Οι ταινίες της εβδομάδας: Οι παράλογοι υπερήρωες της νέας “Suicide Squad” και το “Φρανκενστάιν Τζούνιορ” σε επανέκδοση
Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες. Σήμερα ξεχωρίζει μια ευρηματική υπερηρωική περιπέτεια που δε μοιάζει με τις άλλες, και τρεις σημαντικές επανεκδόσεις.
- 19 Αυγούστου 2021 06:58
Οι κινηματογράφοι έχουν ανοίξει και το σινεμά αποτελεί πάλι μια αφορμή εξόδου. Παρουσιάζουμε όλες τις πρεμιέρες της Πέμπτης 19 Αυγούστου.
Οι κριτικές των ταινιών της εβδομάδας:
The Suicide Squad
3/5
(Τζέιμς Γκαν, 2ω12λ)
Ένα μάτσο υπερ-εγκληματίες θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους, υπό τις οδηγίες (παύλα-απειλές) της Αμάντα Γουώλερ (Βάιολα Ντέιβις) για να εισβάλουν σε ένα μυστηριώδες εργαστήριο κάπου στη Νότια Αμερική, για να καταστρέψουν κάτι που φαίνεται να απειλεί όλο τον πλανήτη. Ανάμεσά τους η Χάρλεϊ Κουίν (Μάργκο Ρόμπι), ο Bloodsport (Ίντρις Έλμπα), ο Peacemaker (Τζον Σίνα) κι ο King Shark (η φωνή του Σιλβέστερ Σταλόνε). Απέναντί τους ένας υπερ-εγκέφαλος κι ένας διαστημικός αστερίας. Όχι, αλήθεια.
Λίγο συνέχεια και λίγο επανεκκίνηση της -σχεδόν!- ομώνυμης περιπέτειας του 2016, αλλά σε κάθε περίπτωση κάτι αρκετά διαφορετικό και εφευρετικό ώστε να δικαιολογεί απόλυτα την ύπαρξή του. Το τότε φιλμ του Ντέιβιντ Άγιερ παραμένει ένα από τα χειρότερα μοντέρνα μπλοκμπάστερ, ένα νιχιλιστικό πετσόκομμά σεκάνς και επιτηδευμένα κουλ διαλόγων πάνω στους ρυθμούς της πιο προφανούς συλλογής μουσικών κομματιών της δεκαετίας.
Το νέο φιλμ κρατά βασικά ό,τι ήθελε από εκείνο, χωρίς πολλές-πολλές περιττές επεξηγήσεις: Tην Μάργκο Ρόμπι ως Χάρλεϊ Κουίν, 1-2 ακόμα κεντρικούς χαρακτήρες, την Βάιολα Ντέιβις ως μοχθηρό εγκέφαλο της επιχείρησης, και το ίδιο το κόνσεπτ, σύμφωνα με το οποίο μια ομάδα επικίνδυνων εγκληματιών συμφωνεί να δουλέψει ως υπερηρωική ομάδα για λογαριασμό της κυβέρνησης των ΗΠΑ με αντάλλαγμα τη μειωμένη ποινή τους. Όμως το νέο “Suicide Squad” όχι απλώς παρατά όποιον χαρακτήρα δεν λειτουργούσε στο παλιό, αλλά αλλάζει και ταυτότητα. Νέα δημιουργική φωνή είναι αυτή του Τζέιμς Γκαν, του σκηνοθέτη των πάντα ιδιοσυγκρασιακών και συχνά υπέροχων “Guardians of the Galaxy” της Marvel, με προϋπηρεσία στον κόσμο των φτηνών, σοκαριστικών b-movies.
Οι ευαισθησίες του είναι εμφανείς σε αυτό το περίεργο αντι-υπερηρωικό φιλμ που μοιάζει σε σημεία να είναι αποτέλεσμα ενός παιχνιδιού «θάρρος ή αλήθεια» που απλά ποτέ δεν σταμάτησε. Ο φτηνός αυτός νιχιλισμός όλης της μετα-Μπους περιόδου είναι και πάλι εδώ όμως ο Γκαν νοιάζεται πραγματικά για αρκετούς από τους εντελώς παράδοξους χαρακτήρες του ώστε το εγχείρημα να λειτουργεί – τουλάχιστον σε επιφανειακό επίπεδο. Επιπλέον, η απόπειρά του μοιάζει να λοξοκοιτά όχι τόσο προς την εντελώς κυνική φράξια των υπερηρωικών κόμικς αλλά προς την πιο σπάνια (και καλοδεχούμενη) αναρχική, εκεί όπου καμία ιδέα για υπερδυνάμεις δεν είναι κακή, κανένας κανόνας δεν υπερισχύει της παράνοιας, και τα πάντα τείνουν να απομακρύνονται από τους κανόνες.
Ο Γκαν -ακόμα κι έτσι- υπηρετεί φυσικά μια δραματουργική φόρμα υπερβολικά δοκιμασμένη για να μπορέσει να φτάσει τα ντανταϊστικά επίπεδα του Doom Patrol του Γκραντ Μόρισον, και τελικά η ταινία καταλήγει μια σειρά από δίχως αληθινή ουσία εκπλήξεις. Όμως ακόμα κι αυτό, είναι τελικά κάτι. Γιατί πράγματι, καθόλη τη διάρκεια της διαδρομής δε σταματά να κρύβει εκπλήξεις. Ποτέ δεν είσαι σίγουρος πού θα οδηγηθεί η πλοκή, ή ποιος αντι-ήρωας θα δει επόμενος τα μυαλά του στον αέρα, ή με τι ευρηματικό τρόπο θα ξεκάνει η ταινία τον επόμενο υπερ-Expendable της, ή τι οπτικό τρικ ή meta κλείσιμο του ματιού θα χηρισμοποιηθεί από την αφήγηση για να μη μας αφήσει να βαρεθούμε. Το σύνολο μπορεί να μην σημαίνει τελικά κάτι, αλλά δεν υπάρχει καμία απολύτως στιγμή όπου αυτό το “Suicide Squad” δεν κάνει τα πάντα για να περάσεις καλά, δοκιμάζοντας διαρκώς ιδέες, τη μία μετά την άλλη.
Ζήτημα Χρόνου
(“Stillwater”, Τομ ΜακΚάρθι, 2ω20λ)
Ο Μπιλ Μπέικερ, ένας εργάτης στα πετρέλαια της Οκλαχόμα, ταξιδεύει στη Μασσαλία για να επισκεφθεί την αποξενωμένη κόρη του, Άλισον, η οποία είναι φυλακισμένη για ένα φόνο που υποστηρίζει πως δεν έχει διαπράξει. Έχοντας να αντιμετωπίσει μια διαφορετική γλώσσα, πολιτισμικές διαφορές κι ένα περίπλοκο δικαστικό σύστημα, ο Μπιλ χτίζει μια νέα ζωή για τον εαυτό του στη Γαλλία καθώς κάνει την αθώωση της κόρης του τη νέα του προσωπική αποστολή.
Μεθοδικό πολιτικοκοινωνικό θρίλερ για έναν πατέρα σε αποστολή σωτηρίας και τον Ματ Ντέιμον στο ρόλο, σκληροτράχηλο και έτοιμο για όλα. Σκηνοθετεί ο Τομ ΜακΚάρθι, δημιουργός του βραβευμένου με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας “Spotlight” αλλά και του “The Cobbler” με τον Άνταμ Σάντλερ.
Κυκλοφορούν επίσης
Το Ξαδελφάκι Μου: Ο Πιερ είναι ο επιτυχημένος CEO μιας μεγάλης οικογενειακής εταιρείας, αλλά πριν υπογράψει τη συμφωνία του αιώνα θα πρέπει να τακτοποιήσει μια τελευταία εκκρεμότητα: Να εξασφαλίσει την υπογραφή του ξαδέρφου του, Αντριέν, στον οποίο ανήκει το 50% της φίρμας. Ο Αντριέν όμως είναι ένας ατζαμής ιδεαλιστής που θέλει να περάσει χρόνο με τον ξάδερφό του, οπότε ο Πιέρ αναγκάζεται να τον πάει σε ένα μεγάλο επαγγελματικό ταξίδι γεμάτο απρόοπτα. Γαλλική κωμωδία με τον Βενσάν Λιντόν (“Ο Νόμος της Αγοράς”, “Titane”).
Ταξίδι με τον Δράκο Μου: Λόγω της καταστροφικής παρουσίας του ανθρώπου, οι δράκοι σήμερα είναι αναγκασμένοι να ζουν κρυφά από τον υπόλοιπο κόσμο. Μέχρι που ένας πιτσιρικάς δράκος θα αποφασίσει να ανακαλύψει τι βρίσκεται πέρα από τα απαγορευμένα όρια. Παιδικό animation.
Σε επανέκδοση
Φρανκενστάιν Τζούνιορ
4.5 / 5
(“Young Frankenstein”, Μελ Μπρουκς, 1ω46λ)
Ένας νεαρός νευροχειρουργός κληρονομεί το κάστρο του παππού του, του διάσημου Δρ. Βίκτορ φον Φρανκενστάιν. Πηγαίνοντας εκεί θα βρει έναν καμπούρη, μια βοηθό εργαστηρίου και την τρομακτική οικονόμο. Μαζί τους, θα ανακαλύψει πως τα πειράματα του παππού του, τον οποίο πάντα θεωρούσε παράφρονα, μπορεί και να είναι αληθινά. Σε αντίθεση, ας πούμε, με την επίσης πρόσφατη επανακυκλοφορία της “Νύχτας των Βρυκολάκων“, το αριστούργημα του Μελ Μπρουκς καταφέρνει να αναπαραστήσει μια συγκεκριμένη κινηματογραφική περίοδο (τα ‘30s τέρατα της Universal) γεμίζοντας τα περιθώρια με μια σειρά από παράλογα, ξεκαρδιστικά αστεία αλλά χωρίς ποτέ να χάνει τον έλεγχο της κύριας αφήγησης. Είναι σαν κάποιος να έχει πάρει ένα κλασικό κείμενο να το έχει γεμίσει με παλαβά αστεία και σουρεάλ σκίτσα σε κάθε πιθανό περιθώριο της σελίδας ή ακόμα και ανάμεσα στις γραμμές.
Εξωφρενικά -ακόμα και σήμερα- αστεία κωμωδία με ένα αξεπέραστο καστ (η σωματικότητα του Μάρτι Φέλντμαν, τα εν ψυχρώ ξεσπάσματα του Τζιν Γουάιλντερ, η εμβληματικά over the top φιγούρα της Κλόρις Λίτσμαν, η σιωπηλή βύθιση στην παράνοια της Μάντλιν Καν) και διανθισμένη με αμέτρητες κλασικές σκηνές. Δύσκολα θα βρει κανείς τρόπο να περάσει πιο διασκεδαστικά μια βραδιά στο σινεμά.
Τρία Χρώματα: Η Κόκκινη Ταινία
4 / 5
(“Trois Couleurs: Rouge”, Κριστόφ Κισλόφσκι, 1ω39λ)
Part-time μοντέλο συναντά έναν συνταξιούχο δικαστή που ζει στη γειτονιά όταν από ατύχημα χτυπάει τον σκύλο του. Καθώς οι δυο τους γνωρίζονται, εκείνη ανακαλύπτει πως αυτός ακούει όλες τις τηλεφωνικές συνομιλίες των γειτόνων τους. Στην αρχή γίνεται έξαλλη, αλλά σταδιακά τα ντιμπέιτ τους πάνω στην ηθική αυτής της πράξης -αλλά και στην πιθανή ροπή του κόσμου προς τη μισαλλοδοξία- δημιουργούν μεταξύ τους έναν δυνατό δεσμό. Η τελευταία ταινία του Κριστόφ Κισλόφσκι, υποψήφια μεταξύ άλλων και για Όσκαρ Σκηνοθεσίας, ολοκληρώνει την κλασική του Τριλογία των Χρωμάτων. (Η ταινία περιέργως επανεκδίδεται πριν τις άλλες δύο, ενώ εμφανώς ολοκληρώνει το τρίπτυχο και μάλιστα με θριαμβευτικό τρόπο.)
Πιο κοντά στη “Διπλή Ζωή της Βερόνικα” παρά σε κάποια από τα άλλα δύο “Χρώματα”, με τον σκηνοθέτη να ερμηνεύει και πάλι την κοινωνία και την επικοινωνία μέσα από έννοιες δυαδικότητας και (συν)ύπαρξης μέσα σε υποκειμενικούς χώρους. Αυτό είναι και το τελικό του θεώρημα, μια σπουδή πάνω στην ιδέα της αδερφικότητας όπως αυτή συμβολίζεται από το κόκκινο της τρικολόρ σημαίας και όπως αυτή μπορεί να ερμηνεύεται σε έναν σύγχρονο κόσμο. Το κλασικό τελευταίο πλάνο επιτρέπει στο φιλμ να να πετάξει, και στις ηρωίδες της τριλογίας του να συνυπάρξουν (έστω και άθελά τους), επίμονα επιβιώνοντας μπροστά στο πρόσωπο της τραγωδίας- σε μια από τις αναμφίβολα κορυφαίες τελευταίες σκηνές φιλμογραφίας στην ιστορία του σινεμά.
Μπέτυ Μπλου
3 / 5
(“Betty Blue”, Ζαν-Ζακ Μπενέξ, 2ω)
Μια ψυχικά διαταραγμένη και σεξουαλικά απελευθερωμένη κοπέλα μπαίνει στη ζωή ενός άντρα που δουλεύει στις επισκευές αλλά περιστασιακά είναι συγγραφέας. Μέσα από μια σειρά σεξουαλικών συνευρέσεων που γίνονται ολοένα και πιο παθιασμένες, οι δυο τους έρχονται όλο και πιο κοντά, όμως τα προβλήματα της κοπέλας δεν ξεπερνιούνται ποτέ. Φορμαλιστικά ασυγκράτητο, σεξουαλικά ορμητικό, το φιλμ του Μπενέξ ποτέ δεν βρήκε επιβεβαίωση από την μετέπειτα καριέρα του σκηνοθέτη. Υπάρχουν πολλά πράγματα να θαυμάσεις σε αυτό το ορμητικό, υπερ-σεξουαλικό, παράδοξο ρομάντζο, αλλά την ίδια στιγμή το στυλιζάρισμα επικρατεί πάνω σε κάτι το πιθανά κενό, με επιμέρους στοιχεία να μην στέκονται καλά στο χρόνο. (Η μεταχείριση της κεντρικής ηρωίδας είναι οπωσδήποτε συζητήσιμη, ειδικά ως προς τη νοητική της υγεία.)
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις