ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ Κ* ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΔΕΝ ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ ΑΣΦΑΛΗΣ ΠΟΥ ΜΕΓΑΛΩΝΩ ΕΔΩ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ”
Συνέντευξη με αφορμή το τελευταίο της βιβλίο, "Πράγματα που σκέφτεται η Παρθένος Μαρία καπνίζοντας κρυφά στο μπάνιο".
Η Αλεξάνδρα Κ* είναι μια πολυσχιδής καλλιτέχνιδα με έργο που εκτείνεται στο θέατρο, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και την αρθρογραφία. Παράλληλα είναι και μια γυναίκα που τοποθετείται και γράφει από ενσώματη θέση, πράγμα πολύτιμο. Ειδικά στο τελευταίο της βιβλίο «Πράγματα που σκέφτεται η Παρθένος Μαρία καπνίζοντας κρυφά στο μπάνιο», φέρνει μπροστά άλλοτε με τρυφερότητα, άλλοτε με χιούμορ, άλλοτε με ωμότητα και ποτέ με περιττό μελοδραματισμό, ζητήματα που παρότι συνιστούν κοινά βιώματα των θηλυκοτήτων, παραμένει δύσκολο να αρθρωθούν εξαιτίας της ακαμψίας των έμφυλων στερεοτύπων και του σεμνότυφου ή καθαγιασμένου μυστικισμού που περιβάλλει διάφορες πτυχές της γυναικείας ζωής.
Κι ενώ αναδεύει τραύματα, απωθημένα και ντροπές, δε χάνει σε λογοτεχνικότητα με αποτέλεσμα να συγκροτεί ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα. Έτσι, δικαίως κατακτά μια θέση στη σύγχρονη γυναικεία γραφή με φεμινιστικό πρόσημο, το οποίο διέπει γενικότερα τη δουλειά της και το δρόμο της, σε μια άγρια εποχή που από τη μία λαχταρά για αφηγήσεις έξω από τον πατριαρχικά και ταξικά ορισμένο λογοτεχνικό κανόνα και από την άλλη όλοι αυτοί που στρογγυλοκάθονταν αμέριμνοι για δεκαετίες στο προνόμιο τους, τρίζουν τα δόντια τους απέναντι σε όσους και κυρίως σε όσες το αμφισβητούν.
Αλεξάνδρα, το πρώτο διήγημα στο καινούργιο σου βιβλίο, «πράγματα που σκέφτεται η Παρθένος Μαρία καπνίζοντας κρυφά στο μπάνιο», έχει στο επίκεντρο ζητήματα εγκυμοσύνης, λοχείας, θηλασμού. Είναι από μόνο του ριζοσπαστικό να γράφεις για τέτοια θέματα έξω από τις αφηγήσεις «ευτυχισμένης ιερότητας»;
Είναι αν και δε θα έπρεπε. Με το συγκεκριμένο διήγημα, η προσωπική μου ανάγκη ήταν να μοιραστώ πράγματα που άκουγα ως μέλλουσα μητέρα και τότε δεν είχα καμία γυναίκα γύρω μου να τα συζητήσω χωρίς το φόβο να ακουστώ «τρελή» ή «ακατάλληλη για μητέρα». Πήρα αυτές τις πληροφορίες και τις έκανα ένα κωμικό εγχειρίδιο εγκυμοσύνης, είναι δηλαδή ένα συμπίλημα πραγμάτων, διατυπωμένο με έναν τρόπο κουνημένο γιατί όλα αυτά που ακούμε έρχονται σε μεγάλη αντίθεση με το πώς νιώθεις εσύ μέσα στο σώμα σου. Η διαφορά με το πώς ένιωθα εγώ και πως μου έλεγαν ότι πρέπει να νιώθω ήταν σχιζοφρενική.
Γέλασα πικρά και σπαρακτικά με την παράφραση «θηλασμός ή βαρβαρότητα». Πιστεύεις ότι ο θηλασμός τείνει να μετατραπεί σε μια νέα πηγή έμφυλης καταπίεσης; Σε διάφορες εκδοχές, είτε δε θηλάζεις, είτε θηλάζεις πέρα από το εξάμηνο που ορίζει ο ΠΟΥ, είτε δεν είσαι τόσο ακομπλεξάριστη για να θηλάζεις παντού, είτε «αυτή είναι μια ιδιαίτερη στιγμή και δεν πρέπει να σκρολάρεις ταυτόχρονα»;
Πιστεύω ότι -όπως πολλά θέματα γύρω απ’ τη μητρότητα- κάποιες φορές παίρνει διαστάσεις θρησκείας. Είναι ένα πράγμα που από κάθε γυναίκα βιώνεται διαφορετικά. Οι γενικές συμβουλές με τη μορφή της απόλυτης αλήθειας είναι ένας τρόπος περιορισμού. Το πώς νιώθεις εσύ θα σε οδηγήσει στην επιλογή ενστικτωδώς, θα σου υπαγορεύσει τι θα κάνεις. Για κάποιες γυναίκες η μητρότητα είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ταυτότητας τους, για άλλες μικρότερο, για άλλες σημαίνει αυτοπραγμάτωση, για κάποιες όχι. Εμένα ήταν ένα θέμα που με καταπίεσε πολύ.
Σε τουλάχιστον δύο διηγήματα περιγράφεις τη βία που διαχέεται στη ζωή μιας γυναίκας σήμερα. Ωστόσο η βία δεν έχει τα χαρακτηριστικά της σωματικής βίας. Ήταν μια επιλογή για σένα να αποφύγεις μια τέτοια ιστορία και να δώσεις έμφαση στις λιγότερο εμφανείς διαστάσεις της έμφυλης βίας και της ανασφάλειας που προκαλεί;
Όχι, δεν το έκανα συνειδητά, δεν είχα αρχική πρόθεση να αποτυπώσω κάτι πιο βίαιο. Στο πρώτο διήγημα με τη βόλτα στο πάρκο ήθελα να υπογραμμίσω τη διερώτηση του κοριτσιού που αντιδρά και μετά αισθάνεται άσχημα επειδή αντέδρασε, που δεν ξέρει αν πρέπει να αναγνωρίσει αυτό που της συνέβη ως παραβίαση. Στο δεύτερο διήγημα με τη σεξουαλική παρενόχληση, ήθελα να φωτίσω την πεποίθηση με την οποία μεγάλωσε η δική μου γενιά, ότι αν δε νιώσεις και λίγο σεξουαλικό αντικείμενο, δε μετράς. Με ενδιαφέρουν περισσότερο δηλαδή οι γκρίζες ζώνες, αυτά που δε μπορούμε ακόμα να αναγνωρίσουμε ως βία αλλά αφήνουν ουλές.
Κάτι άλλο που σκέφτομαι είναι ότι ο τρόπος που μιντιακά τουλάχιστον αντιμετωπίζονται τα περιστατικά έμφυλης βίας είναι με άκριτη αναπαραγωγή φριχτών λεπτομερειών, με όρους που ενίοτε προσιδιάζουν μεταξύ ηδονοβλεψίας και κανονικοποίησης της βαναυσότητας. Σου φαίνεται προβληματικό;
Υπάρχει ένα shockingfactor. Δεν ξέρω αν χρησιμοποιείται για να κινητοποιήσει ή για να μαζέψει κλικς, εμένα πάντως μου σηκώνεται η τρίχα. Διαβάζω ειδήσεις που μου χτυπάνε με τη μια στο θυμικό και μετά αναρωτιέμαι αν πρέπει να περιγράφονται έτσι τόσο σκληρές εικόνες. Με ενοχλεί, επίσης, όταν τέτοια γεγονότα γίνονται αφορμή για τέχνη.
Ένα από τα αγαπημένα μου διηγήματα στο βιβλίο είναι το «Γυναίκες μιλάνε στο τηλέφωνο». Το βρίσκω τρυφερό και ειλικρινές μαζί για τη σχέσης μητέρας – κόρης. Αυτή είναι μια σχέση που από την τέχνη μέχρι την ψυχοθεραπεία μας δίνεται διαμοεσολαβημένη από το πατριαρχικό βλέμμα;
Εντελώς, προσπαθούσα να ανατρέξω σε ένα λογοτεχνικό παράδειγμα αυτή της σχέσης που να μην κυριαρχεί ο ανταγωνισμός, η ζήλεια, η μικρότητα. Εγώ δεν το έχω βιώσει αυτό ως μητέρα, μπορεί να είμαι πολύ τυχερή. Πιστεύω ότι η πλειονότητα των καταγραφών αυτών, όπως γενικά και οι σχέσεις των γυναικών μεταξύ τους, έχουν γίνει με τον τρόπο που θα βόλευε μια πατριαρχική κοινωνία.
Ως μητέρα ενός κοριτσιού με επίγνωση της συνθήκης έμφυλης βίας, έχεις σκεφτεί πως θα της μεταφέρεις αυτή την επίγνωση χωρίς να την τρομάξεις ή να την περιορίσεις;
Είμαι σε τεράστιο δίλλημα για αυτό το πράγμα. Η κόρη μου ανήκει σε μια γενιά που έχει ήδη πάρει την πληροφορία. Κάποιες φορές δεν κρατιέμαι και της λέω ένα περιστατικό που συνέβη ως έχει, κάποιες άλλες το ζαχαρώνω. Τρέμω τώρα που αρχίζει να κυκλοφορεί μόνη της. Της έχω εξηγήσει τι συνιστά παραβίαση ή κακοποίηση αλλά τα γνώριζε ήδη. Ευτυχώς αυτά τα κορίτσια από πολύ νωρίς ενημερώνονται. Η ίδια και οι φίλες της αναγνωρίζουν ως τραύμα και κακοποίηση κάτι που εγώ και οι φίλες μου αναρωτιόμασταν τι έγινε και αν φταίμε. Είναι κάτι που με καθησυχάζει.
Ζούμε σε μια συντηρητική χώρα. Εκτός δακτυλίου το εθνικοχριστιανικό – που λες, δεσπόζει. Για μένα ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να αλλάξει είναι μέσω της παιδείας.
Ο εθνικοχριστιανικός θόρυβος που σηκώθηκε για την προβολή της ταινίας «Αγόρια στο ντους», σε τρομάζει;
Το θεωρώ όντως τρομακτικό. Θυμάμαι στην πρώτη γυμνασίου μια καθηγήτρια ιστορίας μας έκανε μια ώρα μάθημα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης. Ήταν χρήσιμο γιατί δεν είχαμε να μάθουμε τίποτα από πουθενά. Έκατσε η γυναίκα και μας τα εξήγησε ωραία και απλά. Την επόμενη μέρα την είχαν διώξει. Ζούμε σε μια συντηρητική χώρα. Εκτός δακτυλίου το εθνικοχριστιανικό – που λες, δεσπόζει. Για μένα ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να αλλάξει είναι μέσω της παιδείας. Εμένα μου πήρε αρκετά χρόνια να μάθω για τη σεξουαλική υγεία γιατί μεγάλωσα σ’ ένα πουριτανικό περιβάλλον. Εναποθέτω τις ελπίδες μου σε τέτοιες περιπτώσεις όπως της δασκάλας που έδειξε την ταινία ή της δικής μου καθηγήτριας που θα λειτουργήσουν εμπνευστικά.
Σε τρία από τα διηγήματα σου, στη μητέρα που δε μπορεί να εξασφαλίσει ονειρεμένες διακοπές στην κόρη της, στην καμαριέρα που είναι μετανάστρια, στη Ρόζα που παίρνει τρία λεωφορεία για να πάρει 700 ευρώ, υφέρπει το ταξικό στοιχείο. Το τι σημαίνει να ζεις ως ταξικά μη προνομιούχο υποκείμενο σου λείπει από τη λογοτεχνία;
Μου λείπει η καταγραφή του πώς το βιώνει αυτό η γενιά μου που είναι σαν να μεγάλωσε σε άλλη τάξη και τώρα να βρίσκεται σε άλλη, χαμηλότερη. Ζούμε με την αγωνία να μην εκπέσουμε από τη μεσαία τάξη πιο κάτω, μας βλέπω να είμαστε στο κάγκελο του μπαλκονιού και κρατιόμαστε. Είμαστε μια γενιά που το κρύβει, κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να δείξουμε ότι βγάζουμε το μήνα ενώ δε γίνεται πρακτικά να βγάλεις το μήνα και το φέρουμε ως ενοχή γιατί ήμασταν τα παιδιά «επενδύσεις», έπεσε πολύ χρήμα πάνω μας με προοπτική να έχουμε μια καλή ποιότητα ζωής. Στην Ελλάδα για να επιβιώσεις ως καλλιτέχνης πρέπει να έχεις ισχυρό οικονομικό υπόβαθρο πίσω σου, αφού δεν υπάρχει θεσμική υποστήριξη. Όσοι δεν το έχουμε, η λύση που έχουμε βρει είναι να εργαζόμαστε δεξιά κι αριστερά. Προσωπικά έχω γράψει ό,τι αηδία μπορείς να φανταστείς για να έχω τρεις μέρες ελεύθερες να γράψω αυτά που θέλω, έχω ξοδευτεί πάρα πολύ δουλεύοντας για άλλους. Βλέπω συγγραφείς που έχουν το περιθώριο να ξυπνήσουν το πρωί, να πάρουν το χρόνο τους, να γράψουν, να πειραματιστούν, να αποτύχουν και να το πάρουν πάλι απ’ την αρχή. Στους λογοτεχνικούς κύκλους νιώθω εξωγήινη και συχνά αντιμετωπίζομαι έτσι. Δε βρίσκεις εύκολα ανθρώπους που δεν προέρχονται από σπίτια με τεράστιες βιβλιοθήκες. Είναι ταξικό πράγμα η τέχνη. Αν θέλεις να φτάσεις σε υψηλό επίπεδο, χρειάζεσαι χρόνο και τριβή. Αυτό, ας πούμε, είναι ένα παράπονο που κουβαλάω.
Ειδικά στο χώρο του βιβλίου δεν υπάρχει καμία απολύτως κρατική πολιτική στήριξης.
Ναι, είναι αδιανόητο. Θα σου πω δύο παραδείγματα: Λανσαραν πριν δύο χρόνια ένα πρόγραμμα που θα βοηθούσε τις μεταφράσεις ελληνικών βιβλίων σε άλλες γλώσσες. Δύο χρόνια μετά δεν έχουν πληρώσει κανέναν. Όταν με έστειλε στην Αϊόβα η αμερικάνικη πρεσβεία ως νέα συγγραφέα, φτάνοντας εκεί, συνειδητοποίησα ότι όλοι οι υπόλοιποι συγγραφείς – που κάποιοι έρχονταν από χώρες που τις έχουμε στο μυαλό μας ως «τρίτο κόσμο» ή ακόμα και από απολυταρχικά καθεστώτα- είχαν έρθει με ένα τυπωμένο βιβλιαράκι της δουλειάς τους στ΄ αγγλικά με μέριμνα είτε του υπουργείου Πολιτισμού, είτε κάποιου Ινστιτούτου ή δωρητή ιδιώτη. Εγώ δεν είχα τίποτα, ούτε μερίμνησε κανείς να μου κλείσει ραντεβού με εκδότες και ατζέντηδες, όπως είχε συμβεί με τους υπόλοιπους.
Εικάζω ότι τα πράγματα που γράφεις ή έστω κάποια από αυτά, εμπεριέχουν και δικά σου βιώματα. Ήθελα, όμως, να σε ρωτήσω αν έχεις σκεφτεί να γράψεις μια δική σου ιστορία ως τέτοια σε μια λογοτεχνική μεταγραφή, εννοώ κάτι autofiction. Σ’ αρέσει το autofiction;
Διαβάζω πολύ autofiction. Eχω παρόλα αυτά την απαίτηση και για μια ελάχιστη λογοτεχνικότητα, ακόμα κι αν η ιστορία που μου λες είναι κάτι φοβερό.
Προτιμάς δηλαδή τον τρόπο που γράφει ο Ocean Vuong και λιγότερο η Annie Ernaux;
Η Ernaux είναι καλό παράδειγμα για να εξηγήσω καλύτερα αυτό που εννοώ. Διαβάζοντας το «Γεγονός» κατάλαβα τι σήμαινε για μια γυναίκα να μην έχει το δικαίωμα να κάνει έκτρωση και με σόκαρε. Δεν είναι κάτι που ως αναγνώστρια απόλαυσα αλλά είχε άλλη λειτουργία και θεωρώ σημαντικό ότι υπάρχει αυτή η καταγραφή. Εννοώ πως αυτό που θα απολαύσω, κι αυτό που θα βρω σημαντικό, δεν ταυτίζονται απαραίτητα. Ούτε το «Σπίτι των Ονείρων» της Ματσάδο με κάλυψε λογοτεχνικά αλλά βρήκα μέσα κομμάτια της δικής μου αντίστοιχης κακοποιητικής σχέσης. Για να αναφέρω κάτι από τη σύγχρονη εγχώρια παραγωγή, η «Λόλα Καραμπόλα» της Ερωφίλης Κόκκαλη είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα καταγραφής μιας εμπειρίας, λογοτεχνικά εξαιρετικά δουλεμένης.
Οι περισσότερες συγγραφείς που ήθελαν να νιώσουν μέρος της λογοτεχνικής κοινότητας, δεν έγραφαν για τη γυναικεία εμπειρία, γιατί θεωρούνταν κάτι ελαφρύ. Η μάχη στον πόλεμο θεωρούνταν πολύ πιο κρίσιμη από τη μάχη μέσα σε ένα σπίτι.
Ενδεχομένως, όμως, κι αυτό που έχει επικρατήσει ως λογοτεχνικός κανόνας και καθορίζει τι είναι καλό και τι όχι, να είναι ήδη διαμορφωμένο στη βάση ταξικών, έμφυλων, εθνοτικών αντιθέσεων. Είναι μια επισήμανση που έχουν κάνει και ο Ocean Vuong και ο Edouard Louis.
Ισχύει. Προσωπικά, αμφισβητώ αυτό που καθιερωμένα θεωρείται «σοβαρή λογοτεχνία» και το οποίο ήταν μέχρι πρότινος καθορισμένο από 10 άνδρες που έδιναν ή δεν έδιναν τη σφραγίδα τους. Οι περισσότερες συγγραφείς που ήθελαν να νιώσουν μέρος της λογοτεχνικής κοινότητας, δεν έγραφαν για τη γυναικεία εμπειρία, γιατί θεωρούνταν κάτι ελαφρύ. Η μάχη στον πόλεμο θεωρούνταν πολύ πιο κρίσιμη από τη μάχη μέσα σε ένα σπίτι. Υπήρχε τεράστιο κράτημα και φόβος των γυναικών συγγραφέων να μιλήσουν σε βάθος για την εμπειρία του γυναικείου σώματος, της σεξουαλικότητας, της μητρότητας.
Έχεις ένα άγχος συνοχής και συνέπειας ύφους;
Καθόλου κι αυτή είναι μια συλλογή όπου κάθε διήγημα έχει διαφορετικό ύφος. Δεν έχω συνοχή και δε σκοπεύω να έχω συνοχή ούτε στο ύφους, ούτε στη φόρμα, ούτε στη γλώσσα, ούτε στις πλατφόρμες μέσα από τις οποίες λέω ιστορίες. Αν ξυπνήσω το πρωί κι έχω μια ιστορία στο μυαλό μου που ταιριάζει να γίνει σενάριο, θα γίνει σενάριο, αν ταιριάζει να γίνει θέατρο, θα γίνει θέατρο, μπορεί να ταιριάζει για μυθιστόρημα. Θα με πάει η ιστορία, δεν μ’ ενδιαφέρει η λογοτεχνική-ή υφολογική, αν θες- συνέπεια, μ’ ενδιαφέρει να μην προδώσω την ιστορία.
Πως αποτιμάς το ελληνικό metoo;
Για μένα το metoo έβαλε θεμέλια για τα επόμενα κινήματα. Το κακό είναι ότι εξαντλήθηκε στους χώρους που είχαν δύναμη και δημοσιότητα. Δεν ξέρω δηλαδή αν έφτασε στην υπάλληλο μιας εταιρείας. Προσωπικά το βίωσα δύσκολα γιατί αναγνώρισα και πράγματα που έχουν συμβεί σε μένα και κινούνταν μέχρι τότε στη σφαίρα «έφταιγα – δεν έφταιγα». Πέρα από τη συνειδητοποίηση, έφερε κι ενδυνάμωση. Μας έδεσε μεταξύ μας. Η αλληλεγγύη που έχουμε εμείς οι γυναίκες το 2023, έλειπε από τις προηγούμενες γενιές. 10 χρόνια πριν αυτά που έγραψα στο βιβλίο δε θα τα έγραφα. Τώρα αισθάνομαι ότι έχω ένα πλέγμα ασφαλείας για να πω αυτές στις ιστορίες.
Υποφέρω περισσότερο μετά, όταν το κείμενο φύγει από τα χέρια μου. Αισθάνομαι τρομερά εκτεθειμένη με αυτό το βιβλίο.
Τι σε αποκαρδιώνει περισσότερο από όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας;
Συμβαίνουν τόσα πολλά και τόσο παράλογα που δε μας επιτρέπουν μια ημέρα ησυχίας, να ζήσεις σαν άνθρωπος, μας θέτουν εκτός της παγκόσμιας πραγματικότητας. Όταν περνάω λίγο διάστημα σε άλλη χώρα, συνειδητοποιώ πόσο μεγαλύτερη ηρεμία νιώθουν οι άνθρωποι στην καθημερινότητά τους και τη δυνατότητα που έχουν να συνομιλούν με διεθνείς οικουμενικές εξελίξεις. Εμείς εδώ δεν έχω περιθώριο να σκεφτούμε που μας πάει το ΑΙ γιατί έχουμε να ντιλάρουμε ότι πέθαναν 57 άνθρωποι επειδή δεν είχαν φανάρια οι ράγες. Τι με ζορίζει περισσότερο; Το ότι αισθάνομαι ως πολίτης μηδενικό σεβασμό. Δεν αισθάνομαι, ας πούμε, ασφαλής που μεγαλώνω το παιδί μου εδώ.
Το γράψιμο, πέρα από τη δημιουργία, την απόλαυση ή τη λύτρωση που έχει, είναι και κάτι επώδυνο. Υπάρχουν πράγματα δηλαδή που πονάς όταν τα γράφεις;
Ναι. Πονάω αλλά κάπως διεστραμμένα το διασκεδάζω κιόλας. Θα ολοκληρώσω κάτι και στην πορεία θα καταλάβω ότι έχω αποφύγει να μπω πιο μέσα, θα το ξαναγράψω, θα μπω πιο μέσα, θα αναγκαστώ να αντιμετωπίσω κι άλλα στοιχεία δικά μου ή των ανθρώπων γενικότερα για τα οποία νιώθω αποστροφή. Υποφέρω περισσότερο μετά, όταν το κείμενο φύγει από τα χέρια μου. Αισθάνομαι τρομερά εκτεθειμένη με αυτό το βιβλίο. Περιέχει ιστορίες που τις έγραψα με άγνοια κινδύνου. Όταν τις έγραφα δεν ένιωθα ότι ήταν επικίνδυνες, τώρα που παίρνω τις πρώτες αντιδράσεις, το διαπιστώνω γιατί εκτός από καλά σχόλια, λαμβάνω και τρομερά ενοχλημένες αντιδράσεις. Κανείς μας -και ειδικότερα καμιά μας- δεν βγαίνει πια αλώβητη όταν υπάρχει στη δημόσια σφαίρα. Είναι κι αυτό απόρροια του σεξισμού αλλά τουλάχιστον τώρα έχουμε περισσότερα εργαλεία και σχέσεις να το αντιμετωπίζουμε πλέον χωρίς να μας ισοπεδώνει.