Επιζήσασα του Άουσβιτς θυμάται: “Ο Μένγκελε με στείρωσε δια της βίας”

Επιζήσασα του Άουσβιτς θυμάται: “Ο Μένγκελε με στείρωσε δια της βίας”
Εκδηλώσεις μνήμης στο Άουσβιτς για το Ολοκαύτωμα AP

Η πλέον ηλικιωμένη γυναίκα, μία από τις κρατούμενες του Άουσβιτς επέστρεψε στον τόπο μαρτυρίων. Για τρίτη φορά και "ίσως τελευταία".

Η Έντιθ Νότοβιτς είδε για πρώτη φορά τον Γιόζεφ Μένγκελε, τον διαβόητο γιατρό των Ες-Ες, όταν έφτασε στο στρατόπεδο εξόντωσης του Άουσβιτς, τον Μάιο του 1944, αφού ταξίδεψε επί πολλές ημέρες με ένα τρένο για μεταφορά ζώων. Ήταν τόσο στριμωγμένοι στα βαγόνια που, όταν το ταξίδι πλησίαζε στο τέλος του, η ίδια και η οικογένειά της κάθονταν πλέον πάνω στους πεθαμένους.

“Φορούσε στρατιωτική στολή, κρατούσε μια μπαγκέτα και την κουνούσε στον αέρα, σφυρίζοντας, ενώ μας ξεδιάλεγε –αριστερά, δεξιά, αριστερά, δεξιά– αποφασίζοντας ποιος θα ζούσε και ποιος θα πέθαινε” είπε η Νότοβιτς που τότε ήταν 15 ετών.

Ο Μένγκελε, ο “Άγγελος του Θανάτου”, επέλεξε την Νότοβιτς για τα ιατρικά πειράματα που έκανε σε παιδιά –ιδίως σε δίδυμα– εγκύους και άλλους κρατούμενους. Στην περίπτωση της 15χρονης, την στείρωσαν δια της βίας. “Υπήρχαν τέσσερις-πέντε άνθρωποι γύρω μου, μαζί με τον Μένγκελε. Με άνοιξαν, χωρίς αναισθητικό. Ούρλιαξα και με χτύπησαν”, αφηγήθηκε η 90χρονη πλέον γυναίκα.

Η Έντιθ έχασε τους γονείς και τα αδέλφια της στο χάος που ακολούθησε την άφιξή τους στο Άουσβιτς. Δεν τους ξαναείδε ποτέ.

Σήμερα, η ηλικιωμένη γυναίκα, μια από τις ελάχιστες κρατούμενες που είναι ακόμη εν ζωή, επέστρεψε στο Άουσβιτς για τρίτη φορά και “ίσως τελευταία”, όπως είπε η ίδια, για να τιμήσει την επέτειο των 75 ετών από την απελευθέρωση του στρατοπέδου από τον Κόκκινο Στρατό. “Θέλω να γυρίσω εκεί ως ελεύθερος άνθρωπος. Θέλω ν’ ανάψω ένα κερί για εκείνους που δεν γύρισαν πίσω. Τους το χρωστάω. Μου ήταν άγνωστοι, όμως ήταν άνθρωποι”, τόνισε.

Και άλλοι επιζώντες έκαναν το μακρύ, οδυνηρό ταξίδι στο Άουσβιτς: η Γιόνα Λακς ήρθε με την εγγονή της από το Ισραήλ.

“Την είδα κι έβαλα τα κλάματα”, είπε η Νότοβιτς.

Για να ξεχάσει τη φρίκη, η 90χρονη θυμάται την ευτυχισμένη παιδική ηλικία της, όταν μεγάλωνε στην Ουγγαρία, με μια μητέρα που λάτρευε το πιάνο, την ιππασία, το κολύμπι στη λίμνη και τα δείπνα το Σαββατοκύριακο με τον πατέρα της. Την υπόλοιπη εβδομάδα εκείνος έλειπε μακριά, δούλευε σε ένα πριονιστήριο.

Μετά τον πόλεμο, η Νότοβιτς επέστρεψε στην Ουγγαρία, απ’ όπου έφυγε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και εγκαταστάθηκε στο Ισραήλ. Εργαζόταν σε ένα ταξιδιωτικό πρακτορείο στο Τελ Αβίβ και γύριζε τον κόσμο όποτε είχε αρκετά χρήματα και χρόνο. Στο Ισραήλ γνώρισε τον σύζυγό της, τον Ναφταλί Νότοβιτς, ο οποίος είχε πάει να επισκεφθεί έναν εξάδελφό του.

Εκείνος ζούσε μόνιμα στο Τροντχάιμ της Νορβηγίας, όπου εγκαταστάθηκε το ζευγάρι το 1969. “Ήταν ένας ευγενικός άνδρας, όλο φροντίδα”, είπε. Ο Ναφταλί πέθανε το 1995.

Πώς ζεις τη ζωή σου έχοντας στην πλάτη την κληρονομιά του Άουσβιτς;

“Δουλεύεις πολύ σκληρά. Δεν κοιτάς πίσω κι εγώ κοίταζα μόνο μπροστά”, είπε από το διαμέρισμά της στο Τροντχάιμ, που είναι διακοσμημένο με φωτογραφίες των εγγονών των φίλων της – για τα παιδιά, είναι άλλη μια “έξτρα” γιαγιά.

Όλα αυτά τα χρόνια, η Νότοβιτς δεν είχε πάει ποτέ στο Άουσβιτς. Πριν από μια δεκαετία όμως αισθάνθηκε την ανάγκη να επιστρέψει για να κλείσει ένα κεφάλαιο από τη ζωή της. “Θυμάμαι ότι εκείνη την πρώτη φορά ήμουν τόσο θυμωμένη. Γιατί το έκαναν; Πώς μπόρεσαν να το κάνουν; Ήθελα δικαιοσύνη. Αλλά δεν μπορείς να έχεις δικαιοσύνη. Ήμουν πικραμένη, αλλά ποτέ δεν μίσησα. Επειδή το μίσος είναι χειρότερο για σένα. Με το μίσος, σκοτώνεις τον εαυτό σου. Την δεύτερη φορά, είχα αφήσει πίσω την πικρία. Αυτή τη φορά, θέλω να τελειώνω μ’ αυτό. Δεν θα επιστρέψω ποτέ ξανά σ’ αυτό το μέρος”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα