Κωνσταντίνος Φίλης στο NEWS 24/7: Παιδικό πάρτι το επεισόδιο Παυλόπουλου-Ερντογάν μπροστά στο σήμερα
Ο διεθνολόγος Κωνσταντίνος Φίλης αναλύει στο NEWS 24/7 τη συνάντηση Δένδια-Τσαβούσογλου στην Άγκυρα, αλλά και τη δημόσια αντιπαράθεση των δύο ΥΠΕΞ κατά την κοινή τους συνέντευξη Τύπου. Βήμα μπροστά ή πισωγύρισμα το αποτέλεσμα της συζήτησης;
- 15 Απριλίου 2021 21:29
Η δημόσια αντιπαράθεση των Νίκου Δένδια και Μεβλούτ Τσαβούσογλου που διαδέχτηκε τη συζήτησή τους πίσω από κλειστές πόρτες στην Άγκυρα, αν μη τι άλλο αφήνει ένα επικοινωνιακό στίγμα στη συνάντησή των δύο ΥΠΕΞ. Οι τόνοι ανέβηκαν και μάλιστα on camera, με την ελληνική πλευρά να υπενθυμίζει τα ανοιχτά ζητήματα που αντανακλούν μία περίοδο προκλητικότητας και παραβατικότητας από τη γειτονική χώρα και την τουρκική να ανταπαντά με έντονο ύφος και αναφορές σε “τουρκικές μειονότητες στη Θράκη”.
Ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1, Κωνσταντίνος Φίλης μιλά στο NEWS 24/7, αξιολογώντας το “απόσταγμα” της συνάντησης των δύο υπουργών και ερμηνεύοντας όσα ειπώθηκαν δημοσίως, με βλέμμα στο “αύριο” των σχέσεων.
Κύριε Φίλη, ποιο ήταν το πρόσημο της συνάντησης Δένδια-Τσαβούσογλου, αλλά και πώς επηρεάζεται αυτό από την on air αντιπαράθεση των δύο ΥΠΕΞ;
“Στο πολύ καλό σενάριο, μιλάμε για μία δημόσια εκτόνωση και όταν βρεθούν για το δείπνο θα προσπαθήσουν να ξαναβάλουν τα πράγματα σε μία σειρά. Δεν νομίζω ότι είμαστε σε αυτό το σενάριο. Θεωρώ ότι το πιο ρεαλιστικό σενάριο, αν υποθέσουμε ότι η επιτυχία της θα συνίστατο στο να είχαμε την εξεύρεση ενός κώδικα επικοινωνίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η ύφεση της έντασης που έχει επικρατήσει τους τελευταίους πέντε μήνες, είναι ότι η επίσκεψη δεν θα φέρει επιθυμητά αποτελέσματα. Ξαναλέω, στο καλό σενάριο μπορεί να εκτονώθηκαν δημόσια, αν και αυτό είναι πέρα από τη διπλωματική πρακτική. Κι αυτό διότι, μπορεί να διαφωνούν έντονα οι υπουργοί εξωτερικών ή και οι ηγέτες πίσω από τις κλειστές πόρτες, αλλά δημόσια αποφεύγουν τέτοιου είδους αντιπαράθεση. Και ήταν προφανές πως αυτή αυτή η αντιπαράθεση δεν ήταν τεχνητή, σε καμία περίπτωση. Ήταν αυθεντική”.
Ποιος ήταν θεωρείτε ο λόγος που οδηγήθηκαν σε δημόσια κόντρα και τι μπορεί να σημαίνει για τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας;
“Θα έλεγα ότι για αυτό ευθύνεται μεταξύ άλλων το γεγονός ότι επί 18 μήνες δεν υπήρχε σχεδόν καμία επικοινωνία μεταξύ των δύο πλευρών σε ανώτερο επίπεδο. Δηλαδή, από τον Δεκέμβριο του 2019 και έπειτα έχουμε τη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ στο Λονδίνο, λίγες μέρες μάλιστα μετά το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο, δύο κύκλους διερευνητικών και μία συνάντηση Δένδια-Τσαβούσογλου στα όρθια. Τίποτα άλλο. Οπότε και η μία και η άλλη πλευρά θέλησε να θέσει και δημόσια τις διαφωνίες της και το θέμα είναι τι προηγήθηκε σε αυτούς τους 18 μήνες. Ο Έβρος, το Ούρουτς Ρέις, οι παραβιάσεις της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ τον Μάιο του 2019, μία συνεχής προκλητική ρητορική της Τουρκίας, υπερπτήσεις, δηλαδή πράγματα που είχαν επιβαρύνει πάρα πολύ την ατμόσφαιρα. Κι αυτό επιβεβαιώνει όσους, κι εγώ ανήκω σε αυτούς, λένε ότι ακόμα κι όταν υπάρχουν πολύ σοβαρές διαφωνίες, οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να συνεχείς και συστηματικοί. Αυτό, μεταξύ άλλων, πληρώνουμε σήμερα, όπως και το γεγονός ότι η Τουρκία θεωρεί εαυτόν ηγεμονική δύναμη, η οποία δεν δέχεται να τη βάζουν σε μία τάξη και μία σειρά. Βλέπουμε επίσης σήμερα τον εκνευρισμό της Τουρκίας για ό,τι είχε συμβεί το τελευταίο χρονικό διάστημα. Γιατί η αλήθεια είναι πως η Τουρκίας αισθάνεται έχει ξεβολευτεί από μία κατάσταση σε σχέση με την Ελλάδα.
Αν, λοιπόν, δεν αλλάξει κάτι στο δείπνο και δεν πέσουν οι τόνοι, αυτό που είδα εγώ δεν μπορώ να το συγκρίνω καν με το επεισόδιο Παυλόπουλου-Ερντογάν. Θα σας έλεγα ότι εκείνο ήταν παιδικό πάρτι μπροστά σε αυτό που είδαμε σήμερα”.
Θα μπορούσατε να αξιολογήσετε και τη στάση του Έλληνα ΥΠΕΞ κατά τη συνέντευξη Τύπου;
“Βλέποντας τον κύριο Δένδια στην πρωτολογία του, ήμουν βέβαιος ότι ο Τσαβούσογλου θα ανταπαντούσε. Οι Τούρκοι έχουν μία θέση: Όταν ο άλλος κρατά ένα μαστίγιο, φρόντισε το μαστίγιό σου να είναι μεγαλύτερο. Εγώ, ωστόσο, έχω καταγράψει από την ομιλία του κ. Δένδια, ότι έθεσε όλα τα ζητήματα. Από το κυπριακό, το casus belli, το μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, τις παράνομες ενέργειες, το μεταναστευτικό, τον Έβρο, την Αγία Σοφία, τη μουσουλμανική μειονότητα που δεν είναι βέβαια τουρκική, δηλαδή πραγματικά έθεσε όλα τα ζητήματα. Κι επειδή τα είπε όλα, και δημόσια, ήταν βέβαιο πως η άλλη πλευρά θα απαντούσε.
Να σημειώσω επίσης ότι δεν γνωρίζουμε αν στην αντίδραση Δένδια έπαιξε ρόλο το τι ειπώθηκε και στη συνάντηση με τον Ερντογάν. Σε αυτό πρέπει να βάλουμε έναν αστερίσκο”.
“Η λογική του ‘πάρτα όλα’ και μία συνθήκη… κουρελόχαρτο”
Πώς ερμηνεύεται η αναφορά του Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην “τουρκική μειονότητα της Θράκης”, αλλά και πώς εργαλειοποιείται τελικά η συνθήκη της Λωζάνης από την ίδια την Τουρκία;
“Αυτή είναι πάγια θέση των Τούρκων, η οποία βέβαια, όπως και πολλές άλλες θέσεις τους δεν έχει καμία σχέση με το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες. Υπάρχει ένα οξύμωρο σε όλη τη θέση της Τουρκίας. Η χώρα η οποία, από το 2017 μέσω της ηγεσίας της ζητά την αναθεώρηση της συνθήκης της Λωζάνης, η χώρα η οποία παραβιάζει κιόλας τη συνθήκη της Λωζάνης, είναι η ίδια χώρα που ζητά τον σεβασμό της συνθήκης για ένα θέμα: Αυτό της αποστρατιωτικοποίησης. Και ως προς το κομμάτι το μειονοτικό κάνει ότι δεν ακούει και λέει ότι η συνθήκη δεν μπορεί αν είναι υπέρτερη του αυτοπροσδιορισμού. Επειδή, δηλαδή, υπάρχουν κάποιοι, χρηματοδοτούμενοι από την Τουρκία που ισχυρίζονται ότι είναι Τούρκοι θα πρέπει εμείς να αποδεχτούμε ότι υπάρχει τουρκική μειονότητα.
Η μεγάλη αντίφαση της Τουρκίας είναι ότι η συνθήκη της Λωζάνης γίνεται κουρελόχαρτο στην πράξη από την ίδια την Τουρκία, αλλά την επικαλείται ως θέσφατο για να πει ότι η Ελλάδα πρέπει να αποστρατιωτικοποιήσει τα νησιά της την ώρα που η ίδια θα έχει casus belli σε βάρος μας και θα έχει και τη στρατιά του Αιγαίου από την απέναντι πλευρά των νησιών. Αυτή είναι η λογική του ‘πάρτα όλα'”.
Αν το “αυτί’ των Τούρκων δεν ιδρώνει με τη Χάγη, ποιο μέτρο πίεσης μπορεί να οδηγήσει τις δύο χώρες σε ουσιαστικό διάλογο;
“Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη Χάγη και δεν αναγνωρίζει και την UNCLOS που είναι και η βάση για να πάει κανείς στη Χάγη. Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ωστόσο, δέχεται μία πίεση. Μία πίεση που δεν έχει να κάνει τόσο με την Ελλάδα, αλλά με την οικονομική κρίση, η οποία οδηγεί σε αμφισβήτηση της πολιτικής κυριαρχίας του Ερντογάν κι αυτό αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις.
Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί την ανάγκη στον Ερντογάν να κάνει μία κίνηση προς τη Δύση και να εξασφαλίσει κάποια κεφάλαια κι ακριβώς επειδή θέλει να κάνει αυτή την κίνηση, είναι υποχρεωμένος να κάνει με κάποιο τρόπο και μία κίνηση καλής θέλησης προς την Ελλάδα, δήθεν ότι ενισχύει τον διάλογο, ο οποίος βέβαια είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα τους”.
Πώς θεωρείτε ότι πρέπει η Ελλάδα να απαντήσει στην πρόταση του Ερντογάν για διεξαγωγή συνόδου με θέμα την ανατολική Μεσόγειο;
“Ο Ερντογάν αυτή τη θέση την έχει θέσει εδώ και καιρό. Αυτή είναι μία προσπάθεια της Τουρκίας να κάνει δύο πράγματα: Πρώτον να αναγνωριστούν οι Τουρκοκύπριοι ως επίσημη οντότητα και το δεύτερο είναι να δείξει ότι δεν έχει πρόβλημα να συνομιλήσει με όλους. Πιστεύει ότι σε αυτή τη Σύνοδο δεν θα είναι στο επίκεντρο το Διεθνές Δίκαιο, αλλά θα είναι περισσότερο μία συζήτηση με όρους ισχύος.
Από την άλλη, εμείς δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε αυτή την πρόταση με φόβο μόνο και μόνο επειδή είναι από τον Ερντογάν. Το αντίθετο θα έλεγα. Θα πρέπει αυτή την πρόταση να την πάρουμε, να την οικειοποιηθούμε, να το κάνουμε με ευρωπαϊκό καπέλο και να βάλουμε πολύ συγκεκριμένους όρους και προδιαγραφές και αν τους δεχτεί η Τουρκία έχει καλώς, αν όχι θα είναι αυτή που θα φέρει την ευθύνη για τη μη διεξαγωγή της συνόδου”.
Τελικά, η σημερινή συνάντηση αποτελεί βήμα μπρος ή βήμα πίσω στις σχέσεις των δύο χωρών;
“Αν δεν αλλάξει κάτι συνταρακτικά στο δείπνο και αν δεν επικρατήσει το καλό σενάριο ότι εκτονώθηκαν δημόσια και τώρα θα προσπαθήσουν να ξαναβρούν κοινό τόπο, σίγουρα έχουμε κάνει βήματα πίσω και όχι μπροστά. Γιατί, αυτά που ξέραμε τα είδαμε να αποτυπώνονται μπροστά στις κάμερες, όχι μεταξύ εθνικών επιτροπών αλλά μεταξύ υπουργών εξωτερικών. Άρα, δεν έχουμε αναβάθμιση των επαφών, αλλά αναβάθμιση του επιπέδου της διπλωματικής σύγκρουσης”.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις