“Δεν θα αποδεχθούμε τη διχοτόμηση”

default image

"Είναι δεδομένη η ετοιμότητά μας να παράσχουμε την όποια βοήθεια μας ζητήσει η κυπριακή κυβέρνηση", δήλωσε σε ομιλία του ο Γ. Παπανδρέου στην Κύπρο

“Θα επιμείνουμε να εκπληρώσει η Τουρκία όλες τις υποχρεώσεις της, που έχουμε συμφωνήσει στην ΕΕ, ως τον Δεκέμβριο, οπότε θα γίνει η αξιολόγησή της, και πρέπει να γίνει η αξιολόγησή της τότε, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο”, υπογράμμισε ο πρωθυπουργός Γ. Α. Παπανδρέου, μιλώντας σήμερα σε ειδική συνεδρίαση της Κυπριακής Βουλής.

Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την ιδιαίτερη συγκίνησή του για την ομιλία του στην Κυπριακή Βουλή, υπενθυμίζοντας ότι η σημερινή του ομιλία αποτελεί τη συνέχεια μιας παράδοσης, που ξεκίνησε ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν απευθύνθηκε για πρώτη φορά στον κυπριακό λαό από το βήμα της Κυπριακής Βουλής στις 28 Φεβρουαρίου 1982.

Ο Γ. Παπανδρέου τόνισε ότι μόνιμη και σταθερή επιδίωξη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι η αποτροπή της νομιμοποίησης και η ανατροπή, εν τέλει, των επιπτώσεων της τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Κύπρο το 1974, ενώ σταθερός είναι και ο στόχος για τη νέα εποχή συνεργασίας που επιθυμούμε να δημιουργήσουμε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

“Σταθερή είναι η προσήλωσή μας για τη διασφάλιση των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων στην ελεύθερη διακίνησή τους, στην αποκατάσταση και απόκτηση περιουσιών και στην εγκατάσταση σε όλη την επικράτεια της πατρίδας τους”, πρόσθεσε.

“Οι σταθερές αυτές επιδιώξεις μας μπορούν και πρέπει να επιτευχθούν ειρηνικά, στο πλαίσιο μιας συνολικής και συμπεφωνημένης λύσης του κυπριακού προβλήματος”, ανέφερε και πρόσθεσε, σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ότι:

“Θέλω να είμαι σαφής προς κάθε κατεύθυνση. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην επανένωση του νησιού. Η Ελλάδα, όπως και ο Κυπριακός Ελληνισμός δεν αποδεχόμαστε την διχοτόμηση”.

Ο πρωθυπουργός είπε ότι η λύση που θα επανενώσει το νησί θα οδηγήσει στην μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μια λειτουργική και βιώσιμη, διζωνική και δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων, όπως αυτή ορίζεται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ καταλύτης και εγγύηση είναι η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε όλη την κυπριακή επικράτεια με την διαδικασία που ορίζει το πρωτόκολλο 10 της Πράξης Προσχώρησης της Κύπρου στην ΕΕ.

“Οι δικοινοτικές συνομιλίες είναι η μέθοδος επίλυσης που η Κύπρος επέλεξε και η Ελλάδα συμφώνησε, αποκλείοντας άλλες, όπως αυτές που αγνοούν την νόμιμη κυβέρνηση της Κύπρου”, είπε ο κ. Παπανδρέου, εκφράζοντας την απόλυτη στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματευτικές προσπάθειες Χριστόφια – Ταλάτ, υπό την αιγίδα του γγ του ΟΗΕ και υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα δεν θα είναι απλός θεατής αυτής της προσπάθειας, αλλά θα αναλάβει πρωτοβουλίες, πάντα στο πλαίσιο της πολύ καλής συνεργασίας και του συντονισμού με την κυπριακή κυβέρνηση και τον κ. Χριστόφια.

“Είναι δεδομένη η ετοιμότητά μας να παράσχουμε την όποια βοήθεια μας ζητήσει η κυπριακή κυβέρνηση”, είπε ο κ. Παπανδρέου, προσθέτοντας ότι στην ΕΕ “αναδεικνύουμε το δικό της ζωτικό συμφέρον για μια βιώσιμη και λειτουργική λύση, ώστε να μην επανέλθει το Κυπριακό πρόβλημα υπό νέα μορφή, που είναι πιθανό να επηρεάσει άμεσα τη λειτουργικότητα της ίδιας της ΕΕ”.

Ο πρωθυπουργός είπε ότι θα κινηθούμε και προς την Τουρκία, όχι για να διαπραγματευθούμε μαζί της το διεθνές πρόβλημα της Κύπρου, αλλά “επειδή ειλικρινά πιστεύω ότι η Αγκυρα έχει κάθε συμφέρον και δυνατότητα να επιτρέψει και να ενθαρρύνει τον κ. Ταλάτ να διαπραγματευθεί μια αμοιβαία, επωφελή λύση”.

“Η Τουρκία οφείλει να αφήσει ελεύθερο τον Κυπριακό λαό και οφείλει να δεχθεί ότι θεμελιώδης προϋπόθεση της επίλυσης του Κυπριακού είναι η αποδοχή και η αναγνώριση της Κυπριακής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας”, τόνισε.

Ο Γιώργος Α. Παπανδρέου επισήμανε ότι η συμμετοχή της Κύπρου στην ΕΕ οπλίζει την Κυπριακή Δημοκρατία με νέες δυνατότητες για να υπερασπιστεί με ασφάλεια τα συμφέροντά της και προσφέρει την ευκαιρία σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να απαλλαγούν “όχι από την εθνική ιστορική κληρονομιά και συνείδησή τους, αλλά από αναχρονιστικά, διχαστικά και αδιέξοδα σύνδρομα εξαρτήσεων, ή από την αναγκαστική πολλές φορές εξάρτηση, από τις μητέρες πατρίδες”, ενώ η συμμετοχή στην ΕΕ θα δώσει στους τουρκοκύπριους τη δυνατότητα, μετά από συμπεφωνημένη επανένωση της νήσου, να απολαύσουν πλήρως τα αγαθά που απορρέουν από την συμμετοχή τους στην ΕΕ.

“Στρατηγική επιλογή της Ελλάδας είναι η ενεργός υποστήριξη του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Τουρκίας, όπως και όλων των γειτόνων μας στη Νοτιανατολική Ευρώπη”, τόνισε ο κ. Παπανδρέου, επισημαίνοντας ότι “η εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων της Τουρκίας έναντι της ΕΕ όσον αφορά την Κύπρο θα ήταν η ισχυρότερη απόδειξη ότι η Τουρκία πραγματικά αλλάζει στο πλαίσιο της διαδικασίας υποψηφιότητάς της, ενώ θα οδηγούσε και στη απελευθέρωση 8 διαπραγματευτικών κεφαλαίων που έχουν παγώσει λόγω της άρνησης της Αγκύρας να πράξει τα αυτονόητα και θα επηρέαζε θετικά την επίλυση του Κυπριακού”.

Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας είναι κυρίως δική της ευθύνη, “αλλά και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να συμβάλλουν ουσιαστικά, επιβραβεύοντας τα επιτεύγματα και στηλιτεύοντας τις παραλείψεις και τα ελλείμματα” και πρόσθεσε ότι πρέπει να είμαστε ειλικρινείς έναντι της Τουρκίας, τόσο για την τελική έκβαση των δικών της ενταξιακών διαπραγματεύσεων, όσο και για τις προϋποθέσεις επίτευξης του στόχου αυτού.

Αναφερόμενος στις απευθείας διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού, ο κ. Παπανδρέου τόνισε ότι η Τουρκία “πρέπει να αντιληφθεί και να αναγνωρίσει ότι το ζητούμενο της διαπραγμάτευσης δεν είναι η κατάλυση αλλά η μετεξέλιξη του Κυπριακού Κράτους, μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ, με τρόπο που να διασφαλίζονται η συνέχειά του, τα κυριαρχικά του δικαιώματα, η ικανότητά του να ανταποκριθεί στις ευρωπαϊκές και διεθνείς υποχρεώσεις του, η λειτουργικότητά του και οι ουσιαστικές εξουσίες της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης”.

Ο πρωθυπουργός είπε ότι πρέπει να διασφαλίζει η εξισορρόπηση της ανάγκης των τουρκοκυπρίων για αποτελεσματική συμμετοχή στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και στη διοίκηση της δικής τους ομόσπονδης περιοχής, με το αναπόδραστο γεγονός ότι οι δύο κοινότητες δεν είναι καθόλου ίσες αριθμητικά.

Ο κ. Παπανδρέου κάλεσε επίσης την Τουρκία να επανεξετάσει τις θέσεις της στο θέμα της ασφάλειας, λέγοντας ότι “στην ευρωπαϊκή μας γειτονιά οι μεταξύ μας σχέσεις δεν καθορίζονται και δεν μπορούν να καθορίζονται από την στρατιωτική μας ισχύ ή απειλή, αλλά από το σεβασμό των ευρωπαϊκών αρχών και αμοιβαίων υποχρεώσεων και τα ζητήματα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα εγγυάται η ίδια η ΕΕ και καμία στρατιωτική δύναμη”.

Ο πρωθυπουργός κάλεσε επίσης την Τουρκία να συμβάλλει στην επίλυση και άλλων πτυχών του προβλήματος, όπως είναι η διευθέτηση του περιουσιακού, βάσει του Διεθνούς Δικαίου και με γνώμονα το δικαίωμα εκείνων που στερήθηκαν τις πατρογονικές εστίες τους και τόνισε ότι η επίλυση του Κυπριακού είναι τελικά ζήτημα πολιτικής βούλησης και όχι επιβολής τεχνητών χρονοδιαγραμμάτων ή επιδιαιτησίας που δοκιμάστηκαν στο πρόσφατο παρελθόν με τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα.

“Πιστεύω ότι η υπόθεση ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων για την επανένωση της κοινής σας πατρίδας μπορεί και πρέπει να δικαιωθεί για το καλό της Κύπρου, της Ελλάδας, της Τουρκίας, της ευρύτερης περιοχής μας και της Ευρώπης”, τόνισε ο κ. Παπανδρέου, επαναλαμβάνοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση και “είμαι βέβαιος το σύνολο του ελληνικού πολιτικού κόσμου” θα είναι αρωγοί και συμπαραστάτες του κυπριακού ελληνισμού και σταθεροί σύμμαχοι της Κύπρου στη διεθνή αρένα και τονίζοντας ότι “σήμερα στο κυπριακό κοινοβούλιο δεσμεύομαι ότι θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε μαζί και να αντιμετωπίζουμε με αποφασιστικότητα κάθε πρόκληση του κοινού μας μέλλοντος ώστε αυτός ο ναός της Δημοκρατίας να εγκολπώνει και να εκφράζει όλους τους Κύπριους, ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους, σε μια δημοκρατική, επανενωμένη και ελεύθερη Κύπρο”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα