Τι είναι τα ισραηλινά κιμπούτς που έγιναν στόχος της Χαμάς
Διαβάζεται σε 5'Στο Ισραήλ υπάρχουν μέχρι σήμερα περίπου 250 κιμπούτς. Όσα βρίσκονται κοντά στα σύνορα με τη Γάζα δέχτηκαν επίθεση από ρουκέτες της Χαμάς. Ας δούμε τι είναι και πώς λειτουργούν.
- 11 Οκτωβρίου 2023 16:57
Τα ισραηλινά κιμπούτς, κοντά στα σύνορα με τη Γάζα, έχουν γίνει ο κύριος στόχος της επίθεσης της παλαιστινιακής Χαμάς. Λίγοι, όμως, γνωρίζουν τι είναι και πως λειτουργούν.
Ας δούμε αναλυτικά.
Οι “κομμούνες” του Ισραήλ
Τα κιμπούτς, που στα εβραϊκά σημαίνει “συγκέντρωση, ομαδοποίηση”, ήταν οικονομικά αυτόνομες κοινότητες, που, κατά την δημιουργία τους, βασίζονταν στην οικονομική αλληλοβοήθεια, τη δημοκρατική οργάνωση και τις στενές κοινωνικές επαφές.
Λειτουργούσαν ως κολεκτίβες, κατά τα σοσιαλιστικά πρότυπα, και βασίζονταν στον αγροτικό τρόπο ζωής.
Τα κιμπούτς ήταν θεμελιώδη για την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ και μέχρι σήμερα εξακολουθούν να κατέχουν μια βαθιά συμβολική θέση στην ιστορία της χώρας.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα της Wall Street Journal, ο Ran Abramitzky, καθηγητής στο Στάνφορντ και συγγραφέας του βιβλίου “The Mystery of the Kibbutz: Egalitarian Principles in a Capitalist World”, παρομοίασε ένα τυπικό κιμπούτς με ένα “γραφικό χωριό στην ύπαιθρο”, με μικρά διαμερίσματα, καταπράσινα μονοπάτια περιπάτου, όπου τα παιδιά περιφέρονται ελεύθερα. Όπως είπε, τα κιμπούτς “οικοδομήθηκαν πάνω στις αρχές της κοινοτικής και συνεργατικής διαβίωσης, της ισότιμης μοιρασιάς και της αμοιβαίας βοήθειας”.
Τα κιμπούτς εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στις αρχές του 1900, με την ανάπτυξη της αγροτικής κοινότητας Degania γύρω στο 1910. Οι Εβραίοι έποικοι που βρίσκονταν πίσω από το εν λόγω κίνημα οραματίστηκαν τα κιμπούτς ως ένα μέρος, όπου ο σιωνισμός συναντούσε τον μαρξισμό.
Τα πρώτα κιμπούτς δημιουργήθηκαν κοντά στα σύνορα με τον Λίβανο, τον Ιορδάνη ποταμό και γύρω από την Λωρίδα της Γάζας ενώ αρκετά από αυτά χτίστηκαν σε παλαιστινιακή γη. Ο αριθμός των κατοίκων τους κυμαινόταν από 50 έως 2.000 άτομα.
Ιδρύθηκαν με βάση τα σοσιαλιστικά πρότυπα και στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στη γεωργία. Οι κιμπούτσνικ, όπως αυτοαποκαλούνταν οι κάτοικοι των κιμπούτς, μοιράζονταν τη γη, είχαν ίσους μισθούς και δεν είχαν ιδιοκτησία. Σε ορισμένες πρώιμες κοινότητες, τα παιδιά μεγάλωναν από την κολεκτίβα και ζούσαν σε ένα σπίτι, όπου τα επισκέπτονταν οι γονείς τους.
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βικτώριας στον Καναδά και συγγραφέας του βιβλίου “Chasing Utopia: Το μέλλον του κιμπούτς σε ένα διαιρεμένο Ισραήλ”, David Leach, περιέγραψε ότι εντός των ιδιαίτερων αυτών κοινοτήτων ξεσπούσαν φιλοσοφικές συζητήσεις για θέματα, όπως το αν ο καθένας θα έπρεπε να έχει έναν βραστήρα τσαγιού στο δωμάτιό του ή να χρησιμοποιεί έναν κοινόχρηστο, ώστε να διευκολύνεται η κοινωνική αλληλεπίδραση.
“Συχνά περιγραφόταν ως η πιο αγνή μορφή κομμουνισμού στον δυτικό κόσμο”, ανέφερε ο Leach. “Ήταν σαν μια ριζοσπαστική δημοκρατία στην οποία όλοι, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, είχαν δικαίωμα ψήφου”, πρόσθεσε.
Κατά το Jewish Agency for Israel, τα κιμπούτς λειτουργούσαν με την προϋπόθεση ότι όλα τα έσοδα που παράγονταν από την κοινότητα και τα μέλη της, κατέληγαν σε μια “κοινή δεξαμενή”. Τα έσοδα αυτά διατίθονταν για τα λειτουργικά έξοδα της κοινότητας και την πραγματοποίηση επενδύσεων. Τα μέλη των κιμπούτς λάμβαναν τον ίδιο προϋπολογισμό, ανεξάρτητα από τη θέση εργασίας τους, ανάλογα μόνο με το μέγεθος της οικογένειας τους. Όσον αφορά την εκπαίδευση, όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως είχαν ισότιμη πρόσβαση σε αυτή.
Ο κάθε κοινοτικός οικισμός διοικούταν από ένα σύστημα άμεσης συμμετοχικής δημοκρατίας, όπου το κάθε άτομο μπορούσε να επηρεάσει άμεσα τις εξελίξεις στην κοινότητα. Σε αυτή την, ως επί το πλείστον, αυτάρκη κοινότητα, η συλλογικότητα και η εργασιακή ηθική έπαιζαν σημαντικό ρόλο.
Πώς είναι σήμερα
Όπως επισημαίνει η WSJ, πολλά κιμπούτς τελικά εκβιομηχανίστηκαν, στην προσπάθειά τους να βρουν νέους πόρους. Για παράδειγμα, το κιμπούτς HaGoshrim στο βόρειο Ισραήλ αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες μέχρι που η κοινότητα επένδυσε στην παραγωγή ενός εργαλείου για την αποτρίχωση των γυναικών τη δεκαετία του 1980.
Το κιμπούτς Be’eri, το οποίο μάλιστα δέχτηκε επίθεση από την παλαιστινιακή Χαμάς το Σάββατο (8/10), στηρίζεται οικονομικά στην επιτυχημένη εταιρεία εκτυπώσεων, η οποία ιδρύθηκε το 1950.
Ενώ τα κιμπούτς ευημερούσαν στα μέσα του αιώνα, η δύναμή τους μειώθηκε τη δεκαετία του 1970, ιδίως μετά την εκλογή μιας δεξιάς κυβέρνησης στο Ισραήλ το 1977 και με την οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1980.
Παρ’ όλα αυτά, κατάφεραν να παραμείνουν, και τις τελευταίες δεκαετίες, εμφανίστηκαν νέες παραλλαγές του κιμπούτς. Ορισμένα ιδιωτικοποιήθηκαν και μετατράπηκαν σε κανονικές κοινότητες με κάποιες κοινωνικές παροχές, ενώ πολύ λίγα, όπως το Be’eri, έχουν διατηρήσει την παραδοσιακή, κολεκτιβιστική προσέγγιση που χρονολογείται από τις αρχές του 1900.
Σήμερα υπάρχουν περίπου 250 κιμπούτς στη χώρα, όπου ζουν περίπου 125.000 άνθρωποι. Η πλειονότητα των κιμπούτς είναι κοσμικά, αλλά υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 20 θρησκευτικά, καθώς και μερικά που συνδέονται τόσο με το Συντηρητικό όσο και με το Μεταρρυθμιστικό ρεύμα.
Οι διαφορετικοί τύποι κιμπούτς, σύμφωνα με το Jewish Agency for Israel, υπαγορεύονται από την ιστορική τους καταγωγή, τις ηλικίες των μελών τους και τη γενική κοινωνική και οικονομική επιτυχία και ασφάλειά τους. Βρίσκονται σε όλη τη χώρα και ποικίλλουν ως προς το μέγεθος, την τοποθεσία, το κλίμα, τη γεωργία, τους τύπους βιομηχανίας, τον πληθυσμό, την ιδεολογία και τα θρησκευτικά πιστεύω.
Παρόλο που στα κιμπούτς περιλαμβάνεται μόλις το 3% της ισραηλινής κοινωνίας, έχουν αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα τους στον πολιτισμό και την ιδεολογία της χώρας.