Η κραυγή των Ροχίνγκια: “Δεν μπορούσαμε να ανέβουμε στο φράχτη για να ξεφύγουμε από τις φλόγες”
Οι αγωνιώδεις στιγμές των Ροχίνγκια που γλίτωσαν από την πύρινη λαίλαπα σε έναν από τους μεγαλύτερους καταυλισμούς του κόσμου στο Μπαγκλαντές.
- 10 Απριλίου 2021 09:25
Η τεράστια φωτιά στους καταυλισμούς του Cox Bazar στο Μπαγκλαντές πριν από μερικές εβδομάδες παγίδεψε πολλούς πρόσφυγες ανάμεσα στις φλόγες και τους φράκτες που περιβάλλουν την περιοχή. Αυτό το τραγικό συμβάν ήρθε να προστεθεί στις ήδη άσχημες συνθήκες όπου ζουν χιλιάδες πρόσφυγες Ροχίνγκια από την Μιανμάρ. Η κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα καταστράφηκε ολοσχερώς από τη φωτιά, όμως πολύ γρήγορα φτιάχτηκε από την αρχή και ήδη λειτουργεί ξανά. Οι μαρτυρίες προσφύγων δείχνουν την τεράστια αγωνία τους να ξεφύγουν από τις φλόγες που τους πλησίαζαν απειλητικά.
«Ήμασταν μια ομάδα περίπου δέκα γυναικών, πολλές με παιδιά. Όλοι ούρλιαζαν και κλαίγανε. Δεν μπορούσαμε να ανέβουμε το φράχτη και η φωτιά πλησίαζε. Προσπαθήσαμε να χρησιμοποιήσουμε μια τρύπα κάτω από μια τουαλέτα δίπλα στο φράχτη, αλλά μόνο μικρά παιδιά χωρούσαν να περάσουν. Σκέφτηκα να πάρω τα σανδάλια μου στα χέρια και με αυτά να διαχωρίσω τα σύρματα του φράχτη ώστε να ξεφύγουμε», εξηγεί η Fatima, μία από τις γυναίκες που κατάφερε να ξεφύγει από την πύρινη λαίλαπα στο Cox’s Bazar στις 22 Μαρτίου.
Καθώς πλησίαζε η φωτιά, πολλοί πρόσφυγες βρέθηκαν παγιδευμένοι ανάμεσα στις φλόγες και τον φράκτη που περιβάλλει τους περισσότερους καταυλισμούς. «Οι άντρες μπορούσαν να σκαρφαλώσουν, κάποιοι προσπάθησαν να βοηθήσουν ορισμένες γυναίκες συγγενείς τους, αλλά ήταν πολύ δύσκολο για τους περισσότερους από εμάς, και επιπλέον τα ρούχα μας σκίζονταν στο συρματόπλεγμα», εξηγεί.
Η Fatima είναι μία από τις εθελόντριες Ροχίνγκια στην κλινική Balukhali των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς από την πυρκαγιά. «Ήμουν στην κλινική, περίπου στις 2:30 το μεσημέρι όταν αντιληφθήκαμε αρχικά ότι κάπου υπήρχε φωτιά, αλλά ήταν ακόμα μακριά. Καθώς πλησίαζε, άρχισα να φοβάμαι και τελικά φύγαμε από την κλινική αφού ακούσαμε μια έκρηξη. Άκουγα πολλά παιδιά να κλαίνε και να ζητούν τις μανάδες τους».
«Πήγα να βρω κάποιους συγγενείς που ζούσαν στον καταυλισμό 9 (έναν από τους αυτούς που επλήγησαν από τη φωτιά) και είδα το κατάλυμά τους να φλέγεται. Η φωτιά ήταν πολύ κοντά και πήδηξα σε μια δεξαμενή νερού για να ξεφύγω».
Η κουνιάδα της Fatima, η Begum, ήταν σπίτι με την αδερφή της και τον 7χρονο εγγονό της όταν ξέσπασε η φωτιά. «Στην αρχή ήταν πολύ μακριά, δεν φοβόμασταν πολύ, αλλά καθώς πλησίαζε, τρομάξαμε και ο καθένας μας έτρεξε προς διαφορετικές κατευθύνσεις». Η ίδια κατάφερε να διασχίσει το φράχτη γλιστρώντας κάτω από το συρματόπλεγμα, αλλά τραυματίστηκε ελαφρά στον αστράγαλο. Η Begum συναντήθηκε τελικά πέντε ώρες αργότερα με τους συγγενείς της. Από το κατάλυμά τους έμειναν μόνο αποκαΐδια.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ, 11 άνθρωποι πέθαναν εκείνη τη μέρα στη φωτιά και οι φλόγες έκαψαν περίπου 10.000 καταλύματα (που φιλοξενούσαν 45.000 άτομα). Πολλές εγκαταστάσεις υγείας καταστράφηκαν, συμπεριλαμβανομένης της κλινικής Balukhali των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, που καλύπτει πληθυσμό άνω των 30.000 ανθρώπων και προσφέρει ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών. Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα περιέθαλψαν δώδεκα ασθενείς με εγκαύματα ή τραυματισμούς, κάποιοι από τους οποίους προκλήθηκαν από τους φράκτες. Ευτυχώς η κλινική φτιάχτηκε πολύ γρήγορα από την αρχή και λειτουργεί ξανά προσφέροντας τις ίδιες υπηρεσίες.
«Τώρα μόλις λάβαμε ξύλα από μπαμπού, μερικά πλαστικά φύλλα και κουβάδες. Ελπίζουμε να ξαναχτίσουμε το κατάλυμά μας », λέει η Begum, δείχνοντας συγκλονισμένη από την εμπειρία.
Μερικοί από τους γείτονές της αρχίζουν να επιστρέφουν σιγά σιγά στο σημείο όπου ήταν το κατάλυμά τους. Πολλοί πρόσφυγες μένουν με συγγενείς σε άλλα σημεία του καταυλισμού. Οι υπηρεσίες του ΟΗΕ και οι αρχές των καταυλισμών άρχισαν να διανέμουν μερικά μπαμπού, μουσαμάδες και πλαστικά φύλλα, ώστε όσοι έχασαν τα καταλύματά τους να μπορούν να κατασκευάσουν νέα προσωρινά. Σε ορισμένους έχουν διατεθεί σκηνές και άλλοι έχουν αρχίσει να ανοικοδομούν τα προσωρινά τους σπίτια, ενώ κάποιοι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τα 1.000 taka (περίπου δέκα δολάρια ΗΠΑ) που κοστίζει ένα πακέτο μπαμπού.
«Οι συνθήκες διαβίωσης στους καταυλισμούς επιδεινώνονται σταθερά εδώ και πάνω από ένα χρόνο, και αυτή η πυρκαγιά και η απώλεια χιλιάδων καταλυμάτων δείχνει πόσο ευάλωτη είναι η κατάσταση των προσφύγων», λέει η Natalia Torrent, από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. «Αυτά τα πρόχειρα καταφύγια είναι μια προσωρινή λύση, αλλά δεν επιτρέπουν μια ζωή με αξιοπρέπεια ή ασφάλεια. Είναι σημαντικό οι αρχές του Μπαγκλαντές και οι υπηρεσίες του ΟΗΕ που είναι υπεύθυνες για τη διαχείριση των καταυλισμών να παρέχουν πιο κατάλληλες και ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης στους πρόσφυγες », προσθέτει.
Ένας άλλος πρόσφυγας, ο Syed, είδε επίσης το σπίτι της οικογένειάς του να καταστρέφεται εντελώς. Οκτώ άτομα ζούσαν εκεί και τώρα είναι διάσπαρτα σε διάφορα σημεία όπου μένουν συγγενείς τους. «Ήμασταν τυχεροί γιατί κοντά στο σπίτι μας ο φράκτης επισκευάστηκε και εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα δεν υπήρχε συρματοπλέγμα και μπορέσαμε εύκολα να βγούμε» λέει. «Τώρα είναι ξανά κλειστό. Αυτή η φωτιά μου θύμισε την αγωνία που νιώθαμε όταν έπρεπε να φύγουμε από την πατρίδα μας. Η φωτιά που μας κυνηγούσε εκεί, μας κυνηγάει και εδώ».
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα συμπληρώνουν φέτος 50 χρόνια διεθνούς δράσης σε εστίες πολέμου, σε χώρες που έχουν υποστεί φυσικές καταστροφές και σε περιοχές που μαστίζονται από επιδημίες. Εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες Ροχίνγκια ζουν στο Μπαγκλαντές, στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από την βία στη Μιανμάρ. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα μέχρι το τέλος του 2019 παρέμεναν ένας από τους βασικούς παρόχους ιατρικής και ανθρωπιστικής βοήθειας των Ροχίνγκια. Εκείνη τη χρονιά διένειμαν 388 εκατομμύρια λίτρα χλωριωμένου νερού, πραγματοποίησαν 556.300 επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία, 27.700 ατομικές συνεδρίες ψυχικής υγείας και βοήθησαν σε 3.400 τοκετούς.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις