Λιάκουρας: Πάντα απαραίτητος ο διάλογος, αλλά χωρίς μονομερείς ενέργειες και προκλήσεις
Ο καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Πέτρος Λιάκουρας αναλύει όλα τα δεδομένα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και τοποθετείται για τις προϋποθέσεις που πρέπει να έχει ένας ενδεχόμενος ελληνοτουρκικός διάλογος.
- 26 Ιουλίου 2020 15:14
Γίνεται πλέον πολύς λόγος για έναν ενδεχόμενο διμερή ελληνοτουρκικό διάλογο. Ο καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά, Πέτρος Λιάκουρας οριοθετεί τις αυστηρές προϋποθέσεις, μιλά για την πιθανή προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και θέτει τα πράγματα στη ρεαλιστική τους βάση.
Μπορούμε να διακινδυνεύσουμε μία πρόβλεψη για τις άμεσες προθέσεις του Ερντογάν; Τελικά θα προβεί σε έρευνες υδρογονανθράκων το Oruc Reis;
Όλα δείχνουν πως αυτή η κρίση έχει μπει σε φάση εκτόνωσης -παρά τα αντιφατικά μηνύματα που εκπέμπει η Τουρκία και με το tweet της πρεσβείας της στην Ουάσιγκτον– με την απόσυρση των πλοίων από το Αιγαίο και την παραμονή, προς το παρόν, του ερευνητικού σκάφους Oruc Reis στο λιμάνι της Αττάλειας. Βεβαίως είναι αβέβαιο να προβλέψει κανείς αν η έξοδος του εν λόγω ερευνητικού έχει οριστικά ματαιωθεί.
Η NAVTEX της Τουρκίας που εκπνέει στις 2 Αυγούστου, αφορά σε έρευνες σε περιοχές υφαλοκρηπίδας που διεκδικεί η Ελλάδα και κατά συνέπεια θα αντιδρούσε απαιτώντας τουλάχιστον διακοπή τους. Το ενδεχόμενο έντασης υπάρχει για οποιαδήποτε περιοχή, αυτή τη φορά, θα μπορούσε να είναι η περιοχή που έχει “δεσμεύσει” η Τουρκία. Μπορεί όμως να συμβεί και αλλού, π.χ. στις περιοχές που έχει οριοθετήσει με το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο και για τις οποίες έχει προχωρήσει σε παραχώρηση αδειών, σχετικών με έρευνες.
Το μνημόνιο αυτό καλύπτει περιοχές που εκτείνονται από τα νοτιοδυτικά παράλια της Τουρκίας μέχρι τις νοτιοανατολικές ακτές της Λιβύης. Αν ξεκινήσουν εκεί έρευνες δεν ξέρουμε πως μπορούν να καταλήξουν και ποιες θα είναι αντιδράσεις. Τα γεγονότα έχουν τέτοια δυναμική που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Στη λογική αυτή, ενδεχόμενη οριοθέτηση της Ελλάδας με την Αίγυπτο θέτει νέα δεδομένα και για το λόγο αυτό θα πρέπει να υπάρξει άμεσα η συμφωνία αυτή –ει δυνατόν μέχρι το Σεπτέμβριο- γιατί θα διεμβολίσει το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Εντός αυτού του χρόνου η Τουρκία θα έχει ολοκληρώσει τη διαδικασία παραχώρησης των αδειών, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει τα δικά της σκάφη για να διεξαγάγει έρευνες αλλά και γεωτρήσεις, δηλαδή να συλλέγει πρώτα σεισμογραφικά δεδομένα και με βάση αυτά να προβαίνει σε γεωτρήσεις.
Το παράνομο αυτό τουρκολιβυκό μνημόνιο μπορεί να καταστεί άκυρο και εάν ναι με ποιο τρόπο;
Σε πρώτη ανάγνωση δεν διαφαίνεται η πρόθεση της Τουρκίας να προχωρήσει σε “μείωση” ή ακόμα και στην κατάργηση του τουρκολιβυκού μνημονίου, είναι απίθανο. Η ελληνική πλευρά έχει αντιδράσει και ούτως ή αλλιώς είναι μη αντιτάξιμο έναντί της ως κράτος που δεν το αφορά. Εξάλλου κατά το δίκαιο των συνθηκών μια συμφωνία δεσμεύει μόνο τα συμβαλλόμενα κράτη και δεν επεκτείνει τις δεσμεύσεις σε τρίτα κράτη.
Η Τουρκία μπορεί να δηλώνει αποσπασματικά ότι επιδιώκει το διάλογο ή και το διάλογο για ενδεχόμενη προσφυγή, αλλά μια τέτοια εξέλιξη αν συνέβαινε θα απαιτούσε μια σειρά από ενέργειες και από τις δύο χώρες. Το κλειδί εν προκειμένω είναι το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Είναι διατεθειμένη η Τουρκία να θέσει όλη την περιοχή -ιδίως αυτή που περιλαμβάνει την οριοθέτηση με το τουρκολιβυκό μνημόνιο- στη δικαστική κρίση;
Αυτό θα σήμαινε ότι έναντι της Ελλάδας το δικαστήριο δεν θα λάμβανε ως κεκτημένο της Τουρκίας ή ότι αναγνωρίζει την οριοθετημένη περιοχή, διότι η συμφωνία που την καθορίζει δεν δεσμεύει την Ελλάδα στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου. Στο μεταξύ έχουν ακουστεί απόψεις όπως να προσφύγει η Ελλάδα και ίσως από κοινού με την Αίγυπτο κατά της Λιβύης. Σε μια τέτοια προσφυγή η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου θα αποδώσει στα νησιά που παρακάμπτει η Τουρκία τόση επήρεια όση είναι αρκετή να αποκόψει την προβολή των τουρκικών ακτών προς τη Λιβύη, αποκαθιστώντας την τάξη στις θαλάσσιες ζώνες της Αν. Μεσογείου.
Το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι έμπνευσης του τουρκικού υπουργείου άμυνας το οποίο έχει επικρατήσει έναντι του υπουργείου εξωτερικών στον ανταγωνισμό για την εύνοια του προέδρου Ερντογάν. Αυτή η αντιπαράθεση κρατάει από τότε που το υπουργείο άμυνας επέβαλε το θεώρημα της «Γαλάζιας Πατρίδας» κόντρα στα σενάρια του υπουργείου εξωτερικών, που δήλωνε στο σχεδιασμό του διεκδικήσεις ως τον 28ο μεσημβρινό.
Σύμφωνα με το θεώρημα της Γαλάζιας Πατρίδας καλύπτεται και η περιοχή δυτικά του 28ου μεσημβρινού μέχρι τον 25ο μεσημβρινό. Ο 25ος μεσημβρινός είναι η γραμμή με την οποία η Τουρκία κατά τη δική της αντίληψη οριοθετεί την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου ανάμεσα στις δύο χώρες. Τελικώς, ο Ερντογάν ακολούθησε την εισήγηση του υπουργού άμυνας Χουλουσί Ακαρ και με βάση αυτήν την ακραία τοποθέτηση αντίθετα σε κάθε έννοια δικαίου θάλασσας οριοθέτησε με τη Λιβύη.
Τι έχουμε να χάσουμε και τι να κερδίσουμε από έναν ενδεχόμενο διμερή διάλογο με την Τουρκία;
Ο Τούρκος πρόεδρος μέσω των τελευταίων δηλώσεών του εξαπέλυσε νέες προκλήσεις, αλλά κυρίως καλεί ή στο πεδίο, όπως χαρακτηριστικά ανάφερε, ή σε διαπραγματεύσεις. Η δήλωση ότι καλεί στο «πεδίο» σαφώς υποκρύπτει απειλή. Διαπραγματεύσεις σε τέτοιο κλίμα πως μπορεί να δικαιολογηθούν, όταν με τις δηλώσεις του καταδεικνύει ότι έχει πρόθεση να προκαταλάβει τον όποιο διάλογο. Μήπως πρόκειται για ένα αδιάβατο μονοπάτι;
Όταν τα μηνύματα είναι αντιφατικά, αφενός θολώνουν την εικόνα, αφετέρου δεν διαμορφώνουν συνθήκες ενός καλόπιστου διαλόγου. Επιπλέον δίνουν την εντύπωση ότι παρότι αναπτύχθηκε δυνάμει της επικοινωνίας Μητσοτάκη – Ερντογάν μια δυναμική και προοπτική, εν τούτοις εμφανώς υπονομεύεται από την τουρκική πλευρά. Όταν μάλιστα ο προεδρικός σύμβουλος Ιμπραήμ Καλίν έχει ταχθεί υπέρ του διαλόγου, και ιδίως του απευθείας διαλόγου, θέτοντας σε δεύτερο πλάνο την πρωτοβουλία Μέρκελ.
Όμως ακόμα και στις πιο δυσχερείς στιγμές των σχέσεων δύο χωρών ο διάλογος είναι απαραίτητος. Συχνά αναφέρεται ως παράδειγμα των ιστορικών η κρίση της Κούβας. Η επιλογή του Κένεντι να μην πατήσει το κουμπί για την πολεμική αναμέτρηση, όπως τον είχαν συμβουλεύσει οι άνθρωποί του, προτίμησε να σηκώσει το τηλέφωνο και να μιλήσει με τον Χρουστσόφ διευθετώντας έτσι την αντιπαράθεση. Μια χώρα προσέρχεται σε διάλογο προκειμένου να βελτιώσει την παρούσα θέση της και να αυξήσει το εθνικό συμφέρον της αλλά και να διευθετήσει μια διένεξη.
Και οι δύο χώρες είναι υποχρεωμένες να διαπραγματευτούν για να οριοθετηθεί η μεταξύ τους υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ για το σκοπό της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων του βυθού. Στο Αιγαίο οι δύο τους, στην Ανατολική Μεσόγειο μαζί με όλες τις λοιπές γειτονικές παράκτιες χώρες. Τα κράτη των οποίων οι προβολές των ακτών επικαλύπτονται οφείλουν από το δίκαιο της θάλασσας να διαπραγματευτούν συμφωνία ή να συμφωνήσουν να παραπέμψουν την οριοθέτηση στη διεθνή δικαιοσύνη. Προϋπόθεση όλων αυτών ο διάλογος.
Πόσο πιθανό είναι ο διάλογος να οδηγήσει σε προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης; Ποια είναι η επόμενη ημέρα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
Να εξεταστούν ποιες είναι οι ενδεδειγμένες κινήσεις της χώρας, να εξεταστούν ποιες είναι οι επιλογές της λύσης ή της οριστικής διευθέτησης. Ποια λύση εξυπηρετεί βέλτιστα τα εθνικά συμφέροντα. Να εξετάσει από το σύνολο των επιλογών και να αποφασίσει με νηφαλιότητα και σύνεση ως προς το πρακτέο. Η διαφορά μας με την Τουρκία είναι η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ στην Αν. Μεσόγειο, η οποία όμως αφορά και στο Αιγαίο.
Η προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη δεν είναι ούτε νομικά, ούτε πραγματικά, μια εύκολη διαδικασία, ενώ υπάρχουν και ενστάσεις ως προς αυτήν την επιλογή, ότι το δικαστήριο της Χάγης δεν συμφέρει ή ότι λαμβάνει τις αποφάσεις του με πολιτικά κριτήρια. Αν, όμως, κανείς μελετήσει τις αποφάσεις θα διαπιστώσει ότι το Δικαστήριο κινείται στο πλαίσιο που το όρισε ο Χάρτης του ΟΗΕ. Διαπιστώνει, ερμηνεύει, εφαρμόζει το διεθνές δίκαιο κατά τις πηγές του και επίσης επ’ αυτού γνωμοδοτεί.
Έχει επεξεργαστεί και εφαρμόζει νομολογία που είναι επίσης πηγή του διεθνούς δικαίου έστω και επικουρική, αλλά συνιστά την επικρατούσα -από την πλευρά του- ερμηνεία όσον αφορά στις οριοθετήσεις. Υπάρχει συνέπεια και συνέχεια στη νομολογία που ακολουθεί το Δικαστήριο και ως εκ τούτου είναι προβλεπτή. Οι αποφάσεις του όπως και κάθε άλλου δικαιοδοτικού οργάνου είναι οριστικές και εφαρμοστέες. Έχει δε σταθερά ταχθεί υπέρ των δικαιωμάτων των νησιών σε υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ, όπως και στο ότι τα νησιά έχουν δικαίωμα επέκτασης αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12νμ. Δεν προδικάζει το μέγεθος της επήρειας για κανένα νησί αν προηγουμένως δεν το υπολογίσει σύμφωνα με τα κριτήρια και την εξέταση της γεωγραφικής περιοχής στην οποία βρίσκεται το νησί. Ούτε εξ ορισμού αποφαίνεται αρνητικά για την επήρεια κάθε νησιού. Μάλιστα υπάρχουν υποθέσεις που έχει αποδώσει επήρεια σε νησιά τα οποία έχουν μεταξύ τους μια συνέχεια.
Εάν τελικά χρειαστεί να προσφύγουμε, θα προσφύγουμε μαζί με την Τουρκία;
Η προσφυγή φυσικά θα πρέπει να γίνει από κοινού με την Τουρκία, δεν μπορεί να γίνει μονομερώς εναντίον της. Διότι αν η Τουρκία δεν συμφωνεί σε προσφυγή δεν μπορεί το Δικαστήριο να εκδικάσει. Θεωρώ, όπως προείπα, ότι μπορούμε να προσφύγουμε μαζί με την Αίγυπτο κατά της Λιβύης. Σε μια τέτοια προσφυγή και να μην συμμετέχει η Τουρκία, το δικαστήριο θα αποφανθεί θετικά όσον αφορά στην επήρεια των νησιών, προσβάλλοντας την εφαρμογή του τουρκολιβυκού μνημονίου.
Η νομολογία του Δικαστηρίου μας ευνοεί. Βεβαίως χρειάζεται μια αποσαφήνιση προθέσεων. Αυτό που πρέπει να αντιληφθεί η Τουρκία είναι ότι δεν μπορεί να υπόσχεται διάλογο και ταυτόχρονα να προχωρά σε μονομερείς ενέργειες όπως η NAVTEX, προοιωνίζοντας μονομερή οριοθέτηση με προοπτική δημιουργίας τετελεσμένων που θα εμπόδιζαν την Ελλάδα. Το ίδιο ισχύει και για το τουρκολιβυκό μνημόνιο με το οποίο αποκλείει της Ελλάδα από τη διεκδίκηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ στις θάλασσες που έχει πρόσβαση με τις ακτές των νησιών. Ένα σύνολο δηλαδή εκβιαστικών κινήσεων και μηνυμάτων.
Αντίστοιχη είναι η πρόθεση της Τουρκίας σε σχέση με τις διεκδικήσεις στην Αν. Μεσόγειο, διότι μπορεί να νησιά να έχουν μέτωπο στο Αιγαίο αλλά έχουν και στη Μεσόγειο. Αυτό έχει σημασία για την αντίθεση που αναδεικνύει με τις προκλητικές ενέργειές της η Τουρκία.