Γερμανικές εκλογές 2017: Η κατάρα των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών

Γερμανικές εκλογές 2017: Η κατάρα των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών
Visitors attend the live televised debate of German Chancellor Angela Merkel, on screen left, and Social Democrat Party chairman and challenger Martin Schulz, on screen right, at a television studio in Berlin, Germany, Sunday, Sept. 3, 2017 ahead of the German general elections on Sunday, Sept. 24. (AP Photo/Michael Sohn) AP

Με την ατζέντα Σρέντερ τα μπάζω, με το “μεγάλο συνασπισμό” τα βγάζω, τι έχουν τα έρμα της σοσιαλδημοκρατίας και δεν κερδίζουν;

Αποστολή στη Γερμανία

Όταν ο Μάρτιν Σουλτς ανακηρύχθηκε υποψήφιος της SPD για την καγκελαρία τον περασμένο Ιανουάριο, πολλοί εντός και εκτός Γερμανίας είδαν στο πρόσωπο του τον άνθρωπο που επιτέλους θα αμφισβητούσε την παντοδυναμία της Άνγκελα Μέρκελ και θα ανάσταινε το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Ο Σουλτς δεν είναι νέος στην πολιτική, αλλά ήταν νέο πρόσωπο στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Γερμανίας. Δήμαρχος σε μία μικρή πόλη της Ρηνανίας, ευρωβουλευτής και πρόεδρος της Ευρωβουλής, είχε πάρει αποστάσεις από την Ατζέντα 2010 και δεν είχε συμμετάσχει σε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού ως υπουργός. Παρά τα ελαττώματα του, ελαττώματα κυρίως πολιτικής ουσίας, έμοιαζε ο ιδανικός άνθρωπος για να λύσει το υπαρξιακό αδιέξοδο της SPD, που μετά τον Γκέρχαρντ Σρέντερ και ίσως και εξαιτίας του, έχει χαθεί -όπως και πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη- στα αδιέξοδα του τρίτου δρόμου.

Όμως εν προκειμένω το πρόβλημα της SPD ενδέχεται να μην είναι μόνο η έμφαση στην κοινωνική δικαιοσύνη, που πράγματι θέλησε να δώσει σε μεγαλύτερο βαθμό ο Σουλτς. Είναι ότι δεν φαίνεται πέραν της ρητορικής -και ενίοτε ούτε σε αυτό το επίπεδο- να διαφοροποιείται από τους Χριστιανοδημοκράτες, που κυριαρχούν στην πολιτική ζωή της χώρας έχοντας μία αρχηγό αναμφισβήτητα ελάχιστα χαρισματική σε σχέση με ιερά τέρατα της CDU όπως ο μέντορας της Χέλμουτ Κολ. Ας μην ξεχνάμε ότι εάν δεν είχε αποκαλυφθεί η εμπλοκή του στο σκάνδαλο με το μαύρο χρήμα στα ταμεία του κόμματος το 1994, ο Σόιμπλε θα ήταν ο βέβαιος διάδοχος του Κολ, όχι η Μέρκελ.

Η Μέρκελ δεν είναι χαρισματική, δεν είναι πολιτικός των συγκρούσεων και των τολμηρών ιδεών και τομών, είναι όμως ο άνθρωπος που είναι ικανός στο να συνθέτει, να συμβιβάζει και να συμβιβάζεται, ενίοτε και να καρπώνεται τις ατζέντες των άλλων. Όπως με την Ατζέντα 2010, τη γνωστή και ως Ατζέντα Σρέντερ, που διέλυσε την SPD, άφησε χώρο στην CDU της Μέρκελ, η οποία κερδίζει από το κέντρο περισσότερο από ό,τι χάνει προς τα δεξιά της (η Alternative fuer Deutschland άλλωστε δεν παίρνει ψήφους διαμαρτυρίας μόνο από τη βάση της CDU, αλλά και από τα αριστερά). Την ίδια ώρα η SPD χάνει και προς το κέντρο και προς τα αριστερά της, όπου υπάρχει πλέον η Linke, ένα μείγμα πρώην κομμουνιστών της Ανατολικής Γερμανίας και σοσιαλδημοκρατών που εγκατέλειψαν την SPD λόγω των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στα εργασιακά και το κοινωνικό κράτος που επέφερε η Ατζέντα 2010, η οποία ήταν ένα μνημόνιο, επτά χρόνια πριν το ελληνικό.

Η ήττα της SPD είναι βέβαιη, καθώς οι δημοσκοπήσεις τη δείχνουν σε ιστορικά χαμηλά από 22% έως 25% και έντυπα όπως ο Economist κυκλοφορούν με σαρκαστικούς τίτλους όπως: “Γιατί οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες δεν έχουν καμία ελπίδα”. Ελπίδα να κερδίσουν τις εκλογές δηλαδή, γιατί ανάλογα με το ποσοστό, θα μπορούσαν να διαπραγματευθούν τη θέση τους σε μία συγκυβέρνηση, αν και θα προτιμούσαν να το αποφύγουν.

Αποδείχθηκε λοιπόν ότι δεν αρκεί η ρητορική στροφή σε έννοιες κοινωνικής δικαιοσύνης και ας μη θυμίζει πια σε τίποτε σήμερα το γερμανικό κοινωνικό κράτος τον παλιό καλό του εαυτό, σε εποχές που ακόμη και οι σκανδιναβικές χώρες θα το ζήλευαν. Ίσως γιατί έχει αλλάξει και η βάση των ψηφοφόρων δραματικά: Το 2000 το 37% των Γερμανών ψηφοφόρων ανήκαν στην εργατική τάξη, δηλαδή εργάζονταν σε blue collar δουλειές (σε εργοστάσια κλπ), ενώ σήμερα το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 19%. Και στη Γερμανία η ψήφος ήταν πάντα πολύ περισσότερο ταξική από ότι στην Ελλάδα. Οποιος έπιανε δουλειά σε εργοστάσιο, αυτομάτως σχεδόν εγγραφόταν στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Η νέα πραγματικότητα της μετά Ατζέντα 2010 εποχής, βρίσκει πολύ περισσότερους Γερμανούς στον τομέα των υπηρεσιών και την SPD αμήχανη στο πως να τους προσεγγίσει. Η Γερμανία του σήμερα κάθε άλλο παρά εργασιακός παράδεισος είναι, ωστόσο η οικονομία πηγαίνει καλά και το ποσοστό ανεργίας είναι χαμηλότερο παρά ποτέ. Με θέσεις μερικής απασχόλησης, όπως σημείωσε ο Σουλτς στο debate, αλλά είναι χαμηλότερο παρά ποτέ και η Γερμανία σε ηγετική οικονομικά θέση στην Ευρώπη, από εκεί που πριν από λίγα χρόνια ήταν η Γερμανία ο ασθενής της Ευρώπης. Οι Γερμανοί δεν ζουν καλύτερα κατ ανάγκην, αλλά για αυτό υπάρχουν οι αποδιοπομπιαίοι τράγοι, οι “τεμπέληδες Νότιοι” και η ρητορική ότι οι Γερμανοί φορολογούμενοι τους πληρώνουν. Ρητορική με την οποία έπαιξε και η Μέρκελ μέχρι που άρχισε να βλέπει ότι την πληρώνει με απώλειες εκ δεξιών και με τη μορφή της ανόδου για πρώτη φορά ενός αντιευρωπαϊκού κόμματος στη σταθερά πιο φιλευρωπαϊκή μεταπολεμικά χώρα της Ευρώπης- αλλά όχι σε βαθμό που να την ανησυχεί στα σοβαρά ακόμη.

Και το κυριότερο: Η SPD έβαλε τα θεμέλια αυτής της πολιτικής, την οποία οικειοποιήθηκε η CDU και μαζί την εφήρμοσαν. Πλην όμως η Μέρκελ καταφέρνει να καρπώνεται τα κέρδη και να χρεώνει τις ζημίες στον εταίρο και αντίπαλο. Δε βοήθησε και η εικόνα στο debate Μέρκελ- Σουλτς: Η Μέρκελ να απαντά σε κάθε ψήγμα κριτικής του Σουλτς υπενθυμίζοντας πολιτικές που υλοποίησαν από κοινού οι δύο εταίροι του “μεγάλου συνασπισμού” και ο Σουλς να κουνά καταφατικά το κεφάλι κάθε τόσο, συμφωνώντας με την αντίπαλο του.

Ακόμη όμως και εάν ήθελε ο Σουλτς να πάει σε “μεγάλο συνασπισμό” ξανά, η οργανωμένη βάση της SPD δύσκολα θα το επέτρεπε. Στη Γερμανία οι κυβερνήσεις συνασπισμού συγκροτούνται πιο θεσμικά και προγραμματικά από ότι εν Ελλάδι. Τα κόμματα προκειμένου να συνεργαστούν αποφασίζουν τις βασικές αρχές του κυβερνητικού συνασπισμού και γράφουν το “πρωτόκολλο συνασπισμού” (Koalitionsprotokoll) που συνήθως έχει έκταση 400-500 σελίδες. Είθισται δε η συνεργασία να επικυρώνεται μέσω συνεδρίων των κομμάτων. Και φαίνεται πως πολλοί προτιμούν να μείνουν τέσσερα χρόνια στην αντιπολίτευση, να περιμένουν τη Μέρκελ που έχει “το κοκαλάκι της νυχτερίδας” να αποχωρήσει οριστικά και να αναζητήσουν τα πρόσωπα και το όραμα της επόμενης ημέρας.

(Φωτό: AP Photo/Michael Sohn)

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα