Το προβληματικό “Ουκρανόμετρο” των καιρών μας
Διαβάζεται σε 7'Ο ρόλος και οι ιστορικές ευθύνες της Ευρώπης στην έκβαση του πολέμου, μα ακόμα περισσότερο σε όσα θα ακολουθήσουν μετά τον τερματισμό του.
- 07 Σεπτεμβρίου 2024 07:26
Πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Ευρώπη είχε ένα μεγάλο πρόβλημα: τη Ρωσία. Όταν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Ευρώπη θα έχει κι ένα δεύτερο πρόβλημα: την Ουκρανία και λοιπές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Και τούτο διότι υπάρχει ένα εγγενώς άλυτο πρόβλημα σε όλους τους πολέμους. Μια αντίφαση: από τη μία, θέλουμε να σταματήσουν για να μη σκοτώνονται οι άνθρωποι και από την άλλη, δεν θέλουμε να νικήσει αυτός που έχει άδικο. Όταν αυτά δεν πάνε μαζί, κι αυτό συμβαίνει συχνά, έχουμε θέμα.
ΤΟ ΡΩΣΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Μετά τα φοβερά εκείνα Χριστούγεννα του 1991, για πρώτη φορά στο Κρεμλίνο κυμάτισε η Ρωσική σημαία αντί της σοβιετικής. Έκτοτε, όλες οι διάδοχες της ΕΣΣΔ χώρες, με πρώτη και καλύτερη τη Ρωσία – το όνομα της οποίας είχε γίνει συνώνυμο του σοβιετικού κόσμου – διάγουν στην τελευταία δεκαετία του εικοστού βίο ταπεινωμένο. Όχι απλώς ταπεινό. Ευτελισμός των πάντων, διαφθορά, φτώχεια μέχρι πείνας και ένα αίσθημα καθολικής απαξίωσης. Η Ρωσία αντιμετωπίζεται ως μια Ευρώπη που δεν είναι Ευρώπη και αυτό την στιγματίζει ανεξίτηλα.
Αυτό όμως συνέβη με όλες τις διάδοχες δημοκρατίες της ΕΣΣΔ. Ωστόσο, μόνο η Ρωσία ανέπτυξε αυτόν τον επιθετικό μεγαλοϊδεατισμό, έναν ακατέργαστο εθνικισμό στη φαρέτρα του οποίου από τις αρχές του 21ου αιώνα βρίσκεται ο πόλεμος ως η κατεξοχήν συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Αυτό το γράφω διότι στα καθ’ημάς ενδημεί – αριστερά κυρίως αλλά και δεξιά – η παραπλανητική άποψη ότι για όλα τα ρωσικά δεινά ευθύνονται οι δυτικοί που άφησαν τους Ρώσους εκτός μεταψυχροπολεμικού σχεδιασμού. Ποτέ, μα ποτέ και πουθενά, δεν φταίνε μόνο οι ξένοι.
Η πεμπτουσία του ρωσικού προβλήματος είναι ότι από τις αρχές του 21ου αιώνα και την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία, το διαλυμένο κράτος άρχισε να συμμαζεύεται, μια νέα ολιγαρχία αναρριχήθηκε στην εξουσία, η Ρωσία σταθεροποιήθηκε στο δρόμο της απολυταρχίας και ανέκτησε τμήμα του ιστορικού της κύρους. Την εικόνα του παραπαίοντος Γιέλτσιν αντικαθιστά αυτή του ακατάβλητου Πούτιν, «προσώπου της χρονιάς» για το 2007 για το περιοδικό Time και νούμερο 1 της λίστας του περιοδικού Forbes με τα «ισχυρότερα πρόσωπα του κόσμου» από το 2013 ως το 2016.
Την ίδια στιγμή, παρατηρούνται δύο αντίρροπες τάσεις στη Δύση: η Ευρώπη, ολοένα και περισσότερο εμπεδώνει την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία, την ίδια στιγμή που μια νέα ρωσοφοβία πατώντας στα ιστορικά κληρονομημένα στερεότυπα από τον 19ο (η ρωσική αρκούδα) και κυρίως τον 20ο αιώνα (η κομμουνιστική Ρωσία) εδραιώνεται στα φιλελεύθερα περιβάλλοντα της Δύσης και φυσικά της Ανατολικής Ευρώπης. Πρόκειται για ένα σπιράλ αρνητικού αθροίσματος.
Η πρόσληψη της Ρωσίας ως προβλήματος την ίδια στιγμή που κυνικά η ΕΕ συνομιλεί μαζί της για αέριο και πετρέλαιο με φόντο δισεκατομμύρια δολάρια παροξύνουν το πρόβλημα. Η Ρωσία πλέον νιώθει ακόμη ισχυρότερη και εκτός ελέγχου. Κάπως έτσι, μετά από αρκετές προειδοποιητικές βολές, φτάσαμε στο Φλεβάρη του 2022.
ΤΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Ευθύς αμέσως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ΕΕ έδειξε μια άνευ προηγουμένου συμπαράσταση στην δοκιμαζόμενη χώρα. Από την άλλη, κάποιοι δεν κάνουν λόγο για επιθετικό πόλεμο Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας αλλά για πόλεμο δι’ αντιπροσώπων (proxy war) μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ. Η άποψη αυτή είναι ωστόσο λάθος καθώς ξεχνά ότι το καίριο γεγονός εδώ δεν είναι τι έκανε το ΝΑΤΟ πριν το Φλεβάρη 2022 αλλά ότι η Ρωσία του Πούτιν εισέβαλλε στην Ουκρανία. Αυτό ερμηνεύεται, αλλά δεν συγχωρείται: είναι αυτοτελές και μη συμψηφίσιμο μέγεθος. Το ίδιο αυτοτελές, παρά το ότι έχει να προσάψει κανείς στην ηγεσία της, είναι ότι η Ουκρανία αμύνεται. Εξάλλου, και τη Γερμανία την είχαν απομονώσει ταπεινωτικά οι Σύμμαχοι με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών στο Μεσοπόλεμο αλλά κανείς δεν τη δικαιώνει για το Τρίτο Ράιχ.
Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη μιλάει για «πόλεμο» και εννοεί αποκλειστικά τον πόλεμο στην Ουκρανία χωρίς να νιώθει καν την ανάγκη να το εξειδικεύσει. Και τούτο όχι επειδή δεν υπάρχουν άλλοι πόλεμοι στον κόσμο αλλά επειδή η ΕΕ απλώς λογοκρίνει όποιον μιλάει για εκείνους. Μετά το πόλεμο που εξαπέλυσε το Ισραήλ στη Γάζα και τους 40 χιλιάδες νεκρούς, τα 2/3 των οποίων άμαχοι, η ευρωπαϊκή διγλωσσία καταντά αισχρότητα. Ο μεν πόλεμος στη Γάζα είναι σαν να μην υπάρχει, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία μονοπωλεί το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον. Κάτι αντίστροφο ισχύει σε άλλα περιβάλλοντα στον Τρίτο κόσμο και στα ευρωπαϊκά που ενδημεί ο αντιαμερικανισμός: κάποιοι οδύρονται για τη Γάζα, αλλά αδιαφορούν για την Ουκρανία. Και αυτό όμως είναι αξιακά απαράδεκτο.
Επανέρχομαι: η ΕΕ λέει στην Ουκρανία: θα σας βοηθήσουμε με όποιον τρόπο μπορούμε. Θα διαθέσουμε τα όπλα μας για να αμυνθείτε. Απ’ όλους τους πρόσφυγες του κόσμου μόνο εσάς θα δεχθούμε. Τους υπόλοιπους, στις Μόριες της Μεσογείου. Διότι σεις είστε αδέλφια μας. Ξανθοί και χριστιανοί, «πολιτισμένο έθνος. Έχετε σε όλα δίκιο, η Ρωσία είναι το απόλυτο κακό, ο Πούτιν εγκληματίας και ο ρωσικός λαός ευθύνεται. Έτσι φτιάχνεται εσχάτως ένα νοσηρό «ουκρανόμετρο». Καθωσπρέπει δυτικός είναι όποιος πλειοδοτεί σε φιλοουκρανικές –και συνεπώς αντιρωσικές– κορώνες. Οι υπόλοιποι, όχι τίποτε ψεκασμένοι φιλορώσοι τύπου Βελόπουλου, αλλά ακόμη κι όσοι τολμούν να αρθρώσουν ένα μετρημένο κριτικό λόγο στον κυρίαρχο, τοποθετούνται εκτός συζήτησης.
Στο Κίεβο τ’ ακούνε αυτά και προσπαθούν με κάθε τρόπο να εκμαιεύσουν όσο γίνεται πιο ενεργή εμπλοκή της Δύσης στον πόλεμο με τρόπο απεγνωσμένο, άλλοι θα τον πούνε τυχοδιωκτικό. Κάπως έτσι ξεκίνησε η επίθεση του ουκρανικού στρατού στο ρωσικό έδαφος. Οι Ουκρανοί παλεύουν έτσι για μεγαλύτερη βοήθεια κι έτσι, με τον τρόπο τους, απαντούν στους δυτικούς: Εσείς μας στηρίξατε, χωρίς εσάς δεν θα μπορούσαμε να αμυνθούμε, με σας θα επιτεθούμε όμως και θέλουμε κι άλλα. Κάπως έτσι βυθιζόμαστε περισσότερο στον όλεθρο του πολέμου.
Από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, το κλίμα που επικρατεί στην Ευρώπη είναι η ταύτιση τη πουτινικής Ρωσίας με τη ναζιστική Γερμανία. Και φυσικά απέναντι στη Γερμανία των Ναζί όλοι έχουν να θυμούνται την ένδοξη στάση του Τσόρτσιλ και όχι τη ταπεινωτικά συμβιβαστική του Τσάμπερλεν. Απ’ την άλλη όμως, παγκόσμιο πόλεμο εναντίον της Ρωσίας κανείς σώφρων άνθρωπος δε θέλει.
Κάπως έτσι, θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Ούτε η Ρωσία μπορεί να σβήσει από το χάρτη την ύπαρξη ουκρανικού κράτους που ανταποκρίνεται στο –ανύπαρκτο για εκείνην– ουκρανικό έθνος ούτε η Ουκρανία μπορεί να ανακτήσει το σύνολο των εδαφών που τελούν υπό καθεστώς ρωσικής κυριαρχίας είτε από την έναρξη του πολέμου είτε από παλιότερα. Αυτά είναι κοινός τόπος πλέον στη διεθνή διπλωματία.
Τούτο σημαίνει μια λέξη απλή από καταβολής διεθνών σχέσεων: διαπραγματεύσεις και συμβιβασμός. Έτσι καταλήγουν οι διενέξεις χωρίς πανηγυρικά νικητές ή ηττημένους. Αυτό το ξέρουν καλά και το ψιθυρίζουν ήδη κάτω από το τραπέζι οι υψηλά ιστάμενοι της ευρωπαϊκής διπλωματίας. Διστάζουν όμως να το φωνάξουν.
Αλλά οι Ουκρανοί αλλιώς μάθανε τα τελευταία χρόνια και δεν θα μπορέσουν εύκολα να το χωνέψουν. Το ίδιο και οι Πολωνοί, οι Βαλτικοί και άλλοι κεντροευρωπαίοι που δεν αντέχουν τη Ρωσία. Θα το εκλάβουν ως προδοσία της Δύσης. Και κάπως έτσι, ταπεινωμένοι και διαψευσμένοι από τον διπλωματικό κυνισμό, θα μετατραπούν από θύμα το οποίο έμαθε να αξιώνει αλληλεγγύη σε έναν ακόμη ταπεινωμένο διεθνή παράγοντα που θα ξερνά για πολλές δεκαετίες ακόμη το εθνικιστικό πύον της ματαίωσης.
Η Ευρώπη θα έχει ιστορικές ευθύνες γι’ αυτό.