Δολοφονία Ζακ Κωστόπουλου: Τρία χρόνια συγκάλυψης και συνεχών ανατροπών
Στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 ο Ζακ Κωστόπουλος άφησε την τελευταία του πνοή στον πεζόδρομο της οδού Γλάδστωνος. Τα “κόκκινα σημεία” της δικογραφίας. Τι δηλώνει στο NEWS 24/7 η εκ των συνηγόρων πολιτικής αγωγής, Άννυ Παπαρούσου.
- 21 Σεπτεμβρίου 2021 06:16
“Άνδρας αποπειράθηκε να ληστέψει κοσμηματοπωλείο στο κέντρο της Αθήνας το μεσημέρι της Παρασκευής κρατώντας μαχαίρι ο οποίος υπέκυψε στα τραύματά του”. Αυτή ήταν η λιτή περιγραφή της αστυνομίας πριν ακριβώς τρία χρόνια, όταν στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 ο Ζακ Κωστόπουλος -κατά κόσμο Zackie Oh- άφηνε την τελευταία του πνοή στον πεζόδρομο της οδού Γλάδστωνος, μερικά μέτρα μακρυά από την επιχείρηση που υποτίθεται ότι προσπάθησε να κλέψει. Χρειάστηκε αμέτρητος κόπος και αγώνας από την πλευρά της οικογένειας του 33χρονου νέου για να μπορέσει να αποδειχθεί ότι αυτό το δελτίο Τύπου δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την.. “άποψη” των αστυνομικών αρχών, και σε καμία περίπτωση δεν αντιπροσώπευε τα πραγματικά περιστατικά που είχαν λάβει χώρα εκείνο το απόγευμα.
Σε ένα μήνα από σήμερα, στις 20 Οκτωβρίου, έχει προσδιοριστεί για να ξεκινήσει η δίκη για το θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου. Έχοντας ήδη αναβληθεί λόγω των εκτάκτων μέτρων για την αποφυγή της πανδημίας, ακόμη και τώρα, ύστερα από τρία έτη, η ελληνική Δικαιοσύνη δεν έχει αποφανθεί -ούτε καν σε πρώτο βαθμό- αν και ποιοι είναι υπεύθυνοι για το χαμό του ούτε καν σε πρώτο βαθμό. Οι έξι κατηγορούμενοι εξακολουθούν να κυκλοφορούν ελεύθεροι, ακόμη και αν τέσσερις από αυτούς, αστυνομικοί στο επάγγελμα συνεχίζουν να “επιβάλλουν την τάξη”, δίχως να έχει οριστικοποιηθεί ο βαθμός εμπλοκής τους στην υπόθεση.
Βέβαια, δεν θα πρέπει να αποδοθούν όλες οι ευθύνες στον Covid-19, ο οποίος πράγματι διατάραξε την καθημερινότητα σε παγκόσμια κλίμακα. Πολύ πριν την εξάπλωση της πανδημίας, φαινόταν πως η διαλεύκανση του εγκλήματος δεν αποτέλεσε προτεραιότητα για τις αρχές. Δεν είναι τυχαίο ότι το πέρας της ανάκρισης κηρύχθηκε ήδη από τον Απρίλιο του 2019 , αλλά χρειάστηκε να φτάσει μέσα Ιουνίου προκειμένου η δικογραφία να βρεθεί στα χέρια του εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος και θα πρότεινε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών αν και ποιοι κατηγορούμενοι θα έπρεπε να παραπεμφθούν σε δίκη. Αντίστοιχα, στην πρώτη δικάσιμο όταν το δικαστήριο ανέβαλε την εκδίκαση της υπόθεσης, η ημερομηνία που δόθηκε ήταν σε ένα ακριβώς χρόνο μετά.
“Άρνηση ενασχόλησης”
«Ο χρόνος που έχει περάσει σήμερα, δείχνει την ειδική στάση των ελληνικών αρχών, αστυνομικών και δικαστικών, σε αυτή την υπόθεση, υποδεικνύει την άρνηση να επιλυθεί αυτή δικαστικά, διαιωνίζει τη διατάραξη του κοινού περί δικαίου αισθήματος και τέλος αφήνει σε καθεστώς ατιμωρησίας τους δράστες, μπροστά στα μάτια της θρηνούσας οικογένειας” δηλώνει στο NEWS 24/7 η εκ των συνηγόρων πολιτικής αγωγής, Άννυ Παπαρούσου. Η νομικός που μαζί με τις Κλειώ Παπαπαντολέων και Χρύσα Πετσιμέρη εκπροσωπούν του συγγενείς του Ζακ Κωστόπουλου θα δώσουν τη δική τους μάχη ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, αναφέρει ότι το γεγονός πως η υπόθεση θα εκδικαστεί σε πρώτο βαθμό τρία χρόνια μετά το συμβάν, δεν αποτελεί «εύλογο χρόνο εκδίκασης» αλλά “άρνηση ενασχόλησης”.
Οι καθυστερήσεις στην απονομή Δικαιοσύνης είναι ένα πάγιο ζήτημα που εδώ και δεκαετίες βαραίνει τα δικαστήρια της χώρας. Ωστόσο, στην υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση. Κι αυτό γιατί όλα δείχνουν πως είναι μία ιστορία συγκάλυψης και συνεχών ανατροπών. Δεν ήταν άλλωστε, λίγες οι φορές που οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της οικογένειας έχουν καταγγείλει “επιλεκτική διαχείριση του υλικού της δικογραφίας από την πλευρά των αστυνομικών οργάνων”. Πράγματι, η αρχική εικόνα των στοιχείων της δικογραφίας, είναι τελείως διαφορετική από αυτή που φανερώθηκε στη συνέχεια χάρη στην ανθρωπιά και στο κοινό περί δικαίου αίσθημα μιας χούφτας ανθρώπων, που αν και θα μπορούσαν να είχαν παραμείνει στην ανωνυμία της μάζας, βγήκαν μπροστά και μίλησαν στις δικαστικές αρχές για όσα είδαν ως αυτόπτες μάρτυρες, δίνοντας νέα στοιχεία στην οικογένεια του Ζακ Κωστόπουλου πως ο θάνατος του επιδιώχθηκε από κάποιους.
“Πέρασαν τρία χρόνια με κατασκευασμένα ψέματα, παραπληροφόρηση και σκύλευση του σώματος του Ζακ. Την οργή για την απώλειά του διαδέχτηκε το πένθος, το κοινό μας μοιρασμένο πένθος για την αγάπη που μας στέρησαν. Η οργή μας για την ατιμωρησία, για το ρατσιστικό τους μίσος, για τις προσπάθειες συγκάλυψης, για την τρίχρονη, δυσανάλογη καθυστέρηση παραμένει και όσο περνάει ο καιρός θεριεύει” αναφέρει η πρωτοβουλία Justice For Zak/Zackie, στο κάλεσμά της στην πορεία στο κέντρο της Αθήνας, στη μνήμη του, με βασικό ζητούμενο την απονομή δικαιοσύνης, και τονίζει: “Ο Ζακ, περήφανο μέλος της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, οροθετικός, genderqueer, drag queen, αντιφασίστας και μαχητής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δολοφονήθηκε από όλα αυτά που πολεμούσε όσο ζούσε. Από τον κοινωνικό εκφασισμό της διπλανής πόρτας, το ρατσισμό, την ομοφοβία, την θεσμική βία και την κοινωνική απάθεια. Ο πρώτος θάνατος ήρθε από τα χέρια των δολοφόνων, ο δεύτερος από την σιωπή του πλήθους και ο τρίτος από την τυμβωρυχία των μέσων με τις ψευδείς ειδήσεις. Ο Ζακ δολοφονήθηκε τρείς φορές. Και δολοφονείται τρία χρόνια τώρα, όσο η απονομή της δικαιοσύνη καθυστερεί βασανιστικά”.
Τα “κόκκινα σημεία” της δικογραφίας
Για την ελληνική Αστυνομία η υπόθεση είχε εξιχνιασθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή. Μόνο που το έγκλημα ήταν απόπειρα ληστείας και ο αυτουργός αυτής ο Ζακ Κωστόπουλος. Τρία χρόνια τώρα δεν υπάρχει κάποιος που να μην έχει κατανοήσει πως τελικά τα πραγματικά περιστατικά ήταν τελείως διαφορετικά από τον ισχυρισμό πως “ένας τοξικομανής επιχείρησε να ληστέψει κοσμηματοπωλείο”. Η Δικαιοσύνη “είδε” ότι ο “αυτουργός της απόπειρας ληστείας” ήταν τελικά το θύμα και κατηγορούμενοι ο ιδιοκτήτης του κοσμηματοπωλείου, ένας περίοικος και τέσσερις αστυνομικοί, οι οποίοι με ιδιαίτερη σκληρότητα ανέλαβαν να συνεχίζουν τον ξυλοδαρμό του 33χρονου, ενώ βρισκόταν ήδη πεσμένος στο πλακόστρωτο. Άλλωστε, η επανάληψη των τοξικολογικών και ιστολογικών εξετάσεων του Ζακ Κωστόπουλου μετά από αίτημα της πλευράς των κατηγορουμένων αστυνομικών, επικύρωσε τις αρχικές εξετάσεις στις οποίες βασίστηκε η ιατροδικαστική έκθεση, σύμφωνα με τις οποίες ο “τοξικομανής” ήταν …”καθαρός” από ναρκωτικές ουσίες.
Η “μάχη” πάντως, από την πλευρά της οικογένειας του Ζακ Κωστόπουλου θα δοθεί εντός της δικαστικής αίθουσας, προκειμένου με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας να αποδοθούν ευθύνες για το κακούργημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, πράγμα το οποίο ζητά από την πρώτη στιγμή η πολιτική αγωγή, ακόμη και αν το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών με το παραπεμπτικό βούλευμα, είχε διαφορετική κρίση.
Συγκεκριμένα, το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο καλείται να εξετάσει τα εξής:
Στην περίπτωση του Ζακ Κωστόπουλου τελέστηκε ανθρωποκτονία από αμέλεια ή θανατηφόρα σωματική βλάβη;
Αυτό ενδέχεται να είναι το σημαντικότερο ζήτημα που θα πρέπει μελετήσει το δικαστήριο. Η πολιτική αγωγή από την πρώτη στιγμή έχει υποστηρίξει -σε αντίθεση με την υπεράσπιση- ότι τα χτυπήματα τόσο του κοσμηματοπώλη και του φίλου του, όσο και των τεσσάρων αστυνομικών συνδέονται αιτιωδώς με το θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου. “Δεδομένου ότι τα συμπεράσματα της ιατροδικαστικής έκθεσης οδηγούν ευθέως στην αιτιώδη συσχέτιση του θανάτου του Ζαχαρία Κωστόπουλου με τα πλήγματα που δέχθηκε, η ορθή απόδοση της κατηγορίας αποτελεί αίτημα του δικαίου και της ουσιαστικής δικαιοσύνης” ανέφεραν στην κατάθεση αγωγής για ανθρωποκτονία από πρόθεση.
Η δικηγόρος Άννυ Παπαρούσου επισημαίνει σχετικά: “Πρόκειται για κλασική περίπτωση της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως όπως τυποποιείται στον Ποινικό Κώδικα. Κάθε άνθρωπος όταν συνεχίζει να χτυπάει ένα άτομο το οποίο είναι αιμόφυρτο και πεσμένο στο έδαφος, ξέρει ότι οι κινήσεις του έχουν πιθανότητα να τον οδηγήσουν στο θάνατο”.
Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας νεκροτομής, ο Ζακ Κωστόπουλος έφερε πολλαπλά διάσπαρτα τραύματα σώματος και δει τραύματα, εκχυμώσεις και εκδορές στο πρόσωπο και στα άκρα εκ των οποίων αλλά είναι συμβατά με πρόκληση τους από τέμνον όργανο (π.χ. τμήματα υάλου), άλλα με πρόσκρουση σε ανένδοτη αιχμηρή επιφάνεια σχήματος Γ (π.χ. Γωνία τραπεζιού, έδαφος, ογκώδη αντικείμενα) και έτερα με πρόκληση τους από θλων αμβλύ όργανο (π.χ. χέρια ή πόδια ανθρώπων)», ενώ επισημαίνεται ότι αυτά τα τραύματα «δεν συνιστούν από μόνα τους θανατηφόρες κακώσεις».
Κατά το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, οι «ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου που καταγράφονται στην ιστολογική εξέταση, οι οποίες αποτέλεσαν την τελική αιτία θανάτου, δεν συνδέονται με υποκειμενική προϋπάρχουσα στεφανίαία ή άλλη καρδιακή νόσο, αλλά συνδέονται αιτιωδώς με τα πολλαπλά τραύματα σώματος, τα οποία μπορεί να μην συνιστούν από μόνα τους θανατηφόρες βλάβες, όμως συνδέονται αιτιωδώς με αυτά μέσω μηχανισμού στρες με την ιατρική έννοια του όρου, δηλαδή την αντίδραση του οργανισμού προκειμένου να αντιμετωπίσει εξωτερικά ερεθίσματα όπως τραύματα, που τείνουν να μεταβάλουν την σωματική του ισορροπία».
Υπήρχε δόλος ως προς το έγκλημα;
Από τη μία πλευρά, το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου δέχεται ότι ο κοσμηματοπώλης και ο φίλος του “έδρασαν απερίσκεπτα χτυπώντας τον Κωστόπουλο”, ωστόσο δεν επιδίωκαν τον θάνατο του, αλλά την σύλληψη του. «Αναφορικά με το δόλο των δύο κατηγορουμένων, παρόλο που η επίθεση του σε βάρος του θανόντος Κωστόπουλου – ιδίως του δεύτερου – δεν κρίνεται κοινωνικά αποδεκτή ενόψει του είδους, του αριθμού, της έντασης, της διάρκειας και του τρόπου κατάφωρας των πληγμάτων, όπως αυτά προκύπτουν κυρίως από το συλλεγέν οπτικοακουστικό υλικό (ενόψει και των σε πολλά σημεία αντικρουόμενων μαρτυρικών καταθέσεων που ελήφθησαν), γίνεται δεκτό ότι η βασική τους επιδίωξη ήταν η παραμονή του Κωστόπουλου εντός του καταστήματος και η μη διαφυγή του, προκειμένου να επιτευχθεί η σύλληψη του, και δεν εμφορούνταν από ακραία τιμωρητική διάθεση, γεγονός που καταδεικνύεται (και) από τη μη συνέχιση της επίθεσης τους όταν ο Κωστόπουλος εξήλθε τελικά του καταστήματος, χωρίς να δύναται να συναχθεί το αντίθετο συμπέρασμα από τη μη συνδρομή τους στην περίθαλψη του θύματος ή ακόμα και από τις μεταγενέστερες του συμβάντος προσβλητικές αναρτήσεις κατηγορουμένου στο διαδίκτυο».
Σύμφωνα με το βούλευμα, “οι κατηγορούμενοι με πρόθεση επέφεραν στο θύμα σωματικές κακώσεις που μπορούσαν να του προκαλέσουν (όπως και πράγματι συνέβη) κίνδυνο για τη ζωή του, είτε επικίνδυνες σωματικές βλάβες, το δε αποτέλεσμα του θανάτου του οφείλεται σε συγκλίνουσα αμέλεια τους (παραυτουργία) ήτοι οι σωματικές αυτές βλάβες συνετέλεσαν στην πρόκληση οργανικού στρες το οποίο με τη σειρά του προκάλεσε τις ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου που αποτέλεσαν την τελική αιτία θανάτου, καθόσον οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι ενόψει της ηλικίας τους και της στοιχειώδους κοινωνικής εμπειρίας που διέθεταν είχαν τη δυνατότητα να προβλέψουν ότι η επίθεση τους σε βάρος του Κωστόπουλου με πλήγματα στην κεφαλή, ενώ μάλιστα διερχόταν από θραυσμένο υαλοπίνακα, μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα το θάνατο του παθόντος, όμως από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να καταβάλλουν, έδρασαν απερίσκεπτα και επιτέθηκαν κατά του παθόντος, μη προβλέποντας το επελθόν αποτέλεσμα”.
Σε κάθε περίπτωση, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών δεν δέχθηκε τους ισχυρισμούς των δύο ανδρών ότι βρίσκονταν σε άμυνα την ώρα εκείνη, γιατί -όπως είπαν- το θύμα κρατούσε μαχαίρι, αφού μεταξύ άλλων πάνω σε μαχαίρι που βρέθηκε στο σημείο ουδέποτε εντοπίστηκαν δακτυλικά αποτυπώματα του Ζακ Κωστόπουλου.
Όσο για τους τέσσερις αστυνομικούς, το παραπεμπτικό βούλευμα μιλά για “υπερβάλλοντα ζήλο” από την πλευρά τους: “ενόψει της εκπαίδευσης που έχουν λάβει και της εμπειρίας που διέθεταν από την άσκηση των καθηκόντων τους, είχαν τη δυνατότητα να προβλέψουν ότι τα χτυπήματα που κατάφεραν στον Κωστόπουλο προκειμένου να τον ακινητοποιήσουν και να τον δεσμεύσουν, με δεδομένο ότι αυτός βρισκόταν ήδη σε κατάσταση υπερδιέγερσης, αλλά με προφανή αδυναμία συγκέντρωσης των δυνάμεων του, έφερε πολλαπλά τραύματα και εμφάνιζε δυσχέρειες στην αναπνοή, θα επέτειναν τον ήδη υφιστάμενο κίνδυνο ζωής που αντιμετώπιζε και συνεπώς, μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα το θάνατο του, όμως από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής, την οποία όφειλαν και μπορούσαν να καταβάλλουν, έδρασαν με υπερβάλλοντα ζήλο, μην προβλέποντας το επελθόν αποτέλεσμα».
Κάτω από ποιες συνθήκες ο Ζακ Κωστόπουλος βρέθηκε μέσα στο κοσμηματοπωλείο και λίγη ώρα αργότερα ξεψύχησε;
Το δικαστήριο καλείται να φέρει σε αντιπαράθεση μαρτυρικές καταθέσεις που ουσιαστικά έχουν αντικροούμενο περιεχόμενο. Από τη μία πλευρά, οι καταθέσεις περιοίκων (ορισμένοι εκ των οποίων έχουν καταγγελθεί ως εμπλεκόμενοι στην υπόθεση) και των ίδιων των κατηγορουμένων που έκαναν λόγο για επιθετική συμπεριφορά από την πλευρά του θύματος, που “έμοιαζε με αγρίμι”. Από την άλλη πλευρά, αυτόπτες μάρτυρες που έτυχε να βρίσκονται στο σημείο ως περαστικοί, υποστηρίζουν πως οι έξι κατηγορούμενοι επιτέθηκαν σκληρά σε βάρος του 33χρονου.
Σημαντικές είναι μεταξύ άλλων, οι καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων, σύμφωνα με τις οποίες τα τζάμια του κοσμηματοπωλείου το έσπασαν ο κατηγορούμενος ιδιοκτήτης και μερικοί άλλοι -και όχι ο Ζακ Κωστόπουλο όπως αρχικά καταγγέλθηκε- την ώρα που το θύμα “προσπαθούσε να βγει μπουσουλώντας μέσα από την τζαμαρία” για να απεγκλωβιστεί από το σημείο.
Σε κάθε περίπτωση το πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό που υπάρχει τόσο από κάμερες ασφαλείας όσο και από βίντεο περαστικών, καταδεικνύουν μία πρώτη ματιά ότι ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου ήταν αποτέλεσμα μίας βίαιης επίθεσης, δράστες της οποίας ήταν τρία άτομα, τα οποία τον τραμπούκιζαν και δεν τον άφηναν να εισέλθει σε παρακείμενη καφετέρια.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις