Αντισυνταγματικό το ελάχιστο ανάστημα 1,65 για συμμετοχή γυναικών σε διαγωνισμό Δοκίμων Λιμενοφυλάκων

Αντισυνταγματικό το ελάχιστο ανάστημα 1,65 για συμμετοχή γυναικών σε διαγωνισμό Δοκίμων Λιμενοφυλάκων
Ορκωμοσία των νέων λιμενοφυλάκων παρουσία της πολιτικής ηγεσίας. Γ. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ/EUROKINISSI

Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας χαρακτήρισε "διάκριση κατά των γυναικών" το ελάχιστο ανάστημα 1.65 μ. για γυναίκες και 1.70 μ. για άνδρες υποψηφίους ως αναγκαίο προσόν για τη συμμετοχή σε διαγωνισμό κατάταξης Δοκίμων Λιμενοφυλάκων.

Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική και αντίθετη στο νομοθετικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η υπουργική απόφαση του 2007 που προβλέπει ως αναγκαίο προσόν για τη συμμετοχή σε διαγωνισμό κατάταξης των στρατιωτικών σχολών (συγκεκριμένα λιμενοφυλάκων) ως ελάχιστο ανάστημα το 1,65 μ. για γυναίκες και το 1,70 μ. για άνδρες.

Σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ, “με την υπ’ αριθμό. 1363/2021 απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου κρίθηκε ότι η εν λόγω προϋπόθεση ουσιαστικά απέκλειε μεγάλο ποσοστό υποψηφίων γυναικών σε σχέση με τους άνδρες, διάκριση η οποία αντιβαίνει τόσο στο ενωσιακό δίκαιο, όσο και στις συνταγματικές αρχές περί ισότητας των φύλων, αξιοκρατίας και αναλογικότητας, δεδομένου ότι δεν αιτιολογείται αντικειμενικώς ως προς την προσφορότητα και αναγκαιότητα του συγκεκριμένου ελαχίστου ορίου”.

Παράλληλα, αναφέρεται ότι η άσκηση της ευρείας, κατ’ αρχήν, ευχέρειας του κανονιστικού νομοθέτη προς θέσπιση των αναγκαίων προσόντων των υποψηφίων λιμενοφυλάκων “υπερέβη εν προκειμένω, ενόψει των αλλεπαλλήλων και άνευ αποχρώντος λόγου αυξομειώσεων των προβλεπομένων ελαχίστων ορίων αναστήματος, το αναγκαίο μέτρο και τα τιθέμενα με τις ως άνω υπερνομοθετικές διατάξεις και αρχές όρια”.

“Η άσκηση της κρατικής εξουσίας στον τομέα της τήρησης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, προϋποθέτει ότι το προσωπικό, το οποίο ασκεί τα εν λόγω καθήκοντα, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτών και στις ιδιαίτερες συνθήκες εργασίας και ανάγκες των διαφόρων σωμάτων ασφαλείας και να εκπληρώσει αποτελεσματικά την αποστολή τους, διαθέτει, εκτός των λοιπών αναγκαίων προσόντων, πολύ καλή φυσική κατάσταση και ιδιαίτερες σωματικές ικανότητες (μυϊκή δύναμη, αντοχή, ταχύτητα κλπ.), η συνδρομή των οποίων εξακριβώνεται, κατ’ αρχήν, με την υποβολή των υποψηφίων σε ειδικές υγειονομικές εξετάσεις και αθλητικές δοκιμασίες. Ο νομοθέτης ή η κανονιστικώς δρώσα, κατά νομοθετική εξουσιοδότηση, Διοίκηση, στα πλαίσια της ευρείας ευχέρειας ουσιαστικής εκτίμησης των καθηκόντων, συνθηκών εργασίας και αναγκών εκάστου σώματος ασφαλείας και της μέριμνας για τη διασφάλιση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και εύρυθμης λειτουργίας του (που αποτελεί θεμιτό, κατά τη νομολογία του Δ.Ε.Ε., σκοπό), δύναται επίσης να θεσπίζει, ως αναγκαία προσόντα για την πρόσβαση σε αυτό, απαιτήσεις αφορώσες σε φυσικά (σωματομετρικά) χαρακτηριστικά των υποψηφίων -όπως το πρόσφορο, ως εκ της αποστολής και της φύσεως των αρμοδιοτήτων των εν λόγω σωμάτων, προσόν ενός ελαχίστου αναστήματος-, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαιτήσεις, οι οποίες συνιστούν περιορισμούς στο συνταγματικό δικαίωμα πρόσβασης σε δημόσιες θέσεις, δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου για την εκπλήρωση της αποστολής εκάστου σώματος μέτρου, τηρουμένων των συνταγματικών αρχών της ισότητας, αξιοκρατίας και αναλογικότητας”, αναφέρεται στη δικαστική κρίση, η οποία συνεχίζει: “Για τον καθορισμό, ειδικότερα, των ελαχίστων αναγκαίων, για την πρόσβαση στα εν λόγω σώματα, ορίων ύψους πρέπει να συνεκτιμώνται, εκτός των ανωτέρω, σχετικών με τις ανάγκες εκάστου σώματος στοιχείων, τόσο ο μέσος όρος ύψους του πληθυσμού (όπως προκύπτει από κατά το δυνατόν επικαιροποιημένες επιστημονικές μελέτες και έρευνες), από τον οποίο τα τιθέμενα όρια δεν πρέπει να αποκλίνουν υπέρμετρα, όσο και η κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τα συμπεράσματα σχετικών ερευνών και μελετών αντικειμενική βιολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ως προς το ανάστημα, η οποία επιτάσσει, κατ’ αρχήν, τη θέσπιση διαφορετικών ελαχίστων ορίων ύψους για άνδρες και γυναίκες υποψηφίους, σε εύλογη συνάρτηση προς τη διαφορά μέσου ύψους μεταξύ ανδρών και γυναικών, με σκοπό την κατά το δυνατόν επίτευξη ουσιαστικής ισότητας ως προς την πρόσβαση των δύο φύλων στα εν λόγω σώματα. Κατ’ εξαίρεση δύναται να οριστεί απαίτηση κοινού ελαχίστου αναστήματος, ανεξαρτήτως φύλου, των υποψηφίων, οριζομένου, όμως, του εν λόγω κοινού ορίου σε ύψος αρκούντως χαμηλό, ώστε να μην προκαλείται εξ αυτού, όπως, βεβαίως, και στην περίπτωση της θέσπισης διαφορετικών ορίων, αποκλεισμός δυσανάλογα μεγαλύτερου ποσοστού γυναικών εν δυνάμει υποψηφίων, σε σχέση με το εκ του λόγου αυτού αποκλειόμενο ποσοστό ανδρών. Διότι τούτο θα συνιστούσε διακριτική μεταχείριση εις βάρος των γυναικών υποψηφίων, αντιβαίνουσα τόσο στο ενωσιακό δίκαιο, όσο και στις συνταγματικές αρχές της ισότητας των φύλων, αξιοκρατίας και αναλογικότητας, δυναμένη δε να αιτιολογηθεί αντικειμενικώς βάσει λόγων ασχέτων προς οιαδήποτε διάκριση λόγω φύλου και αναφερομένων σε ειδικές και συγκεκριμένες απαιτήσεις των καθηκόντων των μελών του οικείου σώματος ασφαλείας, ικανές να τεκμηριώσουν επαρκώς την προσφορότητα και αναγκαιότητα των συγκεκριμένων ορίων για την εξασφάλιση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και εύρυθμης λειτουργίας αυτού”.

Σύμφωνα με την πλειοψηφία των συμβούλων Επιρατείας, η επίμαχη ρύθμιση προεχόντως αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, διότι, ναι μεν επιδιώκει θεμιτό σκοπό (συνδρομή σωματικών ικανοτήτων δύναμης, ταχύτητας, αλτικότητας και αντοχής, ευλόγως συνδεόμενων με τα συνήθη νόμιμα καθήκοντα του Αστυνομικού), πλην το μεν δεν είναι πρόσφορη για την εξυπηρέτηση του εν λόγω σκοπού, καθώς οι ως άνω σωματικές ικανότητες δεν συνδέονται κατ’ ανάγκη με ορισμένο ελάχιστο ανάστημα, ούτε είναι αυτονόητο ότι τις στερούνται όσοι δεν έχουν το ανάστημα αυτό (θεώρηση που απηχεί στερεοτυπικές αντιλήψεις), το δε δεν είναι αναγκαία για τη θεραπεία του ως άνω σκοπού, ο οποίος επιτυγχάνεται με την υποβολή των υποψηφίων σε κατάλληλες ειδικές, αθλητικές ή/και προσομοίωσης άσκησης καθηκόντων Αστυνομικού δοκιμασίες.

Η μειοψηφία

Ωστόσο, διαφορετική θέση είχαν τρία μέλη του δικαστηρίου, οι οποίοι υποστήριξαν ότι η επίδικη ρύθμιση δεν έρχεται σε αντίθεση προς τις διατάξεις του Συντάγματος και του ενωσιακού δικαίου. Συγκεκριμένα, εκτίμησαν ότι: “Ο κανονιστικός νομοθέτης, στο πλαίσιο της ευρείας ευχέρειας, που διαθέτει προς θέσπιση των αναγκαίων προσόντων των υποψηφίων λιμενοφυλάκων, για τη διασφάλιση της επιχειρησιακής ετοιμότητας του Λιμενικού Σώματος, ενόψει της αποστολής και της φύσεως των αρμοδιοτήτων του ως στρατιωτικά οργανωμένου σώματος, που ασκεί αστυνομική εξουσία στους λιμένες και τα χωρικά ύδατα, δύναται να θεσπίζει ένα ελάχιστο όριο αναστήματος, ως προσόν αναγκαίο και πρόσφορο για την πρόσβαση σ’ αυτό, χωρίς να είναι υποχρεωμένος, άνευ άλλου, να καθορίσει τα ελάχιστα όρια ύψους των υποψηφίων σε απόλυτη αντιστοιχία προς τα εκάστοτε μέσα ύψη των δύο φύλων. Οφείλει, συνεπώς, αφού προβεί, κατ’ ενάσκηση της ανωτέρω ευρείας ευχέρειας, σε ουσιαστική εκτίμηση των εκάστοτε αναγκών των υπηρεσιών του Λιμενικού Σώματος και της κατά το δυνατόν εναρμόνισης αυτών προς τη συνταγματική και ενωσιακή αρχή της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών, να λάβει υπόψη τη βιολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ως προς το ανάστημα και, σε συνάρτηση προς αυτήν, να καθορίσει το ελάχιστο απαιτούμενο ύψος των γυναικών υποψηφίων σε χαμηλότερο, σε σχέση με το απαιτούμενο για τους άνδρες υποψήφιους, όριο, το οποίο να μην αποκλίνει υπέρμετρα από τον μέσο όρο ύψους του γυναικείου πληθυσμού ώστε, κατά κοινή πείρα, να μην αποκλείεται μεγάλος αριθμός γυναικών υποψηφίων.

Εν προκειμένω, ο κανονιστικός νομοθέτης έλαβε υπόψη του τη βιολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ως προς το ανάστημα και, επιδιώκοντας σύμφωνα με τα ανωτέρω να αποκαταστήσει μια πραγματική ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών κατά την πρόσβαση στο επάγγελμα του λιμενοφύλακα, καθόρισε το ελάχιστο απαιτούμενο ύψος των γυναικών υποψηφίων σε χαμηλότερο, κατά πέντε (5) εκατοστά, σε σχέση με το απαιτούμενο για τους άνδρες υποψήφιους, όριο (1,65 μ. έναντι 1,70 μ.), σε ύψος, δηλαδή, το οποίο δεν αποκλίνει υπέρμετρα από τον μέσο όρο ύψους του γυναικείου πληθυσμού (1,63 μ.), σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες από την εκκαλούσα επιστημονικές μελέτες, με αποτέλεσμα να μην πιθανολογείται σοβαρά ο αποκλεισμός, για τον λόγο αυτό, πολύ μεγαλύτερου ποσοστού γυναικών από ό,τι ανδρών εν δυνάμει υποψηφίων. Περαιτέρω, το γεγονός ότι σε προκηρύξεις άλλων διαγωνισμών θεσπίσθηκαν όρια αναστήματος για τις γυναίκες υποψήφιες λιμενοφύλακες κατώτερα του 1,65 μ. (1,63 και 1,60 μ.) δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την προσφορότητα του ισχύσαντος κατά τον επίδικο διαγωνισμό ελάχιστου ορίου ύψους για τις γυναίκες υποψήφιες, ούτε παραβιάζεται εκ του λόγου αυτού η αρχή της ισότητας μεταξύ των γυναικών υποψηφίων των ανωτέρω διαγωνισμών, διότι η αρχή της ισότητας δεν κωλύει τον κανονιστικό νομοθέτη, στο πλαίσιο της άσκησης της κατά τα ανωτέρω ευρείας ευχερείας του, να διαφοροποιεί προκειμένου περί διαγωνισμών για την πλήρωση θέσεων σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, μετά από ουσιαστική εκτίμηση των εκάστοτε αναγκών του Λιμενικού Σώματος, τα απαιτούμενα για την κατάταξη στο εν λόγω σώμα προσόντα, μεταξύ των οποίων και το ελάχιστο απαιτούμενο ανάστημα, εφόσον, πάντως, κινείται εντός των πλαισίων που διαγράφονται από το Σύνταγμα και το ενωσιακό δίκαιο και λαμβάνει υπόψη κριτήρια γενικά, αντικειμενικά και ευρισκόμενα σε συνάφεια προς το αντικείμενο της ρύθμισης, όπως εν προκειμένω.

Εξ άλλου, από τα παρατιθέμενα ανωτέρω στοιχεία σχετικά με τα ορισθέντα ελάχιστα όρια αναστήματος σε άλλους διαγωνισμούς υποψηφίων Λιμενοφυλάκων, οι οποίοι εκτείνονται σε χρονικό διάστημα που εγγίζει την εικοσαετία (1996-2015), προκύπτει ότι τα ελάχιστα όρια αναστήματος παρέμειναν κατά το μεγαλύτερο μέρος του διαστήματος αυτού -και, πάντως, προ του επίδικου διαγωνισμού που διεξήχθη το 2008- χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις [1,70 μ. για τους άνδρες (πλην του έτους 2003 που ορίσθηκε σε 1,65 μ. και μειώθηκε, αντίστοιχα, για τις γυναίκες σε 1,60 μ.) και 1,63 μ. ή 1,65 μ. για τις γυναίκες]. Συνεπώς, κατά τη μειοψηφήσασα αυτή γνώμη, η σχετική κανονιστική νομοθεσία δεν στερείται διαχρονικά «παντελώς συνοχής και συστηματικότητας σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος», ώστε να υπερβαίνει το κατά τα ανωτέρω «όριο σοβαρότητας» της νομολογίας Δ.Ε.Ε. και να τίθεται υπό εύλογη αμφισβήτηση, από την άποψη αυτή, η προσφορότητα της επίμαχης ρύθμισης περί ελαχίστου απαιτουμένου αναστήματος 1,65 μ. για την εισαγωγή των γυναικών στο Λιμενικό Σώμα, αλλά η διαφοροποίηση του ορίου αναστήματος δικαιολογείται, προφανώς, από τις διαχρονικές ανάγκες του Σώματος, ενόψει δηλαδή των εκάστοτε εκτελουμένων καθηκόντων και των εν γένει απαιτήσεων των διαφόρων υπηρεσιών του (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και ορισμένες ιδιαίτερα απαιτητικές αποστολές, όπως νυχτερινές περιπολίες με χερσαία και πλωτά μέσα, επιχειρήσεις διάσωσης κινδυνευόντων ατόμων στη θάλασσα, ένοπλες συγκρούσεις σε παραμεθόριες περιοχές). Τέλος, το γεγονός ότι η εφαρμογή του συγκεκριμένου ελαχίστου ορίου αναστήματος δεν έθεσε σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση τις γυναίκες έναντι των ανδρών υποψηφίων, όπως απαιτείται κατά το ενωσιακό δίκαιο για τη στοιχειοθέτηση διάκρισης λόγω φύλου, συνάγεται ευθέως από το ότι στην πράξη, όπως προκύπτει από τον αριθμό των συμμετεχόντων και επιτυχόντων ανδρών και γυναικών, δεν απέληξε σε υποεκροσώπηση των τελευταίων∙ καθόσον, όπως αναφέρεται στο 2421.4/72192/2018/2.10.2018 έγγραφο απόψεων της Διοίκησης προς το Δικαστήριο, οι γυναίκες υποψήφιες, οι οποίες διέθεταν το απαιτούμενο ύψος (1,65 μ.) ήταν 3.223 και οι άνδρες (1,70 μ.) 4.048, τελικώς δε οι επιτυχούσες γυναίκες ήταν περισσότερες από τους άνδρες (316 γυναίκες έναντι 292 ανδρών). Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει του οριακού από το Δικαστήριο ελέγχου της αντισυνταγματικότητας, η Διοίκηση, ορίζοντας ως ελάχιστο όριο αναστήματος 1,65 μ. για τις γυναίκες υποψήφιες του επίδικου διαγωνισμό δεν υπερέβη το αναγκαίο μέτρο και τα τιθέμενα με τις προαναφερθείσες υπερνομοθετικές διατάξεις και αρχές όρια, και η υπό κρίση έφεση θα έπρεπε, κατά τη γνώμη αυτή, να απορριφθεί”.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα