ΗΠΑ: Νέα έρευνα για ακόμη έναν θάνατο Αφροαμερικανού από ασφυξία
Η υπόθεση που διαδραματήστηκε τον περασμένο Μάρτιο θυμίζει αρκετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Ο Μανουέλ Έλις θανατώθηκε κατά τη διάρκεια σύλληψής του από την αστυνομία.
- 11 Ιουνίου 2020 09:36
Οι αρχές της πολιτείας Ουάσινγκτον ανακοίνωσαν σήμερα ότι θα ξεκινήσει νέα έρευνα για τον θάνατο ενός Αφροαμερικανού στη διάρκεια της σύλληψής του από την αστυνομία τον Μάρτιο την ώρα που εκείνος διαμαρτυρόταν ότι δεν μπορεί να αναπνεύσει, όπως ο Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεάπολις στα τέλη Μαΐου.
Ο κυβερήτης της Ουάσινγκτον Τζέι Ίνσλι δήλωσε “πεπεισμένος” ότι η έρευνα για τον θάνατο του Μανουέλ Έλις δεν μπορεί να διενεργηθεί από τον σερίφη και τον εισαγγελέα της κομητείας Πιρς λόγω “σύγκρουσης συμφερόντων”.
Η απόφαση του Δημοκρατικού κυβερνήτη έρχεται μετά τη δημοσιοποίηση ενός βίντεο από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που δείχνει τον Έλις δεμένο με χειροπέδες να παρακαλά τους αστυνομικούς κατά τη σύλληψή του στις 3 Μαρτίου. Μία περαστική τράβηξε βίντεο με το κινητό της τηλέφωνο μέρος του περιστατικού.
“Αυτό που μαθαίνουμε από το βίντεο αυτό είναι ότι ο Μανουέλ Έλις δεν είπε απλώς ‘δεν μπορώ να αναπνεύσω”, αλλά ‘δεν μπορώ να αναπνεύσω, κύριε΄”, δήλωσε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο δικηγόρος της οικογένειας του θύματος.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο, “αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι αν και πάλευε να αναπνεύσει, προσπαθούσε παράλληλα να εξακολουθήσει να δείχνει σεβασμό, ακόμη και τα τελευταία λεπτά της ζωής του. Είναι ένδειξη ότι δεν ήταν ο επιθετικός άνθρωπος που παρουσιάζει η αστυνομία”.
Ο Έλις πέθανε από αναπνευστική ανακοπή λόγω άσκησης σωματικής βίας, αποκάλυψε η νεκροψία, ενώ η μεθαμφεταμίνη που εντοπίστηκε στο αίμα του και μια προϋπάρχουσα καρδιακή πάθηση ενδέχεται να συνέβαλαν στον θάνατο του 33χρονου άνδρα.
Ο δήμαρχος της πόλης Τακόμα, περίπου 50 χιλιόμετρα νότια του Σιάτλ, ζήτησε την προηγούμενη εβδομάδα να τεθούν προσωρινά σε διαθεσιμότητα οι τέσσερις αστυνομικοί που εμπλέκονται στο περιστατικό.
Οι αστυνομικοί αυτοί ισχυρίστηκαν ότι συνέλαβαν τον Έλις διότι προσπαθούσε “να ανοίξει τις πόρτες αυτοκινήτων στα οποία βρίσκονταν μέσα άνθρωποι”.
Σύμφωνα με τους ίδιους, υπήρξε σωματική αντιπαράθεση και χρειάστηκε να ελέγξουν τον ύποπτο.