Μεταναστευτικό: Η ακροδεξιά στροφή της ΕΕ και τα στρατόπεδα της Συνόδου Κορυφής

Διαβάζεται σε 10'
Μεταναστευτικό: Η ακροδεξιά στροφή της ΕΕ και τα στρατόπεδα της Συνόδου Κορυφής
Associated Press

Η πολιτική της ΕΕ για τη μετανάστευση δημιουργεί ρήγματα μεταξύ των 27 ηγετών του μπλοκ. Η ακροδεξιά μετατόπιση και οι χώρες που προτείνουν τα πιο σκληρά μέτρα.

Δυναμιτισμένο είναι το κλίμα μεταξύ των 27 ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι φαίνεται να χωρίζονται σε στρατόπεδα όσον αφορά το μεταναστευτικό, το οποίο αναμένεται να κυριαρχήσει στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες.

Οι αντιμεταναστευτικές φωνές εντός της Ένωσης που ζητούν εξωτερική διαχείριση των αιτήσεων ασύλου και την επιτάχυνση των απελάσεων φαίνεται πως μεγαλώνουν, σε μια συγκυρία όπου ηγέτες βλέπουν να διακυβεύεται η ίδια η πολιτική τους επιβίωση, ειδικά σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία αλλά και η Γαλλία, όπου η ακροδεξιά πέτυχε μεγάλες νίκες στις ευρωεκλογές, έχοντας στο επίκεντρο της ατζέντας της τη μετανάστετυση.

Στο κλίμα αυτό άλλωστε μεμονωμένες χώρες ήδη καταστρατηγούν τις κοινοτικές συμφωνίες και προτείνουν ακραία μέτρα για όσους κατατρεγμένους εισέρχονται στις χώρες τους, ιδιαίτερα σε μια περίοδο πολέμων που αφήνουν πίσω τους εκατομμύρια εκτοπισμένους, με τελευταία την Πολωνία, η οποία στοχεύει να αναστείλει προσωρινά το δικαίωμα των αφιχθέντων να αιτηθούν άσυλο. Μια πολιτική που ως τοποθέτηση και μόνο, αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, καθώς η δυνατότητα για αίτημα ασύλου αποτελεί αδιαπραγμάτευτο ανθρώπινο δικαίωμα.

Επιπλέον, μεγάλο είναι το ενδιαφέρον που παρουσιάζει για αρκετούς εκ των 27 του μπλοκ η συμφωνία της ακροδεξιάς Ιταλίδας πρωθυπουργού με την Αλβανία για τα κέντρα κράτησης εκεί που ξεκίνησαν αυτή την εβδομάδα και εισάγει τη λογική της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η συζήτηση γύρω από τη μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ έχει σκληρύνει σημαντικά από τότε που το μπλοκ ολοκλήρωσε τον Μάιο μια σημαντική αναθεώρηση των κανόνων για το άσυλο, η οποία ολοκληρώθηκε μετά από σχεδόν τέσσερα χρόνια διαπραγματεύσεων. Ωστόσο ένα αυξανόμενος αριθμός χωρών απαιτεί περισσότερα μέτρα για να περιοριστούν οι παράτυπες διασυνοριακές μετακινήσεις και οι αιτήσεις ασύλου, οι οποίες έφτασαν το 1.129.000 πέρυσι.

Απελάσεις μέσα από “κέντρα επιστροφής”

Η συζήτηση έχει πλέον στραφεί προς αυτό που ορισμένες χώρες αποκαλούν «καινοτόμες λύσεις», με ιδιαίτερη έμφαση στις απελάσεις. Η ΕΕ, όπως σημειώνει το Euronews, για χρόνια δεν καταφέρνει να επαναπατρίσει αιτούντες άσυλο των οποίων οι αιτήσεις έχουν απορριφθεί για μια σειρά από λόγους που περιλαμβάνουν νομοθετικές διαφορές, διοικητικές δυσλειτουργίες, προβλήματα στην επιβολή του νόμου και διπλωματικές προκλήσεις, καθώς οι χώρες προέλευσης συχνά αρνούνται να δεχτούν πίσω τους υπηκόους τους.

Αυτό έχει οδηγήσει σε ένα χαμηλό ποσοστό απελάσεων, το οποίο κυμαίνεται μεταξύ 20% και 30%, και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θέλουν απεγνωσμένα να αυξήσουν αυτό το ποσοστό. Μία από τις ιδέες που από περιθωριακή έχει πλέον περάσει στο προσκήνιο είναι η δημιουργία «κέντρων επιστροφής» εκτός της ευρωπαϊκής επικράτειας. Σύμφωνα με αυτό το μη δοκιμασμένο σχέδιο, οι μετανάστες των οποίων οι αιτήσεις ασύλου έχουν απορριφθεί, θα μεταφέρονται σε αυτά τα κέντρα έως ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία απέλασης.

Αυτή η πρόταση, παρά το ότι έχει κερδίσει έδαφος, αντιμετωπίζει έντονες αντιδράσεις, κυρίως από ανθρωπιστικές οργανώσεις που ανησυχούν για την παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο και για τις συνθήκες κράτησής τους σε εξωτερικά κέντρα.

Μετανάστες
Μετανάστες (Φωτογραφία αρχείου) iStock

Το σχέδιο δημιουργίας κέντρων επιστροφής για μετανάστες εκτός της ΕΕ, το οποίο προτάθηκε τον Μάιο από έναν συνασπισμό 15 κρατών-μελών μέσω κοινής επιστολής, έχει αποκτήσει όλο και περισσότερους υποστηρικτές. Ωστόσο, παρά τη στήριξη που λαμβάνει, δεν έχουν παρασχεθεί συγκεκριμένες λεπτομέρειες, όπως οι πιθανές τοποθεσίες αυτών των εγκαταστάσεων.

Ένας ανώτερος διπλωμάτης σχολίασε ότι οι απόψεις αλλάζουν, αλλά προειδοποίησε ότι «αυτό που έχουμε τώρα στο τραπέζι είναι εξαιρετικά ασαφές», σημειώνοντας ότι δεν γνωρίζει κανένα λεπτομερές σχέδιο ή χάρτη δράσης.

Η επιστολή αυτή προώθησε και άλλες προτάσεις για τη διαχείριση της μετανάστευσης εκτός ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της διάσωσης μεταναστών σε διεθνή ύδατα και της μεταφοράς τους σε τρίτη χώρα, όπου θα επεξεργάζονται τις αιτήσεις ασύλου. Αυτό το μοντέλο χρησιμοποιείται ήδη στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου Ιταλίας-Αλβανίας, το οποίο βρίσκεται σε λειτουργία. Ωστόσο, τα Τίρανα έχουν ξεκαθαρίσει ότι αυτή η συμφωνία είναι «αποκλειστική» για τη Ρώμη.

Η ιδέα για τη μετεγκατάσταση των αιτούντων άσυλο σε χώρες εκτός ΕΕ συνεχίζει να δημιουργεί συζητήσεις και αντιδράσεις, ιδίως από πολίτες και οργανώσεις που ανησυχούν για τις επιπτώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Την περασμένη εβδομάδα, νέες απαιτήσεις διατυπώθηκαν από μια ομάδα 17 ευρωπαϊκών χωρών, που ζήτησαν μια «παραδειγματική αλλαγή» στον τρόπο χειρισμού των απελάσεων, με την ενίσχυση των εξουσιών των κυβερνήσεων. «Τα άτομα που δεν έχουν δικαίωμα παραμονής πρέπει να θεωρηθούν υπόλογα. Μια νέα νομική βάση πρέπει να ορίζει σαφώς τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά τους», αναφέρει το κείμενο που δημοσίευσε το Euronews. Η μη συνεργασία, όπως τόνισαν, πρέπει να έχει συνέπειες και να τιμωρείται.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αξιοποιώντας τη δυναμική, έδωσε την πιο ξεκάθαρη υποστήριξή της μέχρι σήμερα για τα «κέντρα επιστροφής». Σε επιστολή προς τους ηγέτες της ΕΕ, πρότεινε έναν νέο τρόπο διαχείρισης των απελάσεων, χρησιμοποιώντας πολιτικές για τις βίζες και το εμπόριο ως μοχλό πίεσης για να πειστούν οι χώρες προέλευσης να δεχτούν τους υπηκόους τους. Πρόσθεσε ότι εξετάζεται η αναθεώρηση των κανόνων, ώστε να επιτρέπεται η κράτηση και η απέλαση όσων θεωρούνται απειλή για τη δημόσια τάξη.

Η φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι «η μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ μπορεί να είναι βιώσιμη μόνο αν όσοι δεν έχουν δικαίωμα παραμονής επιστρέφονται αποτελεσματικά».

Πρόσφυγες σε καμπ
Πρόσφυγες σε καμπ SOOC

Πώς διαμορφώνονται τα στρατόπεδα για το μεταναστευτικό

Παρά το γεγονός ότι τα κοινά έγγραφα δείχνουν μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των ηγετών (κάτι αδιανόητο πριν από μερικά χρόνια), οι διαφωνίες για το μεταναστευτικό παραμένουν βαθιά ριζωμένες, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο το κείμενο συμπερασμάτων της συνόδου να μείνει κενό.

Η κυβέρνηση της Ισπανίας έχει εκφράσει την αντίθεσή της στις “δομές επιστροφής”, υποστηρίζοντας ότι το σχέδιο αυτό θα παραβιάσει τα ανθρώπινα δικαιώματα, θα απαιτήσει τεράστιο κόστος και δεν θα αντιμετωπίσει τις ρίζες του προβλήματος, καθώς οι μετανάστες που θα φιλοξενούνται σε αυτές τις δομές ενδέχεται να μην γίνουν ποτέ δεκτοί από τις χώρες καταγωγής τους, αφήνοντάς τους σε μια διαρκή αβεβαιότητα υπό την ευθύνη της ΕΕ.

“Η Ισπανία εκφράζει την αντίθεσή της στις δομές επιστροφής”, δήλωσε ο εκπρόσωπος της ισπανικής κυβέρνησης, μετά τη δημοσιοποίηση της επιστολής της φον ντερ Λάιεν.

Η Ισπανία, η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Σουηδία είναι μεταξύ των χωρών που πιέζουν για την επιτάχυνση της εφαρμογής της μεταρρύθμισης για το μεταναστευτικό που συμφωνήθηκε τον Μάιο, καθώς θεωρούν ότι η Ένωση δεν μπορεί να περιμένει δύο χρόνια για να τεθούν σε ισχύ οι πέντε νόμοι.

Αντίθετα, η Ουγγαρία και η Πολωνία εντείνουν την καμπάνια αντίθεσής τους, δηλώνοντας πως θα αγνοήσουν πλήρως τη νομοθεσία, παρά το γεγονός ότι είναι δεσμευτική για όλα τα 27 κράτη-μέλη.

“Ακόμη και τα κράτη-μέλη που δηλώνουν κατά της μεταρρύθμισης, στην ουσία θέλουν να εφαρμοστεί,” ανέφερε ένας διπλωμάτης που μίλησε ανώνυμα για να εκφράσει ελεύθερα τις σκέψεις του, υποστηρίζοντας πως έχουν «πυροβολήσει τα πόδια τους» διαδίδοντας ψευδείς ειδήσεις στο εσωτερικό τους, γεγονός που δυσκολεύει την αναδίπλωσή τους.

Η Πολωνία, μάλιστα, έχει προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, προτείνοντας “προσωρινή εδαφική αναστολή του δικαιώματος ασύλου”, ακολουθώντας το παράδειγμα του έκτακτου νόμου που υιοθέτησε η Φινλανδία το καλοκαίρι. Η Βαρσοβία δηλώνει ότι το μέτρο είναι απαραίτητο για να αντιμετωπίσει τους μετανάστες που προωθεί η Λευκορωσία στα σύνορα, στο πλαίσιο ενός “υβριδικού πολέμου”.

«Η Πολωνία πρέπει να ανακτήσει τον απόλυτο έλεγχο για το ποιος έρχεται στη χώρα», δήλωσε ο Πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ, στενός σύμμαχος της φον ντερ Λάιεν.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δηλώσει ότι η αναστολή θα παραβίαζε το δίκαιο της ΕΕ και το διεθνές δίκαιο, ενώ τόνισε την ανάγκη να καταπολεμηθεί η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού ζητήματος. (Η Επιτροπή, στο παρελθόν, είχε ασκήσει κριτική στην εξωτερική ανάθεση της διαχείρισης του μεταναστευτικού και αργότερα άλλαξε στάση.)

«Αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό», δήλωσε ο Ντάβιντε Κολομπί, ερευνητής στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών (CEPS), σε συνέντευξή του στο Euronews, αναφερόμενος στη στρατηγική του Τουσκ.

«Το δικαίωμα στο άσυλο είναι ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα που δεν μπορούν να ανασταλούν, ακόμη και σε περιόδους πολιτικής κρίσης. Προστατεύεται από το δίκαιο της ΕΕ, το διεθνές δίκαιο και το Σύνταγμα της Πολωνίας, κάτι που δείχνει ότι το ζήτημα αυτό δεν αφορά μόνο τη μετανάστευση. Είναι μια ευρύτερη νομική υπόθεση».

Το πολωνικό σχέδιο ευθυγραμμίζεται με μια ευρύτερη τάση που είναι κάτι παραπάνω από εμφανής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιμέτωπες με τον ανταγωνισμό της ακροδεξιάς, ένα απογοητευμένο εκλογικό σώμα και υπερφορτωμένα κέντρα υποδοχής, οι κυβερνήσεις βλέπουν ολοένα και θετικότερα τον περιορισμό της παράτυπης μετανάστευσης, αμφισβητώντας ανοιχτά τα όρια των καθιερωμένων κανόνων.

Τους τελευταίους μήνες, είδαμε την επαναφορά ελέγχων στα χερσαία σύνορα από τη Γερμανία, το αίτημα της Ολλανδίας για ρήτρα εξαίρεσης (που απορρίφθηκε), καθώς και την απειλή της Ουγγαρίας να μεταφέρει μετανάστες «δωρεάν» στο Βέλγιο, ως αντίποινα για απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ.

Η ταχύτητα αυτών των διαδοχικών εξελίξεων έχει προκαλέσει ανησυχία σε ανθρωπιστικές οργανώσεις, οι οποίες φοβούνται ότι η τάση για εξωτερική ανάθεση θα υπονομεύσει τη διαδικασία ασύλου, θα οδηγήσει σε άδικες αποφάσεις και θα προκαλέσει παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων.

«Αυτές οι αμφιλεγόμενες προτάσεις στοχεύουν να αποδομήσουν την βασική αρχή της διεθνούς προστασίας: ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται υπό την δικαιοδοσία μιας χώρας έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν άσυλο και να εξεταστεί δίκαια η αίτησή τους», ανέφερε το κοινό κείμενο 90 ΜΚΟ τον Ιούλιο.

Τη συνάντηση θα απασχολήσουν και άλλα κρίσιμα ζητήματα, όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή, και η κατάσταση στη Γεωργία, τη Μολδαβία και τη Βενεζουέλα. Επιπλέον, θα συζητηθούν τρόποι για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ.

Ο Πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αναμένεται να παρευρεθεί αυτοπροσώπως, γεγονός που υπογραμμίζει τη συνεχιζόμενη στήριξη της ΕΕ προς την Ουκρανία.

Οι ηγέτες της ΕΕ αναμένεται να συζητήσουν την πρωτοβουλία των G7 για τη χορήγηση δανείου ύψους €45 δισ. στο Κίεβο, το οποίο θα αποπληρωθεί εξ ολοκλήρου από τα κέρδη που προκύπτουν από τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία.

Αν και τα κράτη-μέλη έχουν εγκρίνει το χρηματοδοτικό μερίδιο της Ένωσης, έως και €35 δισ., ένα βασικό μέρος της πρωτοβουλίας για την εξασφάλιση μεγαλύτερης συμμετοχής των ΗΠΑ παραμένει μπλοκαρισμένο από την Ουγγαρία. Οι διπλωμάτες πιστεύουν ότι η Βουδαπέστη «πυροβολεί τα πόδια της», καθώς όσο λιγότερο συμμετέχει η Ουάσιγκτον, τόσο μεγαλύτεροι είναι οι κίνδυνοι για την ΕΕ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα