Ο βιασμός δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των ευρωεγκλημάτων
Διαβάζεται σε 13'Η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε ένα πρώτο νομικό βήμα κατά της έμφυλης βίας. Είναι, όμως, αυτό αρκετό για την εξάλειψή της; Δύο Ευρωβουλεύτριες, η Έλενα Κουντουρά και η Frances Fitzgerald, απαντούν στο NEWS 24/7.
- 01 Μαρτίου 2024 06:22
Την ώρα που μετράμε αντίστροφα για την 8η Μαρτίου και την Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, η Ελλάδα μετρά ήδη τρεις γυναικοκτονίες το 2024, με τον όρο να παραμένει εκτός ποινικού κώδικα. Η κρίση βίας στην Ελλάδα, όπως και ευρύτερα, έχει τη γυναίκα στο επίκεντρο, ως στόχο και θύμα διάφορων μορφών έμφυλης βίας, σε ένα κοινωνικό και νομικό πλαίσιο που την κρατά απροστάτευτη και εκτεθειμένη.
Στις αρχές Φεβρουαρίου, η Ε.Ε. έκανε ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, φέρνοντας το πρώτο νομοθέτημα για τη βία κατά των γυναικών, έπειτα από συμφωνία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου.
Πρόκειται για μία πρώτη δέσμη μέτρων και κανόνων σε επίπεδο Ε.Ε. για την ποινικοποίηση ορισμένων μορφών έμφυλης βίας, για καλύτερη πρόσβαση στη δικαιοσύνη και για παροχή καλύτερης υποστήριξης στα θύματα. Παράλληλα, η νομοθεσία θα περιλαμβάνει μεγαλύτερο κατάλογο επιβαρυντικών ποινών και αδικημάτων, κανόνες κατά του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων και του αναγκαστικού γάμου, κανόνες για εγκλήματα στο Διαδίκτυο, καθώς και βελτιωμένες διαδικασίες για την ασφάλεια και την υγεία των θυμάτων.
Είναι εμφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε ένα βήμα μπρος για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών. Έκανε, όμως, και ένα βήμα πίσω για την εξάλειψή της. Στις παραπάνω γραμμές δεν βρίσκεται πουθενά η λέξη «βιασμός». Κι αυτό διότι, η Ένωση, με ευθύνη συγκεκριμένων -και μάλιστα εκ των πλέον ανεπτυγμένων- κρατών, σε ό,τι αφορά αυτό το πλαίσιο, «δείλιασε».
«Υπάρχουν ακόμη κενά και απομένουν πολλά να γίνουν ώστε να αποκτήσουμε ένα ολιστικό πλαίσιο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων των μορφών της έμφυλης βίας. Συνεχίζουμε και πιέζουμε για ακόμη πιο φιλόδοξες αποφάσεις και αυστηρά μέτρα για την εξάλειψη κάθε μορφής βίας με βάση το φύλο» σχολιάζει σχετικά στο NEWS 24/7 η Ευρωβουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Έλενα Κουντουρά, πριν μας εξηγήσει πώς η Ε.Ε. έφτασε στη «μεγαλύτερη θεσμική κατοχύρωση» ενάντια στην έμφυλη βία.
Ποιος ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα πρώτα μέτρα κατά της έμφυλης βίας
Η Έλενα Κουντουρά ήταν εισηγήτρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην έκθεση για τον αντίκτυπο της ενδοσυντροφικής βίας και των δικαιωμάτων επιμέλειας στις γυναίκες και τα παιδιά. Η Ευρωβουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ περιγράφει την πορεία που ακολούθησαν τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε -και δη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- αλλά και η ίδια, μέχρι να φτάσουμε σε «μία από τις ιστορικές νίκες των προοδευτικών δυνάμεων», για την οποία «νιώθω πολύ υπερήφανη που συνέβαλα σε αυτή με δύο εμβληματικές εκθέσεις».
Όπως αναφέρει σχετικά με την προσπάθεια που προηγήθηκε έπειτα από συνεχείς παρεμβάσεις την τελευταία τετραετία και πιέσεις προς την Κομισιόν, «διεκδικήσαμε και πετύχαμε να κυρωθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, το πρώτο δεσμευτικό διεθνώς νομικό κείμενο, για την αντιμετώπιση και πρόληψη της έμφυλης βίας, αλλά και την τιμωρία των δραστών, ώστε να εφαρμοστεί σε όλα τα κράτη- μέλη. Για πρώτη φορά βάλαμε στο επίκεντρο όχι μόνο τις γυναίκες αλλά και τα παιδιά που είναι θύματα ή μάρτυρες αυτής της βίας. Ζητήσαμε, επίσης, να ενταχθεί η έμφυλη βία στη λίστα των εγκλημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Εurocrimes και να δημιουργηθεί το πρώτο ευρωπαϊκό πλαίσιο μηδενικής ανοχής, αντιμετώπισης και πρόληψης της έμφυλης βίας».
Συγχρόνως, ως εισηγήτρια της πολιτικής της ομάδας, αναφέρεται και στην ενσωμάτωση ορισμένων τροπολογιών που θα φέρουν ένα πιο συμπαγές πλαίσιο για τη νομική προστασία των γυναικών: «Συνδιαμόρφωσα τη δεύτερη έκθεση που αφορούσε την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας στο διαδίκτυο. Πίεσα να ενσωματωθεί μέσα από τροπολογίες μου η ποινικοποίηση της τεχνολογίας των deepfakes. Πρόκειται για την ανάρτηση στο διαδίκτυο ψεύτικων και αλλοιωμένων φωτογραφιών ή βίντεο με ακατάλληλο περιεχόμενο, που συνιστά μορφή σεξουαλικής κακοποίησης, και χρησιμοποιείται συχνά για την παρενόχληση, τη διαπόμπευση και τον εκβιασμό των γυναικών. Μετά από πρωτοβουλία μου ενσωματώθηκε στην έκθεση και η ποινικοποίηση της εκδικητικής πορνογραφίας (revenge porn). Αυτές οι απαράδεκτες πρακτικές έχουν σοβαρό αντίκτυπο στη σεξουαλική, σωματική και ψυχολογική υγεία των θυμάτων και όχι μόνο» λέει η Έλενα Κουντουρά, για να υποστηρίξει: «Το έργο μας λοιπόν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση αυτής της οδηγίας».
Η διαφωνία των Ευρωπαίων για τον ορισμό του βιασμού
Όπως προαναφέρθηκε, πάντως, στο παραπάνω πλαίσιο δεν εντάσσεται κάποια ρύθμιση σε επίπεδο ΕΕ για τον βιασμό. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή ζήτησαν έναν κανονισμό με βάση τον οποίο θα πρέπει να υπάρχει συναίνεση για κάθε σεξουαλική πράξη. Ωστόσο, μια μειοψηφία χωρών το εμπόδισε, υποστηρίζοντας πως δεν υπάρχει νομική βάση στο ευρωπαϊκό δίκαιο για μια τέτοια ενιαία ρύθμιση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το Συμβούλιο να αφαιρέσει εντελώς το άρθρο 5, το οποίο ανέφερε ότι μια σεξουαλική πράξη χωρίς συναίνεση αποτελεί ποινικό αδίκημα.
Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 5 της πρότασής της, η Επιτροπή πρότεινε έναν ορισμό για τον βιασμό που στοιχειοθετείται στη «μη συναινετική σεξουαλική μεταχείριση μίας γυναίκας». Αυτή η πρόταση θα μπορούσε να εισαγάγει την αρχή «μόνο ‘ναι’ σημαίνει ‘ναι’» σε ολόκληρη την ΕΕ. Όμως, στη γνωμοδότηση του Συμβουλίου από το 2023, το άρθρο 5 απουσιάζει – επί τη βάσει νομικής γνωμοδότησης το Συμβούλιο αποφάσισε να το διαγράψει. «Η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Γαλλία και κάποιες άλλες χώρες παρέμειναν ως το τέλος ενάντια στην υιοθέτηση του άρθρου 5 της Οδηγίας, που κατοχύρωνε τον βιασμό στο μελλοντικό ευρωπαϊκό δίκαιο στη βάση της συναίνεσης, στάση την οποία καταδίκασα δημόσια» επισημαίνει η κ. Κουντουρά.
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του Συμβουλίου, η ποινικοποίηση των σεξουαλικών πράξεων χωρίς συναίνεση θα υπερέβαινε τις νομικές αρμοδιότητες της ΕΕ. Ο βιασμός δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των ευρωεγκλημάτων, των αδικημάτων που απαριθμούνται στο άρθρο 83 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), για τα οποία η ΕΕ έχει νομική αρμοδιότητα.
Η κ. Κουντουρά καταλογίζει στις παραπάνω χώρες ότι «χρησιμοποίησαν νομικίστικα επιχειρήματα που, κατά τη γνώμη μου, δεν έχουν ισχυρή βάση. Υποστήριξαν ότι, εάν ο βιασμός με βάση τη συναίνεση συμπεριληφθεί στην οδηγία, η ΕΕ θα καταστεί νομικά αρμόδια για την αντιμετώπιση τέτοιων περιπτώσεων, καθώς θα θεωρηθεί «ευρωέγκλημα» μαζί με τη σεξουαλική εκμετάλλευση και τη διαφθορά. Έθεταν, δηλαδή, ένα ζήτημα δικαιοδοσίας».
Σύμφωνα με την οργάνωση «Ευρωπαϊκό Λόμπι Γυναικών», η αρχή «μόνο το ‘ναι’ σημαίνει ‘ναι’» -η οποία βασίζεται στην ιδέα πως πρέπει να υπάρχει ρητή συναίνεση για μία σεξουαλική επαφή, προκειμένου αυτή να μη θεωρηθεί ως βιασμός- ισχύει σε 14 κράτη-μέλη. Αντιθέτως, στη Γερμανία και την Αυστρία ισχύει το «όχι σημαίνει όχι», όπου εναπόκειται στο θύμα να εκφράσει ρητά τη μη συναίνεσή του. Στα υπόλοιπα 11 κράτη-μέλη προβλέπεται ως ουσιώδες στοιχείο για το έγκλημα του βιασμού η αντίσταση ενάντια στην άσκηση βίας ή στα πλαίσια μίας «απειλητικής κατάστασης».
«Εμείς, ως Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πήραμε ξεκάθαρη θέση, ότι σεξουαλική πράξη χωρίς τη συναίνεση είναι βιασμός, και ότι μόνο το «ναι» σημαίνει «ναι». Υποστηρίξαμε μαζί με την Κομισιόν ότι η εισαγωγή της έννοιας της συναίνεσης θα ενίσχυε την προστασία των θυμάτων, και ήδη περιλαμβάνεται με επιτυχία στη νομοθεσία ορισμένων κρατών-μελών, για παράδειγμα στον ισπανικό ή το βελγικό ποινικό κώδικα» προσθέτει η κ. Κουντουρά, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι είναι υποχρέωση που απορρέει από την ίδια τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, με βάση την οποία τα κράτη-μέλη οφείλουν να ποινικοποιήσουν όλες τις μη συναινετικές πράξεις σεξουαλικής φύσης.
Την απογοήτευσή της για τη στάση των παραπάνω χωρών εκφράζει, μέσω του NEWS 24/7 και η Ιρλανδή ευρωβουλεύτρια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) και επικεφαλής διαπραγματεύτρια του Κοινοβουλίου για τη νέα Οδηγία, Frances Fitzgerald. «Είναι λυπηρό το γεγονός ότι το Συμβούλιο δεν μπόρεσε να συμφωνήσει στη συμπερίληψη αυτού του αδικήματος. Εννέα κράτη-μέλη παραμένουν αντίθετα και τέσσερα παραμένουν αναποφάσιστα. Μαζί, σχηματίζουν πλειοψηφία (σ.σ. απαιτείται η ειδική πλειοψηφία των 15 κρατών-μελών που αντιπροσωπεύουν το 65% του πληθυσμού της ΕΕ ούτως ώστε να περάσει η Οδηγία). «Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παραμένουμε σοκαρισμένοι και απογοητευμένοι από την άρνησή τους να αναγνωρίσουν μια απλή αρχή: Ότι μόνο το ‘ναι’ σημαίνει ‘ναι’».
Όπως και η κ. Κουντουρά, έτσι και η κ. Frances Fitzgerald εστιάζει στο γεγονός πως «η συμπερίληψη αυτού του αδικήματος είναι σύμφωνη με τις υφιστάμενες υποχρεώσεις κρατών-μελών ως απόρροια της προσχώρησής τους στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, και θα σήμαινε ότι οι γυναίκες μπορούν να νιώθουν σίγουρες ότι θα προστατεύονται στον ίδιο βαθμό όπου κι αν βρίσκονται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Εξάλλου, όταν η Κομισιόν κατέθετε το 2022 την πρόταση για ένα ενιαίο ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, αποσκοπούσε και στην πλήρωση των στόχων της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2018.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να επισημανθεί πως κάθε χρόνο καταγράφονται περισσότεροι από 100.000 βιασμοί στην ΕΕ, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικών και Οικονομικών Μελετών της Γαλλίας (INSEE), ενώ μία στις πέντε γυναίκες έχει υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία από σύντροφο ή φίλο και τρεις στις δέκα από μέλος της οικογένειας.
«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνεχίζει να διαφωνεί έντονα με το Συμβούλιο σε αυτό το κομμάτι και θα συνεχίσει να πιέζει ώστε η νομοθεσία για τον βιασμό επί τη βάσει της συναίνεσης να γίνει πραγματικότητα σε επίπεδο ΕΕ» διαμηνύει η Frances Fitzgerald, κάνοντας λόγο πάντως για γενικότερη πρόοδο που έχει σημειωθεί πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα.
«Όταν το Κοινοβούλιο ενέκρινε τη γενική του προσέγγιση για το θέμα αυτό πριν από περίπου 8 μήνες, μόνο τέσσερα κράτη-μέλη υποστήριζαν αυτή τη θέση (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας). Η προσθήκη εννέα ακόμη χωρών σε αυτόν τον κατάλογο δεν είναι μικρή επιτυχία και δείχνει ότι ο τρόπος σκέψης στην Ευρώπη αλλάζει. Οι γυναίκες στην Ευρώπη δεν θα περιμένουν και δεν θα δείξουν κατανόηση σε οποιαδήποτε οπισθοδρομική θέση, όταν πρόκειται για την ασφάλεια και τη σωματική τους ακεραιότητα».
Η περίπτωση της Ελλάδας
Εξετάζοντας την περίπτωση της Ελλάδας, η χώρα μας μπορεί να έχει ενεργήσει για να αντιμετωπίσει τη βία κατά των γυναικών, ωστόσο κάποιες σοβαρές ανησυχίες παραμένουν.
Στην τελευταία έκθεση αξιολόγησης, τον περασμένο Νοέμβριο, από την ομάδα εμπειρογνωμόνων (GREVIO) -είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης- γίνεται λόγος για κάποια θετικά βήματα από τότε που η Ελλάδα έγινε συμβαλλόμενο μέρος στη συνθήκη. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται η σύσταση 74 εξειδικευμένων αστυνομικών μονάδων για τη βελτίωση των αντιδράσεων επιβολής του νόμου στη βία κατά των γυναικών και η υιοθέτηση κατευθυντήριων γραμμών για την επέμβαση της αστυνομίας σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Επίσης, μνεία γίνεται για την αλλαγή στο νομικό πλαίσιο για τη βία κατά των γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης ορισμού του βιασμού που βασίζεται στην έννοια της ελεύθερης συναίνεσης.
Ωστόσο, αρκετά είναι τα σημεία τα οποία χρήζουν άμεσης βελτίωσης, όπως μαρτυρούν και οι σχετικές συστάσεις προς τη χώρα μας. Π.χ. Δεν διαθέτουμε κέντρα κρίσεων βιασμού και/ή κέντρα παραπομπής σεξουαλικής βίας, γεγονός εξαιρετικά ανησυχητικό καθώς τα ποσοστά υποβάθμισης σε τέτοιου είδους υποθέσεις είναι εξαιρετικά υψηλά, σε αντίθεση με τα ποσοστά καταδίκης.
Την ίδια στιγμή, στη χώρα μας λειτουργούν μόνο 20 καταφύγια για γυναίκες-θύματα βίας, συνολικής χωρητικότητας περίπου 450 ατομικών κλινών (ο στόχος της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης προβλέπει ένα καταφύγιο ανά 10.000 άτομα). Ένα ακόμη ζήτημα είναι αυτό των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων που εξακολουθούν να επικρατούν στο δικαστικό σώμα, παρά το γεγονός πως η ομάδα εμπειρογνωμόνων χαιρετίζει την εκπαίδευση που περνούν επαγγελματίες που διαχειρίζονται θέματα τέτοιας φύσεως, όπως δικαστές και εισαγγελείς.
Επίσης, η GREVIO εγείρει σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την έλλειψη μέσων διασφάλισης ότι τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν όταν τα δικαστήρια καθορίζουν τα δικαιώματα επιμέλειας και επισκέψεων, ιδίως μετά την υιοθέτηση ενός νόμου σχετικά με τις σχέσεις γονέα-παιδιού. Μάλιστα, κάνει ειδική αφορά σε περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει παραχωρηθεί από κοινού η επιμέλεια ή τα δικαιώματα επίσκεψης, χωρίς επίβλεψη, σε κακοποιούς συζύγους, παρόλο που έχουν καταδικαστεί για βία.
Σε όλα τα παραπάνω, δε, έρχεται να προστεθεί η ανησυχία για την πρόσβαση των γυναικών αιτούντων άσυλο, θυμάτων βίας λόγω φύλου, στη διαδικασία ασύλου, καθώς και για τον τρόπο παρουσίασης -από τον Τύπο- ρεπορτάζ σχετικά με τη βία λόγω φύλου.
Όπως σπεύδει να παραδεχτεί η κ. Κουντουρά, παρά τα θετικά βήματα που έγιναν όλο το προηγούμενο διάστημα, δεν υπάρχει αμφιβολία πως υπήρξε ευρωπαϊκά αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε βάρος των γυναικών και παιδιών.
«Στην έκθεση-ψήφισμα που είχα την τιμή να είμαι εισηγήτρια όλου του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου για ‘τον αντίκτυπο της ενδοσυντροφικής βίας και των δικαιωμάτων επιμέλειας στις γυναίκες και τα παιδιά’ προτείναμε σειρά φιλόδοξων μέτρων και ισχυρή χρηματοδότηση, ώστε τα θύματα να έχουν επαρκή πρόσβαση σε δομές και υπηρεσίες στήριξης. Ζητήσαμε να αντιμετωπιστεί η οικονομική βία κατά των γυναικών και να υπάρξουν προγράμματα αποτροπής της βίας για τους θύτες. Όπως, επίσης, πιέσαμε για την υποχρεωτική εκπαίδευση και κατάρτιση όλων των εμπλεκόμενων αρχών που έρχονται σε επαφή με τα θύματα βίας. Αλλά και να δώσει η Πολιτεία προτεραιότητα στην ευρεία ενημέρωση και ευαισθητοποίηση με οργανωμένα προγράμματα σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης».
Όπως καταλήγει εμφατικά, περικλείοντας την ουσία του ζητήματος, «μόνο με ισχυρή πολιτική βούληση, με ισχυρή χρηματοδότηση, με ένα ισχυρό θεσμικό ευρωπαϊκό πλαίσιο εξάλειψης όλων των μορφών της έμφυλης βίας και επαρκείς μηχανισμούς που θα ενεργοποιούνται άμεσα και αποτελεσματικά, θα μπορέσουμε στην πράξη να εξαλείψουμε όλες τις στρεβλώσεις και τα κενά στις εθνικές και ευρωπαϊκές νομοθεσίες και πολιτικές. Οφείλουμε να εργαστούμε όλοι μαζί ώστε να προστατεύεται το δικαίωμα κάθε γυναίκας, κάθε παιδιού, κάθε ανθρώπου σε μία ζωή, με σεβασμό και αξιοπρέπεια, χωρίς διακρίσεις και βία».