Τι πρέπει να προσέξουμε στη Γενεύη
Οι κίνδυνοι και τα διλήμματα στο Κυπριακό. Ο Ανδρέας Θεοφάνους, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, αναλύει τα τέσσερα καθοριστικά βήματα ώστε να αποφευχθούν δυσάρεστες εξελίξεις
- 09 Ιανουαρίου 2017 16:17
Του Ανδρέα Θεοφάνους*
H Κυπριακή Δημοκρατία βρίσκεται και πάλιν ενώπιον μιας νέας δοκιμασίας. Η προσδοκία του Προέδρου Αναστασιάδη για τις επικείμενες διαπραγματεύσεις της Γενεύης είναι ότι κατά τις πρώτες μέρες θα κλείσουν όλα τα ανοικτά κεφάλαια και στις 12 Ιανουαρίου θα υπάρξει διάσκεψη για την ασφάλεια. Ενώ μέχρι και τις τελευταίες μέρες η σύνθεση της διάσκεψης και ο ρόλος των τρίτων μερών δεν είχαν διευκρινιστεί, τελικά ο Πρόεδρος παραδέχθηκε ότι θα είναι πενταμερής.
Πάγιος στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς ήταν η κατάληξη σε περίγραμμα λύσης και μετά η σύγκληση διεθνούς διάσκεψης για το θέμα της ασφάλειας. Πέρα από την προσήλωση του Προέδρου Αναστασιάδη σε μια φιλοσοφία λύσης η οποία θα δημιουργήσει πολύ περισσότερα προβλήματα απ’ όσα θα επιλύσει, δυστυχώς και σε θέματα διαδικασίας παραβίασε τις ίδιες τις δεσμεύσεις του.
Από την αρχή της διαδικασίας είχα καταθέσει την κριτική μου υπογραμμίζοντας ότι η συγκεκριμένη βάση των συνομιλιών θα είχε κατάληξη με οδυνηρά διλήμματα. Δυστυχώς οδηγηθήκαμε σε χειρότερες εξελίξεις, με σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης με χάσμα απόψεων των δύο πλευρών. Εκ των πραγμάτων θα υπάρξουν εκβιαστικά διλήμματα.
Φυσιολογικά αυτές τις μέρες παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στο Κυπριακό από τους πολίτες, ενώ υπάρχει και εύλογη ανησυχία για τα τεκταινόμενα. Σημειώνω ότι σε συζητήσεις με ξένους διπλωμάτες και αναλυτές άκουσα μια πολύ σημαντική επισήμανση: ενώ για χρόνια υπήρχαν προσπάθειες για μη αναγνώριση της κατοχικής οντότητας, με την υφιστάμενη βάση των συνομιλιών προκύπτει ένα συνιστών τουρκοκυπριακό κράτος με τα δικά του σύνορα, σύνταγμα και τη δική του σημαία, όπως δηλαδή και στο Σχέδιο Ανάν. Ένα συνιστών κράτος σε μια χαλαρή ομοσπονδία έχει ουσιαστική νομική οντότητα. Προφανώς, μεταξύ άλλων, δεν κατανοήθηκαν επαρκώς οι διαφορές μεταξύ περιφέρειας και συνιστώντος κράτους καθώς και οι προεκτάσεις. Συνιστών σε απλά ελληνικά σημαίνει (και) ιδρυτικό.
Ούτως ή άλλως ευρισκόμεθα σήμερα ενώπιον μιας πολύ δύσκολης κατάστασης. Αθήνα και Λευκωσία μιλούν για ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος χωρίς εγγυήσεις. Θεωρώ πολύ δύσκολη αν όχι αδύνατη των επίτευξη αυτών των στόχων με την υφιστάμενη βάση των συνομιλιών. Εν ολίγοις υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση μεταξύ της βάσης των συνομιλιών και των διακηρύξεων για ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.
Δυστυχώς, αξιολογώντας όλα τα δεδομένα, εάν υπάρξει κατάληξη θα πρόκειται περί ενός Σχεδίου το οποίο θα φέρει τον Κυπριακό Ελληνισμό ενώπιον οδυνηρών διλημμάτων. Και το χειρότερο δεν είναι ότι ο λαός θα βιώσει την προτεινόμενη λύση μόνο ως άδικη, αλλά πολύ περισσότερο ως μια πρόταση που οδηγεί σε επιδείνωση του status quo. Προφανώς ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός νέου διχασμού. Για να αποφευχθεί μια τέτοια δυσμενής εξέλιξη, είναι καθοριστικής σημασίας να διασφαλισθούν ορισμένα καθοριστικά ζητήματα.
Πρώτο, είναι η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας τόσο σε ουσιαστικό όσο και σε συμβολικό επίπεδο. Εν ολίγοις είναι σημαντικό να αποφευχθεί το στοιχείο της παρθενογένεσης και ταυτόχρονα να διατηρηθεί η υφιστάμενη σημαία του κοινού κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεύτερο είναι επίσης σημαντικό να αποφευχθεί η εκ περιτροπής προεδρία. Άλλο η αποτελεσματική συμμετοχή της τουρκοκυπριακής κοινότητας στα ομοσπονδιακά όργανα και άλλο η απαίτηση για εκ περιτροπής προεδρία. Είχα από το 2004 εισηγηθεί κοινό ψηφοδέλτιο Ελληνοκύπριου και Τουρκοκύπριου για τη θέση του Προέδρου και Αντιπρόεδρου χωρίς το σύνταγμα να παραπέμπει στο ποιος θα είναι ο Πρόεδρος και ποιος ο Αντιπρόεδρος. Αυτό θα είναι το αποτέλεσμα των δημοκρατικών διαδικασιών και των πολιτικών πραγματικοτήτων.
Τρίτο, στο θέμα των εγγυήσεων δεν μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται το προηγούμενο καθεστώς. Στα πλαίσια αυτά δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν μονομερή δικαιώματα επέμβασης, ακόμα και εάν υπάρξουν μεταβατικές περίοδοι. Σε μια τέτοια περίπτωση, δηλαδή μεταβατικοί περίοδοι με εγγυήσεις, η εμπλοκή του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι απαραίτητη.
Τέταρτο είναι πολύ σημαντικό να αξιολογήσουμε την επόμενη μέρα μιας πιθανής αποτυχίας των συνομιλιών. Όχι μόνο δεν πρέπει να κατανεμηθούν ευθύνες στην ελληνοκυπριακή πλευρά, αλλά θα πρέπει επίσης να δούμε και την επόμενη μέρα. Γι’ αυτό με σοβαρότητα θα πρέπει να αξιολογήσουμε την εναλλακτική πρόταση που έχει ήδη κατατεθεί, η οποία παραπέμπει σε μια εξελικτική διαδικασία με συγκεκριμένο οδικό χάρτη (βλέπε Κείμενο Πολιτικής του Ανδρέα Θεοφάνους, Σωτήρη Κάττου και Κωνσταντίνου Μαυροειδή με τίτλο «Η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία και η Εναλλακτική Πρόταση», Δεκέμβριος 2016, 4/2016). Δεν μπορεί πλέον να προβάλλεται η θέση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση. Ας ελπίζουμε ότι με τη νέα χρονιά θα αρχίσουμε επιτέλους να ενεργούμε με μεγαλύτερη σοβαρότητα και σύνεση.
* Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.