Υπόθεση αδελφών Μενέντεζ: Ο εισαγγελέας προτείνει την αποφυλάκισή τους

Διαβάζεται σε 6'
Υπόθεση αδελφών Μενέντεζ: Ο εισαγγελέας προτείνει την αποφυλάκισή τους
Τα αδέλφια Μενέντεζ AP Photo/Nick Ut

Σε αίτημα επανεξέτασης των ποινών που έχουν επιβληθεί στους Λάιλ και Ερικ Μενέντεζ για τη δολοφονία των γονιών τους το 1989 προχώρησε ο εισαγγελέας του Λος Αντζελες.

Ο Έρικ και ο Λάιλ Μενέντεζ – δύο αδέλφια που καταδικάστηκαν για τη δολοφονία των γονέων τους σε μια υπόθεση που συγκλόνισε την Αμερική πριν από τρεις και πλέον δεκαετίες – θα πρέπει να καταδικαστούν εκ νέου από δικαστή και να αφεθούν ελεύθεροι υπό όρους, συνέστησε ο εισαγγελέας της κομητείας του Λος Άντζελες, Τζορτζ Γκασκόν.

Οι δολοφονίες της Κίτι και του Χοσέ Μενέντεζ το 1989 στην έπαυλή τους στο Μπέβερλι Χιλς συγκλόνισαν τις ΗΠΑ για χρόνια και πρόσφατα ενέπνευσαν μια δημοφιλή σειρά του Netflix. Η υπόθεση επικεντρώθηκε στα κίνητρα του Έρικ και του Λάιλ Μενέντεζ για τους φόνους, οι οποίοι πυροβόλησαν τους γονείς τους 13 φορές, την ώρα που παρακολουθούσαν τηλεόραση.

Ο Τζορτζ Γκασκόν, κατά την ανακοίνωση της απόφασής του, επικαλέστηκε νέα στοιχεία που αφορούν κατηγορίες σεξουαλικής κακοποίησης των αδερφών από τον πατέρα τους, Χοσέ Μενέντεζ. Ένα από τα νέα στοιχεία είναι μια επιστολή του Έρικ Μενέντεζ από το 1988 προς συγγενικό πρόσωπο, όπου περιγράφει τη φερόμενη κακοποίηση. Παράλληλα, ένα πρώην μέλος του διάσημου boy band των ‘80s, Menudo, κατέθεσε ότι ο Χοσέ Μενέντεζ τον νάρκωσε και τον βίασε κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο σπίτι των Μενέντεζ.

Ο Έρικ Μενέντεζ, 53 ετών, και ο Λάιλ Μενέντεζ, 56 ετών, εκτίουν επί του παρόντος ποινή ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης στην Καλιφόρνια.

Ο εισαγγελέας Γκασκόν δήλωσε ότι, παρόλο που δεν υπάρχει δικαιολογία για τον φόνο, τα αδέρφια έχουν «πληρώσει το χρέος τους στην κοινωνία» και θα πρέπει να επαναξιολογηθεί η ποινή τους. Παράλληλα, ανέφερε πως οι αδερφοί υπήρξαν θύματα μιας δυσλειτουργικής οικογένειας και κακοποίησης, ενώ τόνισε πως η απόφαση δεν ήταν εύκολη.

Αν τελικά ο δικαστής εγκρίνει την αλλαγή της ποινής, ένα συμβούλιο αναστολών θα αποφασίσει αν οι Μενέντεζ θα αποφυλακιστούν μετά από πάνω από 30 χρόνια φυλάκισης. Ωστόσο, η διαδικασία είναι μακρά, και ο Γκασκόν παραδέχτηκε ότι δεν ενημέρωσε προηγουμένως ούτε τα αδέρφια, ούτε την οικογένεια Μενέντεζ για την απόφασή του.

Η υπόθεση ξεκίνησε στις 20 Αυγούστου 1989, όταν τα αδέρφια – τότε 18 και 21 ετών – κάλεσαν την αστυνομία και ανέφεραν ότι βρήκαν τα πτώματα των γονιών τους μετά την επιστροφή τους στο σπίτι.

Ο εισαγγελέας του Λος Άντζελες, Τζορτζ Γκασκόν, ανακοίνωσε ότι το γραφείο του σκοπεύει να καταθέσει την Παρασκευή πρόταση για την υπόθεση των αδερφών Μενέντεζ, περιλαμβάνοντας στοιχεία που υποστηρίζουν την επιβολή μικρότερης ποινής. Η ακρόαση, η οποία αναμένεται να προγραμματιστεί τις επόμενες 30-45 ημέρες, θα επιτρέψει στον δικαστή να αποφανθεί για την πιθανή αποφυλάκισή τους, ενώ τα αδέρφια ενδέχεται να παραστούν.

Η επερχόμενη ακρόαση αναμένεται να προκαλέσει διχασμό. Ο ίδιος ο Γκασκόν δήλωσε πως η υπόθεση έχει προκαλέσει εσωτερική διαμάχη στο γραφείο του, καθώς κάποια μέλη του προσωπικού μπορεί να εκφράσουν αντίθεση στο δικαστήριο. Από την πλευρά της οικογένειας Μενέντεζ, ο αδερφός της Κίτι, Μίλτον Άντερσεν, επέκρινε αυστηρά τον εισαγγελέα, κατηγορώντας τον ότι «παίζει πολιτικά παιχνίδια» σε μια υπόθεση όπου «ήδη έχει υποστεί τη δυσβάσταχτη απώλεια της αδερφής του».

Οι αδερφοί Μενέντεζ είχαν καταθέσει αίτηση τον Μάιο του 2023, παρουσιάζοντας τα νέα στοιχεία της υπόθεσης και ζητώντας την ακύρωση των καταδικών τους. Ο Γκασκόν ανέφερε πως το γραφείο του μελετά την υπόθεση για πάνω από ένα χρόνο, ωστόσο η απόφαση λήφθηκε μόλις μία ώρα πριν από τη συνέντευξη Τύπου για αυτήν.

AP Photo/Nick Ut

Τι έκαναν οι αδερφοί Μενέντεζ;

Ο Χοσέ και η Κίτι Μενέντεζ βρέθηκαν νεκροί μέσα στην πολυτελή έπαυλή τους στο Μπέβερλι Χιλς τον Αύγουστο του 1989, έχοντας δεχτεί πολλαπλούς πυροβολισμούς.

Οι γιοι τους, Έρικ και Λάιλ, κάλεσαν την αστυνομία και ανέφεραν ότι βρήκαν τους γονείς τους νεκρούς όταν γύρισαν σπίτι.

Αρχικά, οι αρχές δεν υποπτεύθηκαν τα αδέρφια, δεδομένης της αγριότητας του εγκλήματος – οι δύο γονείς δέχτηκαν συνολικά 13 πυροβολισμούς από δύο καραμπίνες. Η φύση του εγκλήματος έκανε τις αρχές να υποθέσουν ότι μπορεί να επρόκειτο για εκτέλεση της μαφίας.

Ωστόσο, η συμπεριφορά των αδερφών άρχισε να εγείρει ερωτηματικά, καθώς προχώρησαν σε ακραίες σπατάλες, αγοράζοντας ρολόγια Rolex, συμμετέχοντας σε τυχερά παιχνίδια και διασκεδάζοντας ασταμάτητα.

Η αποκάλυψη ήρθε όταν εξομολογήθηκαν το έγκλημα στον ψυχολόγο τους. Η σύντροφος του γιατρού ηχογράφησε την ομολογία και την ανέφερε στις αρχές.

Τον Μάρτιο του 1990, τα αδέρφια κατηγορήθηκαν για τους φόνους και οδηγήθηκαν σε δίκη το 1993, όπου παραδέχτηκαν τις δολοφονίες αλλά ισχυρίστηκαν πως ενήργησαν σε αυτοάμυνα, φοβούμενοι ότι οι γονείς τους θα τους σκότωναν πρώτοι.

Κατέθεσαν για χρόνια συναισθηματικής, σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης, κυρίως από τον πατέρα τους, Χοσέ, ο οποίος εργαζόταν ως διευθυντικό στέλεχος στη βιομηχανία του κινηματογράφου.

Ο Λάιλ και ο Έρικ κατέθεσαν πως είχαν αντιμετωπίσει τους γονείς τους για την κακοποίηση και ότι η κατάσταση είχε γίνει συγκρουσιακή στο σπίτι, κάνοντάς τους να πιστεύουν ότι οι γονείς τους σχεδίαζαν να τους σκοτώσουν.

Μέλη της οικογένειας κατέθεσαν για την κακοποίηση που είχαν παρατηρήσει, αν και κανείς δεν επιβεβαίωσε τη σεξουαλική κακοποίηση.

Οι εισαγγελείς υποστήριξαν ότι το κίνητρο ήταν η περιουσία των γονιών τους, ύψους 14 εκατομμυρίων δολαρίων. Περιέγραψαν τον τρόπο με τον οποίο τα αδέρφια είχαν σχεδιάσει μεθοδικά το έγκλημα, αγοράζοντας δύο καραμπίνες λίγες μέρες πριν από τις δολοφονίες και προχωρώντας σε σπατάλες αμέσως μετά. Τα χαρακτήρισαν ως κακομαθημένους γιους που πίστευαν πως μπορούσαν να ξεφύγουν από οποιοδήποτε έγκλημα.

Η πρώτη δίκη τους κατέληξε σε αδιέξοδο, αλλά η δεύτερη δίκη το 1995 τους καταδίκασε για φόνο πρώτου βαθμού.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα