Το σφάλμα των Χριστουγέννων
Διαβάζεται σε 5'“Θεέ μου φύλαγε εμένα και τους δικούς μου”. Υπάρχει άλλωστε κάτι πιο εγωιστικό από αυτό;
- 23 Δεκεμβρίου 2024 18:04
“Αν το μόνο πράγμα που κρατάει έναν άνθρωπο να παραμένει “κόσμιος” είναι η προσδοκία του για μια μετά θάνατον ανταμοιβή, τότε αυτός ο άνθρωπος είναι απλώς σκατά”. Τέτοιες μέρες μου έρχεται στο νου η ατάκα του Ράστιν Κόουλ στην πρώτη – θεσπέσια – σεζόν του True Detective.
“Η καλοσύνη πρέπει να προέρχεται από την καρδιά, όχι από την επιθυμία κάποιου είδους “βραβείου” στη μετά θάνατον ζωή, ή από τον “φόβο” του αιώνιου πόνου μετά τον θάνατο”, για να αποδοθεί διαφορετικά η παραπάνω ατάκα.
Αυτές τις μέρες πολλοί προσπαθούμε να δείξουμε λίγη παραπάνω “ανθρωπιά” προς τους “αόρατους” συνανθρώπους μας “λόγω των ημερών”. Η όλη διαδικασία μου θυμίζει τις παγκόσμιες ημέρες που “ενεργοποιούν” την δράση προς έναν καλό σκοπό, λόγω μιας επετείου. Και στη συνέχεια, το όποιο πρόβλημα ξεχνιέται, διαιωνίζεται, οι άποροι παραμένουν άποροι, οι “αόρατοι” παραμένουν στις σκιές τους, η συντριπτική πλειοψηφία εκεί έξω κάνει σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Η αλήθεια είναι πως όλοι φοβόμαστε το άγνωστο. Μόνο η συνειδητοποίησή του μπορεί να ελευθερώσει πραγματικά την αληθινή δύναμη της αλληλεγγύης. Ως αγνωστικιστής δεν πιστεύω στο επέκεινα με τη δογματική θεολογική προσέγγισή του, πιστεύω όμως στο συνολικό αποτύπωμα που αφήνει κανείς εν ζωή, το οποίο επιστρέφει ως κάποιου είδους ενέργεια στους δικούς του ανθρώπους.
Αυτές τις μέρες των εορτών, κάποιοι δεν γιορτάζουν. Άστεγοι, τοξικοεξαρτημένοι, νοσηλευόμενοι, μοναχικοί πάσας ηλικίας. Αυτές τις μέρες των εορτών, κάποιοι άλλοι προσεύχονται πρώτα για τον εαυτό τους και ύστερα για οποιονδήποτε άλλον. Και πολλοί συνεχίζουν να πηγαίνουν στην κυριακάτικη λειτουργία με σκοπό “τη ζωή μετά”, την ώρα που η ζωή στο “τώρα” μπορεί να χαρακτηρίζεται από προσωπική ματαιοδοξία, τοξικότητα και ωφελιμισμό.
Αυτά στηλιτεύει ο Rust στο True Detective, αλλά και τόσοι άλλοι συγγραφείς ανά την ιστορία.
Από την άλλη, μέσα στις γιορτές κάποιοι χάνουν αγαπημένους ανθρώπους (όπως συνέβη και για εμένα, ένα χρόνο πριν) και δείχνουν το μεγαλύτερο μεγαλείο ψυχής καλώντας στην κηδεία των δικών τους, άστεγους πωλητές της Σχεδίας, αντί να ζητήσουν στέφανα. Άλλοι βγαίνουν στους δρόμους και μοιράζουν φαγητό στις σκοτεινές γωνιές της πόλης, χωρίς να το διαφημίζουν, κάθε βδομάδα, όλους της μήνες της χρονιάς.
Το κάνουν για την “ψυχούλα τους;”.
Ναι, το κάνουν. Όλοι για αυτό το κάνουμε. Είναι διαφορετικό όμως να προσδοκάς τη “δικαίωση” σε μια μεταφυσική πραγματικότητα κλεισμένος – με επετειακές εξαιρέσεις – στον μικρόκοσμό σου, και άλλο να πράττεις καθημερινά με γνώμονα το να βοηθάς όπως και με ό,τι μπορείς. Στην πρώτη περίπτωση το κίνητρο είναι ιδιοτελές και πεπερασμένο. Στη δεύτερη, υπάρχει διάρκεια και προσήλωση. Και εν τέλει, υπάρχει αληθινή λύτρωση και για τα δύο μέρη. Για εκείνον που προσφέρει και για εκείνον που δέχεται, που δεν είναι τίποτα παραπάνω από τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Γιατί για κάποιον που δεν πιστεύει σε δεδομένους θεούς και δαιμόνια, για κάποιον που πιστεύει πως ο θεός και ο διάολος είναι μέσα μας και πουθενά αλλού, πως δεν υπάρχει τίποτε σίγουρο και γνωστό μετά τον θάνατο, το να βρίσκει κανείς νόημα μέσα από την αλληλεγγύη είναι ό,τι πιο υπερβατικά μεταφυσικό μπορεί να του συμβεί.
Είναι η σύνδεση με τον πόνο του άλλου, η γείωση στην αλήθεια και η συνειδητοποίηση πως όλοι είμαστε ίδιοι, πως απλώς από συγκυριακούς λόγους δεν είμαστε (ακόμη) στη θέση του άλλου.
Αυτές τις μέρες επίσης, πολλοί μιλάνε για το Μεγαλείο του Χριστού. Για τον “φόβο Θεού” και τις διδαχές που ενώνουν το γίγνεσθαι με την μεγάλη Κρίση. Καλά όλα αυτά, αλλά υπάρχουν και οι ιερείς που διδάσκουν την επιτόπια δράση που στέκει απαλλαγμένη από τις μεταφυσικές προσδοκίες, χωρίς φυσικά να απορρίπτουν το θρησκευτικό σκεπτικό που υπηρετούν. Ανάμεσα σε αυτούς είναι άνθρωποι σαν τον Χαράλαμπο Παπαδόπουλο, ή π. Λίβυο, τον π. Αλέξανδρο Καριώτογλου, τον π. Βασίλειο Θερμό, τον π. Φιλόθεο Φάρο. Είναι άνθρωποι που προσωπικά θαυμάζω, γιατί δεν απορρίπτουν το ότι πίστη και επιστήμη μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά, αλλά και γιατί διατυμπανίζουν την ανθρωπιά απέναντι στον νεοσυντηρητισμό που προάγεται από ουκ ολίγους φορείς της επίσημης Εκκλησίας.
“Από την γέννησή μας ως το θάνατό μας έχουμε ανάγκη να αγαπούμε και να μας αγαπούν. Σε όλη μας τη ζωή η υγεία μας και η ευτυχία μας εξαρτώνται από την ικανότητά μας να ικανοποιούμε αυτή την ανάγκη. Βασικό στοιχείο της αγάπης είναι ότι δεν έχει όρους και ανταλλάγματα”, όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξή του ο Φιλόθεος Φάρος. Ή αλλιώς όπως έχει αρθρογραφήσει ο π. Θερμός, “ο Χριστός έγινε άνθρωπος και πέρασε πόνο με θάνατο, όχι για να αφήσει κάποιο ηθικό υπόδειγμα (αν και αυτό είναι όντως ανυπέρβλητο), αλλά για να μάς ενσωματώσει επάνω Του ώστε να νικήσουμε τον θάνατο. Τον έσχατο εχθρό μας. Και όχι μόνο τον φυσικό θάνατο, αλλά και τον ψυχικό. Δηλαδή την απώλεια της ελπίδας μας… Σε διαφορετικές τροχιές ζωής ο καθένας μας, όμως όλοι διψούμε για έλεος, για αγάπη, για ανάσα”.
Είτε πιστεύει κανείς, είτε όχι, τα παραπάνω απαντούν σε όσα αναγράφονται στην αρχή του εν λόγω κειμένου. “Η καλοσύνη πρέπει να προέρχεται από την καρδιά, όχι από την επιθυμία κάποιου είδους “βραβείου” στη μετά θάνατον ζωή, ή από τον “φόβο” του αιώνιου πόνου μετά τον θάνατο”.
Ή αν θέλετε, χωρίς επιθυμία “ατομικής ανά(σ)τασης” στο τώρα, και αναζήτησης νοήματος μέσα από την αλληλεγγύη, δεν μπορεί να υπάρχει αληθινή καλοσύνη παρά μόνο ψευδεπίγραφη, υποκριτική “πίστη” σε κάτι “ανώτερο” που εξυπηρετεί μονάχα προσωποπαγείς “φιλοδοξίες” και τίποτα άλλο.
“Θεέ μου φύλαγε εμένα και τους δικούς μου”. Υπάρχει άλλωστε κάτι πιο εγωιστικό από αυτό;