήσεις σύμφωνα με όσα του είχαν ενσταλάξει προηγουμένως. Ιστορικά, το έχουμε δει αυτό στην Μικρασιατική καταστροφή, στο πογκρόμ της Πόλης και στην εισβολή στην Κύπρο.
Δεύτερη πηγή ανησυχίας είναι ότι η ρητορική της αρπαγής παράγεται και αναπαράγεται σε όλο το πολιτικό φάσμα της Τουρκίας. Δεν υπάρχουν πλέον φιλοπόλεμοι και ειρηνιστές, ούτε διαμάχη μεταξύ της όξυνσης και μιας στρατηγικής ευρωπαϊκής συμμόρφωσης όπως πριν από 20 χρόνια όταν είχε εμφανιστεί ο Ερντογάν. Τώρα όλοι πλειοδοτούν εναντίον της Ελλάδας και διαγκωνίζονται για το ποιος θα προσφέρει την ευκαιρία μεγαλύτερης λεηλασίας στον λαό. Ακόμα και αν η ρητορική αυτή υποτεθεί ότι είναι πολιτική εσωτερικής κατανάλωσης και μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποσυρθεί, διαμορφώνει ένα συμπαγές στρώμα διεκδίκησης το οποίο όσο περνά ο καιρός γίνεται πιο σκληρό και όχι ηπιότερο. Με την σειρά του θα επηρεάσει και θα διαμορφώσει τις πολιτικές κατευθύνσεις για την επόμενη περίοδο, εγκλωβίζοντας την στρατηγική της Τουρκίας σε μια έμμονη επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας.
Τρίτη και καθοριστική διαδικασία της τουρκικής επιβουλής είναι η μακροχρόνια υπεροχή της Τουρκίας στο δημογραφικό, σε αντίθεση με την Ελλάδα που παρακμάζει δημογραφικά. Το 2050 ο ελληνικός πληθυσμός θα έχει συρρικνωθεί σημαντικά και επιπλέον θα κυριαρχούν οι ηλικιωμένοι, ενώ ο τουρκικός πληθυσμός θα συνεχίσει να αυξάνεται ραγδαία και θα κυριαρχούν οι νεότεροι. Μεγάλος πληθυσμός σημαίνει μεγάλη αγορά, ξένες επενδύσεις, μεγάλη επιρροή σε διεθνείς αποφάσεις και οργανισμούς (όπως το ΝΑΤΟ), κλπ. Αυτά τα δεδομένα είναι τόσο φανερά που η μελλοντική τους σημασία προεξοφλείται από σήμερα – και για αυτό βλέπουμε όλη αυτή την μεροληπτική στάση του ΝΑΤΟ και άλλων χωρών υπέρ της Τουρκίας. Στο μέλλον που οι δημογραφική δυναμική θα γίνει εντονότερη, οι συμπεριφορές αυτές θα ενταθούν.
Προφανώς για να τα βγάλει πέρα η Ελλάδα απέναντι στις σημερινές απειλές και την διαρκή στρατηγική τουρκικής επιθετικότητας χρειάζεται μέτρα βραχυχρόνιου και μακροχρόνιου χαρακτήρα. Η ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας είναι μία βασική παράμετρος για την αξιόπιστη ικανότητα αντίδρασης της χώρας μας σε μια τουρκική επίθεση. Η διαρκής προσπάθεια διάδοσης του προβλήματος σε διεθνείς οργανισμούς και η σύναψη συμμαχιών είναι μια άλλη.
Μία άλλη εξίσου θεμελιώδης αλλά δυστυχώς πιο αργόσυρτη προϋπόθεση είναι η μακροχρόνια αύξηση του πληθυσμού με ένα συνδυασμό δημογραφικής τόνωσης, ομαλής ένταξης μεταναστών και κινήτρων παλιννόστησης όσων έφυγαν με την κρίση. Όμως για να είναι αποτελεσματικές, πρέπει και οι τρεις αυτές πολιτικές να μένουν αναλλοίωτες από εναλλαγές κυβερνήσεων ή ακόμα και υπουργών, πράγμα καθόλου αυτονόητο για τα πολωτικά ελληνικά δεδομένα! Και όμως αυτό είναι το μεγάλο διακύβευμα που θα έπρεπε να μας απασχολεί πέραν παντός άλλου.
Η τύχη που θα έχει το διακύβευμα την κρίσιμη περίοδο που διανύουμε θα καθοριστεί από την στάση που θα κρατήσουν τα κόμματα για τις απειλές της Τουρκίας στην διάρκεια των επικείμενων εκλογών. Επιβάλλεται η γραμμή για τα εθνικά θέματα να είναι συναινετική, βιώσιμη και απρόσβλητη από την πόλωση που αναμένεται να κυριαρχήσει. Εάν μάλιστα τα πράγματα τεθούν εκτός ελέγχου και υπάρξει σύγκρουση επί του πεδίου, τότε απαιτείται μια πανεθνική κινητοποίηση για να αντιμετωπίσει την Τουρκία σε ανάλογο επίπεδο.
Τότε μάλιστα θα χρειαστεί η συναίνεση να πάρει την μορφή ενός μεγάλου συνασπισμού των τριών σημαντικότερων κομμάτων – ενδεχομένως για σημαντικό χρονικό διάστημα. Προφανώς η συγκατοίκηση αντίπαλων κομμάτων θα προκαλέσει τριβές και στρεβλώσεις στην εσωτερική λειτουργία του πολιτικού συστήματος, αλλά είναι ο μόνος τρόπος να προστατευτεί η εξωτερική ασφάλεια και ακεραιότητα του κράτους. Και αυτό είναι υπεράνω όλων των υπόλοιπων ζητημάτων για τα οποία μετά θα έχουμε άφθονο χρόνο να συζητάμε και να διαφωνούμε.
ΥΓ. Με το σημερινό άρθρο κλείνει ο κύκλος εβδομαδιαίας συνεργασίας μου με το NEWS 24/7 που ξεκίνησε από τον Απρίλιο 2021 και συνεχίστηκε ανελλιπώς μέχρι σήμερα. Με την ευκαιρία αυτή, θέλω να ευχαριστήσω τους αναγνώστες και όσους συνεργάστηκαν για την καλύτερη παρουσίαση των άρθρων.