“Μάχη” στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ – Τα δύο στρατόπεδα
Διαβάζεται σε 6'Με φόντο τις κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ και την απειλή του Πούτιν, οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλούνται το επόμενο διάστημα να αποφασίσουν πόσο «αυτόνομη» θα είναι η ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας.
- 03 Φεβρουαρίου 2025 22:45
Αντιμέτωπος με (σχεδόν) όλους τους υπόλοιπους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρέθηκε ο Εμανουέλ Μακρόν, κατά τη συνάντησή τους στις Βρυξέλλες, όπου συζητήθηκε το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας.
Το Παρίσι επιμένει στη θέση του ότι τα χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων πρέπει να επενδύονται σε αμυντικά συστήματα που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται στην Ευρώπη. Ωστόσο, αρκετές χώρες προειδοποιούν ότι ο αποκλεισμός αμερικανικών αμυντικών βιομηχανιών από τις ευρωπαϊκές αγορές θα μπορούσε να εξοργίσει τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.
«Πιστεύετε ότι θα πουλήσει καλά στο Mar-a-Lago αν αυτή τη στιγμή, ως ΕΕ, πρόκειται να επενδύσουμε δισεκατομμύρια σε αμυντικές δυνατότητες και ταυτόχρονα κλείσουμε την πόρτα στις αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες;» διερωτήθηκε Ευρωπαίος διπλωμάτης, αναφερόμενος στην κατοικία του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα.
Σε αντίθεση με τη Γαλλία -τη μοναδική πυρηνική δύναμη της ΕΕ- χώρες όπως η Γερμανία, η Πολωνία, η Ολλανδία και τα κράτη της Βαλτικής «έχουν στρατηγικό συμφέρον να διατηρήσουν στενές σχέσεις με τους συμμάχους μας», πρόσθεσε ο ίδιος διπλωμάτης μιλώντας στο Politico.
Η άτυπη σύνοδος κορυφής στις Βρυξέλλες είχε στόχο να καθορίσει τη στρατηγική άμυνας της ΕΕ, με φόντο την αυξανόμενη απειλή από τη Ρωσία. Στο επίκεντρο βρέθηκαν η χρηματοδότηση, η παραγωγή όπλων και η χάραξη μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής που θα διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ένα από τα βασικά ζητήματα της συνόδου ήταν να βρεθεί κοινό έδαφος για τον στρατιωτικό εξοπλισμό που θα αναπτυχθεί με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Ωστόσο, ο ρόλος των ΗΠΑ και των αμερικανικών εταιρειών στην αμυντική αρχιτεκτονική της Ευρώπης παραμένει κομβικός.
Ορισμένες χώρες, ειδικά εκείνες που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά στη Ρωσία, θέλουν να αγοράσουν όπλα «από το ράφι» για να δημιουργήσουν τους στρατούς τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν το Κρεμλίνο. «Το βασικό μας κριτήριο είναι να έχουμε τον καλύτερο εξοπλισμό, διαθέσιμο όσο το δυνατόν πιο γρήγορα», δήλωσε ο υπουργός Άμυνας της Πολωνίας στο Politico. Εκτίμησε, μάλιστα, ότι η Πολωνία έχει ήδη δαπανήσει 60 δισεκατομμύρια δολάρια για αμερικανικά οπλικά συστήματα, ενώ έχει επενδύσει δισεκατομμύρια και σε εξοπλισμό από τη Νότια Κορέα.
Το πολιτικό διακύβευμα για την Ευρώπη δεν είναι μόνο η στρατιωτική αυτονομία, αλλά και η διασφάλιση ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ, θα συνεχίσουν να θεωρούν τη συμμαχία με την Ευρώπη πολύτιμη. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ευρώπη θα πρέπει να φροντίσει να αγοράζει αμερικανικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των όπλων, δήλωσε ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Αντόνιο Ταγιάνι.
«Η αντίληψη ότι πρέπει να προσελκύσουμε τις ΗΠΑ για να θέλουν να μείνουν (σ.σ. σύμμαχοι) με την Ευρώπη είναι αυτή που κυριαρχεί περισσότερο» παραδέχθηκε υψηλόβαθμος Γάλλος στρατιωτικός αξιωματούχος, ο οποίος μίλησε υπό καθεστώς ανωνυμίας. «Φοβάμαι ότι η Γαλλία είναι κάπως απομονωμένη και δεν έχει μεγάλη υποστήριξη».
Το γεγονός αυτό ανήγαγε τον πρόεδρο των ΗΠΑ στο πιο σημαντικό πρόσωπο στη σύνοδο, παρόλο που δεν προσκλήθηκε.
Η διαμάχη για το πόσα κονδύλια θα διατεθούν εντός της ΕΕ και το κατά πόσο θα επιτραπεί η συμμετοχή μη ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών έχει ήδη ξεσπάσει, με επίκεντρο το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανίας ύψους 1,5 δισ. ευρώ. Αν και το ποσό θεωρείται μικρό -ο Πολωνός υπουργός Άμυνας το χαρακτήρισε «αστείο»- αποτελεί τον προάγγελο μιας ευρύτερης αύξησης των αμυντικών δαπανών της ΕΕ.
Η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής προωθούν πρόταση για επενδύσεις τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ στην άμυνα έως το 2027, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς οπλικών συστημάτων από συμμάχους του ΝΑΤΟ εκτός ΕΕ. Η πρόταση αυτή έρχεται σε μια περίοδο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό την ηγεσία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, εξετάζει την αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 500 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία.
Σύμφωνα με έκθεση του Μάριο Ντράγκι, το 2022 και το 2023, το 63% των αμυντικών παραγγελιών της ΕΕ κατευθύνθηκε σε αμερικανικές εταιρείες, ενώ ένα επιπλέον 15% σε άλλους προμηθευτές εκτός ΕΕ. Αυτή η τάση επιβεβαιώνει την αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από εξωτερικούς προμηθευτές.
Η Γαλλία ηγείται της προσπάθειας να αλλάξει αυτό, με τη στήριξη και της Ελλάδας. Ο Έλληνας Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, δήλωσε πρόσφατα ότι η αγορά περισσότερων οπλικών συστημάτων που αναπτύσσονται και παράγονται εντός της ΕΕ θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία, ειδικά αν το ΝΑΤΟ βρεθεί υπό πίεση κατά τη διάρκεια μιας δεύτερης θητείας του Τραμπ.
Αξιωματούχος του Ελιζέ αντέκρουσε την άποψη ότι το Παρίσι είναι απομονωμένο, δηλώνοντας ότι «δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ εκείνων που επιθυμούν να αγοράσουν αμερικανικά όπλα και εκείνων που θέλουν να διαθέσουν ευρωπαϊκά κονδύλια σε ευρωπαϊκές εταιρείες». Πρόσθεσε ότι «υπάρχει ευρεία συναίνεση ότι, μόλις αρχίσουμε να μιλάμε για το τι θέλουμε να κάνουμε μαζί -πύραυλοι, drones, κ.ά.- πρέπει να αναπτύξουμε κοινές δυνατότητες που στερούνται οι Ευρωπαίοι».
Σημειώνεται πως, στο μεσημεριανό γεύμα έδωσε το «παρών» ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος προσπαθεί να κρατήσει ανοιχτό δίαυλο με τον Τραμπ και να τον πείσει για την αξία της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας -μεταξύ άλλων αναζητώντας τρόπους για να κάνει την αγορά των αμερικανικών όπλων ευκολότερη και ταχύτερη για τους Ευρωπαίους.
Όλα αυτά άφησαν τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, να αντιμετωπίζει ένα πολύ δύσκολο έργο για την επίτευξη ενιαίας θέσης.
Είναι σαν να «κάνετε εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς σε έναν κορυφαίο αθλητή» δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ πριν από τη σύνοδο κορυφής. «Είναι εξαιρετικά σημαντικό, είναι λογικό, μπορεί να σώσει ζωές, αλλά είναι επίσης πολύ περίπλοκο και απαιτεί πολλές δεξιότητες». Όμως, όπως είπε ο αξιωματούχος, οι ηγέτες αντιμετωπίζουν μια απειλητική για τη ζωή κατάσταση.
Ο Κόστα τα διευκρίνισε αυτά στην επιστολή-πρόσκλησή του: Πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, υβριδικές επιθέσεις και κυβερνοεπιθέσεις. «Η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική της άμυνα» έγραψε ο Κόστα. «Πρέπει να γίνει πιο ανθεκτική, πιο αποτελεσματική, πιο αυτόνομη και πιο αξιόπιστος παράγοντας ασφάλειας και άμυνας».