Πολιτικός σεισμός στη Γερμανία: Οι συνέπειες της ισλαμιστικής τρομοκρατίας

Διαβάζεται σε 5'
Πολιτικός σεισμός στη Γερμανία: Οι συνέπειες της ισλαμιστικής τρομοκρατίας
Associated Press

Ο Ρόναλντ Μαινάρντους, πολιτικός αναλυτής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, γράφει στο NEWS 24/7 για το πολιτικό σκηνικό που έχει διαμορφωθεί στη Γερμανία μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Σόλινγκεν.

Η Γερμανία βρίσκεται σε κατάσταση σοκ. Μια ακόμη φρικτή επίθεση με μαχαίρι σπέρνει τον τρόμο στη χώρα. Αυτή τη φορά, η πόλη Σόλινγκεν έγινε το σκηνικό μιας αιματηρής τραγωδίας, όπου ένας Σύρος πρόσφυγας, με διασυνδέσεις με την ισλαμιστική τρομοκρατική οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος», αφαίρεσε τη ζωή τριών επισκεπτών ενός πολιτιστικού φεστιβάλ. Μόλις πριν από τρεις μήνες, ένας άνδρας από το Αφγανιστάν σκότωσε έναν αστυνομικό με μαχαίρι στην βιομηχανική πόλη Μανχάιμ, προκαλώντας επίσης κύμα αποτροπιασμού.

«Η Γερμανία αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα βίας», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung, μια από τις φωνές λογικής στη συναισθηματικά φορτισμένη δημόσια συζήτηση. Τα στοιχεία είναι ανησυχητικά και θέτουν την κυβέρνηση, της οποίας κύριο καθήκον είναι η προστασία της δημόσιας ασφάλειας, σε δύσκολη θέση. Το περασμένο έτος, στη Γερμανία καταγράφηκαν σχεδόν 14.000 επιθέσεις με μαχαίρια. Το γεγονός ότι οι αλλοδαποί ήταν έξι φορές πιο πιθανό να είναι οι δράστες σε σύγκριση με τους Γερμανούς προσδίδει στις επίσημες στατιστικές μια επιπλέον πολιτική δυναμική.

Το έγκλημα στο Σόλινγκεν δεν θα μπορούσε να έρθει σε πιο ακατάλληλη στιγμή για τα κυβερνητικά κόμματα του Βερολίνου. Την ερχόμενη Κυριακή, θα διεξαχθούν εκλογές σε δύο ανατολικά γερμανικά κρατίδια, και μετά την επίθεση, πολλοί αναλυτές φοβούνται πολιτικές αναταράξεις στην ανατολική Γερμανία. Εκτός από την αναμενόμενη άνοδο των ακροδεξιών λαϊκιστών της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AFD), το νεοσύστατο κόμμα «Συμμαχία Σάρα Βάγκενκνεχτ» (BSW), το οποίο προβάλλει παρόμοια λαϊκιστικά επιχειρήματα με την ακροδεξιά στο ζήτημα των αλλοδαπών, αναμένεται να συγκεντρώσει αρκετές ψήφους ώστε να εκπροσωπείται μελλοντικά στην κυβέρνηση.

Η αναμενόμενη επιτυχία των λαϊκιστών τροφοδοτείται από την απογοήτευση ενός μεγάλου μέρους του γερμανικού πληθυσμού απέναντι στην κυβέρνηση του Βερολίνου. Ο Όλαφ Σολτς του SPD είναι ο λιγότερο δημοφιλής καγκελάριος στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Το περιστατικό στο Σόλινγκεν λειτουργεί ως καύσιμο για τους λαϊκιστές. «Είμαι θυμωμένος και οργισμένος», δήλωσε ο Όλαφ Σολτς κατά την επίσκεψή του στον τόπο του εγκλήματος τη Δευτέρα. Ως άμεσο μέτρο, ανακοίνωσε αυστηρότερους νόμους για την κατοχή όπλων και περισσότερες απελάσεις. Ακόμα και κυβερνητικοί αξιωματούχοι παραδέχονται ότι το Βερολίνο έχει αποτύχει να διαχειριστεί αυτό το ζήτημα. Οι επικριτές, των οποίων ο αριθμός αυξάνεται, πιστεύουν ότι η κυβέρνηση έχει χάσει τον έλεγχο των συνόρων.

Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: σύμφωνα με τη Frankfurter Allgemeine Zeitung, το περασμένο έτος καταγράφηκαν 380.000 παράνομες είσοδοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση – ο υψηλότερος αριθμός από το 2016. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι από αυτούς τους παράτυπους μετανάστες, περίπου 260.000 κατέληξαν στη Γερμανία, εκ των οποίων 54.000 προέρχονται από τη Συρία και 35.000 από την Τουρκία και το Αφγανιστάν.

Ο φερόμενος ως δολοφόνος κατάγεται από τη Συρία και έφτασε στη Γερμανία μέσω Βουλγαρίας το 2022. Σύμφωνα με τον νόμο και τις διεθνείς συμφωνίες, θα έπρεπε να είχε επιστραφεί στη Βουλγαρία, αλλά αυτό δεν συνέβη. Τώρα, το γεγονός αυτό πυροδοτεί έντονες συζητήσεις και αλληλοκατηγορίες στη Γερμανία.

«Φτάνει πια», δηλώνει ο Friedrich Merz, ηγέτης της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης. Απαιτεί να απαγορευτεί άμεσα η είσοδος στη χώρα σε οποιονδήποτε αιτούντα άσυλο από τη Συρία και το Αφγανιστάν και ζητά τη συστηματική απέλαση όλων όσων οι αιτήσεις δεν έχουν εγκριθεί. Ο αριθμός των ατόμων που υποχρεούνται να εγκαταλείψουν τη χώρα, δηλαδή των μεταναστών που θα έπρεπε πράγματι να φύγουν, ξεπερνά τις 300.000.

Η απέλαση αυτών των ανθρώπων είναι ευκολότερη στα λόγια παρά στην πράξη. Στην περίπτωση των Σύρων και των Αφγανών, αυτό είναι ιδιαίτερα δύσκολο, καθώς το Βερολίνο δεν διατηρεί επίσημες σχέσεις με το καθεστώς του Άσαντ ή με τους Ταλιμπάν στην Καμπούλ. Ένα άλλο πρόβλημα είναι η έλλειψη συνεργασίας με τις κυβερνήσεις των χωρών-εταίρων στα νότια εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που δέχεται αυξανόμενη κριτική στη Γερμανία.

Σύμφωνα με την ισχύουσα Συμφωνία του Δουβλίνου, οι χώρες μέσω των οποίων οι πρόσφυγες φθάνουν στην Ευρώπη είναι υπεύθυνες για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου. Ωστόσο, η πλειονότητα των προσφύγων δεν συμμορφώνεται με αυτό και κατευθύνεται βορειότερα, κυρίως προς τη Γερμανία. Τα ανοιχτά σύνορα της Ευρώπης στη ζώνη Σένγκεν καθιστούν αυτή τη μετακίνηση εύκολη. Πρόσφατα αποκαλύφθηκε ότι το Βερολίνο ζήτησε από τις αρχές της Βουλγαρίας να δεχθούν πίσω 7.700 πρόσφυγες το 2023. Τελικά, η Σόφια δέχθηκε πίσω μόλις 260.

Το θέμα αυτό έχει επιβαρύνει εδώ και καιρό τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Σύμφωνα με το περιοδικό Der Spiegel, η γερμανική αστυνομία κατέγραψε 7.000 πρόσφυγες στη Γερμανία κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι οποίοι είχαν προηγουμένως αναγνωριστεί ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Πρόκειται κυρίως για Αφγανούς πολίτες, οι οποίοι στη συνέχεια ζητούν άσυλο για δεύτερη φορά στη Γερμανία. Όπως δείχνει η εμπειρία, η απέλασή τους από τη Γερμανία είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Οι ειδικοί συμφωνούν ότι το μεταναστευτικό ζήτημα μπορεί να επιλυθεί μόνο μέσα από διασυνοριακή συνεργασία στην Ευρώπη. Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις, οι κυβερνήσεις κατέληξαν σε μια συμφωνία που, αν και επιτεύχθηκε θεωρητικά, θα απαιτήσει χρόνο και υπομονή για να εφαρμοστεί στην πράξη. Ωστόσο, για την πολιτική τάξη της Γερμανίας, η υπομονή έχει εξαντληθεί μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Σόλινγκεν. Σύντομα αναμένεται μια σκλήρυνση της γερμανικής πολιτικής στο μεταναστευτικό ζήτημα.

Αυτό θα το βιώσουν κυρίως οι πολλοί πρόσφυγες που συνεχίζουν να κατευθύνονται προς τη Γερμανία αναζητώντας μια νέα πατρίδα. Η διαφαινόμενη νέα πολιτική του Βερολίνου αναμένεται να δημιουργήσει επιπλέον εντάσεις με τις χώρες διέλευσης του Νότου. Το μεταναστευτικό ζήτημα αποτελεί ήδη τον μεγαλύτερο διαταρακτικό παράγοντα στις κατά τα άλλα καλές διμερείς σχέσεις μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας.

*Ο Δρ. Ρόναλντ Μαινάρντους είναι πολιτικός αναλυτής, σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα