“Δεν είπαμε αντίο” – Ιστορίες γυναικών που χωρίστηκαν βίαια από τους συντρόφους τους λόγω του πολέμου στην Ουκρανία
Οι γυναίκες των οποίων οι σύντροφοι πήγαν να πολεμήσουν εναντίον των ρωσικών δυνάμεων, νιώθουν διχασμένες. Θέλουν να μείνουν και να υπερασπιστούν την πατρίδα τους, όμως πρέπει να παλέψουν για την ασφάλεια των παιδιών τους.
- 20 Μαρτίου 2022 15:11
Αναγκάστηκαν να αφήσουν τις ζωές τους και τους κοντινούς ανθρώπους της, για να διασφαλίσουν το πολυτιμότερο αγαθό όλων από τη μανία του πολέμου στην Ουκρανία. Τη ζωή τους.
Ξημέρωσε η 25η ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Σχεδόν ένας μήνας από την ημέρα που ήχησαν οι σειρήνες πολέμου και οι πρώτες βόμβες έπεσαν -μεταξύ άλλων- και στο Χάρκοβο.
Μέσα σε λίγη ώρα, η Σόνια είδε τη ζωή της να ανατρέπεται και βρέθηκε πιο κοντά στον βίαιο αποχωρισμό από τον σύντροφό της. “Ένας φίλος κάλεσε τον σύντροφό μου και του είπε ότι μπορούσε να ενταχθεί στην αμυντική δύναμη (της Ουκρανίας). Συμφώνησε και πήρε την απόφαση μόνος του. Ήθελα να με συμβουλευτεί… αλλά μετά κατάλαβα ότι ήταν επιλογή του”, εξομολογείται στον Guardian.
“Ουσιαστικά με ανάγκασε να τον στηρίξω. Έφυγε και δεν είπαμε αντίο. Προσπάθησα να συμφιλιωθώ με την πιθανότητα ότι δεν τον ξαναδώ”.
Η Σόνια όμως, ήταν αποφασισμένη να μείνει κοντά του, στο σπίτι που μοιράζονταν, αλλά μετά από 10 ημέρες, καθώς επιδεινώθηκε σημαντικά η πολεμική κατάσταση, πήρε την απόφαση να φύγει για τη δυτική Ουκρανία.
“Συνειδητοποίησα ότι τις περισσότερες φορές ζούσα με φόβο”, λέει.
Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στις 24 Φεβρουαρίου, οικογένειες από όλη την Ουκρανία ρέουν δυτικά, ιδιαίτερα στην πόλη Λβιβ. Μέχρι το πρωί της Παρασκευής, όταν εργοστάσιο επισκευής αεροσκαφών στο αεροδρόμιο χτυπήθηκε από πυραύλους, όσοι είχαν μεταφερθεί και ζούσαν στο Λβιβ, ένιωθαν σχετικά ασφαλές.
Ωστόσο, ακόμη και εκεί, οι σειρήνες αεροπορικής επιδρομής εξακολουθούν να διαπερνούν τις νύχτες της άνοιξης και το θέαμα των μητέρων που μεταφέρουν τα νυσταγμένα παιδιά τους στα καταφύγια έχει γίνει οικείο. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται στην ίδια θέση με τη Σόνια, μόνοι με τα παιδιά τους αφού οι σύζυγοι και οι πατέρες τους έφυγαν στην πρώτη γραμμή για να υπερασπιστούν τη χώρα τους.
“Είμαι θυμωμένη, όχι μόνο επειδή δεν μπορώ να δω τον αγαπημένο μου και τους φίλους μου. Άφησα όλα μου τα πράγματα στο σπίτι… με θυμώνει περισσότερο που δεν ήμουν απολύτως έτοιμη για αυτό”, δηλώνει φανερά απογοητευμένη και εξουθενωμένη με την κατάσταση.
“Μου έχει δοθεί η ευκαιρία να φύγω από την Ουκρανία, αλλά αισθάνομαι ότι, αν φύγουν όλοι, (ως χώρα) δεν θα μείνουμε όρθιοι”.
Το δίλημμα να φύγουν ή να μείνουν
Πολλές γυναίκες στο Λβιβ έχουν “παλέψει” με την ίδια επιλογή. Η Αλεξάνδρα, επίσης από το Χάρκοβο, λέει ότι από τότε που ο σύζυγός της άρχισε να παίρνει οδηγίες ως ελεύθερος σκοπευτής πριν από έξι μήνες, δεν είχε αυταπάτες για το τι θα συνέβαινε σε περίπτωση πολέμου.
Η οικογένειά της είχε εφοδιαστεί με βενζίνη και αγόρασε χειμερινά ελαστικά σε περίπτωση που χρειαστεί να φύγουν. Τρεις ώρες μετά την έναρξη των εκρήξεων, ξεκίνησαν τη διήμερη διαδρομή για το Λβιβ με την τρίχρονη κόρη τους.
“Μας έφερε εκεί και αμέσως πήγε στο στρατολογικό γραφείο”, λέει η Αλεξάνδρα. “Τώρα δεν είναι μακριά από το μέτωπο και προσπαθεί να μεταφερθεί σε άλλο τάγμα για να φτάσει εκεί το συντομότερο δυνατό”.
Ο καθένας προσπαθεί να έρχεται σε επικοινωνία με τους ανθρώπους του και η τεχνολογία, σε αυτή την περίπτωση, είναι με το μέρος τους.
“Καλούμε ο ένας τον άλλον μέσω βιντεοκλήσης και κάθε μέρα προσπαθεί να μιλήσει με την κόρη του, αλλά αν πάει στην πρώτη γραμμή, δεν θα μπορεί να πάρει το τηλέφωνο μαζί του. Η απόφαση να πάει στον πόλεμο ήταν αποκλειστικά δική του. Θέλει να μείνει και να σκοτώσει γι’ αυτή τη γη. Είναι επιλογή του”, προσθέτει.
Το αβέβαιο μέλλον της προσφυγιάς
Αλλά η Αλεξάνδρα αισθάνεται ότι οι δοκιμασίες που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή εκείνη και η κόρη της δεν είναι λιγότερο σημαντικές. Έφυγαν από το Λβιβ για τη Λιθουανία, όπου έχει φίλους, αλλά τώρα δεν έχουν καμία υποστήριξη, ούτε μέρος να μείνουν. “Μας ζητήθηκε να βρούμε άλλο μέρος για να μείνουμε το συντομότερο δυνατό, οπότε πρέπει να φύγουμε”, λέει.
“Τώρα δεν ξέρω πού θα πάμε και πού θα ζήσουμε. Ο μισθός μου μπορεί να μην είναι αρκετός για να πληρώσω ενοίκιο. Αλλά κάτι θα βρω”, καταλήγει.
Ο σύζυγος της Γκαλίνα ήταν από τους πρώτους που κατατάχθηκαν στην εδαφική αμυντική δύναμη. Το μεσημέρι της 24ης Φεβρουαρίου, πήγε με τον σύζυγό της για εθελοντική αιμοδοσία και ύστερα οι δρόμοι τους χωρίστηκαν. Εκείνη έφυγε με τα παιδιά της για το Λβιβ από την Οδησσό και πλέον, προσπαθεί με κάθε δυνατό τρόπο να βοηθήσει για την υπεράσπιση της πατρίδας της.
“Προσπαθώ να βοηθήσω τη στρατιωτική τους μονάδα, λαμβάνοντας τα πράγματα που χρειάζονται από το εξωτερικό και μεταφέροντάς τα στην Οδησσό”, λέει.
“Δεν μπορώ να επιστρέψω (στην Οδησσό), γιατί νοιάζομαι για τα παιδιά μας. Η θέση μου είναι κοντά τους τώρα, με χρειάζονται περισσότερο. Θέλω πραγματικά να επιστρέψω, αλλά δεν είναι ακόμα αρκετά ασφαλές εκεί”.
“Χαμένες” από τη μανία του πολέμου
Και για τις τρεις γυναίκες, η αίσθηση αποπροσανατολισμού είναι η ίδια. Όλα αυτά που κάποτε θεωρούσαν δεδομένα έχουν πλέον χαθεί.
“Πριν τον πόλεμο είχα μια εντελώς συνηθισμένη ζωή, με στόχους για το μέλλον και όνειρα. Σπούδασα αγγλικά και παρακολούθησα μαθήματα σχεδίασης ιστοσελίδων. Δεν πίστευα ότι μπορούσε να συμβεί πόλεμος”, λέει η Σόνια.
Η Αλεξάνδρα ανησυχεί για τους γονείς της που ζουν στο Χάρκοβο που εξακολουθεί να βομβαρδίζεται από τις ρωσικές δυνάμεις. Θλίβεται που της άρπαξαν βίαια, όπως λέει, την οικογενειακή της ζωή.
“Η ζωή μας γινόταν μόνο καλύτερη πριν ξεκινήσει ο πόλεμος. Έπιασα μια καλή δουλειά και είχα μια άνετη ζωή στο σπίτι. Στις 24 Φεβρουαρίου, ξαφνικά το μόνο που είχε σημασία ήταν η ασφάλεια του παιδιού μας. Αλλά θέλω πραγματικά να πάω σπίτι”, ήταν τα λόγια της.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις