Η Μέρκελ φεύγει την ώρα που η ακροδεξιά δείχνει το φρικτό της πρόσωπο
Η παραίτηση της “μητερούλας” ήταν ένα από τα γεγονότα της χρονιάς με την έννοια ότι δημιουργεί το ερώτημα ποιο είναι το μέλλον για τη Γερμανία και την Ευρώπη, αλλά και για τους λόγους που οδήγησαν σε αυτή, με κύριο το μεταναστευτικό/προσφυγικό
- 19 Δεκεμβρίου 2018 07:15
Μετά από 18 χρόνια στην ηγεσία των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών και 13 χρόνια στην καγκελαρία και άρα εκ των πραγμάτων στο τιμόνι της Ευρώπης, το 2018 αποδείχθηκε το κρίσιμο έτος για την Άνγκελα Μέρκελ:
Παραιτήθηκε από την ηγεσία του κόμματος, αν και παραμένει καγκελάριος και δηλώνει ότι θα παραμείνει μέχρι τις επόμενες εθνικές γερμανικές εκλογές. Σε κάθε περίπτωση όμως η παραίτηση της ήταν ένα από τα γεγονότα της χρονιάς με την έννοια ότι δημιουργεί το ερώτημα ποιο είναι το μέλλον για τη Γερμανία και την Ευρώπη, αλλά και για τους λόγους που οδήγησαν σε αυτή.
Η αντίστροφη μέτρηση για τη Μέρκελ είχε ξεκινήσει στην πραγματικότητα το Σεπτέμβριο του 2017, όταν κατήγαγε μία πύρρειο νίκη στις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές. Αν και εξελέγη για τέταρτη φορά καγκελάριος, το πρόσωπο της το βράδυ της νίκης ήταν σκεπτικό. Όχι μόνο γιατί -όπως αποδείχθηκε- δεν ήταν εύκολος ο σχηματισμός κυβέρνησης. Αλλά και γιατί η CDU/CSU ήταν μεν ξανά πρώτο κόμμα (παρά την ευφορία που είχε δημιουργήσει αρχικά η υποψηφιότητα του Μάρτιν Σουλτς στους Σοσιαλδημοκράτες), αλλά με απώλειες κυρίως εκ δεξιών, ενώ η ξενοφοβική και κατά βάση ακροδεξιά Alternative fuer Deutschland (AfD) έμπαινε για πρώτη φορά στην Bundestag, την ομοσπονδιακή Βουλή.
Η άνοδος της ακροδεξιάς είναι τα τελευταία χρόνια ένα ανησυχητικό φαινόμενο σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, αλλά να ψηφίζουν ειδικά οι Γερμανοί ξανά ένα ουσιαστικά ακροδεξιό κόμμα (αν και οχι τυπικά, καθώς εάν ήταν τυπικά ακροδεξιό ή εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα θα ήταν απαγορευμένο στη Γερμανία) ξυπνά ανατριχιαστικές μνήμες φόβου. Η άνοδος της ακροδεξιάς ήταν και η αρχή της πτώσης της Μέρκελ.
Στη Γερμανία η AfD κατάφερε το εξής: Στην αρχή της προεκλογικής περιόδου ελάχιστοι Γερμανοί αξιολογούσαν ως πιο σημαντικό θέμα το προσφυγικό/μεταναστευτικό, αλλά σχεδόν το 80% θεωρούσε το πιο κρίσιμο ζήτημα το μέλλον της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας και ευλόγως, καθώς αυτό αφορά την οικονομία, τις θέσεις εργασίας και ουσιαστικά τη ζωή των Γερμανών. Η AfD (με την ηθελημένη ή αθέλητη βοήθεια των ΜΜΕ που πεθαίνουν για σκληρές κόντρες και εύκολα ρητορικά σχήματα) πέτυχε να στρέψει την προεκλογική συζήτηση στο προσφυγικό/μεταναστευτικό με κραυγές και καλλιέργεια φόβου. Και το 77% όσων ψήφισαν τελικά AfD, ανέφεραν ως κύριο λόγο το προσφυγικό/μεταναστευτικό.
Η άνοδος της AfD προκάλεσε άγχος στη δεξιά πτέρυγα της CDU/CSU, της Ένωσης κομμάτων της οποιας ηγείτο η Μέρκελ και η οποία περιλαμβάνει εκτός απο τους Χριστιανοδημοκράτες και το τοπικό αλλά ισχυρό κόμμα της Βαυαρίας, τους Χριστιανοκοινωνιστές. Ειδικά οι Βαυαροί έπαθαν πανικό. Και όσο έβλεπαν τις δημοσκοπήσεις στη Βαυαρία, ο πανικός τους κυρίευε όλο και περισσότερο.
Τη Μέρκελ την πούλησαν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο αυτοί, που βοήθησε το 2015 όταν άνοιξε τα σύνορα, γιατί η Αυστρία και η Ουγγαρία ζητούσαν τότε τη βοήθεια της για να μην υπάρξει ανθρωπιστική κρίση. Στη συνέχεια την άδειασαν μη αναλαμβάνοντας καμία ευθύνη στο πλαισιο της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Η Μέρκελ κυνηγούσε τις χώρες του Βίζενγκραντ, ενώ ο Βαυαρός Χόρστ Ζέεχοφερ “έπαιζε” μαζί τους. Οι κορώνες πολιτικών που ανταγωνίζονταν για τα ψηφαλάκια της ακροδεξιάς, δημιουργούσαν πανικό στο ανενημέρωτο κοινό. Ο φόβος άλλωστε, μαζί με την υπερβολή και το ψέμα είναι τα όπλα της ακροδεξιάς και τροφή της είναι η άγνοια και οι προκαταλήψεις.
Στη Βαυαρία οι πανικόβλητοι Χριστιανοκοινωνιστές επέλεξαν τη χειρότερη δυνατή αντίδραση: Δεξιά στροφή. Όμως η εμπειρία δείχνει πως οποιοδήποτε κεντροδεξιό κόμμα έκανε “δεξιά στροφή” υιοθετώντας την ατζέντα και το λόγο της ακροδεξιάς και συναγωνιζόμενο με την ακροδεξιά για το ποιος είναι δεξιότερος, έχασε και προς τα ακροδεξιά και προς το κέντρο. Έτσι άρχισαν να φεύγουν και οι πιο μετριοπαθείς ψηφοφόροι προς τους Πράσινους. Και στη συνέχεια στην Έσση αποδείχθηκε ότι αυτό δεν ήταν πρόβλημα μόνο της CSU ούτε τοπικό ζήτημα της Βαυαρίας, αλλά μία ευρύτερη τάση στη Γερμανία.
Τσάμπα πήγε λοιπόν η ανταρσία του Ζέεχοφερ στη Μέρκελ τον Ιούνιο, όταν κόντεψε να ρίξει την κυβέρνηση για το προσφυγικό, παραιτήθηκε και ξε-παραιτήθηκε. Ο Ζέεχοφερ υπενθυμίζεται ότι εκτός από πρόεδρος της CSU ήταν και υπουργός Εσωτερικών. Ως υπουργός Εσωτερικών θέλοντας να πλειοδοτήσει έναντι της AfD πρότεινε την απαγόρευση εισόδου στη Γερμανία μεταναστών που είχαν περάσει προηγουμένως από άλλη χώρα μέλος της ΕΕ και μεταναστών των οποίων η αίτηση ασύλου είχε απορριφθεί σε άλλη χώρα. Η Μέρκελ ήθελε κοινή ευρωπαϊκή πολιτική στο θέμα και ζητούσε από το Ζέεχοφερ χρόνο μέχρι τη σύνοδο Κορυφής.
Ομως και η Μέρκελ αποδείχθηκε ότι είχε χάσει πια την πυγμή της και την ικανότητα έξυπνων ελιγμών. Έτσι άρχισε να χάνει τον έλεγχο του κόμματος: Το γεγονός ότι ο Φόλκερ Κάουντερ απέτυχε στις 25 Σεπτεμβρίου να επανεκλεγεί επικεφαλής της κοινής Κοινοβουλευτικής Ομάδας CDU/CSU ήταν χαστούκι στη Μέρκελ και απέδειξε ότι το ίδιο της το κόμμα ήταν πρόθυμο να την αμφισβητήσει. Ήδη όμως η μεγάλη της ήττα ήταν στην υπόθεση Μάασεν.
Ο Χανς-Γκέοργκ Μάασεν, επικεφαλής της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας, προερχόμενος από τους Χριστιανοκοινωνιστές, προκάλεσε πολιτική θύελλα λόγω εκτιμήσεων του για την ακροδεξιά βία στην ανατολικογερμανική πόλη Κέμνιτς, που βρίσκονταν σε αντίθεση με αυτές της καγκελαρίου Μέρκελ και υποβάθμιζαν τα γεγονότα, δείχνοντας συμπάθεια στους προκαλούντες τα επεισόδια. Αντί η Μέρκελ να του πάρει το κεφάλι και προφανώς επειδή είχε ζαλίσει το δικό της κεφάλι ο Ζέεχοφερ, δέχθηκε να τοποθετηθεί η Μάασεν γενικός γραμματέας στο υπουργείο Εσωτερικών. Δηλαδή να αναβαθμιστεί και μάλιστα για να αναβαθμιστεί αποκεφαλίστηκε ένας από τους γγ των Σοσιαλδημοκρατών και ο μόνος με εξαίρετη γνώση του οικιστικού ζητήματος, που αποτελεί ένα πραγματικό μεγάλο πρόβλημα για τη Γερμανία: Όσο οι ακροδεξιοί στρέφουν τη συζήτηση στο προσφυγικό, τα ενοίκια και γενικά το πρόβλημα της στέγης είναι αυτό που ταλαιπωρεί τους Γερμανούς και σε μεγάλες πόλεις όπως το Μόναχο γίνονται ογκώδεις (για τα γερμανικά δεδομένα) διαδηλώσεις.
Τελικώς έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει εξαρχής, αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει. Και για τους τρεις κυβερνητικούς εταίρους.
Η αιτία ή η αφορμή;
Είναι όμως το προσφυγικό/μεταναστευτικό η πραγματική αιτία της ανόδου της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και τη Γερμανία ή μήπως μόνο η αφορμή με την οποία επιτήδειοι απάνθρωποι αρπάζουν την ψήφο των πολιτών; Φυσικά με τόσο φρικτές ιστορικές μνήμες από τα δεινά του ναζισμού στην Ευρώπη ουδείς δικαιολογείται. Όμως δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι η AfD στη Γερμανία έχει μεγαλύτερα ποσοστά σε περιοχές κατά βάση πιο φτωχές (η Βαυαρία φυσικά αποτελεί εξαίρεση, όπως και σε πολλά άλλωστε είναι μία ειδική περίπτωση) και σε στρώματα πιο αδύναμα οικονομικά, στα οποία μπροστά στην ΤΙΝΑ (για την οποια ευθύνη φέρει φυσικά και η Μέρκελ) στρέφονται ελαφρά τη καρδία σε όποιον τους προσφέρει ένα βολικό, εύκολο και πιο αδύναμο “εχθρό”.
Ούτε πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι η AfD ήταν εξαρχής κυρίως ένα αντιευρωπαϊκό κόμμα, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από επιχειρηματικά συμφέροντα στη Γερμανία τα οποία ήταν υπέρ της διάλυσης του ευρώ ή για την ακρίβεια του ευρώ (και της Ευρώπης) δύο ταχυτήτων. Δεν ειναι μόνο στη Γερμανία που ένα μέρος της επιχειρηματικής ελίτ θεωρεί πως ό,τι ήταν να πάρει από την παγκοσμιοποίηση το πήρε και τώρα που οι αναδυόμενες δυνάμεις (βασικά η Κίνα)…. αναδύονται πολύ γρήγορα, θέλει να αλλάξει και πάλι τους όρους του παιχνιδιού- όχι βέβαια με έγνοια για τους εργαζόμενους, αλλά για τα δικά της κέρδη. Επειδή όμως χρειάζεται μία επίφαση για να κερδίσει τον έλεγχο, προσφέρει στις μάζες -που φοβισμένες από την κατάρρευση οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και απογοητευμένες από το λόγο περί τέλους της Ιστορίας και μη ύπαρξης εναλλακτικής γοητεύονται από τη θαλπωρή των εθνικών συνόρων και τη βολικότητα των περιχαρακώσεων- ένα εύκολο αφήγημα. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αυτά τα επιχειρηματικά συμφέροντα και αυτό το αφήγημα το ενσάρκωσε ο Ντόναλντ Τραμπ κατακτώντας την προεδρία των ΗΠΑ προς φρίκη κάθε νοήμονα ανθρώπου.
Τον Τραμπ και τον απενοχοποιημένα ρατσιστικό του λόγο (που πάντα βέβαια συνοδεύεται από τη μόνιμη επωδό όλων των ρατσιστών, “εγώ δεν είμαι ρατσιστής”) θαυμάζουν άλλωστε ουκ ολίγοι Ευρωπαίοι ακροδεξιοί από τον Ορμπάν μέχρι τη Λεπέν και το Σαλβίνι. Μεταθέτουν τη συζήτηση στην Ευρώπη από το πραγματικό οικονομικό και κοινωνικό ζήτημα στο προσφυγικό. Λένε στους Ευρωπαίους που δυσκολεύονται να βγάλουν το μήνα ότι το θέμα είναι να τα βάλουν με άλλους ακόμη πιο πεινασμένους και απελπισμένους, αντί να διεκδικήσουν. Και χώρο για αυτό το αφήγημα βρίσκουν, δεδομένου ότι οι μεγάλες πολιτικές δυνάμεις του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος βασικά λένε στους πολίτες πως δεν υπάρχει καμία εναλλακτική. Υπερασπίζονται την Ευρώπη υπερασπιζόμενοι τις αντιπαθητικές Βρυξέλλες της γραφειοκρατίας, των λόμπι και των αποφάσεων πίσω από κλειστές πόρτες. Και βέβαια υπάρχει και το εγγενές πρόβλημα, με ευθύνη όλων των εθνικών κυβερνήσεων από ίδρυσης της ΕΟΚ: Για ό,τι κακό φταίνε οι Βρυξέλλες, για ό,τι καλό υπεύθυνες είναι οι εθνικές κυβερνήσεις.
Η πολιτική της Μέρκελ στη Γερμανία και την Ευρώπη δεν είναι λοιπόν παντελώς ασύνδετη με την αρχή της πτώσης της. Ήταν η Μέρκελ άλλωστε που εφάρμοσε την ατζέντα Σρέντερ, δημιουργώντας ένα τεράστιο πρόβλημα στην SPD. Πάντως το 2015 στο να μην προχωρήσει το Grexit φαίνεται πως έπαιξε ρόλο η καγκελάριος που σε αντίθεση με τον παλιό της άσπονδο φίλο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, είναι περισσότερο των συμβιβασμών και των ελιγμών και επίσης εκφράζει το κομμάτι εκείνο της γερμανικής οικονομίας που έχει συμφέρον να συνεχίσει να υπάρχει η ΕΕ με τη σημερινή της μορφή.
Το “κορίτσι του Κολ”
Η κόρη του πάστορα Χορστ Κάσνερ που μεγάλωσε στην Ανατολική Γερμανία και όπως και οι περισσότεροι μαθητές στη DDR ήταν μέλος της επίσημης νεολαίας του σοσιαλιστικού κόμματος και αργότερα μέλος περιφερειακού προεδρείου και γραμματέας αγκίτ-προπ της οργάνωσης. Σπούδασε φυσική και το 1977 παντρεύτηκε το συμφοιτητή της Ούλριχ Μέρκελ. Το ζευγάρι πήρε διαζύγιο το 1982, η Άνγκελα όμως κράτησε το επίθετο του με το οποιο έγινε τελικά γνωστή σε όλη τη Γερμανία και όλο τον κόσμο. Ξαναπαντρεύτηκε ένα χημικό αυτη τη φορά, τον Γιοάχιμ Ζάουρ, πολλά χρονια μετά τον πρώτο της γάμο, το 1998.
Εν τω μεταξύ το Δεκέμβριο του 1989, λίγες εβδομάδες μετά την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου, η Μέρκελ προσχώρησε στη Δημοκρατική Aφύπνιση (Demokratischer Aufbruch), ενός κόμματος που είχε ιδρυθεί από δύο πάστορες και ένα δικηγόρο. Στόχος του DA όπως και της CDU στη Δυτική Γερμανία ήταν η επανένωση των δύο Γερμανιών. Το κόμμα όμως πάτωσε κυριολεκτικά στις εκλογές του Φεβρουαρίου του 1990 (πήρε μόλις 0,9%). Αλλά ο τελευταίος πρωθυπουργός της Ανατολικής Γερμανίας Λοτάρ Ντε Μεζιέρ τη διόρισε κυβερνητική εκπρόσωπο.
Οι δυο Γερμανίες επανενώθηκαν, αφού κανείς στην ΕΕ δεν άκουσε τη Μάργκαρετ Θάτσερ που προειδοποιούσε ότι η ενωμένη Γερμανία θα κυριαρχούσε και πάλι οικονομικά και πολιτικά στην Ένωση. (Λεπτομέρεια: Κανείς ποτέ δεν υπολόγισε το κόστος της επανένωσης των δύο Γερμανιών για τη BDR και την ΕΕ, αν και κάποιοι το ανέβαζαν ακόμη και σε ένα τρισ μάρκα…)
Η θέση της Μέρκελ λοιπόν καταργήθηκε αλλά επειδή κανείς άξιος ποτέ δε χάνεται, καθώς η DA μαζί με το ανατολικογερμανικό CDU προσχώρησε στο δυτικογερμανικό CDU, ο καγκελάριος της ενωμένης πλέον Γερμανίας Χέλμουτ Κολ αξιοποίησε και το Ντε Μεζιέρ και τη μελλοντική διάδοχο του. Καθώς ακόμη υπήρχε ενθουσιασμός για την επανένωση (που πολύ σύντομα πέρασε ειδικά στους Δυτικογερμανούς) και χάρη και στις ψήφους των Ανατολικογερμανών, ο Κολ θριάμβευσε στις επόμενες εκλογές. Η νέα προστατευόμενη του, μόλις έξι μήνες μέλος του κόμματος, έγινε η νεότερη στην ιστορία της Γερμανίας υπουργός, αναλαμβάνοντας το υπουργείο Γυναικείων Υποθέσεων και Νεολαίας.
Οι εφημερίδες την αποκαλούσαν “το κορίτσι του Κολ”, καθώς στηριζόταν αποκλειστικά στη σχέση της με τον καγκελάριο, αφού δεν είχε ρίζες και συμμαχίες στο κόμμα. Και όταν ο πρώτος της μέντορας Ντε Μεζιέρ αναγκάστηκε να αποσυρθεί λόγω αποκαλύψεων για τις σχέσεις του με τη Στάζι, η Μέρκελ εξελέγη αναπληρώτρια πρόεδρος της CDU.
Το 1998 όμως η CDU υπέστη δεινή ήττα. Ο Κολ παραιτείται και νέος πρόεδρος εκλέγεται ο μετέπειτα “καλός φίλος” της Ελλάδας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που προτείνει τη Μέρκελ για γραμματέα του κόμματος.
Το 1999 η γερμανική πολιτική σκηνή συγκλονίζεται από το σκάνδαλο των “μαύρων λογαριασμών” της CDU. Ο Χέλμουτ Κολ δεν δεχόταν να αποκαλύψει την προέλευση των ανώνυμων “δωρεών” στο κόμμα μέσω Ελβετίας, ύψους 6,1 εκ ευρώ. Το “κορίτσι του Κολ”, χωρίς να ενημερώσει το Σόιμπλε, δημοσιεύει το Δεκέμβριο του 1999 άρθρο στη FAZ ζητώντας την αποστασιοποίηση του κόμματος από τον μέντορα της. “Εμείς οι Ανατολικογερμανοί μάθαμε να συμβιβαζόμαστε με τους εξουσιαστές, δίχως όμως να δημιουργούμε απόλυτες δεσμεύσεις” θα δηλώσει αργότερα.
Ο Κολ παραιτείται από επίτιμος πρόεδρος της CDU στις 18 Ιανουαρίου του 2000. Και στις 16 Φεβρουαρίου παραιτείται και ο Σόιμπλε από πρόεδρος του κόμματος, αφού εν τω μεταξύ έχει αποδειχθεί ότι έλαβε και εκείνος παράνομες δωρεές. Η κόρη του πάστορα από την Ανατολική Γερμανία εκλέγεται πρόεδρος των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών στις 10 Απριλίου του 2000. Και το 2005 έγινε για πρώτη φορά καγκελάριος σε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες του Γκέρχαρντ Σρέντερ.
Στην “ατζέντα Σρέντερ” χρεώνεται το ότι η Γερμανία από “μεγάλος ασθενής” της Ευρώπης έγινε ξανά η πιο ισχυρή οικονομία, με κόστος όμως για τη γερμανική κοινωνία. Κόστος που πλήρωσαν και πληρώνουν οι Σοσιαλδημοκράτες, ενώ η Μέρκελ υιοθέτησε πολλά πράγματα από το πρόγραμμα των Σοσιαλδημοκρατών και τους νίκησε έτσι με τα ίδια τους τα όπλα. Ήταν η Μέρκελ πολύ κεντρώα ή ο Σρέντερ πολύ δεξιός; Μια φορά το αποτέλεσμα ήταν ότι πάνω στο εδαφος της ατζέντας Σρέντερ η Μέρκελ έχτισε μία μακρόχρονη πολιτική κυριαρχία παίζοντας πρακτικά χωρίς αντίπαλο.
Η επονομαζόμενη από τους θαυμαστές της “μητερούλα” ήταν ως πολιτικός και ειδικά ως καγκελάριος η απόλυτη ενσάρκωση της Schwaebische Hausfrau. Πρόκειται για τη θεωρητική φιγούρα- πρότυπο της συντηρητικής, οικονόμας, συνετής νοικοκυράς από την περιοχή Schwaben στη νοτιοδυτική Γερμανία, για την τσιγκουνιά των κατοίκων της οποίας οι υπόλοιποι Γερμανοί βγάζουν ανέκδοτα, όπως οι Άγγλοι λένε για τους Σκωτσέζους και οι υπόλοιποι Μακεδόνες για τους Κοζανίτες.
Με αυτό το πρότυπο κυβέρνησε η Μέρκελ τη Γερμανία και η Γερμανία την Ευρώπη. Ο Σόιμπλε στην πτώση του οποίου από την ηγεσία της CDU είχε συμβάλει η Ανγκελα ήταν μεταξύ ο υπουργός Οικονομικών της, πανίσχυρος, αλλά η Μέρκελ κατάφερνε να κρατά τις ισορροπίες μαζί του. Το νέο οικονομικό θαύμα της Γερμανίας βέβαια δεν ήταν για τους πολλούς Γερμανούς, που έβλεπαν το γερμανικό κοινωνικό κράτος να καταρρέει και το επιπεδο ζωής τους να πέφτει (φυσικά έφταιγαν για αυτό μόνο οι τεμπέληδες νότιοι). Η περίφημη μηδενική ανεργία κρύβει πολλές θέσεις μη πλήρους απασχόλησης ή εκπαίδευσης και γενικά τα πράγματα έχουν αλλάξει, με το στεγαστικό να είναι ένα πολύ σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα πια.
Η νέα “μικρή Μέρκελ”
Όταν η καγκελάριος διαπίστωσε ότι προχωρούσε πια αναπόδραστη η πολιτική της φθορά, αποφάσισε ότι δε θα επέλεγε εκείνη και την ώρα και τον τρόπο της αποχώρηση της αλλά και τη διάδοχο της. Η ίδια αναρριχήθηκε επιλέγοντας με προσοχή τους μέντορες της και περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να τους διαδεχθεί ακόμη και “προδίδοντας” τους. Δεν είχε καμία διάθεση να το κάνει κάποιος αυτό και στην ίδια. Αντίθετα επέλεξε εκείνη τη διάδοχο της και της έδωσε λίγο πολύ το δαχτυλίδι.
Ο προκάτοχος της στην ηγεσία του κόμματος και μετέπειτα υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση της Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θέλησε να εκδικηθεί για τη στάση της στο σκάνδαλο των μαύρων ταμείων της CDU (που τον έκανε να φαίνεται διστακτικός και μετά τις αποκαλύψεις και για τον ίδιο, απόλυτα ένοχος), προωθώντας για την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών τον επικριτή της Φριντριχ Μέρτς (ή μήπως το θέμα ήταν τα διαφορετικά επιχειρηματικα συμφέροντα που εκπροσωπούσε ο καθένας; ). Όμως αν και αποδυναμωμένη εσωκομματικά η “μητερούλα” κατάφερε να εκλέξει τη διάδοχο που η ίδια είχε επιλέξει και η οποία μοιάζει με μία “μικρή Μέρκελ”. Ισως γιατί οι Γερμανοί ως κουλτούρα απεχθάνονται τις αλλαγές και εκτιμούν πάνω από όλα τη σταθερότητα και τη συνέχεια.
Νέα πρόεδρος της CDU/CSU εξελέγη λοιπόν η Ανεγκρέτ Κραμπ Κάρενμπαουερ- και άντε να πει Έλλην πολιτικός γκόου χομ μαντάμ Ανεγκρέτ Κράμπ Κάρενμπαουερ.
Το όνομα της νέας προέδρου των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών φαίνεται πάντως ότι είναι κάπως μεγάλο και δυσκολοπροφερτο ακόμη και για τους Γερμανούς με τη γλώσσα τη διαβόητη για μακρές λέξεις: Στη Γερμανία οι πάντες τη φωνάζουν με τα αρχικά της ΑΚΚ, αρκτικόλεξο που προσφέρεται α-κα-κα. Όχι ο,τι καλύτερο για μεταφορά στα ελληνικά.
Η κ.Κραμπ- Κάρενμπαουερ εξελέγη στο δεύτερο γύρο από το συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών με αντίπαλο το Φρίντριχ Μερτς, αλλά με μικρή πλειοψηφία. Από τους 999 συνέδρους έλαβε 517 ψήφους και Μερτς 482.
Γενική γραμματέας της CDU Ανεγκρέτ Κραμπ-Κάρενμπαουερ, δελφίνος εδώ και πολύ καιρό, η Κραμπ Κάρενμπαουερ ίναι η γυναίκα που ανέκοψε την ορμή του Σουλτς: Την άνοιξη του 2017 και ενώ μετά την αλλαγή ηγεσίας στην SPD επικρατούσε ευφορία και όλη η Ευρώπη προσδοκούσε από το Σουλτς την ανατροπή, η Κραμπ-Κάρενμπαουερ κέρδισε τον Σουλτς στις τοπικές εκλογές στο Saarland. Ο Σουλτς έχασε το μομέντουμ, το ρεύμα και τελικά την καγκελαρία και η Κραμπ-Κάρενμπαουερ μερικούς μήνες μετά μετακόμισε στο Βερολίνο και έγινε μέλος του στενού ηγετικού πυρήνα της Μέρκελ, την οποία επιθυμούσε σφόδρα να διαδεχθεί.
Από το Φεβρουάριο του 2018 είναι γγ του κόμματος. Το 1998 ήταν για λίγους μήνες βουλευτής του εθνικού κοινοβουλίου. Άπό το 1999 έως το 2018 ήταν μέλος της τοπικής βουλής στο Ζάαρλαντ και υπουργός σε διάφορα πόστα από το 2000 μέχρι το 2011 και μετά επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης. Και όταν η Μέρκελ έφερε την επί τόσα χρόνια πρωθυπουργό του Σάαρλαντ στα κεντρικά στο Βερολίνο, πολλοί το είχαν εκλάβει ως δαχτυλίδι διαδοχής.
Είναι μόλις η δεύτερη γυναίκα που ανέλαβε θέση γραμματέα στην CDU και υποστηρίζει την ποσόστωση των γυναικών. Σε γενικές γραμμές θεωρείται ότι ανήκει στην αριστερή μάλλον πτέρυγα του κόμματος όσον αφορά στην κοινωνική πολιτική. Είχε κοντραριστεί πολλές φορές με τον Χορστ Ζέεχοφερ των Χριστιανοκοινωνιστών καθώς δήλωνε ότι: “Οι μουσουλμάνοι με την πίστη τους, το Ισλάμ, ανήκουν στη χώρα μας”. Κατά την ενδοκυβερνητική κόντρα για το άσυλο, είχε στείλει επιστολή στα μέλη της CDU καταφερόμενη σε υψηλούς τόνους κατά του Ζέεχοφερ. Με την επιστολή της προειδοποιούσε ότι το σχέδιο της CSU για επιστροφή των προσφύγων στα σύνορα ενείχε τον κίνδυνο η Ευρώπη να διασπαστεί περαιτέρω και να αποδυναμωθεί. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η στάση της είναι και τόσο προοδευτική στο προσφυγικό, αλλά μάλλον αντιφατική. Από τη μία τα έβαζε με το Ζέεχοφερ και από την άλλη έχει εκφράσει θέσεις που η Μέρκελ ποτέ δεν τόλμησε: Απέλαση στη Συρία και εφ όρου ζωής απαγόρευση εισόδου σε Γερμανία και Ευρώπη. Το πρόβλημα βέβαια όπως σημειώνει και η SZ είναι ότι αυτό ήδη ισχύει, αλλά με τις δηλώσεις της η κ. Κραμπ- Κάρενμπαουερ δημιούργησε την εντύπωση ότι έπρεπε να αποφασιστεί τώρα και επειγόντως. Θα το έλεγε κανείς και λαϊκισμό αυτό. Ίσως βέβαια από την άλλη αυτό να έπαιξε ρόλο στην εκλογή της καθώς η CDU ανησυχεί πρωτίστως για την άνοδο της AfD και την πίεση που δέχεται εκ (ακρο)δεξιών.
Στην ομιλία της στο συνέδριο διεκδικώντας την ηγεσία μια φορά η κ. Κραμπ- Κάρενμπαουερ δήλωσε ότι θέλει μια CDU που έχει το θάρρος της δικής της γνώμης “αντί να κοιτάζει φοβισμένα δεξιά κι αριστερά”. Θα βρει η Γερμανία και η Ευρώπη τις απαντήσεις την ώρα που εν όψει των ευρωεκλογών του 2019 αυτοί που προσβλέπουν σε οικονομικό όφελος από την αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης βασίζονται στο φθαρμένο προφίλ μίας Ευρώπης με κρίση ταυτότητας; Και τι θα κάνουν στο μεταξύ οι Σοσιαλδημοκράτες και η Αριστερά; Θα φτάσουμε στο σημείο να νοσταλγήσουμε τη Μέρκελ όταν η νέα ακραία δεξιά των Ορμπάν περνά ξεδιάντροπα αντεργατικούς νόμους; Ή μήπως η Μέρκελ και οι λοιποί ηγέτες της Ευρώπης δεν είναι καθόλοι άμοιροι ευθυνών για το τέρας που ξυπνά. Αλλά στις δημοκρατίες, έστω τις ατελείς δημοκρατίες, την τελική ευθύνη και λόγο έχουν οι πολίτες.