ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΧΑΜΕΝΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΣΤΗΝ ΜΑΧΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΜΦΥΛΗΣ ΒΙΑΣ
H Άννα Βουγιούκα, υπεύθυνη Συνηγορίας του Κέντρου Διοτίμα, μιλά στο NEWS 24/7 για την χαμένη ευκαιρία της Ελλάδας να ενσωματώσει σημαντικά άρθρα της Οδηγίας της ΕΕ για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας
Γυναίκες με μώλωπες στο πρόσωπο, θηλυκότητες που κάθε μέρα σηκώνουν στους ώμους τους “τόνους” λεκτικής βίας, πνιχτές κραυγές πίσω από κλειστές πόρτες, φωνές που ακούστηκαν, άλλες που δίστασαν ή που δεν πρόλαβαν, γυναίκες που έφυγαν, που έμειναν, που εκβιάστηκαν οικονομικά, εκείνες που περνούν τις μέρες τους παρέα με το τραύμα και μια μεγάλη, χαμένη ευκαιρία στο κοινοβούλιο, συνθέτουν το παζλ της πραγματικότητας της έμφυλης βίας στην Ελλάδα.
Την Παρασκευή (24/01) στο ελληνικό κοινοβούλιο υπερψηφίστηκε – μόνο με τις ψήφους των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας – το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για την αντιμετώπιση νέων μορφών έμφυλης βίας και τις νέες ρυθμίσεις στον νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης παρουσίασε το νομοσχέδιο ως ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2024/1385, όμως γυναικείες οργανώσεις, φορείς όπως επίσης και ο νομικός κόσμος μιλούν για αποσπασματική ενσωμάτωση μερικών μόλις άρθρων της Οδηγίας, καταγγέλλουν fast track διαδικασίες που μαρτυρούν δημοκρατικό έλλειμμα και αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα αλλά και την εγκυρότητα της νομοθετικής πρωτοβουλίας.
Η Διοτίμα είναι μια από τις οργανώσεις που εξέφρασε δημόσια την ανησυχία και τον προβληματισμό της για το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να πράξει διαφορετικά καθώς μέσα από τη δράση της έρχεται καθημερινά σε επαφή με γυναίκες και θηλυκότητες που βιώνουν έμφυλη βία, παρέχοντας ολοκληρωμένες υπηρεσίες από εξειδικευμένες επαγγελματίες με στόχο τη στήριξη και ενδυνάμωσή τους.
H Άννα Βουγιούκα, υπεύθυνη Συνηγορίας του Κέντρου Διοτίμα, μίλησε στο NEWS 24/7 για όσα περιλαμβάνει και όσα “ξεχάστηκαν” στο εν λόγω νομοσχέδιο, ενώ μάς εξηγεί πως η σχεδόν αποκλειστική έμφαση που δίνεται στην ποινική καταστολή και την αυστηροποίηση των ποινών, δεν μπορεί να λειτουργήσει από μόνη της αποτρεπτικά για τους δράστες και προστατευτικά για τα θύματα.
Το νομοσχέδιο του υπ. Δικαιοσύνης που ψηφίστηκε την Παρασκευή, αντιμετωπίζει, όπως λέει, τις νέες μορφές βίας κατά των γυναικών;
Η αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών που τελούνται στον χώρο της πληροφορικής αναφέρονται στο Μέρος Α’ του σχεδίου νόμου, και πιο αναλυτικά στο Κεφάλαιο Γ’ που αφορά αδικήματα που αφορούν στη γενετήσια, δηλαδή σεξουαλική εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών και στην εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής. Συγκεκριμένα, ποινικοποιείται η παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση, δηλαδή η παρακολούθηση των κινήσεων και δραστηριοτήτων ενός θύματος μέσω της χρήσης τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ), χωρίς τη συναίνεση ή την άδειά του και παρά το ότι έχει εκφράσει την αντίθετη θέλησή του (Άρθρο 7με το οποίο ενσωματώνεται το άρθρο 6 της Οδηγίας 2024/1385 και τροποποιείται το άρθρο 333 του ΠΚ).
Επίσης τυποποιείται η κυβερνοπαρενόχληση που αφορά τη χωρίς συναίνεση κοινοποίηση ή αποστολή σε άλλον/ους εικόνων, οπτικού ή οπτικοακουστικού υλικού που απεικονίζει γεννητικά όργανα μέσω της χρήσης ΤΠΕ και η οποία μπορεί να προκαλέσει φόβο, ανησυχία ή σοβαρή ψυχολογική βλάβη, προβλέποντας επιβαρυντικές περιστάσεις για (ευάλωτα) ανήλικα θύματα, δημοσιογράφους και υπερασπιστές ανθρώπινων δικαιωμάτων όπως και όσες/όσους εκτίθενται συχνότερα σε μεγαλύτερο κίνδυνο παρενόχλησης και εκφοβισμού προκειμένου να φιμωθεί η ελευθερία λόγου τους (Άρθρο 8 που ενσωματώνει το άρθρο 7 της Οδηγίας και προσθέτει νέα παράγραφο στο άρθρο 337 του ΠΚ).
Τέλος, εισάγεται παράγραφος στο άρθρο του 184 του ΠΚ για να ρυθμιστεί η ειδική μορφή υποκίνησης αορίστου αριθμού προσώπων (doxing), μέσω διαρροής πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα του θύματος με τη χρήση ΤΠΕ, προκειμένου να προκαλέσει σωματική ή ψυχολογική βλάβη στο πρόσωπο που στοχοποιείται (Άρθρο 9 – που ενσωματώνει την περ. δ) του άρθρου 7 της Οδηγίας 2024/1385).
Στο νομοσχέδιο παραλείπεται και αυτή τη φορά η νομική κατοχύρωση του όρου της γυναικοκτονίας. Τι αναφέρει για τη γυναικοκτονία η Οδηγία; Τι θα σήμαινε για θύτες και θύματα αν εισαγόταν ο όρος; Γιατί επιλέγεται να απαλειφθεί;
Πράγματι η ποινική τυποποίηση της γυναικοκτονίας παραλείπεται για μία ακόμη φορά, ενώ στην υπό ενσωμάτωση Οδηγία η γυναικοκτονία αναφέρεται στα εγκλήματα που εμπίπτουν στον ορισμό της βίας κατά των γυναικών, μαζί με τον βιασμό, τη σεξουαλική κακοποίηση, τη σεξουαλική παρενόχληση, την παρενοχλητική παρακολούθηση, διάφορες μορφές κυβερνοβίας, κ.λπ., (προοίμιο, σημείο 9) και υπάρχει ειδική μνεία στις διά βίου συνέπειες της βίας κατά των γυναικών και στην ανάγκη υποστήριξης των παιδιών θυμάτων γυναικοκτονιών μέσω στοχευμένων μέτρων προστασίας αλλά και κατά τη διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών (προοίμιο, σημείο 69).
Το σχέδιο νόμου επομένως, συμπεριλαμβάνει πιο σύγχρονες μορφές έμφυλης βίας που τελούνται με τη χρήση ΤΠΕ ή στον χώρο της πληροφορικής, αλλά όχι τη γυναικοκτονία, η οποία συνιστά ταυτοχρόνως μια ακραία/θανατηφόρα μορφή έμφυλης βίας και μια αμετάκλητη, θανατηφόρα συνέπεια του συνεχούς της έμφυλης βίας.
Μάλιστα, η γυναικοκτονία δεν συμπεριλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου παρότι η νομική κατοχύρωση του όρου θα συμβάλλει στην κατονομασία και ορατότητα του εμφυλοποιημένου φαινομένου της δολοφονίας των γυναικών επειδή είναι γυναίκες, αίροντας την έμφυλη ουδετερότητα του όρου «ανθρωποκτονία» μέσω μιας εννοιολόγησης που θα περικλείει όλες τις κοινωνικές και έμφυλες διαστάσεις της μαζί με την προσβολή του απολύτου δικαιώματος στην ανθρώπινη ζωή.
Επί του περιεχομένου του νομοσχεδίου, έχετε τοποθετηθεί λέγοντας πως προκρίνει αποκλειστικά την ποινική αντιμετώπιση του φαινομένου της έμφυλης βίας. Τι σημαίνει αυτό για θύτες και θύματα;
Οι επιφυλάξεις και ανησυχίες μας αφορούν τη σοβαρότητα και νομική εγκυρότητα της απόκρισης απέναντι σε ένα φαινόμενο που έχει πάρει μεγάλες και ορατές πλέον διαστάσεις και το οποίο η συγκροτημένη Πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίζει ολιστικά, με ολοκληρωμένες παρεμβάσεις, οι οποίες θα συμπεριλαμβάνουν σε κάθε περίπτωση την πρόληψη της έμφυλης βίας, την προστασία όλων των επιζωσών και επιζώντων ατόμων, τις διαδικασίες δίωξης, τον καθορισμό κοινών προτυποιημένων διαδικασιών διαχείρισης και απόκρισης (Standard Operating Procedures/SOPs), και τον συντονισμό του συνόλου των συναρμόδιων φορέων της πολιτείας (π.χ. υπηρεσιών υγείας, διωκτικών και δικαστικών αρχών, προνοιακών υπηρεσιών, δημόσιου δικτύου δομών προστασίας, υπηρεσιών απασχόλησης, κ.λπ.), της αυτοδιοίκησης και της κοινωνίας των πολιτών, όπως άλλωστε επιτάσσει η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης στο πλαίσιο των τεσσάρων πυλώνων της (4 Ps: prevention-πρόληψη/ protection-προστασία/ prosecution- δίωξη/ coordinated policies-συντονισμένες πολιτικές).
Άλλωστε η ποινική καταστολή και αυστηροποίηση των ποινών ως η βασική, αν όχι αποκλειστική, οδός για την προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας, δεν μπορεί να λειτουργήσει από μόνη της αποτρεπτικά για τους δράστες και προστατευτικά για τα θύματα, όπως έχουν καταδείξει έγκυρες εγκληματολογικές έρευνες, επίσημες στατιστικές, σύγχρονες θεσμικές τάσεις της αντεγκληματικής πολιτικής που δίνουν έμφαση στον προληπτικό χαρακτήρα των μέτρων για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, αλλά και η μακρά μας εμπειρία στο πεδίο υποστήριξης των επιζωσών.
Αυτό αναδείχθηκε και από τις τοποθετήσεις σειράς σχετικών επιστημονικών και επαγγελματικών φορέων της χώρας που εξέφρασαν τις έντονες αντιρρήσεις τους και στον δημόσιο λόγο και κατά την ακρόαση των φορέων στη βουλή, κάνοντας λόγο για τροποποιήσεις που εισάγουν εξαιρετικό δίκαιο, παραβιάζουν το τεκμήριο αθωότητας, τη διάκριση των εξουσιών, και την αρχή της αναλογικότητας, δημιουργώντας κίνδυνο καταχρηστικής χρησιμοποίησης των προβλεπόμενων μέτρων καθώς και για διατάξεις του σχεδίου νόμου που έρχονται σε αντίθεση με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ.
Την ίδια στιγμή το σχέδιο νόμου φαίνεται να αγνοεί τη βαρύνουσα σημασία της πρόληψης του φαινομένου για την οποία απαιτούνται μακρόπνοες πολιτικές σε πολλούς και διακριτούς τομείς. Είναι χαρακτηριστικό για παράδειγμα, ότι δεν έχουν συμπεριληφθεί εξαιρετικά σημαντικά άρθρα για την πρόληψη και έγκαιρη παρέμβαση, όπως για παράδειγμα το άρθρο 35 που αφορά ειδικά μέτρα για την πρόληψη του βιασμού και την προώθηση του κεντρικού ρόλου της συναίνεσης στις σεξουαλικές σχέσεις και το άρθρο 36 για την κατάρτιση και ενημέρωση των επαγγελματιών, καθώς και άρθρα για τον συντονισμό και τη συνεργασία όπως το άρθρο 40 για τον διυπηρεσιακό συντονισμό και τη συνεργασία και το άρθρο 41 που αφορά τη συνεργασία με μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Ο νόμος που ψηφίστηκε χαρακτηρίζεται από μια τιμωρητική λογική και παραγνωρίζει πως για την αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτείται, καταρχάς, η κατανόηση των κοινωνικών του αιτίων και η παρέμβαση σε αυτά. Παράλληλα η αγνόηση της περιπλοκότητας του φαινομένου και των διασταυρούμενων ανισοτήτων που βιώνουν διαφορετικές επιζώσες έμφυλης βίας (λόγω φυλής, γλώσσας, θρησκείας, ταυτότητας φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, αρτιμέλειας, νομικού καθεστώτος, κ.λ.π.), δεν επιτρέπει την ανάπτυξη στοχευμένων μέτρων και πολιτικών που θα διασφαλίζουν ίση πρόσβαση στις δομές προστασίας σε όλη την επικράτεια για όλες τις επιζώσες και για όλες τις μορφές έμφυλης βίας, ούτε και την ανάπτυξη ασφαλιστικών δικλείδων για την προορατική αντιμετώπιση της κλιμάκωσης της έμφυλης βίας.
Μια σειρά από οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και η Διοτιμα, αντιδρούν λέγοντας πως δόθηκε ελάχιστη προθεσμία για διαβούλευση, και μάλιστα μέσα στην εορταστική περίοδο.
Καταρχάς, συμφωνώντας με τις επισημάνσεις των αρμόδιων επιστημονικών και επαγγελματικών φορέων, αλλά και των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών και των φεμινιστικών ΜΚΟ, θεωρούμε ότι η εσπευσμένη ανάρτηση του σχεδίου νόμου, την εορταστική περίοδο, όχι μόνο περιόρισε την ορατότητά του, αλλά κυρίως τη δυνατότητα ευρείας και ουσιαστικής διαβούλευσης. Επιπλέον, το ότι δεν συστάθηκε νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την προετοιμασία του σχεδίου νόμου και δεν προηγήθηκε καμία διατομεακή συνεργασία με τους συναρμόδιους δημόσιους φορείς (π.χ. Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας / ΚΕΘΙ, τα υπουργεία Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εσωτερικών, Παιδείας, Υγείας, κ.λπ.) και με τις εξειδικευμένες οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών που υποστηρίζουν επιζώσες έμφυλης βίας, εγείρουν σοβαρά ερωτήματα και ανησυχία, εφόσον δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις της καλής νομοθέτησης αναφορικά με την ενσωμάτωση μιας τόσο σημαντικής Οδηγίας – όπως είναι η Οδηγία (ΕΕ) 2024/1385. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε αποτελεί δείγμα δημοκρατικού ελλείμματος και ταυτοχρόνως απομειώνει την αποτελεσματικότητα της συνολικότερης νομοθετικής πρωτοβουλίας.
Ποιες άλλες πτυχές της Οδηγίας που δεν εμπεριέχονται στο νομοσχέδιο ξεχωρίζετε;
Το σχέδιο νόμου δεν απηχεί ούτε το γράμμα ούτε το πνεύμα της Οδηγίας, της οποίας η γενικότερη φιλοσοφία είναι να καταδείξει την ανάγκη της θέσπισης ολοκληρωμένων πολιτικών για ολιστική πρόληψη σε πρωτογενές, δευτερογενές και τριτογενές επίπεδο. Δεν περιλαμβάνονται, μια σειρά από άρθρα της Οδηγίας χωρίς να αιτιολογείται αν ήδη η εθνική νομοθεσία καλύπτει τα σχετικά πεδία που παραλείπει να εισαγάγει το σχέδιο νόμου.
Ενδεικτικά, εκτός από τα προαναφερόμενα άρθρα για την πρόληψη, δεν έχουν συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου το άρθρο 20 για την προστασία της ιδιωτικής ζωής του θύματος, τα άρθρα που αφορούν την ανάγκη για ειδική υποστήριξη των θυμάτων σεξουαλικής βίας (άρθρο 26), ακρωτηριασμού γυναικείων γεννητικών οργάνων (άρθρο 27), σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία (άρθρο 28), όπως και το άρθρο 33 για τη στοχευμένη στήριξη σε θύματα με διατομεακές ανάγκες που αφορά θύματα που βιώνουν διασταυρούμενες διακρίσεις και ανισότητες – όπως είναι οι γυναίκες με αναπηρία, με καθεστώς διαμονής εξαρτώμενου προσώπου, μετανάστριες που δεν διαθέτουν επίσημα έγγραφα, αιτούσες την παροχή διεθνούς προστασίας, γυναίκες με μειονοτικό φυλετικό ή εθνοτικό υπόβαθρο, γυναίκες με χαμηλό εισόδημα, κρατούμενες, λεσβίες, ομοφυλόφιλες, αμφιφυλόφιλες, τρανς ή ίντερσεξ άτομα, ηλικιωμένες γυναίκες ή γυναίκες με διαταραχές χρήσης αλκοόλ και ναρκωτικών που θα πρέπει να λαμβάνουν ειδική προστασία και υποστήριξη.
Μιλάτε για χαμένη ευκαιρία. Πώς μπορεί να ανατραπεί η συνθήκη αυτή;
Το Κέντρο Διοτίμα θεωρεί πως είναι εφικτό να μη χαθεί η ευκαιρία να ενσωματώσει η Ελλάδα στο εθνικό της δίκαιο μια πολύ σημαντική Οδηγία για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενεικής βίας [Οδηγία (ΕΕ) 2024/1385], τηρώντας τις προϋποθέσεις και τους κανόνες της καλής νομοθέτησης και διασφαλίζοντας ότι το νομοθετικό πλαίσιο της χώρας δεν θα αποστερηθεί σημαντικά εργαλεία για την πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου, και ότι θα υπάρξει ορθή εφαρμογή του νόμου.
Στο πλαίσιο αυτό θεωρούμε πως ήταν αναγκαίο να αποσυρθεί το σχέδιο νόμου και ειδικότερα το Μέρος Α’ με τίτλο «Αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών – Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2024/1385 – Πρόσθετες ρυθμίσεις για τον ενδοοικογενειακή βία», και να κατατεθεί εκ νέου, μετά την προετοιμασία και επεξεργασία του από ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή και αφού προηγηθεί διατομεακή συνεργασία με τα συναρμόδια υπουργεία και τους φορείς της πολιτείας για την ισότητα των φύλων, καθώς και ουσιαστική και μακρά διαβούλευση με τους αρμόδιους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις που υποστηρίζουν επιζώσες έμφυλης βίας, παιδιά και νεαρά άτομα.
Επιπλέον, θεωρούμε απαραίτητο, στο πλαίσιο της επεξεργασίας του σχεδίου νόμου, να ληφθεί υπόψη το σύνολο των 71 συστάσεων της Επιτροπής GREVIO, οι περισσότερες από τις οποίες είναι κατεπείγουσες και επείγουσες και οι οποίες, σύμφωνα με την Επιτροπή των Μερών θα πρέπει να έχουν υλοποιηθεί ως τον Δεκέμβριο του 2026.
Άλλωστε η προθεσμία για την ενσωμάτωση της Οδηγίας στην εθνική νομοθεσία λήγει τον Μάιο 2026 που σημαίνει ότι υπάρχει υπερεπαρκής χρόνος για να προετοιμαστεί μια αποτελεσματική νομοθετική πρωτοβουλία που θα σέβεται τους κανόνες της δημοκρατίας και θα διασφαλίζει παράλληλα ότι η εθνική νομοθεσία ανταποκρίνεται και στους προδιαγεγραμμένους στόχους και στο σκοπούμενο αποτέλεσμα της Οδηγίας αλλά και στις συστάσεις της Επιτροπής GREVIO.
Επειδή η σημερινή πραγματικότητα απέχει πολύ από την εξάλειψη της έμφυλης βίας, πού μπορούν να απευθυνθούν γυναίκες και θηλυκότητες που τη βιώνουν;
Αν μια γυναίκα βιώνει οποιαδήποτε μορφή έμφυλης βίας μπορεί να καλέσει την τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 που λειτουργεί 24/7 ώστε να λάβει εξειδικευμένη πληροφόρηση για το που μπορεί να απευθυνθεί για βοήθεια και υποστήριξη. Επιπλέον μπορεί να απευθυνθεί σε κάποιο από τα Συμβουλευτικά Κέντρα της Γενικής Γραμματείας που βρίσκονται σε όλη την Ελλάδα για ψυκοκοινωνική υποστήριξη και νομική συμβουλευτική. Αν ζει στην Αττική ή την Κεντρική Μακεδονία και έχει χαμηλά εισοδήματα μπορεί να απευθυνθεί στο Κέντρο Διοτίμα για δωρεάν νομική βοήθεια, δικαστική εκπροσώπηση, κάλυψη τω δικαστικών εξόδων, ψυχοκοινωνική υποστήριξη και επαγγελματική συμβουλευτική.