Οι ταινίες της εβδομάδας: Το “Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό” έρχεται με χρυσό από το Βερολίνο

Οι ταινίες της εβδομάδας: Το “Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό” έρχεται με χρυσό από το Βερολίνο

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Σήμερα δύο εξαιρετικές επιλογές από το φετινό και το περσινό Φεστιβάλ Βερολίνου. Συνεχίζεται ο τελευταίος Τζέιμς Μποντ του Ντάνιελ Κρεγκ.

Οι κριτικές των ταινιών της εβδομάδας:

Ατυχές Πήδημα ή Παλαβό Πορνό

3.5 / 5

(“Bad Luck Banging or Loony Porn”, Ράντου Ζούντε, 1ω46λ)

Η Έμι, μια δασκάλα σχολείου, βλέπει την καριέρα της να κινδυνεύει και την υπόληψή της να γκρεμίζεται όταν μια ιδιωτική της σεξουαλική στιγμή διακινείται στο ίντερνετ κι ο σύλλογος γονέων ζητά την απομάκρυνσή της. Όμως η Έμι είναι αποφασισμένη να μην ενδώσει στις πιέσεις τους.

Χρυσή Άρκτος του Βερολίνου για το νέο φιλμ του Ράντου Ζούντε, ενός αυθεντικά ανήσυχου δημιουργού του οποίου το περασμένο αριστούργημα (“I Do Not Care If We Go Down In History As Barbarians”) δυστυχώς δεν βρήκε ποτέ διανομή στη χώρα μας. Το News247 του είχε μιλήσει για τα μοτίβα εκείνης της ταινίας, όπου εξερευνούσε την ιδέα της ιστορικής αλήθειας ως έννοια στην εποχή των fake news, μέσα από μια μετα-κινηματογραφική προσέγγιση, όπου σενάριο, πραγματικότητα και εικόνα γίνονταν ένα. Ίσως ο Ζούντε να είναι τελικά ο απόλυτος μοντέρνος auteur. Η νέα του ταινία είναι γυρισμένη μες στην καρδιά της πανδημίας με έναν ορμητικό όσο και διαλεκτικό τρόπο που την κάνει σχεδόν ιστορικό κειμήλιο από τη στιγμή κιόλας της σύλληψής της.

Ο Ρουμάνος σκηνοθέτης σπάει το φιλμ σε τρεις πράξεις, με τη μία να λαμβάνει χώρα αναγνωρίσιμα στον κόσμο μας κι η οποία θέτει σε κίνηση την κεντρική ιδέα, και μία (ως επίλυση) στημένη περίπου ως μονόπρακτο με την καθηγήτρια να αμύνεται κάθε πιθανής επίθεσης. Ένα θέατρο ηθικής και παραλόγου επηρεασμένο από την ονλάιν κουλτούρα όσο κι από τους μεγάλους σουρεαλιστές, με μια μεσαία πράξη να αποτελείται από ένα σερί από βινιέτες με σκέψεις, εικόνες και τσιτάτα πάνω στο σήμερα, το χτες και το πάντοτε. Σαν φιλοσοφήματα παντός καιρού και εποχής, τοποθετημένα στην καρδιά του φιλμ με τη λογική μιας σειρά από memes- ή TikToks! Ένα αληθινό φιλμ-αντίδραση από έναν δημιουργό που έχει το αυτί του στο έδαφος.

Η Γυναίκα που Έφυγε

4 / 5

(“The Woman Who Ran”, Χονγκ Σανγκ-σου, 1ω17λ)

Μέσα από ένα απίστευτης απλότητας και χάρης κεντρικό concept, ο σπουδαίος Κορεάτης σκηνοθέτης καταγράφει ένα πορτρέτο προσωπικής εξερεύνησης χτισμένο πάνω στις διακριτικότερες των κινήσεων και σε σκέψεις που κρύβονται πίσω από λόγια- ή την απουσία τους. Όσο ο σύζυγος της Γκάμχι λείπει σε επαγγελματικό ταξίδι, εκείνη συναντά τρεις φίλες της κάπου στα προάστια της Σεούλ. Η ταινία αποτελείται από μια σειρά συναντήσεων και συζητήσεων, κυλώντας αβίαστα σαν ρυάκι. Κάτω όμως από την φαινομενική ηρεμία της επιφάνειας, οι κεντρικές φιγούρες αυτών των συναντήσεων κινούνται σε διαφορετικές τροχιές. Ίσως είναι έτοιμες και για σύγκρουση.

Ο Χονγκ αποτελεί μέγα παρατηρητή συμπεριφορών, στήνοντας μια ολόκληρη ταινία σε λεκτικές συνδιαλλαγές που συχνά λειτουργούν ως passive aggressive μάχες πλήρους ψυχραιμίας. Η σκηνή με τις γάτες στην είσοδο της πολυκατοικίας, για παράδειγμα, είναι φυσικό highlight χάρη στο πώς δίνει στην ηρωίδα το χώρο (παρότι η κάμερα και το στήσιμο του κάδρου βρίσκονται σε πλήρη ακινησία) να εξαπολύσει μια πλήρη επίθεση απέναντι στον γείτονα που έρχεται να απαιτήσει με απόλυτη φυσικότητα να περάσει το δικό του. Οι χαρακτήρες και οι χώροι στους οποίους κινούνται, αλλά και το πώς κινούνται, έρχονται έτσι στο επίκεντρο του φιλμ. Ακόμα κι η τοποθέτηση της δράσης σε τοπία αστικής ηρεμίας, με τη φύση συχνά να έρχεται στο φόντο, δίνει τον τόνο για μια ιστορία όπου η θέση που καταλαμβάνουμε στο περιβάλλον μας (και ο τρόπος με τον οποίον αλληλεπιδρούμε με αυτό) καθορίζει τελικά την κίνησή μας.

Μια απολαυστική έκπληξη που ποτέ δεν αφήνει το ενδιαφέρον του θεατή, ποτέ δεν επιμένει περισσότερο από χρειάζεται, ποτέ δεν κουράζει (σε μια αεράτη διάρκεια 77 μόλις λεπτών), παρά αφουγκράζεται και σιωπηλά σχολιάζει, παρακολουθώντας απλώς ανθρώπους στο χώρο, τις σκέψεις τους, τα vibes τους- και τις γάτες τους. Δικαιότατο (και τολμηρό!) βραβείο Σκηνοθεσίας στο περσινό Φεστιβάλ Βερολίνου.

Προβάλλεται ακόμα

No Time to Die

3 / 5

(Κάρι Τζότζι Φουκουνάγκα, 2ω43λ)

5 χρόνια μετά τα γεγονότα του “Spectre” ο Μποντ έχει αποσυρθεί από τα εγκόσμια και την ενεργό δράση μέχρι που ο παλιός του φίλος και συνεργάτης, ο Φίλιξ Λάιτερ της CIA τον προσεγγίζει με μια περίεργη πρόταση: Να βοηθήσει στην μεταφορά ενός επιστήμονα ο οποίος εμπλέκεται σε ένα πρότζεκτ που απειλεί να καταστρέψει την ανθρωπότητα. Ο Φουκουνάγκα σκηνοθετεί αναζητώντας διαρκώς τρόπους να ανανεώνει το ενδιαφέρον του θεατή, τα σκηνικά (με αποκορύφωμα το λημέρι του Σάφιν) θυμίζουν κάτι από παλιά, και η ταινία δεν φοβάται την πρωτοφανή της θέση μέσα στην γκαλερί του 007. Είναι άνιση, όμορφη, παραφουσκωμένη, μελοδραματική, διασκεδαστική, συναρπαστική, αφελής, πλεονάζουσα, σοβαρή, αστεία, αυτοαναφορική, εντυπωσιακή. Υπό αυτή την έννοια, δε θα μπορούσε να έχει υπάρξει πιο ταιριαστός αποχαιρετισμός για τον Ντάνιελ Κρεγκ ως 007.

Αναλυτικά η κριτική της ταινίας “No Time to Die“.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα