ΑΝΑΠΗΡΑ ΣΩΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ: ΕΝΑΣ ΑΡΓΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Ακόμα περιμένουμε τη βούληση της πολιτείας ώστε να ξεριζωθεί η ιδεολογία του μισαναπηρισμού.
Όταν ξεκινούσε το τελευταίο κύμα καύσωνα του Ιουλίου συναντηθήκαμε με την Ελισάβετ στην παραλία του Αλίμου. Αν και πρωινό καθημερινής είχε αρκετό κόσμο και βουητό. Καθίσαμε αρχικά στην παρακείμενη καφετέρια να τα πούμε. Το 2015 μάλλον θα καταχωρηθεί ως μια χρονιά – τομή στη βιογραφία της, καθώς ένα σφοδρό κι αναπάντεχο ατύχημα επέφερε αρκετές αλλαγές στη ζωή της. Ενώ διέσχιζε κάθετα τις γραμμές του τρένου στο Ρουφ, την παρέσυρε η διερχόμενη αμαξοστοιχία της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Ξύπνησε σ’ ένα δωμάτιο νοσοκομείου χωρίς να μπορεί να κουνηθεί και υπέστη διπλό ακρωτηριασμό των κάτω άκρων.
Από τότε αντιμετωπίζει όλα τα προβλήματα προσβασιμότητας με τα οποία αναμετρώνται οι ανάπηροι άνθρωποι σε μια χώρα σχεδιασμένη στη βάση της κουλτούρας της ετεροκανονικότητας, όπου τα χιλιάδες αποκλίνοντα από τη νόρμα της σώματα εξωθούνται στην απομόνωση, την αορατότητα ή την παραβιαστική κοινωνική αδιακρισία. Γιατί δεν είναι η βλάβη στο σώμα ισοδύναμη της δυστυχίας, είναι η κοινωνική καταπίεση που καθιστά την βλάβη αναπηρία, φτιάχνοντας περιοριστικά, μονοσήμαντα και μη συμπεριληπτικά περιβάλλοντα.
Μια παράμετρος της προσβασιμότητας είναι οι παραλίες, καθόλου ευκαταφρόνητη και δευτερεύουσα σε μια γεωγραφία που περιβάλλεται από θαλασσινό νερό και που όλες/οι έχουμε ανάγκη να το απολαύσουμε. Για το υλικό σκέλος της πρόσβασης στις παραλίες βρέθηκε λύση πριν μερικά χρόνια, όπου μια επιστημονική ομάδα στο Πανεπιστήμιο Πατρών εφηύρε μια πρωτοποριακή διάταξη αυτόνομης πρόσβασης στη θάλασσα για χρήστες/στριες αμαξιδίων και άτομα με κινητικές δυσκολίες. Το seatrac μέσω της εταιρείας Tobea είναι ήδη εγκατεστημένο σε αρκετές παραλίες. Από εκεί και πέρα, επειδή τα ζητήματα ποτέ δεν είναι μόνο τεχνικά, απαιτείται βούληση κι αποφασιστικότητα από την Πολιτεία και ξερίζωμα των διάφορων εκφάνσεων της ιδεολογίας του μισαναπηρισμού.
«Φυσικά έχω διαπιστώσει πολλά προβλήματα προσβασιμότητας ακόμα και σε μέρη που υποτίθεται πως πληρούν τις προδιαγραφές. Δεν έχουν κάνει σωστές μελέτες με αποτέλεσμα η προσβασιμότητα να υφίσταται κυρίως στα χαρτιά, για παράδειγμα το καινούργιο κολυμβητήριο στο Σαράφειο τυπικά θεωρείται προσβάσιμο αλλά έχει πολλά θέματα με τις τουαλέτες κλπ. Για να γίνει σωστά κάτι τέτοιο πρέπει να υπάρχει συνεργασία με τα ίδια τα ανάπηρα άτομα. Άλλο τι φαντάζεσαι ότι μπορεί να χρειάζεται κάποιος κι άλλο τι όντως χρειάζεται. Στις παραλίες το seatrac με έχει βοηθήσει πραγματικά. Η άλλη λύση για μένα θα ήταν το πόδι νερού που όμως κοστίζει πολύ ακριβά. Μόνο την πρώτη χρονιά έκανα μπάνιο σέρνοντας τον εαυτό μου, μετά ανακάλυψα τη διάταξη και πάω μόνο σε παραλίες που τη διαθέτουν. Ξέρω ότι αύριο που θα φύγω να πάω στο Δήλεσι για διακοπές, γύρω μου υπάρχουν τέσσερις παραλίες με seatrac. Το νερό είναι πολύ βασικό για ένα ανάπηρο άτομο, το να μπορείς να βρίσκεσαι μέσα στο νερό είναι ελευθερία, νιώθεις σα να αιωρείσαι. Επιπλέον είναι φοβερή άσκηση. Το πρώτο πράγμα που σου λένε οι γιατροί εκτός από τις φυσικοθεραπείες είναι να μπαίνεις στη θάλασσα» λέει η Ελισάβετ.
Όση ώρα καθόμασταν στο τραπέζι μοιάζαμε μάλλον με μια αδιάφορη τυπική παρέα. Όταν σηκωθήκαμε για να πάμε προς το seatrac, η εικόνα ενός σώματος με δύο τεχνητά μέλη, κέντρισε κάποια βλέμματα. Φτάνοντας στη διάταξη, βρήκαμε ανθρώπους να τη χρησιμοποιούν ως ξαπλώστρα, να κάθονται πάνω, να έχουν παραπετάξει τα πράγματα τους από εδώ κι από εκεί. Χρειάστηκε να τους εξηγήσει η Ελισάβετ πως δεν επιτρέπεται αυτό που κάνουν, ότι η διάταξη είναι για άλλη χρήση που παρεμποδίζεται με αυτόν τον τρόπο και ότι επιπρόσθετα φθείρεται από την κακή και ακατάλληλη χρήση. Κάποιοι/ες ζήτησαν συγνώμη, μάζεψαν τα πράγματα τους και απομακρύνθηκαν. Μια κυρία μουρμούρισε «μα αφού δεν έρχονται και τόσο συχνά» δυσανασχετώντας για το ξεβόλεμα.
Είναι σαν αυτό που ακούς όταν κάνεις παρατήρηση σε κάποιον να μην παρκάρει σε θέση αναπήρων και σου απαντάει σχεδόν θιγμένος «βλέπεις κανέναν ανάπηρο;» ή όταν επισημαίνεις σ’ ένα μαγαζί ότι τα τραπεζοκαθίσματα του έχουν κλείσει το μονοπάτι για τα τυφλά άτομα και αντιλέγει με μια εσάνς εκνευριστικής αφέλειας «μα δεν περνάει κανένας τυφλός από εδώ». Μπορεί να φαντάζουν επουσιώδη αυτά αλλά είναι τουλάχιστον άχαρο να διέπονται απλές διεργασίες της καθημερινότητας από μικροεπιθετικότητες και υποτίμηση.
Η Ελισάβετ έχει αναπτύξει μηχανισμούς ανθεκτικότητας και μπορεί να ανταπεξέρχεται χωρίς να πτοείται. Δεν θα έπρεπε, όμως, να είναι προαπαιτούμενο κάτι τέτοιο για να μπορείς να υπάρξεις χωρίς να πληγώνεσαι διαρκώς.
«Νομίζουμε ότι είμαστε παντοδύναμοι, ότι δεν θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο σε εμάς. Κι εγώ έτσι νόμιζα. Ξεκίνησα ένα πρωί για να πάω να δω τη μάνα μου και όλα ανατράπηκαν. Ας μη σκεφτόμαστε, λοιπόν, τόσο κοντόφθαλμα. Τον τρόμο απέναντι στο διαφορετικό να μάθουμε να τον τιθασεύουμε. Με ρωτάνε για ποιον λόγο κυκλοφορώ με σορτσάκια ή με φορέματα που φαίνονται τα πόδια μου – γιατί εγώ δεν τα καλύπτω τα πόδια μου, φαίνονται τα σίδερα, τα πάντα. Γιατί να το κρύψω; Έχουμε διαφορετικό σχήμα, όπως και μη ανάπηροι άνθρωποι μπορεί να έχουν διαφορετικό σχήμα. Το κάνω για να εξοικειωθεί ο κόσμος με τέτοιες αναπαραστάσεις και να μην τον ξενίζουν. Το ξέρω ότι με κοιτούν και στο δρόμο και στην παραλία. Δε μου κάνει εντύπωση κι ίσως είναι κακό ότι αναισθητοποιούμαι. Με στεναχωρεί όμως όταν αφορά σε μικρά παιδάκια, όταν ένα παιδάκι είναι ανάπηρο και το κοιτούν περίεργα. Δεν έχουν όλοι την ίδια διάθεση και την ίδια αντοχή. Ελπίζω ότι θα φτάσουμε σε μια εξελιγμένη κοινωνία που δε θα σε κοιτάει κανείς περίεργα» καταλήγει.
Η Ελισάβετ μέσα από τη δική της βιωμένη εμπειρία συμπυκνώνει με ενάργεια τις ορίζουσες της εξιδανίκευσης και της συνακόλουθης αλαζονείας της αρτιμέλειας που είναι μια από τις μήτρες του body shaming. Το φαντασιακό των αιώνια «νεανικών, αδύνατων, αρτιμελών, άφθαρτων, σφριγηλών, άτρωτων και αψεγάδιαστων» σωμάτων που καθόλου δεν ανταποκρίνεται στην ποικιλομορφία της πραγματικής ζωής, εντούτοις επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας ως αστυνομία σώματος, πειθαρχική και τιμωρητική. Καθόλου τυχαίο δεν είναι που το καλοκαίρι για πολλούς ανθρώπους που δεν κουμπώνουν σ’ αυτό το φαντασιακό, δε βιώνεται ως συνθήκη ανεμελιάς και ευδαιμονίας αλλά αγχωτικά ακριβώς εξαιτίας της εξωτερικά υποβαλλόμενης ντροπής. Για τα ανάπηρα άτομα ο κοινωνικός ρατσισμός τέμνεται με τις θεσμοποιημένες ή τις αρρητες – δια της απροθυμίας ή των αβλεψιών – μορφές διάκρισης, οι οποίες επιτείνουν τον αποκλεισμό. Για πολλά χρόνια, οι πολλαπλές διακρίσεις, η έλλειψη υποδομών και υπηρεσιών, οι απροσπέλαστες πόλεις συναρθρώνονταν σε μια στρατηγική ιατρικοποίησης και ιδρυματοποίησης για την αναπηρία ή απόσυρσης στο σπίτι. Αυτό αλλάζει με πολύ βραδύτερους ρυθμούς από ότι θα έπρεπε, χάρη στις διεκδικήσεις των ίδιων των αναπήρων. Η πρόσβαση στην παραλία είναι αναπόσπαστο κομμάτι του αιτήματος για ισότητα, χαρά, γαλήνη. Μ’ αυτή την έννοια το seatrac είναι ένας πολύτιμος αρωγός σε μια στοιχειώδη αναγκαιότητα.
Ο Ιγνάτιος Φωτίου, μέλος της ομάδας που το εφηύρε και διευθυντής της TOBEA, μιλάει για τη δεκαετή πλέον πορεία του στις ελληνικές παραλίες:
«Η πρώτη φορά που ήπια καφέ με έναν ανάπηρο άνθρωπο και μου εκμυστηρεύτηκε πως έχει βαρεθεί να τον κουβαλάνε σαν τσουβάλι για να μπει στο νερό, με τάραξε. Αφού με σοκ διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε σχετική εφαρμογή για τους ανάπηρους, δημιουργήσαμε το seatrac και θεωρώ πως δώσαμε λύση στους ανάπηρους, γιατί η αξιοπρέπεια τους κράταγε μακριά από τη θάλασσα. Το δυσκολότερο κομμάτι ήταν να ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις μιας κοινωνίας που δεν ήταν μαθημένη στην προσβασιμότητα. Η αλλαγή της νομοθεσίας για τη χρήση του αιγιαλού το 2020 μας έφερε πρόσθετα προβλήματα γραφειοκρατίας, διότι υπαγόμαστε στην ίδια διαδικασία με τις ομπρέλες αλλά ελπίζουμε πως θα διευθετηθεί. Πέρσι πάντως είχαν εγκατασταθεί συστήματα σε 159 παραλίες και φέτος ελπίζουμε να φτάσουμε τις 190. Παλεύουμε να πείσουμε την κοινωνία ότι η πρόσβαση στην παραλία είναι κάτι ευεργετικό για όλους. Τα άτομα με κινητικές δυσκολίες κάνουν 10 φορές περισσότερα μπάνια απ’ ότι πριν το seatrac, έρχονται σε επαφή κοινωνικές ομάδες που δεν είχαν πολλές ευκαιρίες να γνωριστούν μεταξύ τους και τι καλύτερο απ’ το να γνωρίζεσαι σ’ έναν τόπο ψυχαγωγίας και χαλάρωσης όπως είναι η θάλασσα; Δεν ήθελα να κάνουμε μια πρόχειρη προσπάθεια που θα γεννήσει απογοήτευση. Να αφήσουμε κάτι ποιοτικό που βγάζει τους ανθρώπους από τα σπίτια τους»
Όπως, όμως, επισημάνθηκε από την αρχή δεν αρκεί μόνο να βρεις τη λύση – λύσεις υπάρχουν για πολλά από τα προβλήματα που μας μαραζώνουν κατά καιρούς. Πρέπει να έχεις κι ένα έδαφος για να μπορείς να την υλοποιήσεις απρόσκοπτα. Χρειάζεται θέληση, ανοιχτή καρδιά, ευρυχωρία σκέψης και αποδόμηση στερεοτύπων. Η πρόσφατη ιστορία στο Αίγιο είναι ενδεικτική. Στις 17 Ιουνίου στην παραλία της Άκολης στην Αιγιάλεια, μετά από επώνυμη καταγγελία κατοίκου της περιοχής, επενέβη η αστυνομία με πρόσχημα ένα θέμα στην άδεια του δήμου και ζητήθηκε η απεγκαταστάση της διάταξης, η τοποθέτηση της οποίας, είχε σχεδόν ολοκληρωθεί. Από τη σελίδα της Κίνησης Χειραφέτησης Αναπήρων ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ θυμάμαι μια παρόμοια ιστορία πριν οχτώ χρόνια στη Νέα Μάκρη. Στις 16 Ιουλίου 2014 στην παραλία της Νέας Μάκρης ομάδα λιμενικών παρεμπόδισε την εγκατάσταση της διάταξης SEATRAC μετά από οργανωμένη διαμαρτυρία κατοίκων της περιοχής. H καταγγελία βασίστηκε σε επιχειρήματα περί επικινδυνότητας της εγκατάστασης, πτώση της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων της περιοχής, ενόχλησής τους για το θέαμα ανάπηρων σωμάτων, ενώ δεν παρέλειψαν να αναφερθούν και στους «κινδύνους» για τη δημόσια υγεία από τη συσσώρευση πολλών «ΑΜΕΑ» (sic) στη συγκεκριμένη παραλία. Έπειτα από συναντήσεις επί συναντήσεων με τις αρμόδιες αρχές και χάρη στην επιμονή των αναπήρων, το σύστημα επανεγκαταστάθηκε μετά από 15 μέρες.
Ο Αντώνης Ρέλλας, σκηνοθέτης και ανάπηρος ακτιβιστής, ο οποίος έζησε από κοντά τότε τα γεγονότα, συνοψίζει τη διαδρομή αλλά και την απόσταση που μένει ακόμα να διανυθεί για τα αυτονόητα:
«Την πρώτη φορά που πήγα στην παραλία με βλάβη στο σώμα μου, το 1994 όταν επέστρεψα από την αποκατάσταση στις ΗΠΑ, επέλεξα να πάω σε μια χωρίς πολύ κόσμο, και σε μεγάλη απόσταση από ομπρέλα. Χρησιμοποιούσα τότε τεχνητό μέλος, όταν το έβγαλα και ήμουν έτοιμος να μπω στη θάλασσα, ήρθε ένας κύριος – πατέρας δυο παιδιών και απαίτησε από τους φίλους μου, να με πάρουν και να φύγουμε γιατί ενοχλώ τα παιδιά. Δεν απευθύνθηκε καν σε μένα. Τον ειρωνεύτηκα, του είπα ότι δεν υπάρχει ταμπέλα που να λέει ότι απαγορεύεται να είμαι σε παραλία και καλό είναι να μη μεγαλώνει τα παιδιά του σε χρυσό κλουβί γιατί κι εγώ πριν ένα χρόνο ήμουν όπως αυτός. Από αυτή την αντίδραση μέχρι αυτό που βιώνουμε σήμερα, υπάρχει μετατόπιση γιατί είμαστε περισσότερες/οι που διεκδικούσε να είμαστε μαζί με τους άλλους. Βλέμματα υπάρχουν ακόμα, άλλος μπορεί να κάνει το σταυρό του ή να τραβήξει πιο πέρα τα παιδιά του – γιατί τα παιδιά τα έλκει συχνά η εικόνα ενός διαφορετικού σωματότυπου, δεν τους δίνει την ευκαιρία να εξοικειωθούν με κάτι που πρέπει να είναι εξοικειωμένα. Αυτοί που ανήκουν στην κανονικότητα νιώθουν ότι πρέπει να έχει πάρει άδεια ένας διαφορετικός σωματότυπος για να βρεθεί δίπλα τους. Προφανώς ένα σώμα σαν τον δικό μου που είναι ορατό ότι έχει συμβεί ένα ατύχημα, κάποιους μπορεί να τους φέρνει αντιμέτωπους με το πόσο ευάλωτοι είμαστε. Ωστόσο, κανείς δεν έχει δικαίωμα να απαγορεύει, αν δεν αντέχει να σηκωθεί να φύγει. Εγώ δεν χαρίζω σε κανέναν το δικαίωμα στην απόλαυση με την παρέα μου σε μια παραλία.
Προφανώς, λοιπόν, το seatrac είναι μια καινοτομία που μας βοηθά να πραγματώνουμε ένα κομμάτι του κοινωνικού μας ρόλου. Όπως σε όλα τα πράγματα, έτσι και σε αυτό δε φτάνει από μόνο του, δεν αρκεί να μιλάμε μόνο για τις καλές πρακτικές ή για τους ευαίσθητους δήμους που το τοποθετούν – υποχρεωμένοι είναι, ούτε μόνο για εκείνους που το υποδέχονται θετικά. Πέρσι έκανα τον γύρο της Πελοποννήσου και παρατήρησα ότι τα περισσότερα seatrac ήταν τοποθετημένα σε μη κεντρικά σημεία. Σ’ ένα διαφορετικό συγκείμενο κάποιος θα παρακάλαγε να το βάλουν κοντά στην επιχείρηση του για να έχει πιο πολλούς ανθρώπους, εδώ κυριαρχεί η κουλτούρα ότι δεν είναι ωραίο να πίνει κάποιος τον καφέ του και να βλέπει ένα ανάπηρο σώμα να μπαίνει στη θάλασσα. Εμπειρικά να πω ότι την αλληλεγγύη σε μια παραλία αν προκύψει κάποια ανάγκη, θα τη βρούμε συνήθως από κάποιο άτομο που επίσης δεν εμπίπτει στην «κανονικότητα», από ένα gay αγόρι για παράδειγμα. Δεν θα έρθει εύκολα ο μπρατσαράς της παραλίας. Δεν έχουν όλες οι παραλίες seatrac και δεν έχουν όλες αυτό που λέμε ολοκληρωμένο σύστημα προσβασιμότητας, δηλαδή το πώς φτάνεις, σταθμεύεις, πηγαίνεις ανεμπόδιστα μέχρι τη διάταξη, μετά κάνεις ντους ή αλλάζεις μετά κάθεσαι κάπου για φαγητό. Δε μπορούμε να δούμε μόνο το μηχανικό θέμα, αν είναι εφικτή η είσοδος στη θάλασσα. Δεν το υποτιμώ. Κι εγώ δεν πηγαίνω σε παραλίες που δεν έχουν seatrac. Έχουμε δρόμο, όμως, ακόμα για να υπάρχουμε ισότιμα, χωρίς διακρίσεις και αντικοινωνικές συμπεριφορές»
Με τις ευχές για ένα πιο συμπεριληπτικό καλοκαίρι που οι παραλίες θα χωρούν όλα τα σώματα.