Οι 4 νικητές και οι 3 χαμένοι των γερμανικών εκλογών

Διαβάζεται σε 9'
Ο Φρίντριχ Μερτς και οι υποστηρικτές του στις γερμανικές εκλογές
Ο Φρίντριχ Μερτς και οι υποστηρικτές του στις γερμανικές εκλογές AP Photo/Martin Meissner

Μια πρώτη καταγραφή των αποτελεσμάτων των γερμανικών εκλογών, όπου οι δημοκρατικές δυνάμεις πήραν ένα αποτέλεσμα-ανάσα, αλλά η ακροδεξιά έδωσε ισχυρό “παρών”.

Με την εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία να θεωρείται κομβική, αφενός γιατί από το αποτέλεσμά της κρίνεται η μετέπειτα στάση της χώρας σε μια σειρά από κομβικά γεωπολιτικά ζητήματα (Ρωσία, Ουκρανία, Ντόναλντ Τραμπ, ευρωπαϊκή άμυνα, κ.ά), αφετέρου διότι πρόκειται να επηρεάσει παράλληλα τις πολιτικές τάσεις πανευρωπαϊκά, ολοκληρώθηκε μια διαδικασία όπου το κλίμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από «πρωτοφανώς τεταμένο» έως και «εκρηκτικό». Και αρχής γενομένης από σήμερα ξεκινά μια δεύτερη -ιδιαιτέρως χρονοβόρα και πολύπλοκη- αυτή του σχηματισμού κυβέρνησης.

Ο Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος θα είναι ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, χαρακτήρισε εν αναμονή και των τελικών αποτελεσμάτων, «δύσκολο» τον σχηματισμό κυβέρνησης, εκφράζοντας την αισιοδοξία του ότι θα έχει επιτευχθεί «μέχρι το Πάσχα».

Και μπορεί το μόνο σίγουρο για τον επόμενο συνασπισμό να είναι ο αποκλεισμός της ακροδεξιάς Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) -που δήλωσε ισχυρό παρών στην εκλογική αναμέτρηση- όλα τα υπόλοιπα, όμως, παραμένουν ρευστά. Κι εξηγούμαστε:

Στην περίπτωση που και FDP και BSW δεν εισέλθουν στο Κοινοβούλιο, τότε η κεντροδεξιά του Μερτς θα μπορεί να σχηματίσει σταθερή κυβέρνηση με μόνη τη συνεργασία του κεντροαριστερού SPD.

Λίγο πριν τα μεσάνυχτα φαινόταν ότι η FDP δεν θα έμπαινε οριακά με 4,9% στο Bundestag και ο αρχηγός των Φιλελεύθερων Κρίστιαν Λίντνερ προανήγγειλε την παραίτηση του. Ενώ συνεχιζόταν το θρίλερ με το κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) στο 4,9% με 5%.

Εάν στο κοινοβούλιο εισέλθει μόνον η BSW και όχι το FDP, τότε πιθανότατα θα χρειαζόταν μια συμμαχία CDU/CSU, SPD και Πρασίνων, με τους τελευταίους να αποτελούν “κόκκινο πανί” για τον Βαυαρό εταίρο του Μερτς, αρχηγό της CSU, Μάρκους Ζέντερ.

Όπως και να ‘χει, τα παραπάνω δεν αλλάζουν τα συμπεράσματα που εξήχθησαν το βράδυ της Κυριακής από την εκλογική αναμέτρηση. Το NEWS 24/7 επιχειρεί μια πρώτη καταγραφή αυτών.

Οι νικητές

Οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU)

Το CDU οδεύει προς το 29% περίπου και ο επόμενος καγκελάριος, ο Φρίντριχ Μερτς, είπε ότι θα ξεκινήσει να εργάζεται για τον σχηματισμό συνασπισμού από το πρωί της Δευτέρας, καθώς ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά.

Απευθυνόμενος στη βάση του κόμματός του στο Βερολίνο, ο 69χρονος πολιτικός που θεωρείται «παλιά καραβάνα» στην πολιτική, αν και δεν είχε ποτέ μέχρι τώρα κυβερνητική εμπειρία, παραδέχτηκε ότι «δεν θα είναι εύκολο» να σχηματιστεί κυβέρνηση, αλλά ότι είναι αποφασισμένος να σχηματίσει γρήγορα έναν συνασπισμό».

«Είχαμε μια σκληρή εκστρατεία, αλλά τώρα θα μιλήσουμε μεταξύ μας» πρόσθεσε, χωρίς να κάνει κάποια αναφορά στα κόμματα που θα προσκαλέσει για συνομιλίες. Σημειώνεται πως, στην προεκλογική εκστρατεία είχε αποκλείσει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ακροδεξιό AfD.

Σε κάθε περίπτωση, όπως έλεγε στο NEWS 24/7 ο πολιτικός αναλυτής Ρόναλντ Μαϊνάρντους, «θα χρειαστούν εβδομάδες μέχρι η Γερμανία να αποκτήσει νέα κυβέρνηση. Ο σχηματισμός συνασπισμού είναι μια περίπλοκη διαδικασία, η οποία ολοκληρώνεται με τη συγκατάθεση των κομμάτων. Είναι, μάλιστα, συνηθισμένο τα μέλη των κομμάτων να καλούνται να εγκρίνουν τη συμφωνία μέσω εσωτερικού δημοψηφίσματος. Όλα αυτά απαιτούν χρόνο, τον οποίο η χώρα, δεδομένων των τεράστιων προκλήσεων που αντιμετωπίζει, ουσιαστικά δεν διαθέτει».

Το γερμανικό περιοδικό Zeit, μάλιστα, χαρακτήρισε σε ανάλυσή του αυτά που έχει να αντιμετωπίσει ο Μερτς ως «ένα βουνό από προβλήματα μυθικών διαστάσεων».

Η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD)

Η AfD βρίσκεται λίγο κάτω από το 20%, ποσοστό κατά 9 περίπου μονάδες υψηλότερο σε σχέση με τις εκλογές του 2021, επιβεβαιώνοτας πλήρως τις δημοσκοπήσεις.

«Πετύχαμε ένα ιστορικό αποτέλεσμα» δήλωσε η ηγέτιδα Άλις Βάιντελ, μιλώντας στους οπαδούς του κόμματος, το οποίο με την αντιμεταναστευτική και εθνικιστική ατζέντα του, κατάφερε από παρίας να γίνει «παίκτης» στη γερμανική πολιτική σκηνή.

«Εμείς, ως μοναδικό κόμμα, διπλασιάσαμε τα ποσοστά μας σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Διπλασιάσαμε τη δύναμή μας» ανέφερε πανηγυρίζοντας. «Ήθελαν να μας διχοτομήσουν, αλλά έγινε ακριβώς το αντίθετο και θα πρέπει να πω το εξής: Προσπαθούμε πάντοτε να έχουμε συμμετοχή στην κυβέρνηση, διότι η θέληση του λαού, η θέληση της Γερμανίας θα πρέπει να υλοποιηθεί και μία συμμετοχή μας στην κυβέρνηση θα είναι στόχος μας για να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε την επιθυμία του λαού».

Μπορεί μεν η ακροδεξιά να μην έχει θέση σε μια δημοκρατική κυβέρνηση -όπως άλλωστε επιβεβαίωσε εκ νέου ο Μερτς- αλλά, αν ο νέος συνασπισμός δεν καταφέρει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της χώρας –κυρίως σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο- η AfD πιθανότατα θα συνεχίσει να ενισχύεται.

Το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke)

Το μόνο κόμμα που διέψευσε σημαντικά τις δημοσκοπήσεις ήταν το Die Linke, το οποίο εξασφαλίζει περίπου το 8,5% των ψήφων, μια αξιοσημείωτη ανατροπή για ένα κόμμα που φαινόταν σε καθοδική πορεία, ιδίως μετά την αποχώρηση της Σάρα Βαγενκέχτ.

Η 36χρονη επικεφαλής Χάιντι Ράιχινεκ κατάφερε να αναστήσει το κόμμα τις τελευταίες εβδομάδες, με μία πολύ επιθετική καμπάνια στα social media. Το Die Linke φαίνεται, επίσης, να έχει επωφεληθεί από τον θυμό των προοδευτικών ψηφοφόρων για το γεγονός ότι το CDU φλερτάρει με την ακροδεξιά σε θέματα μετανάστευσης.

Η Χάιντι Ράιχινεκ εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της στους ψηφοφόρους και επέμεινε στο σύνθημα της «Αλλαγής», χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο να συμμετάσχει σε κυβέρνηση.

Η συμμετοχή στις κάλπες

Η συμμετοχή στις χθεσινές εκλογές θυμίζει εποχές πριν από την επανένωση της Γερμανίας το 1990, σύμφωνα με τους δύο δημοσκόπους που μίλησαν στη γερμανική τηλεόραση.

Το ARD ανέβασε το ποσοστό στο 84% και το ZDF στο 83%.

Θα πρέπει να πάμε πίσω στο 1987 για την υψηλότερη συμμετοχή (84,3%) σε εκλογές για τη Μπούντεσταγκ. Πριν από τέσσερα χρόνια ήταν 76,6%.

Με απλά λόγια, περισσότεροι από τέσσερις στους πέντε από τους 59,2 εκατομμύρια ψηφοφόρους της Γερμανίας προσήλθαν στις κάλπες, με τη συμμετοχή στα ανατολικά κρατίδια να είναι ιδιαίτερα υψηλή.

Χαμένοι

Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Όλαφ Σολτς

Οι Σοσιαλδημοκράτες κατέγραψαν το χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμα (16,5%) στην ιστορία τους, αποχωρώντας από την Καγκελαρία, με τον Όλαφ Σολτς να αναλαμβάνει την ευθύνη για τη βαριά ήττα.

«Έχω ευθύνη για το εκλογικό αποτέλεσμα» παραδέχθηκε. «Είναι ένα πικρό αποτέλεσμα, μια εκλογική ήττα».

Εξαπολύοντας εσωκομματικά πυρά, ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους έκανε λόγο για «καταστροφικό εκλογικό αποτέλεσμα» και άφησε ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο σχετικά με τον μελλοντικό του ρόλο στο κόμμα.

Ο Πιστόριους, τον οποίο πολλοί στο SPD προτιμούσαν ως υποψήφιο καγκελάριο αντί του Όλαφ Σολτς, δήλωσε ακόμη ότι θα συμμετέχει στην αντιπροσωπεία του κόμματός του σε περίπτωση που ο νικητής των εκλογών Φρίντριχ Μερτς επιθυμεί να ξεκινήσει συνομιλίες με το SPD για τον σχηματισμό κυβέρνησης.

Οι δύο πρώην κυβερνητικοί εταίροι

Οι Πράσινοι συγκεντρώνουν ποσοστό περίπου 13%, με τον απερχόμενο αντικαγκελάριο Ρόμπερτ Χάμπεκ να δηλώνει ότι «δεν καταρρεύσαμε όπως οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες εταίροι μας στον κυβερνητικό συνασπισμό και διαψεύσαμε τις δημοσκοπήσεις».

Σύμφωνα με τον ίδιο, «το αποτέλεσμα προσφέρεται για σκέψη λόγω της ανόδου του ακροδεξιού λαϊκισμού, της έλλειψης αλληλεγγύης προς την Ουκρανία, που πολεμά για την ελευθερίας της, από διάφορα κόμματα».

Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο συμμετοχής στον κυβερνητικό συνασπισμό, εξέφρασε την ετοιμότητά του, διευκρίνισε ωστόσο ότι τον πρώτο λόγο σε αυτό έχει ο νικητής των εκλογών Φρίντριχ Μερτς, υπενθυμίζοντας ότι ο αρχηγός της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρκους Ζέντερ έχει επανειλημμένα ταχθεί κατά της συνεργασίας με τους Πράσινους. «Δεν νομίζω ότι ο Μερτς μπορεί να υπερισχύσει σε αυτό» ανέφερε ο Χάμπεκ.

Από την πλευρά του, ο τρίτος μέχρι πρότινος κυβερνητικός εταίρος, ο επικεφαλής των Φιλελευθέρων (FDP), Κρίστιαν Λίντνερ, υποστήριξε ότι «πήραμε το πλήρες πολιτικό ρίσκο το περασμένο φθινόπωρο και σήμερα πληρώνουμε το τίμημα. Το FDP ήθελε να δώσει στη χώρα μια νέα αρχή».

«Αλλά αυτή η απόφαση ήταν η σωστή για τη Γερμανία» πρόσθεσε.

Στις αρχές Νοεμβρίου 2024, ο Λίντνερ ήρθε σε ρήξη με τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς, με αφορμή τον προϋπολογισμό. Αυτή η κυβερνητική κρίση οδήγησε στη διάσπαση του συνασπισμού του SPD, των Πρασίνων και του FDP και έφερε τις πρόωρες εκλογές.

Με βάση τις εκτιμήσεις, οι Φιλελεύθεροι βρίσκονται γύρω από το 5% – το εκλογικό όριο για την είσοδο στο Κοινοβούλιο. Σε περίπτωση που δεν το πιάσουν, ο Λίντνερ εξέφρασε την πρόθεσή του να αποσυρθεί από την πολιτική.

Εδραίωση της ακροδεξιάς

Μέχρι πρόσφατα, η ακροδεξιά στη Γερμανία βρισκόταν απομονωμένη από τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα. Βασική αρχή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ήταν ότι οι δημοκρατικές δυνάμεις δεν συνεργάζονται με την άκρα δεξιά. Σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, αυτή η “μαχητική δημοκρατία” (wehrhafte Demokratie) λειτούργησε αποτελεσματικά για δεκαετίες.

Ωστόσο, το πολιτικό τείχος προστασίας έχει αρχίσει να ραγίζει. Η AfD, πλέον, πανηγυρίζει εκλογικές νίκες σε τοπικό επίπεδο, εκλέγοντας δημάρχους και εδραιώνοντας τη θέση του στην πολιτική σκηνή, ενώ τώρα διπλασίασε σχεδόν τα ποσοστά της σε εθνικό επίπεδο. Η Άλις Βάιντελ προσκαλείται κανονικά στα τηλεοπτικά πάνελ, συμμετέχει σε debate και δηλώνει έτοιμη να συγκυβερνήσει. Η κανονικοποίηση έχει επιτευχθεί.

Από εδώ και πέρα, το βασικό ερώτημα είναι το εξής: για πόσο ακόμη θα μπορέσουν τα δημοκρατικά κόμματα της Γερμανίας να διατηρήσουν το “τείχος προστασίας” τη στιγμή που οι ακροδεξιοί κερδίζουν έδαφος στην Ευρώπη – και πλέον και στην Αμερική – και ασκούν ολοένα και πιο ισχυρή επιρροή στη γερμανική εσωτερική πολιτική; Πρόκειται για μια σταδιακή διαδικασία, η οποία δεν θα ξεκινήσει σε εθνικό επίπεδο. Είναι πιο πιθανό το τείχος προς τα δεξιά να καταρρεύσει πρώτα σε τοπικό επίπεδο. Ήδη υπάρχουν ενδείξεις γι’ αυτό, ιδιαίτερα στην ανατολική Γερμανία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα