Ερντογάν: Μεγάλος “νικητής” στη Συρία ή χτίζει νέο Αφγανιστάν;
Διαβάζεται σε 8'Ένα μεγάλο ερώτημα είναι ο ρόλος που θα διαδραματίσουν οι Κούρδοι της Συρίας σε μια μελλοντική κυβέρνηση και αν θα διατηρήσουν μέρος της αυτονομίας που απέκτησαν με κόπο στα βορειοανατολικά.
- 09 Δεκεμβρίου 2024 15:02
Μετά την αιφνίδια πτώση του Άσαντ, ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα είναι εκείνο που αφορά τον ρόλο του Ερντογάν στη Συρία. Οι Financial Times, τον χαρακτήρισαν άλλωστε και “μεγάλο νικητή” μετά από όσα έγιναν τις τελευταίες μέρες.
Η αλήθεια είναι πως η παρουσία και η επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και πλείστες γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή. Ακόμη, παραμένει ασαφές σε ποιο βαθμό η Άγκυρα υποστήριξε την αστραπιαία επίθεση των δύο τελευταίων εβδομάδων που την Κυριακή ανέτρεψε την κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ.
Σε κάθε περίπτωση, η Τουρκία είναι εξαιρετικά πιθανό να προσπαθήσει να καθορίσει τις εξελίξεις για την επόμενη μέρα, έχοντας ενεργή συμμετοχή, με κύριο γνώμονα τη διασφάλιση των συμφερόντων της.
Ένα θέμα είναι η ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας της Άγκυρας στη βόρεια Συρία, με πρόσχημα την κουρδική απειλή. Η Τουρκία ήδη έχει στρατιωτική παρουσία σε περιοχές της βόρειας Συρίας, ιδιαίτερα μετά τις στρατιωτικές επιθέσεις κατά των Κούρδων.
Με την αποχώρηση του Άσαντ, η Τουρκία πιθανόν θα προσπαθήσει να επεκτείνει την επιρροή της σε αυτές τις περιοχές και να εξασφαλίσει έναν πιο φιλοτουρκικό καθεστώς.
Σε περίπτωση που οι αντάρτες κάνουν πράξη τη δέσμευσή τους ότι θα πάνε σε κανονική εκλογική διαδικασία, ο Ερντογάν αναμένεται να διεκδικήσει ρόλο “τοποτηρητή” και ενδέχεται να προσπαθήσει να λάβει μέρος στις διαπραγματεύσεις, εντός των οποίων θα τεθούν τα συμφέροντα της Τουρκίας και η αποτροπή της δημιουργίας μιας αυτόνομης κουρδικής περιοχής στα σύνορα.
Ο ρόλος του Ερντογάν θα εξαρτηθεί και από τις σχέσεις της Τουρκίας με άλλες μεγάλες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η Ρωσία. Μην ξεχνάμε πως η Μόσχα ήταν κύριως σύμμαχος του Άσαντ, ενώ ο Τραμπ έχει δηλώσει πως “δεν θα ασχοληθεί” με τη Συρία.
Ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα για την Τουρκία είναι η προσφυγική κρίση, καθώς η χώρα φιλοξενεί εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες. Μια μεγάλη ελπίδα για τον Ερντογάν είναι ότι η πτώση του Άσαντ θα επιτρέψει σε πολλούς από τους περίπου 3 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες της Τουρκίας να επιστρέψουν, όπως σημειώνουν οι FT.
Η τουρκική πολιτική στη Συρία μετά την πτώση του Άσαντ μπορεί να περιλαμβάνει προσπάθειες επαναπατρισμού των προσφύγων, δημιουργία ασφαλών ζωνών ή άλλες στρατηγικές για την ανακούφιση από την προσφυγική πίεση, κάτι που φυσικά θα είναι ακόμη ένα κέρδος για τον Ερντογάν.
Η σχέση του Ερντογάν με τους αντάρτες στη Συρία
Οι σχέσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και της Τουρκίας γενικότερα με τους αντάρτες της Συρίας είναι περίπλοκες και έχουν περάσει από διαφορετικές φάσεις.
Όταν ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία το 2011, η Τουρκία ήταν από τις πρώτες χώρες που καταδίκασαν το καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ και προσέφεραν στήριξη στους Σύρους αντάρτες. Η τουρκική κυβέρνηση υποστήριξε διάφορες ομάδες που αντιτάσσονταν στο καθεστώς, τόσο πολιτικά όσο και στρατιωτικά, παρέχοντας καταφύγιο στους πρόσφυγες, καθώς και εκπαίδευση, εφόδια και χρηματοδότηση στους αντάρτες.
Η Τουρκία στήριξε ανοιχτά τον “Ελεύθερο Συριακό Στρατό” (FSA), που ελεγχόταν από μετριοπαθείς ισλαμιστές και δυνάμεις που μάχονταν τον Άσαντ. Οι εν λόγω αντάρτες είχαν ένα “πολιτικό πλάνο” για την επόμενη μέρα στη Συρία. Παράλληλα όμως, η Τουρκία προσπάθησε να αποδυναμώσει και να απομονώσει την επιρροή του Κουρδικού Κόμματος της Συρίας (YPG), το οποίο η Τουρκία θεωρεί παρακλάδι του PKK.
Από το 2016 και μετά, η Τουρκία προχώρησε σε μια σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων στη βόρεια Συρία, όπως οι “Ασπίδα του Ευφράτη” (2016), “Κλάδος Ελαίας” (2018) και “Πηγή Ειρήνης” (2019), με στόχο να εκδιώξει τους Κούρδους αντάρτες (YPG) από τα τουρκικά σύνορα και να εγκαταστήσει εκεί φιλοτουρκικές ένοπλες ομάδες.
Σε αυτές τις επιχειρήσεις, η Τουρκία ενίσχυσε και χρησιμοποίησε διάφορες ένοπλες ομάδες ανταρτών, που ανήκουν στην ισλαμιστική αντιπολίτευση και σε άλλες τοπικές δυνάμεις, οι οποίες έγιναν γνωστές ως “Συριακές Εθνικές Δυνάμεις” ή “Συριακοί Αντάρτες”, και οι οποίες συνεργάστηκαν στενά με την Τουρκία στο πεδίο της μάχης.
Πλέον, η Τουρκία επιδιώκει να δημιουργήσει ζώνες ασφαλείας στη βόρεια Συρία, οι οποίες θα ελέγχονται από φιλοτουρκικές δυνάμεις, καθώς και να διατηρήσει την παρουσία της στην περιοχή.
Επισήμως, η Άγκυρα έχει υποστηρίξει τη Συριακή Εθνική Συμμαχία (SNC), μια οργάνωση της αντιπολίτευσης που θεωρείται η πιο μετριοπαθής ομάδα και αναγνωρίζεται από την Τουρκία ως ο “νομιμότερος” εκπρόσωπος της Συρίας στον διεθνή στίβο. Τώρα όμως, θεωρείται βέβαιο πως θα συνεργαστεί στενά με οποιαδήποτε νέα “επίσημη” κυβέρνηση προκύψει στη Δαμασκό, για να εξυπηρετήσει και τα οικονομικά της συμφέροντα και δη, στον κατασκευαστικό τομέα.
Μην ξεχνάμε όμως πως εντός της συμμαχίας των ανταρτών είναι πολύ πιθανό να ξεσπάσουν κόντρες και διενέξεις, με κάποιες ομάδες να αποφασίζουν να αποστατήσουν όπως έχει γίνει στο παρελθόν, και ειδικά στις μάχες κατά του ISIS. Κάτι που ενδεχομένως θα δημιουργούσε ένα διαφορετικό κύμα προσφύγων.
Η σχέση της Τουρκίας με την HTS
Αξίζει να τονίσουμε πως η σχέση της Τουρκίας με την Hay’at Tahrir al-Sham (HTS), μια ισλαμιστική ομάδα που αναλαμβάνει τα ηνία της Συρίας, είναι αρκετά περίπλοκη.
Η HTS προέκυψε το 2017 από τη συγχώνευση του Jabhat al-Nusra, που ήταν ο συριακός βραχίονας της αλ-Κάιντα, και άλλων ισλαμιστικών ομάδων, και αρχικά είχε εχθρικές σχέσεις με την Τουρκία λόγω των στενών δεσμών της με την αλ-Κάιντα.
Με την πάροδο του χρόνου οι στρατηγικές ανάγκες της Τουρκίας στη Συρία οδήγησαν σε μια πιο σύνθετη στάση απέναντι στην HTS. Με την ανάπτυξη των τουρκικών δυνάμεων στην Ιντλίμπ, η Τουρκία κατάφερε να διατηρήσει έναν σχετικά εύθραυστο έλεγχο στην περιοχή μέσω της στήριξης φιλικών προς την Τουρκία αντικαθεστωτικών ομάδων και παραστρατιωτικών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με την HTS.
Η Τουρκία, μέσω της εγκατάστασης στρατιωτικών παρατηρητηρίων και άλλων στρατιωτικών υποδομών στην Ιντλίμπ, έχει ουσιαστικά υπογράψει μια “άτυπη συμφωνία” συνεργασίας με την HTS. Διεθνείς αναλυτές αναφέρουν πως η Άγκυρα πιθανόν θα συνεχίσει να προσπαθεί να εξισορροπήσει τις σχέσεις της με την HTS και να διαχειριστεί την παρουσία της στην Ιντλίμπ με προσεκτικές κινήσεις. Ο Ερντογάν πιθανότατα θα επιδιώξει να διατηρήσει τον έλεγχο της περιοχής μέσω στρατηγικών συνεργασιών με διάφορες ισλαμιστικές ομάδες, ενώ ταυτόχρονα θα προσπαθεί να ελέγχει την επιρροή της HTS στα κουρδικά εδάφη.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο İlhan Üzgel, υψηλόβαθμο στέλεχος του έντονα κοσμικού αντιπολιτευόμενου κόμματος CHP της Τουρκίας, εξέφρασε τον φόβο ότι ο Ερντογάν είχε “δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση ενός νέου Αφγανιστάν” στα σύνορά του.
Κούρδοι και HTS
Σημειώνεται πως η σχέση των Κούρδων με την HTS είναι σε γενικές γραμμές τεταμένη και ανταγωνιστική, κυρίως λόγω των πολιτικών και στρατηγικών διαφορών μεταξύ τους.
Η HTS είναι μια σουνιτική ισλαμιστική οργάνωση, η οποία συνδέεται με ακραία ισλαμιστικά στοιχεία και είχε ως στόχο την εφαρμογή ενός αυστηρού ισλαμικού νόμου, παρότι τώρα δεσμεύεται πως θα είναι πιο “μετριοπαθής”.
Από την άλλη πλευρά, οι Κούρδοι, ιδιαίτερα οι δυνάμεις του YPG (Λαϊκές Μονάδες Προστασίας), που αποτελούν τον πυρήνα των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), έχουν μια πιο κοσμική και σοσιαλιστική ατζέντα, με στόχο την αυτονομία των Κούρδων.
Οι Κούρδοι στη Συρία είχαν σημαντική υποστήριξη από τη Δύση (ιδίως τις ΗΠΑ), ειδικά στον πόλεμο κατά του ISIS. Η HTS, αντίθετα, είχε απομονωθεί διεθνώς λόγω των δεσμών της με την αλ-Κάιντα και άλλες εξτρεμιστικές ομάδες.
Η HTS και οι Κούρδοι έχουν βρεθεί σε στρατιωτική αντιπαράθεση σε ορισμένες περιοχές, ιδιαίτερα στην Ιντλίμπ και άλλες βόρειες περιοχές της Συρίας, όπου οι Κούρδοι προσπαθούν να εδραιώσουν τη δική τους επιρροή και να προστατεύσουν τις θέσεις τους από οποιαδήποτε απειλή. Οι Κούρδοι απορρίπτουν την αυστηρή ισλαμιστική ατζέντα της HTS, ενώ η HTS θεωρεί τους Κούρδους απειλή για την ισλαμική τους ατζέντα, κάτι που αναμένεται να δούμε πώς θα εξελιχθεί τους επόμενους μήνες.
Όλοι εναντίον όλων;
Ένα ερώτημα επίσης είναι να δούμε πώς και αν θα συνεργαστούν οι δυνάμεις του SDF (Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις) με τη Hay’at Tahrir al-Sham (HTS), καθώς έχουν βαθιές ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους.
Η δε οργάνωση HTS εκτιμάται πως χρηματοδοτήθηκε και εξοπλίστηκε με όπλα κυρίως μέσω ιδιωτικών χρηματοδοτών και άλλων εξτρεμιστικών ισλαμιστικών ομάδων. Αυτή η χρηματοδότηση προερχόταν κυρίως από χώρες και ιδιώτες στον Κόλπο, κυρίως από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, που χρηματοδοτούσαν αντικαθεστωτικές ομάδες στη Συρία. Αν και η HTS συνδέεται με την αλ-Κάιντα και δεν έχει άμεση στρατηγική υποστήριξη από τις δυτικές χώρες, ορισμένοι από τους εξτρεμιστές ενδέχεται να έλαβαν όπλα και εξοπλισμό από τις ΗΠΑ προκειμένου να ενισχύσουν μετριοπαθείς αντάρτες κατά του καθεστώτος Άσαντ.
Η HTS έχει αποκτήσει μεγάλο μέρος του εξοπλισμού της και των πόρων της μέσω εσωτερικών πηγών, όπως το λαθρεμπόριο, τη φορολόγηση περιοχών που ελέγχει (κυρίως στην επαρχία Ιντλίμπ), καθώς και μέσω του παράνομου εμπορίου πετρελαίου και άλλων φυσικών πόρων.
Τέλος, η HTS συγκρούστηκε με το ISIS σε αρκετές περιπτώσεις κατά τη διάρκεια του Συριακού Εμφυλίου Πολέμου, παρά τις κοινές τους ισλαμιστικές ριζοσπαστικές ιδεολογίες. Η σύγκρουσή τους είχε περισσότερο να κάνει με τον έλεγχο συγκεκριμένων εδαφών. Οι συγκρούσεις τους εντάθηκαν το 2017-18, όταν και η HTS με άτυπη βοήθεια της Δύσης, κατάφερε να εκτοπίσει το ISIS από αρκετές περιοχές.