Σκάνδαλο υποκλοπών στην Ιταλία: Δημοσιογράφοι μηνύουν την κυβέρνηση Μελόνι
Διαβάζεται σε 4'
Το συνδικάτο δημοσιογράφων της Ιταλίας κατέθεσε μήνυση για τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού Graphite, με την κυβέρνηση της Μελόνι να αρνείται κάθε εμπλοκή.
- 19 Φεβρουαρίου 2025 19:46
Το εθνικό συνδικάτο δημοσιογράφων της Ιταλίας υπέβαλε μήνυση κατά της κυβέρνησης της Τζόρτζια Μελόνι, για χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού με στόχο επικριτές της, αντί για εγκληματίες. Η ιταλική κυβέρνηση, αντί να απαντήσει στις αποκαλύψεις, επικαλέστηκε το κρατικό απόρρητο, προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις.
Το σκάνδαλο ξέσπασε στα τέλη Ιανουαρίου, όταν έγινε γνωστό ότι τουλάχιστον επτά άτομα στην Ιταλία, μεταξύ των οποίων ο ερευνητής δημοσιογράφος Φραντσέσκο Καντσελάτο και ο ακτιβιστής υπέρ των μεταναστών Λούκα Καζαρίνι, είχαν στοχοποιηθεί από το Graphite, ένα κατασκοπευτικό λογισμικό στρατιωτικού επιπέδου της ισραηλινής εταιρείας Paragon. Το λογισμικό αυτό προορίζεται αποκλειστικά για χρήση εναντίον εγκληματιών.
Η κυβέρνηση Μελόνι, αντί να δώσει εξηγήσεις, αρνήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις της αντιπολίτευσης στη Βουλή, επικαλούμενη το άρθρο που της επιτρέπει να μην αποκαλύπτει πληροφορίες υπό κρατικό απόρρητο.
Την ίδια στιγμή, όπως γράφει ο Guardian, αν και το γραφείο της πρωθυπουργού αρνείται κάθε ανάμειξη της κυβέρνησης ή των μυστικών υπηρεσιών, η Paragon φέρεται να ακύρωσε τη συνεργασία της με την Ιταλία, καθώς η συμφωνία της απαγόρευε τη χρήση του spyware κατά δημοσιογράφων και μελών της κοινωνίας των πολιτών.
Οι αποκαλύψεις της μυστικής υπηρεσίας
Αρχικά, η ιταλική κυβέρνηση αρνήθηκε ότι η συμφωνία με την Paragon είχε διακοπεί. Ωστόσο, αργότερα, η μυστική υπηρεσία AISE αναγνώρισε ότι η συνεργασία έχει «παγώσει» εν αναμονή εσωτερικής έρευνας.
Ο επικεφαλής της AISE, Τζοβάνι Καραβέλι, παραδέχθηκε ενώπιον της κοινοβουλευτικής επιτροπής πληροφοριών (Copasir) ότι η υπηρεσία είχε χρησιμοποιήσει το spyware της Paragon, αλλά αρνήθηκε ότι είχε στόχο δημοσιογράφους ή ακτιβιστές.
Το συνδικάτο δημοσιογράφων FNSI και το Ιταλικό Τάγμα των Δημοσιογράφων κατέθεσαν μηνυτήρια αναφορά «κατά αγνώστων» για την υπόθεση, αμφισβητώντας τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Μελόνι.
«Ο Φραντσέσκο Καντσελάτο ήταν ο μόνος δημοσιογράφος που στοχοποιήθηκε; Δεν το πιστεύουμε», δήλωσε η γενική γραμματέας της FNSI, Αλεσάντρα Κοστάντε. «Θέλουμε διαφάνεια. Θέλουμε οι δημοσιογράφοι να κάνουν τη δουλειά τους χωρίς να φοβούνται παρακολουθήσεις. Πρόκειται για γεγονότα που παραβιάζουν όχι μόνο τον ποινικό κώδικα, αλλά και το ίδιο το Σύνταγμα. Είναι εξαιρετικά σοβαρό το γεγονός ότι η κυβέρνηση αρνείται να λογοδοτήσει στο κοινοβούλιο».
Ο πρώην πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι έκανε λόγο για «πλήγμα στη δημοκρατία», ενώ ο βουλευτής των Δημοκρατικών, Φεντερίκο Φορνάρο, χαρακτήρισε την άρνηση της κυβέρνησης να απαντήσει ως «χαστούκι στο κοινοβούλιο».
Οι πολιτικοί στόχοι του spyware και η διεθνής διάσταση
Η υπόθεση πήρε νέα τροπή όταν αποκαλύφθηκε ότι το spyware χρησιμοποιήθηκε και κατά του Λούκα Καζαρίνι, ακτιβιστή και επικεφαλής της ΜΚΟ Mediterranea Saving Humans, η οποία επικρίνει τη στάση της Ιταλίας στο μεταναστευτικό.
Ο Καζαρίνι, ο οποίος ειδοποιήθηκε από το WhatsApp ότι είχε στοχοποιηθεί, κατήγγειλε την παρακολούθησή του στις αρχές του Παλέρμο, δηλώνοντας: «Ανεξάρτητα από το ποια υπηρεσία χρησιμοποίησε το spyware εναντίον μου, αυτές οι παρακολουθήσεις είναι παράνομες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι στόχοι είναι πολιτικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης. Αυτή είναι μια τακτική αυταρχικών καθεστώτων».
Η υπόθεση ερευνάται και από το Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο, το οποίο εξετάζει την κυβερνοεπίθεση εναντίον του Καζαρίνι και επιχειρεί να εντοπίσει ποια κρατική υπηρεσία ή εταιρεία βρίσκεται πίσω από αυτήν.
«Η ανάλυση της επίθεσης κατά του Λούκα Καζαρίνι μπορεί να αποκαλύψει ενδιαφέροντα στοιχεία για την πηγή της», αναφέρει η έκθεση του Citizen Lab. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μόνο κυβερνητικές υπηρεσίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αυτήν την τεχνολογία».
Συνταγματική παραβίαση ή μέτρο εθνικής ασφάλειας;
Αν επιβεβαιωθεί ότι το spyware χρησιμοποιήθηκε κατά ατόμων που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση της Μελόνι, θα πρόκειται για σοβαρή συνταγματική παραβίαση των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Ο ποινικολόγος Τζουζέπε Ινζερίλο εξηγεί: «Οι μυστικές υπηρεσίες ή η αστυνομία μπορούν να διεξάγουν προληπτικές παρακολουθήσεις μόνο αν το άτομο θεωρείται σοβαρή απειλή για την εθνική ή οικονομική ασφάλεια. Αυτά τα μέτρα εφαρμόζονται κυρίως σε υπόπτους για τρομοκρατία ή οργανωμένο έγκλημα».
Ωστόσο, πολλοί νομικοί θεωρούν ότι αυτού του είδους οι παρακολουθήσεις βρίσκονται στα όρια της συνταγματικότητας, καθώς το άτομο που στοχοποιείται δεν έχει κανένα νομικό μέσο άμυνας. Σε πρακτικό επίπεδο, ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εσωτερικών ή ο υπουργός Δικαιοσύνης μπορούν να εγκρίνουν παρακολουθήσεις από τις υπηρεσίες πληροφοριών, συλλέγοντας μεταδεδομένα και επικοινωνίες από άτομα που θεωρούνται «απειλή για την εθνική ασφάλεια».
«Οι νομικοί έχουν εδώ και χρόνια κατακρίνει αυτή την πρακτική. Ειδικά όταν χρησιμοποιείται για πολιτικούς λόγους, θέτει σε κίνδυνο τη δημοκρατία», τονίζει ο Ινζερίλο.