Το άουτσαϊντερ από τις Σέρρες που τελικά συγκρούστηκε με τη Φρειδερίκη
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κατηγορήθηκε ως εκλεκτός των ΗΠΑ και του Παλατιού, συγκρούστηκε όμως με τα Ανάκτορα, ενώ από πολύ νωρίς επέλεξε την Ευρώπη, δηλαδή την ΕΟΚ του γαλλογερμανικού άξονα
- 23 Απριλίου 2018 07:09
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πίστευε ακράδαντα ότι η Ελλάς ανήκει εις την Δύσιν. Ποια Δύση όμως; Δύση είναι και οι ΗΠΑ και η Ευρώπη. Και ο Καραμανλής και κατά τις δύο περιόδους της πρωθυπουργίας του χωρίς να αμφισβητήσει τη συμμαχία με την πρώτη, είχε επιλέξει ως στρατηγικό εταίρο τη δεύτερη. Επιδιώκοντας ταυτόχρονα ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας έναντι των δύο άλλων κέντρων που μέχρι τη Μεταπολίτευση ήλεγχαν την πολιτική ζωή, δηλαδή των Ανακτόρων και του Παλατιού.
Ο Σερραίος πολιτικός κατηγορήθηκε ως άνθρωπος των Αμερικανών, κυρίως διότι από το θεωρούμενο “δεύτερης κατηγορίας” υπουργείο Δημοσίων Έργων, βρέθηκε σε σχετικά νεαρή (πρωτοφανή για τα πολιτικά δεδομένα της δεκαετίας του 1950) ηλικία στην πρωθυπουργία. Κατηγορήθηκε επίσης ως εκλεκτός του Παλατιού και συγκεκριμένα της βασίλισσας Φρειδερίκης. Με την οποία πάντως συγκρούστηκε στη συνέχεια, επιλέγοντας την οδό της αυτοεξορίας.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής προσχώρησε στον Ελληνικό Συναγερμό, που ίδρυσε ο στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος, το 1951. Στην κυβέρνηση Παπάγου αναλαμβάνει το υπουργείο Δημοσίων Έργων, κατόπιν εισήγησης του Μαρκεζίνη, ο οποίος επιθυμούσε να υποβαθμίσει τον ανερχόμενο Σερραίο αστέρα της πολιτικής και πρότεινε να του δοθεί αυτό το “δευτερεύον” υπουργείο.
Ο Καραμανλής όμως υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος αν μη τι άλλο ως υπουργός Δημοσίων Έργων και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Και μετά από μόλις δύο χρόνια, στις 5 Οκτωβρίου του 1955, την επομένη του θανάτου του Παπάγου, ο βασιλιάς Παύλος του δίνει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.
Το γεγονός ότι ο βασιλιάς προτίμησε ένα νέο πολιτικό (47 ετών), όχι πρωτοκλασάτο υπουργό, με καταγωγή από την επαρχία και όχι από τα πολιτικά τζάκια των Αθηνών (αν και το 1952 είχε παντρευτεί την Αμαλία Κανελλοπούλου, ανιψιά του Παναγιώτη Κανελλόπουλου), παραμερίζοντας μάλιστα τους Στεφανόπουλο και Κανελλόπουλο, προκάλεσε πολιτικό σεισμό. Οι αντίπαλοι του, εντός και εκτός του κόμματος του, τον καταγγέλλουν ως εκλεκτό των ΗΠΑ. Λένε επίσης ότι η διαβόητη Φρειδερίκη τον επέλεξε, διότι θεωρούσε πως θα τον είχε του χεριού της.
Πράγματι βέβαια, την εποχή εκείνη οι ΗΠΑ και το Παλάτι είχαν τον τελευταίο λόγο ως προς το ποιος θα γίνει πρωθυπουργός. Ο βασιλιάς είχε το δικαίωμα ουσιαστικά να δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε όποιον επιθυμούσε. Γιατί όμως ειδικά στον Καραμανλή; Οι πολιτικοί των κομμάτων της δεξιάς και του κέντρου ήταν όλοι προσηλωμένοι στο δυτικό- συμμαχικό- φιλοαμερικανικό στρατόπεδο και όλοι επιζητούσαν την εύνοια των ανακτόρων, χωρίς την οποία ουδείς αστός πολιτικός μπορούσε να φιλοδοξεί για την πρωθυπουργία.
Οι αντίπαλοι του Καραμανλή τον κατηγόρησαν ότι ήρθε σε συνεννόηση με τους Αμερικανούς για το Κυπριακό, το οποίο από τις αρχές του 1955 έρχεται με δραματικό τρόπο στο προσκήνιο. Η προσπάθεια της Ελλάδας να θέσει το ζήτημα στον ΟΗΕ έχει στεφθεί από παταγώδη αποτυχία. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1955 ο Καραμανλής (ως υπουργός Δημοσίων Έργων) μιλά στο υπουργικό συμβούλιο για το Κυπριακό, ενώ έχουν ξεκινήσει ήδη τα πρώτα επεισόδια εναντίον Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, και εκτιμά ότι “από το αδιέξοδο δυνάμεθα να εξέλθομεν μόνον εφόσον προκαλέσομεν μίαν παρέμβασιν της Αμερικής”. Η λογική ήταν πως μόνο οι Αμερικανοί μπορούσαν να πιέσουν τη Μεγάλη Βρετανία για το ζήτημα.
Το 1959 ο Καραμανλής ως πρωθυπουργός πλέον παρουσίασε στη Βουλή το περίφημο “μνημόνιο” το οποίο οι αντίπαλοι του τον κατηγόρησαν ότι είχε δώσει ως υπόσχεση στους Αμερικανούς αναφορικά με την Κύπρο, με αντάλλαγμα στήριξη για την πρωθυπουργία. Οι υποστηρικτές του επικαλούνται ότι ακόμη και ο πολιτικός του αντίπαλος Σοφοκλής Βενιζέλος είχε πει στη Βουλή τότε ότι από την ανάγνωση του σημειώματος προκύπτει ότι δεν υπήρξε τίποτε μεμπτόν. Ο δε Καραμανλής είχε ακόμη και μετά από πολλά χρόνια το παράπονο ότι ενώ μαζί με το Μακάριο αποδέχθηκαν τη συμφωνία της Ζυρίχης “εμένα με λένε προδότη και το Μακάριο ήρωα…” Αντιπαθούσε σφόδρα το Μακάριο, τον θεωρούσε τυχοδιώκτη, αλλά οι δρόμοι τους έμελλε να συναντηθούν ξανά σε ακόμη πιο δραματικές στιγμές για την Κύπρο.
Πάντως υπήρχαν και ορισμένοι αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους ο Καραμανλής το 1955 προέκυψε ως ιδανική εναλλακτική: Πρώτον ο “πόλεμος” μεταξύ των δύο αντιπροέδρων του Συναγερμού, Στεφανόπουλου και Κανελλόπουλου, που καθιστούσε επίφοβη λύση τον έναν από τους δύο. Και δεύτερον, η δημοφιλία του λόγω της θητείας του στο Δημοσίων Έργων.
Η κίνηση του Παύλου υπήρξε βέβαια και παραμένει αμφιλεγόμενη, έστω και εάν δεν υπερέβη τα συνταγματικά του προνόμια. Ενδιαφέρον πάντως είναι ότι ενάμιση χρόνο αργότερα η βασίλισσα Ελισάβετ της Μ.Βρετανίας έπραξε κάτι αντίστοιχο: Μετά την παραίτηση του Άντονυ Ήντεν έδωσε την πρωθυπουργία στο Χάρολντ Μακ Μίλλαν, χωρίς να ερωτήσει την κοινοβουλευτική ομάδα των Συντηρητικών και παρακάμπτοντας φαβορί όπως ο Ρεντ Μπάτλερ, ο τότε πρόεδρος της Βουλής των Κοινοτήτων με μακρά υπουργική θητεία.
“Θα τα βάλετε τώρα εσείς με την απόφαση του βασιλέως;”
Ο Γεώργιος Ράλλης σε μεταγενέστερες συνεντεύξεις του έχει δηλώσει ότι εκείνος ήταν που πρότεινε στο βασιλιά Παύλο να κάνει στην άκρη Στεφανόπουλο και Κανελλόπουλο και να επιλέξει τον Καραμανλή.
Ως υπουργός Προεδρίας ο Ράλλης το 1955 αντικαθιστούσε σε επίσημες επισκέψεις τον ασθενή Παπάγο. Τα πράγματα ήταν σοβαρά και για την κυβέρνηση του Ελληνικού Συναγερμού και για τη χώρα. Οι δύο αντιπρόεδροι της κυβέρνησης Στεφανόπουλος και Κανελλόπουλος ήταν στα μαχαίρια: Εάν ο βασιλιάς προτιμούσε τον ένα, ο άλλος θα τον πολεμούσε αδυσώπητα ή και θα φρόντιζε να μη λάβει ψήφο εμπιστοσύνης. Εν τω μεταξύ η Μεγάλη Βρετανία προσπαθούσε να παγιδέψει την Ελλάδα στο Κυπριακό.
“Ένα πρωί” διηγείται ο Ράλλης, “με φωνάζει ο βασιλέας. ‘Δε μου λες Γιώργο, τι θα γίνει τώρα που θα πεθάνει ο Παπάγος;’ Ο Συναγερμός είχε πάρει την κατιούσα. Του λέω ‘Μεγαλειότατε, δεν έχω ιδιαίτερες επαφές, αλλά οι δικές μου οι διαπιστώσεις είναι ότι ο μόνος ο οποίος θα μπορούσε να αποκαταστήσει την δύναμη του κόμματος, είναι ο Καραμανλής’. Και το είπα με φόβο. Αλλά είδα ότι ο βασιλιάς είχε και αυτός την ίδια εντύπωση”. Η συζήτηση αυτή έγινε το Σεπτέμβριο του 1955 και σύμφωνα με το Ράλλη δεν προηγηθεί κάποια συνεννόηση δική του με τον Καραμανλή.
Μετά το θάνατο του Παπάγου, ο βασιλιάς καλεί τον Καραμανλή και του δίνει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Έπρεπε όμως και να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης του κόμματος.
Ο Ράλλης άρχισε τα τηλεφωνήματα. Αναλαμβάνει επίσης να μιλήσει στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, όπου οι βουλευτές- υποστηρικτές των Στεφανόπουλου και Κανελλόπουλου βάλλουν κατά των ανακτόρων.
Ο Ράλλης τους υπενθυμίζει ότι ο βασιλιάς είχε από το Σύνταγμα το δικαίωμα, αφού πλέον δεν υπήρχε αρχηγός του κόμματος, να δώσει σε όποιον κρίνει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, υπό τον όρο να πάρει την έγκριση της Βουλής. “Ο Καραμανλής” τους λέει, “με τον οποίο συνδέομαι όσο και εσείς- δηλαδή σχεδόν καθόλου- έχει μεγάλη απήχηση στην κοινή γνώμη. Και πιστεύω ότι η πρωτοβουλία του βασιλέως ήταν ορθή. Θα τα βάλετε τώρα εσείς με την απόφαση του βασιλέως;”
Υπό το βάρος του Κυπριακού το βλέμμα στην ΕΟΚ
Στις 12 Οκτωβρίου η κυβέρνηση Καραμανλή παίρνει ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή. Πολλοί θεωρού ότι θα είναι βραχύς ο βίος της. Το κόμμα του Ελληνικού Συναγερμού κατέρρεε και οι παλαιοκομματικοί επίχαιραν ότι θα φόρτωναν στον Καραμανλή τη διάλυση του. Τον αντιμετώπιζαν υποτιμητικά. “Δεν είχα περγαμηνές να επιδείξω. Δεν προερχόμουν από κάποιο πολιτικό τζάκι, ούτε καν από περιοχή που έβγαζε πολιτικούς, δεν είχα περιουσία να στηριχθώ, δεν είχα να επικαλεστώ σπουδές εντυπωσιακές, διπλώματα τίτλους, δεν ανήκα στη λεγόμενη υψηλή κοινωνία… Ήμουν λοιπόν μία εξοργιστική περίπτωση” έλεγε αργότερα κατά το Λαμπρία ο ίδιος ο Καραμανλής.
Ο Σερραίος όμως παίζει έξυπνα: Ιδρύει τον Ιανουάριο του 1956 την ΕΡΕ στην οποία προσχωρούν οι περισσότεροι από τους βουλευτές του Συναγερμού και στελέχη του κέντρου όπως ο Κωνσταντίνος Τσάτσος και ο Ευάγγελος Αβέρωφ, προκηρύσσει εκλογές και τις κερδίζει με αυτοδυναμία. Έτσι εγκαινιάζει μία οκταετή πρωθυπουργία, πράγμα πρωτοφανές στη μεταπολεμική Ελλάδα των βραχύβιων κυβερνήσεων.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης αυτής περιόδου του ως πρωθυπουργού χειρίζεται το Κυπριακό και συναντάται δύο φορές με τον Αιζενχάουερ, μία στις ΗΠΑ και μία στην Ελλάδα. Στη συνέχεια συναντάται με τον πρόεδρο Κένεντι στις ΗΠΑ, αν και την επίσκεψη σκίασε η εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων. Ήδη όμως ο Καραμανλής έχει στρέψει το βλέμμα στην Ευρώπη. Το 1959 ξεκινά διαπραγματεύσεις για τη σύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ. Και το 1961 υπογράφεται η συμφωνία σύνδεσης.
Όπως αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, επιστημονικός σύμβουλος του Ιδρύματος “Κ.Καραμανλής”, Δημήτρης Καιρίδης στο News24/7, ο Καραμανλής επιλέγει ουσιαστικά να προσεγγίσει το γαλλογερμανικό άξονα και να απομακρύνει για πρώτη φορά από την ίδρυση του ελληνικού κράτους τη χώρα από την επιρροή της Μεγάλης Βρετανίας. Την οποία ο Καραμανλής ως πρωθυπουργός έχει να αντιμετωπίσει την ίδια περίοδο στο Κυπριακό, ενώ δύο φορές ως υπουργός Μεταφορών και υπουργός Δημοσίων Έργων έχει έρθει σε σύγκρουση με τη βρετανική εταιρεία Πάουερ, την οποία κατηγορούσε για αποικιοκρατική συμπεριφορά.
“Την Ευρώπη ο Καραμανλής δεν την ανακαλύπτει το ‘74. Είναι ο πρώτος από τους Ευρωπαίους ηγέτες εκτός του πυρήνα των έξι ιδρυτριών χωρών της τότε ΕΟΚ, που μερικούς μήνες μετά την υπογραφή της ιδρυτικής συνθήκης στη Ρώμη τον Μάρτιο του 1957 δίνει εντολή και προχωράει τις διαπραγματεύσεις για τη σύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ των έξι και την υπογραφή της συμφωνίας των Αθηνών το 1961. Πρώτη η Ελλάδα που συνδέεται και πρώτος ο Καραμανλής που βλέπει τη δυναμική που αναπτύσσεται, μακριά αν θέλετε από την παραδοσιακή επιρροή της Μεγάλης Βρετανίας. Να θυμόμαστε ότι η Ελλάδα σε ένα βαθμό ιδρύθηκε απο τη Μεγάλη Βρετανία, υπήρξε αν θέλετε ‘προτεκτοράτο’ της Μεγάλης Βρετανίας και υπό την επιρροή της Μεγάλης Βρετανίας μέχρι και τη δεκαετία του ‘40. Ο Καραμανλής αφηνει πίσω τη Μεγάλη Βρετανία και την ΕΖΕΣ, τη ζώνη ελευθέρων συναλλαγών που είχε ιδρύσει και προσκολλάται στο γαλλογερμανικό άρμα της ΕΟΚ από πάρα πολύ νωρίς”, αναφέρει ειδικότερα στο News24/7 ο κ.Καιρίδης.
Ελλάς- Γαλλία- συμμαχία: Ο Καραμανλής και οι Γάλλοι (αλλά και οι Γερμανοί)
Η στενή σχέση του Κωνσταντίνου Καραμανλή με τη Γαλλία ξεκίνησε λοιπόν από τη δεκαετία του 1960 με την (πολιτική) φιλία με τον Γάλλο πρόεδρο, στρατηγό Σαρλ Ντε Γκωλ και κορυφώθηκε μεταπολιτευτικά με τη “σκανδαλώδη” όπως ο ίδιος παραδέχθηκε υποστήριξη που του παρείχε ο Ζισκάρ ΝτΕστέν για την ένταξη στην ΕΟΚ.
Η πρώτη συνάντηση Καραμανλή- Ντε Γκωλ στο Παρίσι το 1960 όμως λίγο έλειψε να εξελιχθεί σε σύγκρουση. Ο 53χρονος τότε Έλληνας πρωθυπουργός φτάνει το μεσημέρι της 12ης Ιουλίου στα Ηλύσια. Στην κεντρική είσοδο τον περιμένει ο 70χρονος Ντε Γκωλ, σε μία κίνηση υψηλού συμβολισμού.
Όταν μένουν οι δυο τους όμως ο “βασιλεύς”, όπως τον αποκαλούσαν, άλλαξε ύφος. “Σας ακούω κύριε πρωθυπουργέ. Τι θέλετε;” είπε στον Καραμανλή με ξέμακρο βλέμμα.
Το χωριατόπαιδο από το Κιούπκιοϊ αντέδρασε με οργή. “Εγώ; Δεν θέλω τίποτα! Εκτός αν θέλετε κάτι εσείς, που με καλέσατε”, απάντησε ψυχρά. Ο Ντε Γκωλ ξαναβρήκε τη γαλατική ευγένεια του. Ο πάγος έσπασε και έδωσε τη θέση του σε μία στενή συνεργασία. “Σας θεωρώ έναν από τους δύο- τρεις επιτυχημένους ηγέτες του ελεύθερου κόσμου!” δήλωσε μάλιστα ο στρατηγός στον Καραμανλή. Και εκείνος, αφού κατάφερε να αποσπάσει την εκτίμηση και εμπιστοσύνη του Ντε Γκωλ, του τόνισε ότι η Ελλάδα έπρεπε να μπει με όρους ευνοϊκούς στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά για πολιτικούς: Για να συνδεθεί οργανικά με τη Δύση.
Ο Καραμανλής ως ηγέτης μίας μικρής χώρας πίστευε πάντως πιο ουσιαστικά από το Ντε Γκωλ στην ευρωπαϊκή ιδέα. Για το Ντε Γκωλ η ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν ήταν παρά μία χρήσιμη στρατηγική για να ελεγχθεί η Γερμανία, χωρίς να θίγεται η γαλλική ανεξαρτησία.
Ήταν όμως πολύτιμος σύμμαχος. Και όταν την τελευταία στιγμή προέκυψαν ιταλικές αντιρρήσεις στη σύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ εξαιτίας των κοινών αγροτικών προϊόντων, ο Καραμανλής τηλεφώνησε στο Ντε Γκωλ, που παρενέβη διασφαλίζοντας την υπογραφή της συμφωνίας.
Το 1963 ήταν η σειρά του στρατηγού να επισκεφθεί την Ελλάδα, μεταβαίνοντας και στη Θεσσαλονίκη. Το ίδιο έπραξε 20 χρόνια αργότερα ο Ζισκάρ ΝτΕστέν.
Ο ΝτΕστέν ήταν αυτός που διέθεσε το αεροσκάφος, το μικρό προεδρικό Μυστέρ, το οποίο μετέφερε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή από το Παρίσι στο Ελληνικό τα ξημερώματα της 23ης Ιουλίου του 1974. Ο τότε Γάλλος πρόεδρος συνέχιζε στη γραμμή Ντε Γκωλ (και Πομπιντού) στην εξωτερική πολιτική της Γαλλίας. Μάλιστα υποσχέθηκε το 1974 να βοηθήσει την Ελλάδα με έκτακτη και άμεση αποστολή του αναγκαίου αριθμού Μιράζ σε περίπτωση σύρραξης με την Τουρκία. Και η Ελλάδα προμηθεύτηκε αργότερα Μιράζ.
Κυρίως όμως ο Ντ Εστέν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, όπως και ο Ντε Γκωλ στη συμφωνία σύνδεσης σχεδόν 30 χρόνια νωρίτερα. Ο Καραμανλής είχε επιλέξει το γαλλογερμανικό άξονα και τουλάχιστον το γαλλικό σκέλος αυτού, τον δέχθηκε σχεδόν με ανοιχτές αγκάλες. Ο Γάλλος πρόεδρος στη συνέχεια έλεγε ότι το μετάνιωσε, διότι δέχθηκε σφοδρή κριτική στο εσωτερικό της χώρας του.
“Ο Ζισκάρ με βοήθησε μέχρις σκανδάλου” παραδεχόταν ο Καραμανλής. “Μπορώ να πω και εις βάρος των συμφερόντων των Γάλλων αγροτών, που αντέδρασαν έντονα, και της δημοτικότητας του”, συμπλήρωνε με ειλικρίνεια.
Ο Γερμανός καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ από την άλλη δήλωνε: “Πως για να μπει στην Ευρώπη η Ελλάδα θα πρέπει να περάσει πάνω από το πτώμα μου”.
Η (Δυτική) Γερμανία, ο έτερος πόλος του περίφημου γαλλογερμανικού άξονα και βασικός οικονομικός παράγοντας της ΕΟΚ από γεννήσεως της, διακατέχετο όπως γράφει ο Τάκης Λαμπρίας από το σύνδρομο της γειτνιάσεως με το ανατολικό μπλοκ (και την Ανατολική Γερμανία) και το σύνδρομο του διαρκώς πληρώνοντος στην Κοινότητα (που δεν το έχει ξεπεράσει). Έτσι ο Σμιτ αν και Σοσιαλδημοκράτης ήταν η “ευρωπαϊκή ψυχή του ΝΑΤΟ”, ο πιο σταθερός υποστηρικτής της Συμμαχίας και της αμερικανικής παρουσίας στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα δεν ήθελε τη διεύρυνση της Ευρώπης με ένα ακόμη (μετά την Ιρλανδία) μέλος που θα προσέφερε μόνο παθητικό.
Ο Καραμανλής που έχει ξεκινήσει περιοδείες στις πρωτεύουσες των κρατών μελών, μετά το φιλικό Παρίσι μετέβη στην ψυχρότερη Βόννη. Το πρώτο ζήτημα όμως που του έθεσε ο Σμιτ όταν άρχισαν οι συνομιλίες ήταν η επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ προκειμένου να μπει στην ΕΟΚ.
“Καλύτερα να σταματήσουμε τη συζήτηση κύριε καγκελάριε!” απάντησε με βαριά φωνή ο Καραμανλής. “Αρνούμαι προκαταβολικά να συζητήσω το θέμα του ΝΑΤΟ. Είναι άσχετο με το ελληνικό αίτημα για την ένταξη μας στην Κοινότητα. Εάν θέλετε να έχουμε συνομιλίες, θα ξεχωρίσουμε τα θέματα. Αλλιώς θα σταματήσουμε εδώ. Κι η επίσκεψη μου θα περιορισθεί σε επίσκεψη εθιμοτυπικού χαρακτήρα”.
Οι παρευρισκόμενοι ήταν σίγουροι για το αδιέξοδο. Το αδιαόρατο χαμόγελο στο πρόσωπο του Σμιτ όμως έδειξε πως ο Σερραίος τον είχε κερδίσει. Η Γερμανία υποστήριξε το αίτημα της Ελλάδας και το όραμα του Καραμανλή έγινε πραγματικότητα: Έβαλε τους Έλληνες στην Ευρώπη παρά τη θέληση τους, όπως ο ίδιος έλεγε.
Η μάχη με το Παλάτι για το ποιος θα κυβερνούσε επιτέλους αυτό τον τόπο
Κατά τα οκτώ χρόνια της πρώτης περιόδου πρωθυπουργίας του Καραμανλή, η σχέση του με το Παλάτι κλυδωνίζεται. Ο Καραμανλής συμπαθούσε τον Παύλο, θεωρούσε όμως τη βασίλισσα Φρειδερίκη αυταρχική, όπως γράφει στα απομνημονεύματα του ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης. Ο Σερραίος εξάλλου δεν ήταν μοναρχικός, αλλά… καραμανλικός. Θέλει η κυβέρνηση να έχει τον πρώτο λόγο και όχι το Παλάτι. Συγκρούεται με το Στέμμα το 1963, όταν ο Καραμανλής αντιτίθεται στην πραγματοποίηση επίσημης επίσκεψης του βασιλικού ζεύγους στη βρετανική πρωτεύουσα, επειδή τον Απρίλιο η βασίλισσα Φρειδερίκη και η πριγκίπισσα Δάφνη είχαν γίνει στόχος αριστερών διαδηλωτών στο Λονδίνο.
Όμως η πολυσυζητημένη αυτή ιστορία είναι μόνο η αφορμή και όχι η βαθύτερη αιτία της σύγκρουσης του Κωνσταντίνου Καραμανλή με το Παλάτι, το οποίο τον είχε επιλέξει για την πρωθυπουργία. Οι ρίζες της σύγκρουσης πρέπει να αναζητηθούν στην επιθυμία του Σερραίου να πάρει η εκτελεστική εξουσία αρμοδιότητες από τα χέρια των Ανακτόρων.
“Όταν οι συνθήκες ωρίμασαν και ο ίδιος συνειδητοποίησε τα όρια του μετεμφυλιακού Συντάγματος πρότεινε την περίφημη τομή- συνταγματική αναθεώρηση, η οποία θα έφερνε εξουσίες στην εκλεγμένη κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό μακριά από το θρόνο. Τομή στην οποία αντέδρασε και το Παλάτι και η αντιπολίτευση και έτσι δεν είχε συνέχεια”, σημειώνει ο κ.Καιρίδης μιλώντας στο News24/7.
Στις 11 Ιουνίου του 1963 ο Καραμανλής παραιτείται. Φεύγει στη Ζυρίχη, επιστρέφει απρόθυμα για τις εκλογές και εν συνεχεία αναχωρεί για το Παρίσι.
Εκείνη την εποχή θεωρούσε ότι έκλεισε τον κύκλο του στην πολιτική. Περίπου δέκα χρόνια αργότερα όμως καλείται να αναλάβει το έργο της αποκατάστασης της Δημοκρατίας μετά την πτώση της Χούντας. Και λύνει το πολιτειακό με το δημοψήφισμα, κλείνοντας ίσως έτσι και τους παλιούς λογαριασμούς του με το Παλάτι.
Ο Καραμανλής απέδιδε το περίφημο “παρακράτος” εξάλλου στο Παλάτι και σε στρατιωτικούς κύκλους. Θεωρούσε ότι τα Ανάκτορα βρισκόταν τόσο πίσω από τη δολοφονία Λαμπράκη όσο και πίσω από τις καταγγελίες για “βία και νοθεία” στις εκλογές του 1961. Δύο γεγονότα που στοίχισαν σε εκείνον πολιτικά. Ο Καραμανλής εξάλλου τόνιζε μέχρι το τέλος της ζωής του ότι επί των ημερών του είχαν σταματήσει οι εκτελέσεις κομμουνιστών, ότι έλαβε μέτρα για την αποφυλάκιση πολιτικών κρατουμένων (ο Χαρίλαος Φλωράκης έχει πολλάκις δημόσια δηλώσει πως βγήκε από τη φυλακή χάρη στην πολιτική Καραμανλή) και πως όταν έφυγε από την πρωθυπουργία είχε μειωθεί σημαντικά ο αριθμός των φυλακισμένων αριστερών. Φυσικά ο Καραμανλής κάθε άλλο παρά… συνοδοιπόρος ήταν. Εξάλλου στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, συντηρητικοί και φιλελεύθεροι, δεξιοί και κεντρώοι, κινούνταν στο αντικομμουνιστικό μέτωπο.
Ο Καραμανλής εκτιμούσε επίσης ότι το 1963 το Παλάτι (δηλαδή βασικά η Φρειδερίκη) ήταν αποφασισμένο να μην επιτρέψει να κερδίσει εκείνος τις επόμενες εκλογές και πως ήδη είχαν στρέψει την προσοχή τους στο Γεώργιο Παπανδρέου και την Ένωση Κέντρου. Τις υποψίες του Καραμανλή και των καραμανλικών ενέτεινε το γεγονός ότι το 1963 καίτοι η Ένωση Κέντρου είχε κερδίσει με μικρή διαφορά από την ΕΡΕ, ο βασιλιάς έδωσε στο Γεώργιο Παπανδρέου όχι απλά την εντολή, αλλά και τη δυνατότητα διαλύσεως της Βουλής. Βεβαίως όπως προαναφέρθηκε ο βασιλιάς είχε το απόλυτο δικαίωμα.
Έχει ενδιαφέρον να ληφθεί υπόψη η ανάλυση που έκανε για τη σχέση του Κωνσταντίνου Καραμανλή με τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και το Παλάτι, ένας ιδεολογικός του αντίπαλος πολλά χρόνια αργότερα. Το 2013, στα 15 χρόνια από το θάνατο του Κωνσταντίνου Καραμανλή και στα 50 χρόνια μετά τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, η τότε γενική γραμματέας του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα σε ομιλία της στη Βουλή, σημείωσε ότι το 1962 ο Καραμανλής είχε καταλήξει σε δύο συμπεράσματα:
“Το ένα ήταν ότι έπρεπε να πάρει προβάδισμα η εκτελεστική εξουσία, άρα και το Κοινοβούλιο έναντι του Θρόνου και του Στρατού, που ήταν κέντρα εξουσίας, σε αντίθεση βεβαίως με τους μη εκσυγχρονιστές και μεταρρυθμιστές που ήθελαν να παραμείνει το πράγμα όπως είχε τα πρώτα χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου”, ανέφερε.
“Ταυτόχρονα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνειδητοποιούσε ότι δεν μπορούσε να περιμένει και πολλά από τα αμερικάνικα κεφάλαια των Ηνωμένων Πολιτειών και την καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ελλάδα –όχι απλώς για τα κέρδη, αλλά για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου- και έπρεπε να προσανατολιστεί προς την ΕΟΚ”, πρόσθεσε.
Η κ.Παπαρήγα είπε μάλιστα ότι: “Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θεωρείται από όλες τις πτέρυγες της Βουλής ως εκσυγχρονιστής και μεταρρυθμιστής. Και εμείς του το αναγνωρίζουμε, μόνο που ακριβώς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής άνοιξε μια διαπάλη, η οποία από ό,τι φαίνεται ολοκληρώθηκε την περίοδο της χούντας, διαπάλη η οποία υπήρχε με φόντο πάντα την ταξική πάλη και τους αγώνες, αλλά υπήρχε και μια οξύτατη διαπάλη μέσα στους κόλπους της αστικής τάξης και μέσα στο πολιτικό σύστημα για τον εκσυγχρονισμό και την μεταρρύθμισή του”.
Η πρώην γενική γραμματέας του ΚΚΕ ανέλυσε περαιτέρω αυτή την οπτική μιλώντας στο News24/7.
“Συνήθως στη διαμάχη που γίνεται ανάμεσα στα κόμματα εξουσίας, δηλαδή που διοικούν τη διακυβέρνηση, χρησιμοποιείται το επιχείρημα ‘είσαι άνθρωπος των Ηνωμένων Πολιτειών’, ‘είσαι άνθρωπος των Γερμανών’, ‘είσαι άνθρωπος της ΕΟΚ’, ‘είσαι υπάλληλος’”, επισήμανε η κ.Παπαρήγα εκφράζοντας την άποψη ότι πρόκειται για “χυδαίο αποπροσανατολισμό” καθώς όπως είπε χαρακτηριστικά: “.Υπάρχουν υπάλληλοι αλλά αυτοί είναι σε πολύ κατώτερα κλιμάκια και συνήθως αλλάζουν στρατόπεδο.” Κατά την πρώην γενική γραμματέα του ΚΚΕ: “Ο Καραμανλής δεν άλλαξε κανένα στρατόπεδο. Άλλαζε τακτικές, έκανε προσαρμογές, δεν άλλαζε στρατόπεδο”.
Αντι-αντιαμερικάνος, αλλά και αντιμέτωπος με την πολιτική των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ
Προσηλωμένος λοιπόν πάντα στη Δύση (παρότι υπήρξε ο πρώτος Έλληνας πρωθυπουργός που επισκέφθηκε την ΕΣΣΔ και που έκανε ανοίγματα στα σοσιαλιστικά τότε Βαλκάνια), όπως επισημαίνει η κ.Παπαρήγα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όντως πίστευε ότι η προοπτική για την Ελλάδα ως καπιταλιστική οικονομία ήταν η ένταξη στην ΕΟΚ, διότι καταλάβαινε ότι η Ευρώπη βρισκόταν πιο κοντά από τις ΗΠΑ για να έρθουν επενδύσεις και άρα ότι προς τα εκεί έπρεπε να προσβλέπει για είσοδο κεφαλαίων.
“Δεν αμφισβητούσε την στρατηγική – στρατιωτική συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ούτε τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και μάλιστα είχε πρωτοστατήσει στο να μπει η Ελλάδα στο δόγμα Αιζενχάουερ”, ξεκαθαρίζει η κ.Παπαρήγα. Εξάλλου όπως χαρακτηριστικά γράφει ο κ.Καιρίδης ο Καραμανλής ήταν αντί-αντιαμερικάνος: Δεν προσδέθηκε στο άρμα του αντιαμερικανισμού ποτέ, ακόμη και όταν ήταν εξαιρετικά δημοφιλές μεταπολιτευτικά.
Η πρώην γγ του ΚΚΕ σημειώνει όμως επίσης ότι ο Καραμανλής ταυτόχρονα αντιμετώπιζε και την αντιφατική πολιτική των ΗΠΑ μέσα στο ΝΑΤΟ, όταν σε κρίσιμα ζητήματα συντασσόταν με την Τουρκία. Αναφέρεται βέβαια στη στάση τόσο των ΗΠΑ όσο και της Μεγάλης Βρετανίας το 1974, όταν ουσιαστικά ανέχθηκαν την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την αμφισβήτηση των συνόρων στο Αιγαίο. Τότε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δε δίστασε να βγάλει την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ- ενδεχομένως βρίσκοντας έμπνευση στην αντίστοιχη κίνηση του φίλου του στρατηγού Ντε Γκολ ο οποίος το 1966 είχε ανακοινώσει την απόσυρση της Γαλλίας από το στρατιωτικό σκέλος της συμμαχίας.
Η κ.Παπαρήγα εκτιμά ότι ο Καραμανλής προέβη σε αυτή την κίνηση ελπίζοντας ενδεχομένως ότι ως αντιστάθμισμα θα είχε τη στήριξη της ΕΟΚ, κάτι όμως που δε συνέβη.
Ο Τάκης Λαμπρίας περιγράφει τις δραματικές ώρες της 14ης Αυγούστου όταν εξαπολύθηκε εναντίον της Κύπρου ο “Αττίλας 2”. Περιγράφει την οδυνηρή κατάπληξη του Καραμανλή όταν έδωσε οδηγίες για στρατιωτικές κινήσεις και άκουσε τους στρατιωτικούς να διεκτραγωδούν τη θλιβερή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα επί Χούντας και στο στρατιωτικό ακόμη τομέα.
Οι αρχηγοί των Επιτελείων, σύμφωνα με το Λαμπρία, εξήγησαν στον πρωθυπουργό ότι οι στρατιωτικές αντιδράσεις που ζητούσε θα απέβαιναν επιχειρήσεις αυτοκτονίας. Το αίτημα προς τη Μ.Βρετανία να παράσχει η βρετανική αεροπορία κάλυψη σε ελληνική νηοπομπή για να μεταβεί στην Κύπρο, απορρίφθηκε. Οι σύμμαχοι σφύριζαν αδιάφορα.
Ο ρεαλισμός του Καραμανλή δεν τον άφηνε να παραβλέψει πως δεν είχε τη δυνατότητα άμεσης αντίδρασης, λένε οι υποστηρικτές του. Οι αντίπαλοι του τον κατηγορούν ότι μη αντιδρώντας πιο δυναμικά, άφησε την Τουρκία να προσπαθήσει να παγιώσει μία κατάσταση διχοτόμησης στην Κύπρο.
Ο ΟΗΕ στον οποίο προσέφυγε η Ελλάδα, καταδίκασε με σειρά αποφάσεων την Τουρκία, οι δε ΗΠΑ επέβαλαν εις βάρος της εμπάργκο. Στην ουσία βέβαια οι σύμμαχοι παρέμειναν απρόθυμοι να αλλάξουν το τετελεσμένο που η Άγκυρα επέβαλλε δια της ισχύος των (συμμαχικών) όπλων. Και ο Καραμανλής 13 χρόνια μετά με επιστολή του προς τον πρόεδρο της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για το Φάκελο της Κύπρου, επισήμανε ότι “αποδεικνύεται για άλλη μία φορά η ανυπαρξία έμπρακτης αλληλεγγύης της Διεθνούς Κοινότητος και ιδιαίτερα η απροθυμία του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο θα μπορούσε με πρωτοβουλία των δύο Υπερδυνάμεων, να ασκήσει πίεση επί της Τουρκίας δια της επιβολής ουσιαστικών κυρώσεων επ΄αυτής”.
Ο Καραμανλής βέβαια όταν απέσυρε την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, είχε προφανώς κατά νου και τη διαχείριση της εξοργισμένης ελληνικής κοινής γνώμης. Η απόφαση αυτή πάντως σύμφωνα με το Γιάννη Βαρβιτσιώτη εδημιούργησε εν τέλει προβλήματα καθώς η Τουρκία δυσκόλεψε την επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Χλωμός και σκεφτικός, όπως περιγράφει ο Λαμπρίας, ο Καραμανλής μετέβη στο κτίριο της ΕΡΤ για να απευθυνθεί στους πολίτες. “Η πολιτική που ακολούθησα ενώπιον αυτής της καταστάσεως” είπε, “δε συμβιβάζεται ούτε με το χαρακτήρα μου, ούτε με την ιστορία μου. Την επέβαλε όμως αδήριτος εθνική ανάγκη. Και όφειλα να έχω το θάρρος να πράξω εκείνο το οποίο επέτασσε η ιστορική στιγμή…”
Πηγές/βιβλιογραφία:
*Αρχείο Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ίδρυμα Κ.Καραμανλής
*Οπως τα έζησα, 1961-1981, Γιάννης Βαρβιτσιώτης, εκδόσεις Πατάκης
*Στη σκιά ενός μεγάλου- Καραμανλής ο φίλος, Τάκης Λαμπρίας, εκδόσεις Ποταμός
*Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο ξένος τύπος, Δημήτρης Καιρίδης, εκδόσεις Πατάκη
*Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα, Ανδρέας Γ.Παπανδρέου, εκδόσεις Λιβάνη
*Οι μεγάλοι Έλληνες- Κωνσταντίνος Καραμανλής, Σκάι
Φωτογραφίες: Ίδρυμα “Κωνσταντίνος Γ.Καραμανλής”