Νικοτίνη: Πώς αλλάζει τον εγκέφαλο μας για να γίνει εθιστική
Οι λόγοι που η νικοτίνη είναι εθιστική ως ουσία αφορά τη γενετική, αλλά και τη μέθοδο που έχει η ουσία για να γίνεται απαραίτητη.
- 18 Ιουλίου 2022 12:12
Δεν είμαι σε θέση να υπεραμυνθώ της απόφασης κάποιου να καπνίζει. Μολονότι ασκώ το σπορ (και χρόνια), δεν έχω ξεκάθαρη απάντηση στο ‘γιατί’ το κάνω. Όπως δεν έχω καταλάβει ποτέ τι εννοεί όποιος μου λέει πως καπνίζει γιατί του αρέσει.
Αν κρίνω από το πόσο με ενοχλεί όταν υπάρχει καπνός τσιγάρου πολύ κοντά μου και δη τις πρωινές ώρες ή σε κλειστό χώρο, θα πω ότι μάλλον η δική μου συνήθεια έχει να κάνει με το γεγονός πως είμαι νευρική και ως εκ τούτου κάτι πρέπει να κάνω τα χέρια μου -για να μην τρώω όλη μέρα. Δεν έχω νιώσει στερητικό σύνδρομο -κάτι που έχω νιώσει για την καφεϊνη.
Σίγουρα όταν περνούν πολλές ώρες και δεν έχω καπνίσει, νιώθω ένα μούδιασμα στο στόμα, αλλά έχω κάνει και back to back πτήσεις, συνολικής διάρκειας 19 ωρών, χωρίς να αισθανθώ τη λαχτάρα για ένα τσιγάρο. Βέβαια, έφαγα κάπου στις 10 φορές (χωρίς να πεινάω) και εύλογα είχα στομαχόπονο.
Τη μια φορά που δοκίμασα να κόψω το κάπνισμα, ‘κράτησα’ δυο ημέρες. Είπα το ‘έως εδώ’ όχι γιατί είχα πονοκέφαλο ή άλλα συμπτώματα στέρησης, αλλά επειδή πόνεσαν οι σιαγόνες μου -από το ανηλεές μάσα, μάσα.
Σημείωση: το στερητικό σύνδρομο περιλαμβάνει τη λαχτάρα, το θυμό, τη σύγχυση και την ευερεθιστότητα, τη δυσκολία στη συγκέντρωση, την αϋπνία, την αεικινησία, την ανησυχία, την κατάθλιψη, την πείνα και την αυξημένη όρεξη.
Μετά την ιστορία που ήταν βγαλμένη από τη ζωή, πάμε και στα δεδομένα μελετών. Έχει αποδειχθεί πως το κάπνισμα μπορεί να είναι όσο εθιστική είναι η κοκαΐνη. Και η ηρωίνη.
Τι είναι όμως, αυτό που κάνει έναν άνθρωπο να αποζητά ένα τσιγάρο -ενώ γνωρίζει τους κινδύνους για την υγεία;
Όπως αναφέρει ο Πρόεδρος των Ψυχιατρικών Εξαρτήσεων του τμήματος Ψυχιατρικής του University of Toronto, Bernard Le Foll στο Live Science “ο καπνός αλλάζει τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου. Ο εθισμός ορίζεται κυρίως ως απώλεια ελέγχου στη χρήση μιας ουσίας και τη συνεχιζόμενη χρήση, παρά τις συνέπειες”. Και δεν εννοεί μόνο τον καρκίνο του πνεύμονα.
Με κάθε ρουφηξιά, αλλάζουμε το μεταβολισμό μας και η καρδιά μας χτυπάει πιο δυνατά. Επίσης, το κάπνισμα κάνει τα αιμοπετάλια σας (βλ. κύτταρα στο αίμα σας που βοηθούν στον έλεγχο της αιμορραγίας) να ‘κλείνουν’ μεταξύ τους. Αυτό μπορεί να προκαλέσει θρόμβο που οδηγεί σε καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό.
Προκαλεί και αντίδραση στο νευρικό σας σύστημα: όταν η νικοτίνη εισέρχεται στο αίμα σας, πυροδοτεί ένα ‘κύμα’ αδρεναλίνης που αυξάνει την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό ρυθμό και επιβαρύνει την αναπνοή μας.
Όπως τόνισε ο Dr. LeFoll “μόλις αναπτυχθεί εθισμός σε μια ουσία, οι άνθρωποι βιώνουν λαχτάρα ή/και στερητικό σύνδρομο, όταν δεν τη χρησιμοποιούν για ορισμένο χρονικό διάστημα”.
Γιατί εθιζόμαστε στο κάπνισμα
“Στον καπνό, επειδή περιέχει νικοτίνη, μια ψυχοδραστική ουσία με υψηλή δυνατότητα εθισμού“, λέει ο Dr. LeFoll, προσθέτοντας ότι οι ψυχοδραστικές ουσίες επηρεάζουν τον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλος μας. Σύμφωνα με το National Cancer Institute προκαλεί αλλαγές στη διάθεση, την επίγνωση, τις σκέψεις, τα συναισθήματα ή τη συμπεριφορά.
Στη λίστα ανήκουν και το LSD, το αλκοόλ και η καφεϊνη.
Η νικοτίνη είναι ιδιαίτερα εθιστική όταν καπνίζεται ή λαμβάνεται με άλλο τρόπο στους πνεύμονες επειδή η έναρξη των διεγερτικών επιδράσεων συμβαίνει πολύ γρήγορα, μέσω αυτής της οδού χορήγησης.
Ενώ το αρχικό ‘χτύπημα’ της απόλαυσης από το κάπνισμα ενός τσιγάρου γίνεται αισθητό σχεδόν αμέσως, εξαφανίζεται πολύ γρήγορα. Γεγονός που σύμφωνα με τους ειδικούς, οδηγεί τους καπνιστές να καταναλώνουν συχνά προϊόντα καπνού σε μια προσπάθεια να επιτύχουν την ίδια διεγερτική εμπειρία.
- Όταν καταναλώνεται καπνός, τα επίπεδα νικοτίνης στην κυκλοφορία του αίματος αυξάνονται και κάποια στιγμή η ουσία φτάνει στον εγκέφαλο. Μόλις γίνει αυτό, προσκολλάται και ενεργοποιεί υποδοχείς που απελευθερώνουν τη χημική ουσία της ευτυχίας (βλ. ντοπαμίνη). Έτσι, άνθρωποι αισθάνονται καλά. Σύντομα ο εγκέφαλος των καπνιστών θεωρεί τη νικοτίνη ως ουσία ‘καλής αίσθησης’ και τη λαχταρά, όταν δεν την έχει.
- Σύμφωνα με τη Mayo Clinic το χρόνιο κάπνισμα αυξάνει τον αριθμό των υποδοχέων νικοτίνης στον εγκέφαλο. Κάτι που εξηγεί γιατί οι εθισμένοι καπνιστές έχουν δισεκατομμύρια περισσότερους από αυτούς τους υποδοχείς από τους μη καπνιστές.
- Εάν κάποιος καπνίζει τακτικά για μήνες και χρόνια, ο εγκέφαλος του συνηθίζει να έχει νικοτίνη, στο βαθμό που τη χρειάζεται για να λειτουργήσει καλά.
- Κατά τις περιόδους που το εθισμένο άτομο δεν καπνίζει, μπορεί να εμφανίσει σωματικά συμπτώματα στέρησης έως ότου ο εγκέφαλός του μπορεί να προσαρμοστεί στην απουσία της ουσίας.
“Προσθέστε σε αυτό το φυσιολογικό αποτέλεσμα ότι τα τσιγάρα είναι νόμιμα, διαθέσιμα παντού. Όπως και ότι μπορούμε να καπνίσουμε σε πολλές διαφορετικές τοποθεσίες. Ο συνδυασμός κάνει δύσκολη την προσπάθεια όπου θέλει να σταματήσει να καπνίζει” εξηγεί ο κλινικός ψυχολόγος του τμήματος Έρευνας για την Κατάχρηση Ουσιών, του Wayne State University, David Ledgerwood.
Όσοι αρχίζουν να χρησιμοποιούν προϊόντα καπνού ως παιδιά ή έφηβοι, η νικοτίνη μπορεί να διαταράξει την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους.
Μελέτες απεικόνισης εγκεφάλου έχουν δείξει ότι ενώ τα συστήματα ανταμοιβής στον εγκέφαλο ωριμάζουν νωρίς, το κέντρο ελέγχου στον προμετωπιαίο φλοιό ωριμάζει αργά.
Σε σύγκριση με τους ενήλικες, οι έφηβοι έχουν γενικά περισσότερα κίνητρα από ανταμοιβές, είναι λιγότερο αντίθετοι στο να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους και επηρεάζονται πιο εύκολα από τους συνομηλίκους.
Υπάρχουν και έρευνες που έχουν αποκαλύψει ότι οι γενετικοί παράγοντες παίζουν ρόλο στην εξάρτηση από τη νικοτίνη. Έχει φανεί πως η γενετική μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίνονται οι υποδοχείς στην επιφάνεια των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου, σε υψηλές δόσεις νικοτίνης τσιγάρων.
Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι λόγω γενετικής κληρονομικότητας, όταν οι άνθρωποι αρχίσουν να καπνίζουν, μερικοί είναι περισσότερο είναι πιθανό από άλλους να συνεχίσουν τη συνήθεια.
Τι κερδίζουν όσοι εγκαταλείπουν τη συνήθεια
Μέσα σε 20 λεπτά από το κάπνισμα ενός τσιγάρου, ο καρδιακός ρυθμός μειώνεται. Μέσα σε 12 ώρες, τα επίπεδα του τοξικού αερίου μονοξειδίου του άνθρακα επανέρχονται στο φυσιολογικό στο αίμα. Μέσα σε τρεις μήνες, η λειτουργία των πνευμόνων και η κυκλοφορία βελτιώνονται. Έπειτα από ένα χρόνο, ο κίνδυνος καρδιακής προσβολής μειώνεται στο μισό.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις