Όλγα Θεμελή για Κολωνό: Η 12χρονη χαμένη στην κατάθεση
Η καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας Όλγα Θεμελή απαντά στα ερωτήματα που έχουμε όλοι μας για την υπόθεση της 12χρονης. Τα τεράστια λάθη που έχουν γίνει στην προσέγγιση του παιδιού και ο ενδεδειγμένος τρόπος για την κατάθεσή του.
- 01 Νοεμβρίου 2022 06:30
Ο τρόπος, ο τόπος αλλά ακόμη και η συχνότητα με την οποία καταθέτει στις αρχές ένα παιδί-θύμα σεξουαλικής κακοποίησης έχει, όπως έχουμε τονίσει και άλλες φορές, τεράστια σημασία.
Δυστυχώς, στην περίπτωση του 12χρονου κορίτσιου από τον Κολωνό, το οποίο βιάστηκε κατ’ εξακολούθηση, σχεδόν όλα σε ότι αφορά τη σχέση και την επαφή του με τις αρχές γίνονται με το λάθος τρόπο.
Το παιδί κατέθεσε για περισσότερες από μία φορά, δεν το έπραξε στο ειδικά διαμορφωμένο “Σπίτι του Παιδιού” αλλά στη ΓΑΔΑ ενώ η υπεύθυνη ψυχολόγος που έχει επαφή μαζί του έδωσε …τηλεοπτική συνέντευξη.
Κατόπιν όλων αυτών των πολύ δυσάρεστων εξελίξεων, μία συνέντευξη-παρέμβαση από την Ολγα Θεμελή, Αναπληρώτριας καθηγήτριας Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, θεωρήθηκε άκρως απαραίτητη.
Μεταξύ άλλων, για να μάθουμε γιατί η απόσπαση κατάθεσης από ανήλικο θύμα σεξουαλικής κακοποίησης πρέπει να γίνεται στον ενδεδειγμένο χώρο και χρόνο αλλά και τι ακριβώς ισχύει σε άλλες χώρες όπως η Ισλανδία και η Κροατία, στις οποίες οι κρατικές αρχές θέτουν υπό την απόλυτη αλλά διακριτική προστασία τους το ανήλικο θύμα.
Η συνέντευξη, για μεγαλύτερη διευκόλυνση των αναγνωστών, χωρίστηκε σε τρεις σειρές ερωτημάτων.
1η σειρά ερωτημάτων
Τι ακριβώς λαμβάνει χώρα μετά την αποκάλυψη ενός περιστατικού σεξουαλικής κακοποίησης ανήλικου; Εφαρμόζεται στη χώρα μας το Πρωτόκολλο Δικανικής Συνέντευξης το οποίο θεσμοθετήθηκε το 2019; Τι περιλαμβάνει και σε τι διαφέρει από τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονταν οι καταθέσεις μέχρι τη θέσπισή του;
Η αποκάλυψη μιας τόσο ακραίας αντιξοότητας ζωής, όπως είναι η παραβίαση της γενετήσιας ελευθερίας στην παιδική ήδη ηλικία, δεν είναι μια διαδικασία παθητική. Το θύμα με άλλα λόγια, δεν ξεκινά έτσι απλά να απαντά σε ερωτήσεις, δεν καταφεύγει σε μια ρέουσα και απρόσκοπτη αφήγηση για τα όσα έλαβαν χώρα. Η διεργασία της αποκάλυψης -και κατά συνέπεια η λήψη της κατάθεσης- είναι μια διεργασία ενεργητική, χρονοβόρα και εξαιρετικά ψυχοφθόρα.
Η προσπάθεια συγκόλλησης των ψυχικών του θρυμμάτων, η ανάγκη ανασυγκρότησης του νέου εαυτού, η κυριαρχία του έσχατου συναισθήματος του πόνου, η δυσκολία διαχείρισης έντονα αρνητικών συναισθημάτων, όπως ο φόβος, η ντροπή και η ενοχή, αλλά και οι δυσχέρειες ενεργοποίησης των λειτουργιών της μνήμης -κυρίως της ανάκλησης στις περιπτώσεις ιδίως κατά τις οποίες έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την τέλεση της αξιόποινης πράξης, βιώνεται ως τρομακτική και πολύ επώδυνη.
Οι διεθνείς έρευνες μάς επιβεβαιώνουν ότι στο συντριπτικό αριθμό των περιπτώσεων επιλέγεται η απόκρυψη, η άρνηση, η αποφυγή και η απώθηση. Άλλωστε τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας των ανηλίκων αποτελούν την κατ΄ εξοχήν αφανή εγκληματικότητα. Πρόκειται για τα μη καταγεγραμμένα σε αριθμούς και στατιστικές αδικήματα, τα οποία κείτονται στα σκοτεινά και ανήλιαγα και θα παραμείνουν μυστικό ανείπωτο, θαμμένα κάτω από την κορυφή του παγόβουνου, τη μόνη εικόνα που βλέπουμε στο φως ή οποία απέχει πολύ από την αλήθεια.
Αλλά και στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες το θύμα επιλέγει να αποκαλύψει την παραβίασή του, έρχεται αντιμέτωπο με ένα ακόμα ψυχικό τραύμα: την εμπλοκή του στα γρανάζια του Ποινικού Μηχανισμού: ιατροδικαστική εξέταση, προανάκριση, κύρια ανάκριση, ακροαματική διαδικασία, πραγματογνωμοσύνη, κ.ά. Όταν το παιδί-θύμα καταθέτει ως μάρτυρας υπό αυτούς τους όρους, ο κίνδυνος δευτερογενούς θυματοποίησης είναι αναπόφευκτος.
Ετσι ανακύπτουν μια σειρά από ερωτήματα:
Με ποιες διαδικασίες εξετάζεται ένα παιδί όταν αποκαλύψει; Με ποιες επιστημονικές μεθόδους; Ποιοι επαγγελματίες του Συστήματος Δικαιοσύνης διαθέτουν ειδικές γνώσεις και επάρκεια προκειμένου να λάβουν την κατάθεσή του αποφεύγοντας την επαναθυματοποίηση και τον επανατραυματισμό του; Πόσες φορές, για πόση ώρα, σε πόσους «ειδικούς», σε πόσες διαφορετικές δομές, φορείς και άλλα οικήματα; Πώς είναι δυνατή μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο η προστασία της ανηλικότητας και η τήρηση των αρχών της φιλικής προς τα παιδιά Δικαιοσύνης που ισχύουν σε κάθε δικαιοπολιτεία;
Σε μια προσπάθεια ελαχιστοποίησης του κινδύνου επανατραυματισμού του ευάλωτου θύματος δημιουργήθηκαν ήδη από τη δεκαετία του ’80, εξειδικευμένα (ημι)δομημένα πρωτόκολλα δικανικής συνέντευξης. Ακολουθούν συγκεκριμένα βήματα, χρησιμοποιούν ορισμένες και σαφώς καθορισμένες τεχνικές, υιοθετούν βασικές αρχές και τηρούν έναν αυστηρό κώδικα δεοντολογίας από όλους τους επαγγελματίες που θα έρθουν σε επαφή με το θύμα.
Η έρευνα έχει δείξει ότι η αξιοπιστία των δηλώσεων των παιδιών, ο όγκος των πληροφοριών, η ανάκληση λεπτομερειών και η ποιότητα των αποδεικτικών στοιχείων που λαμβάνονται, αυξάνονται σημαντικά όταν χρησιμοποιείται το εν λόγω λεκτικό εξειδικευμένο εργαλείο, το οποίο περιλαμβάνει συγκεκριμένα στάδια/βήματα:
- α) την οικοδόμηση μιας θερμής σχέσης εμπιστοσύνης και ασφάλειας μεταξύ του συνεντευκτή και του παιδιού,
- β) τη μετάβαση στο ουσιώδες θέμα και την ελεύθερη εξιστόρηση των γεγονότων,
- γ) τη χρήση ανοιχτών ερωτήσεων για την απόκτηση πληροφοριών και τέλος
- δ) την ολοκλήρωση της συνέντευξης.
Το κάθε στάδιο περιλαμβάνει υπο-στάδια, η τήρηση των οποίων είναι απαραίτητη για τη λήψη μιας κατάθεσης με μεγάλο βαθμό εγκυρότητας και αξιοπιστίας. Έχει έτσι δικαιοπολιτικά εγκαταλειφθεί δεκαετίες τώρα το αναχρονιστικό προανακριτικό μοντέλο «ερώτηση – απάντηση», καταλαμβάνοντας τη θέση του η πρόσκληση σε ελεύθερη αφήγηση, σε εξιστόρηση των γεγονότων δίχως παρεμβολές και διακοπές προκειμένου να ενισχυθεί η επεισοδιακή μνήμη του παιδιού, να βοηθηθεί η διεργασία της ανάκλησης και παράλληλα να κατευναστεί το άγχος του, συναισθανόμενο ότι ακούγεται πραγματικά.
Έχει δε εξαιρετική σημασία ο τρόπος εφαρμογής του δικανικού πρωτόκολλου και η προσαρμογή του ανάλογα με τις ανάγκες του ανήλικου. Έτσι πρέπει να λαμβάνεται πάντα υπόψη η ηλικία του παιδιού, το αναπτυξιακό του στάδιο, η γλωσσική του ικανότητα, το πολιτισμικό του πλαίσιο και η ύπαρξη τυχόν ιδιαιτεροτήτων (π.χ αναπτυξιακά προβλήματα, προβλήματα λόγου και επικοινωνίας, ζητήματα ειδικών αναγκών, κ.ά).
Ενώ η δική μας έννομη τάξη απέκτησε ήδη από το 2019 ένα δομημένο εξειδικευμένο πρωτόκολλο δικανικής εξέτασης (Υ.Α 7320/2019 – ΦΕΚ 2238/Β/10-6-2019) σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, δυστυχώς σήμερα σπάνια εφαρμόζεται καθώς εξακολουθεί να γίνεται χρήση αναχρονιστικών και ακατάλληλων πρακτικών από επαγγελματίες δίχως καμία εξειδικευμένη εκπαίδευση και πιστοποίηση. Κάποτε θα πρέπει η Πολιτεία ακολουθώντας τις καλές διεθνείς πρακτικές να δημιουργήσει μέσα σε όλα, ένα μητρώο εκπαιδευμένων, ειδικά πιστοποιημένων επαγγελματιών προκειμένου να προστατέψει την ανηλικότητα.
Όταν γίνεται λόγος για εξειδικευμένη εκπαίδευση, η διεθνής επιστημονική κοινότητα δεν αναφέρεται στα ακαδημαϊκά προσόντα του επαγγελματία που λαμβάνει την κατάθεση, ούτε την εμπειρία του στο πεδίο. Αυτά τα θεωρεί δεδομένα. Αναφέρεται στη συστηματική και δια βίου εκπαίδευσή του σε εξειδικευμένα κέντρα εκπαίδευσης στα οποία εκπαιδεύονται όλοι οι συνάδελφοί του, σε διεθνές επίπεδο. Αναφέρεται στην εκμάθηση σημαντικών συμβουλευτικών δεξιοτήτων αλλά και στην εμπέδωση των εμβληματικών κανόνων δεοντολογίας.
Μπορεί άραγε να εμφανίζεται στα ΜΜΕ ο/η επαγγελματίας εκείνος/η που λαμβάνει την κατάθεση του παιδιού κατά τη προδικασία ή ακόμα και μετά το πέρας αυτής; Αρκεί ένας επαγγελματίας να είναι ψυχολόγος, ψυχίατρος, παιδαγωγός, κοινωνικός λειτουργός ή αστυνόμος (ή συνδυαστικά μερικά από τα παραπάνω), για να είναι επιστημονικά επαρκής να συνομιλεί με παιδιά θύματα σεξουαλικής κακοποίησης;
Για να είναι σε θέση να λάβει την κατάθεση άλλοτε ενός παιδιού προσχολικής ηλικίας, άλλοτε ενός έφηβου, άλλοτε ενός θύματος στο φάσμα του αυτισμού ή χαμηλού νοητικού πηλίκου ή με διάσπαση προσοχής ή με άλλα προβλήματα ανάπτυξης και επικοινωνίας ή και από άλλο πολιτισμικό πλαίσιο (π.χ προσφυγόπουλα, ασυνόδευτα ανήλικα, Ρομά, κ.λ.π);
Αρκεί η επαγγελματική του ιδιότητα και μόνο, για να είναι σε θέση να κατανοήσει τη δυναμική του ιδιαίτερου τραύματος, για να μπορεί να προσαρμόζει το πρωτόκολλο στις ιδιαίτερες κάθε φορά ανάγκες του θύματος, για να έχει την ικανότητα να αναλύει τα ποιοτικά κριτήρια του λόγου των παιδιών που καταθέτουν, προκειμένου να είναι σε θέση να διακρίνει τους ψευδείς από τους αληθείς τους ισχυρισμούς; Αρκεί η επαγγελματική του ιδιότητα και μόνο για την ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας με την παράλληλη προστασία του θύματος;
2η σειρά ερωτημάτων
Ποιες διαδικασίες θα πρέπει να ακολουθούνται προκειμένου να προστατευτεί από έναν ενδεχόμενο επανατραυματισμό του; Τι είναι τα «Σπίτια του Παιδιού»; Τι έχετε να σχολιάσετε για τους χειρισμούς της πρόσφατης υπόθεσης;
Σε όλες σχεδόν τις χώρες που διαθέτουν έναν νομικό πολιτισμό, πολλαπλασιάζονται οι βέλτιστες πρακτικές και δημιουργούνται ολοένα και περισσότερα “Κέντρα Συνηγορίας του Παιδιού” (Child Advocacy Centers) ή διαφορετικά τα «Σπίτια του Παιδιού».
Τέτοιες καλές πρακτικές προσαρμοσμένες στα εθνικά νομικά συστήματα έχουν εισαχθεί σε σειρά κρατών όπως η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία κ.ο.κ. Στην Ευρώπη, εκτός από το πρωτοπόρο «Σπίτι του Παιδιού» (Barnahus) του Ρέικιαβικ της Ισλανδίας που λειτουργεί από το 1998, το μοντέλο έχει μεταλαμπαδευτεί σε όλη την Σκανδιναβία: από το 2005 στην Σουηδία, το 2007 στην Νορβηγία, το 2011 σε Δανία και Φινλανδία. Ανάλογα Κέντρα λειτουργούν όμως και σε χώρες που υπολείπονται σχετικώς σε δείκτες κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης.
Έτσι, για παράδειγμα, το πολυβραβευμένο Κέντρο Προστασίας του Παιδιού στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας κλείνει ήδη 15 χρόνια λειτουργίας, ενώ ανάλογες δομές είτε λειτουργούν ήδη είτε βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης σε χώρες όπως η Λιθουανία, η Λετονία, η Τουρκία, η Πορτογαλία, Βουλγαρία κ.ο.κ. Σε άλλες χώρες εφαρμόζονται με διαφορετικούς τρόπους ανάλογες πρακτικές, όπως π.χ. την Γαλλία, Αυστρία και Ολλανδία.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των «Σπιτιών του Παιδιού» που τα διαφοροποιεί σημαντικά από τους άλλους πιθανούς χώρους κατάθεσης, είναι ότι πράγματι μοιάζουν με σπίτια και όχι με γραφειοκρατικές υπηρεσίες. Για το λόγο αυτό ακολουθούν ειδικές τεχνικές προδιαγραφές, προβλέπουν διαφορετικά δωμάτια το καθένα από τα οποία εξυπηρετεί συγκεκριμένους σκοπούς, ενώ η διακόσμηση, οι χρωματισμοί και τα έπιπλα είναι ειδικά μελετημένα προκειμένου να δημιουργούν ένα αίσθημα ασφάλειας και ζεστής φιλοξενίας.
Προκειμένου να αμβλυνθεί το άγχος του παιδιού πολλά από τα «Σπίτια του Παιδιού» έχουν τοποθετήσει στο μεγάλο χώρο υποδοχής -πέρα από ποικιλία παιχνιδιών και πλούσια βιβλιοθήκη- ενυδρεία ιδιαίτερα φροντισμένα με πολύχρωμα και διαφορετικά είδη ψαριών, ενώ άλλα πάλι έχουν εκπαιδεύσει σκυλιά για το πώς να υποδέχονται και να στέκουν δίπλα στα παιδιά όταν καταθέτουν.
Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει φροντισμένη αυλή ή ειδικά διαμορφωμένα μπαλκόνια ακόμα και εσωτερικά σιντριβάνια, καθώς ο ήχος του νερού βοηθά σημαντικά στη δημιουργία ενός κλίματος γαλήνης και ηρεμίας μειώνοντας σημαντικά την εσωτερική ένταση και το άγχος.
Πόσο πολύ άραγε διαφέρουν τα «Σπίτια» αυτά από οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία που καλούνται τα παιδιά; Μόνο σε αυτές τις εξειδικευμένες και φιλικές προς τα ανήλικα θύματα δομές – στις οποίες καταθέτουν ενώ βιντεοσκοπούνται, μία μόνο φορά σε έναν ειδικά εκπαιδευμένο δικανικό ψυχολόγο με τη χρήση δομημένου εξειδικευμένου πρωτόκολλου– μπορούν να προστατευτούν από τη δευτερογενή τους θυματοποίηση.
Με τον τρόπο αυτό αποκλείεται η επαναληψιμότητα των διαδικασιών και η εμπλοκή δεκάδων επαγγελματιών δίχως εκπαίδευση, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο του επανατραυματισμού τους. Οι καταθέσεις των ανηλίκων που λαμβάνονται με αυτόν τον τρόπο είναι σύμφωνα με τα διεθνή ερευνητικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα αξιόπιστες και έγκυρες, πλούσιες σε λεπτομέρειες και σε όγκο πληροφοριών, οδηγώντας με μεγαλύτερη ασφάλεια στην ουσιαστική αλήθεια και στη μείωση των δεινών που συνεπάγεται η συμμετοχή τους σε αυτές τις διαδικασίες.
Θεμέλιος λίθος για την προστασία του παιδιού από έναν ενδεχόμενο επανατραυματισμό του είναι όχι η απλή επίκληση, αλλά η εφαρμογή του ήδη υφιστάμενου πλαισίου και ο σεβασμός στις θεμελιώδεις αρχές της Διεθνούς Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Παιδιού καθώς και των επιταγών της φιλικής προς τα παιδιά Δικαιοσύνης, όπως αυτές έχουν υιοθετηθεί εδώ και χρόνια από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Αναγκαία συνθήκη προστασίας του θύματος εκτός από την εφαρμογή του πρωτόκολλου και την εκπαίδευση του επαγγελματία, είναι η λήψη της κατάθεσης σε έναν ασφαλή και φιλικό προς την ανηλικότητα χώρο, όπως ήδη επισημάνθηκε. Τέτοιοι χώροι δεν είναι σε καμία περίπτωση το αστυνομικό τμήμα, το δικαστήριο, η εισαγγελία ή ένα νοσοκομείο, ακόμα κι αν εκεί έχει προβλεφθεί η διαμόρφωση ενός δωματίου υποδοχής παιδιών.
Οι δε προσπάθειες που καταβάλλονται τις τελευταίες μέρες με σκοπό, στη χειρότερη περίπτωση την πλήρη αποδόμηση και απαξίωση του «Σπιτιού του Παιδιού» και στην καλύτερη, την εξίσωσή του με το δωμάτιο της ΓΑΔΑ στο οποίο λαμβάνονται οι καταθέσεις της 12χρονης, είναι από ατυχείς έως θλιβερές, προσκρούοντας σε κάθε δικαιοπολιτική υπαγόρευση.
Φαντάζεστε πόσο τρομακτικό είναι για ένα θυματοποιημένο κορίτσι να έρχεται στο αφιλόξενο κτίριο της ΓΑΔΑ και να βλέπει ό,τι συμβαίνει γύρω του μέχρι να ανέβει στον 8ο όροφο; Να επιστρέφει εκεί ξανά και ξανά; Να συναντά συμπωματικά τη μητέρα του με χειροπέδες στα χέρια ξεσπώντας σε λυγμούς; Γιατί δεν κατέθεσε η ανήλικη στο «Σπιτιού του Παιδιού»; Γιατί το ερώτημα αυτό παραμένει αναπάντητο;
Και μόνο το γεγονός της διερεύνησης της πληροφορίας ότι αστυνομικός που υπηρετούσε στη ΓΑΔΑ συνομιλούσε με το 12χρονο θύμα, θα έπρεπε να είναι αρκετό για να μη προσαχθεί ποτέ ξανά εκεί. Εντούτοις, φαίνεται ότι η μόνη μέριμνα της Πολιτείας ήταν απλά η μεταφορά του ένστολου σε άλλη υπηρεσία.
3η σειρά ερωτημάτων
Πώς είναι δυνατή η αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας και ποια είναι τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για τη λήψη μιας αξιόπιστης κατάθεσης ενός ανήλικου θύματος;
Σε όλες τις ευνομούμενες πολιτείες η εξειδικευμένη και η δια βίου εκπαίδευση των επαγγελματιών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να θεωρηθούν ικανοί και επαρκείς προκειμένου να λάβουν μια κατάθεση αξιόπιστη, έγκυρη και πλούσια σε όγκο πληροφοριών.
Μόνον έτσι θα είναι σε θέση να διακρίνουν τους ψευδείς από τους αληθείς ισχυρισμούς και τα ποιοτικά κριτήρια της διαφοροποίησής τους. Η δε ορθή χρήση του πρωτόκολλου αποκλείει ανορθόδοξες τακτικές και πρακτικές όπως η καθοδήγηση, η υποβολιμότητα, η εμφύτευση άλλων -ξένων προς το παιδί- πληροφορίων, η επιμόλυνση της μνήμης, η αντιδεοντολογική χρήση θετικών ή αρνητικών ενισχυτών για την εκμαίευση μιας πληροφορίας.
Σημαντική είναι επίσης η άριστη γνώση συμβουλευτικών δεξιοτήτων για την εγκαθίδρυση ενός υποστηρικτικού κλίματος, όπως η επίδειξη ενσυναίσθησης, η αντανάκλαση του συναισθήματος, η χρήση της παράφρασης, κ.ά, καθ’ όλη τη διάρκεια της λήψης της κατάθεσής του.
Πρέπει να υπερτονιστεί ότι εξαιρετικής σημασίας είναι η μη επανάληψη των διαδικασιών και η αποφυγή πολλαπλών καταθέσεων. Λέχθηκε δημόσια ότι η ανήλικη έχει καταθέσει μία μόνο φορά και τονίστηκε ότι τις άλλες φορές που κλήθηκε ήταν μόνο για καταθέσεις συμπληρωματικές. Δηλαδή αυτές οι συμπληρωματικές – όπως υποστηρίχθηκε καταθέσεις- είναι κάτι άλλο; Δεν αυξάνουν δραματικά το συνολικό αριθμό που η ανήλικη καταθέτει; Μια, δυο, τρεις, τέσσερεις φορές και έπεται και συνέχεια…
Δεν ενισχύουν την εμπλοκή της ανήλικης σε επανατραυματικές διαδικασίες; Δεν κάμπτουν τις επιταγές της Φιλικής προς τα παιδιά Δικαιοσύνης; Δεν παραβιάζουν τη θεμελιώδη αρχή του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού, όπως αυτή κατοχυρώνεται στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Άρθρο 3);
Απαραίτητη δε προϋπόθεση για την πραγμάτωση της εν λόγω αρχής είναι η υιοθέτηση παιδοκεντρικών διαδικασιών και συνθηκών που λαμβάνουν υπόψη τις ατομικές και ιδιαίτερες ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες του θύματος.
Όπως ορθά υπογραμμίζει η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού «η πλήρης εφαρμογή της έννοιας του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού προϋποθέτει την ανάπτυξη μιας προσέγγισης με βάση τα ανθρώπινα δικαιώματα, με τη συμμετοχή του συνόλου των εμπλεκομένων φορέων, ώστε να διασφαλίζεται η ολιστική σωματική, ψυχολογική, ηθική και πνευματική ακεραιότητα του παιδιού και να προάγεται η ανθρώπινη αξιοπρέπειά του» (Γενικό Σχόλιο αριθ. 14, 2013).
Τι από τα παραπάνω διασφαλίζουν οι σημερινές πρακτικές; Η επιστροφή στη ΓΑΔΑ για συμπληρωματικές καταθέσεις συνάδει με την προστασία του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού;
Κι ακόμα και στην περίπτωση που πράγματι, η διερεύνηση της υπόθεσης επιτάσσει και άλλες συμπληρωματικές καταθέσεις, γιατί δεν προκρίνεται το προστατευτικό περιβάλλον του «Σπιτιού του Παιδιού» έναντι του παραπάνω αφιλόξενου και εχθρικού προς τα παιδιά κτιρίου;
Αν τέλος υποθέσουμε ότι έχουμε νέα στοιχεία από όλους τους φερόμενους ως δράστες της γενετήσιας παραβίασης της ανήλικης, θα κληθεί το θύμα να καταθέσει στη ΓΑΔΑ συμπληρωματικά έως και 213 φορές;
Όπως ήδη τονίσαμε, γνωρίζουμε επιστημονικά ότι πρέπει να αποφεύγεται η επαναληψιμότητα και να ελαχιστοποιείται ο αριθμός των καταθέσεων του θύματος, τόσο γιατί αυτό οδηγεί σε δευτερογενή θυματοποίηση του ανήλικου, όσο και γιατί ενέχει τον κίνδυνο επιμόλυνσης ακόμα και «καταστροφής» της μνήμης καθώς πρόκειται για ένα γνωστικό μηχανισμό ιδιαίτερα περίπλοκο και εξαιρετικά εύθραυστο.
Η χρονική παρέλευση από την πρόσληψη του ερεθίσματος μέχρι την προσπάθεια ανάκλησής του, το είδος του ερεθίσματος που βιώθηκε, οι μεταγενέστερες του γεγονότος παρεμβολές, ο τρόπος με τον οποίο επιχειρείται η ανάδυσή του, ο αριθμός προσπαθειών ανάκλησης, και τα συναισθήματα που προκαλεί η ανάμνησή του διαδραματίζουν κύριο ρόλο. Οι αλλεπάλληλες προσπάθειες ανάσυρσης ενός μνημονικού ίχνους οδηγεί με μεγάλη συχνότητα στην καταστροφή του καθώς η δύναμη και η ανθεκτικότητά του δεν είναι δεδομένη.
Η διεθνής βιβλιογραφία μας επισημαίνει εμφατικά ότι ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η δικανική εξέταση διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο: είτε θα ενδυναμώσει τα μνημονικά ίχνη επιτρέποντας την ανάδυσή τους, είτε θα τα παραφθείρει, καταστρέφοντάς τα οριστικά, σαν το μελάνι που σιγά σιγά θα απλωθεί στο χαρτί αλλοιώνοντας ότι έχει πάνω του έως τότε καταγραφεί. Ένας σημαντικός παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει στο παραπάνω είναι η παρεμβολή νέων στοιχείων και οι εκ νέου καταθέσεις.
Επίσης η επανάληψη των διαδικασιών ενέχει τη μεγάλη πιθανότητα ανασκεύης των αρχικών ισχυρισμών από μέρους του ανήλικου θύματος και την αλλαγή ακόμα και ουσιωδών τους στοιχείων. Συχνά τα παιδιά μη αντέχοντας τη δαιδαλώδη και επίπονη αυτή επαναληπτική διαδικασία, αλλάζουν τους αρχικούς τους ισχυρισμούς με την προσδοκία ότι θα ικανοποιήσουν τον επαγγελματία που λαμβάνει την κατάθεση, πιστεύοντας έτσι ότι δε θα χρειαστεί να υποβληθούν εκ νέου σε μια ακόμα δοκιμασία. Άλλωστε γνωρίζουν ότι σπάνια γίνονται πιστευτά καθώς θεωρούνται εξ ορισμού αναξιόπιστοι μάρτυρες λόγω της ηλικίας τους, από το Σύστημα Ποινικής Δικαιοσύνης και τους επαγγελματίες του.
Άλλες πάλι φορές τα παιδιά αλλάζουν τους αρχικούς τους ισχυρισμούς υπό την πίεση και την καθοδήγηση τρίτων προσώπων που εκμεταλλεύονται αυτή ακριβώς την επώδυνη επανάληψη των διαδικασιών στον ενδιάμεσο χρόνο που μεσολαβεί. Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το ότι σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, ένας σημαντικός αριθμός ανήλικων θυμάτων που έχει αρχικά αποκαλύψει την κακοποίησή του, στη συνέχεια την ανακαλεί, αρνούμενο την αλήθεια των αρχικών του ισχυρισμών καθώς δεν αντέχει άλλο τη συνθλιβή του ή/και τις πιέσεις στενών του ανθρώπων.
Έτσι η ανάκληση και η επιλογή της απόσυρσης, φαντάζει λιγότερο οδυνηρή από την ίδια την αποδοχή της σεξουαλικής του παραβίασης και την υποστήριξη της αλήθειας. Το θύμα με αυτόν τον τρόπο αρνείται τον επανατραυματισμό του και την εκ νέου διέλευσή του από τις Συμπληγάδες πέτρες.
Η καταβύθιση στα βαθιά για την ανάδυση της αλήθειας στο φως είναι δεν είναι μόνο μια εξαιρετικά δύσκολη τεχνική αλλά και συνάμα μια ιδιαίτερης αξίας τέχνη που ασκείται μόνο στον ειδικό προς τούτο χώρο, το «Σπίτι του Παιδιού» και μόνο από εξειδικευμένους επαγγελματίες. Είναι ο μόνος τρόπος να κατέβεις βαθιά, προστατεύοντας τα παιδιά από ένα ακόμα τραύμα. Είναι η απάντηση στον ποιητή που με αγωνία ρωτά:
«Πώς το κέλυφος τούτο να διαπεράσεις με το ξίφος
του δήθεν τελειωμένου ανθρώπου; Πώς να κατεβείς βαθιά,
απ’ τα διάφανα μάτια των παιδιών, στον πρώτο θάνατο» ;
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις